Κυριακή των Βαϊων: Που η χαρά; – Επισκ. Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Μητροπ. Πρώην Φλωρίνης.

ιλιπ. 4,4-9

«Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε·
πάλιν ερώ, χαίρετε»
(Φιλιπ. 4,4)

Ο άνθρωπος, αγαπητοί μου, ο άνθρωπος πλάστηκε για τη χαρά. Γι’ αυτό ο Θεός τους πρώτους ανθρώπους, τον Αδάμ και την Εύα, δεν τους έρριξε σ’ ένα ξερονήσι, αλλά τους έβαλε σ’ ένα διαλεχτό κομμάτι γης, που είχε ομορφιά και χάρι τόση όση δεν μπορούμε να φανταστούμε. Παράδεισος λεγόταν η πρώτη κατοικία του ανθρώπου. Ήταν περιβόλι με όλα τα αγαθά. Χώμα καθαρό και γόνιμο. Νερά τρεχούμενα. Δέντρα γεμάτα καρπούς. Λουλούδια που σκορπούσαν αρώματα. Πουλιά που κελαηδούσαν. Ζώα όλα ήμερα και χρήσιμα. Κλίμα θαυμάσιο. Ο αέρας, που φυσούσε κ’ έκανε τις κορφές των δένδρων να κινούνται ελαφρά τους να σιγοτραγουδάνε, ήταν ένας αέρας ευχάριστος, καθαρός, όλος υγεία. Δεν υπήρχαν εκεί μικρόβια, αρρώστιες, θάνατος. Χαρά Θεού. Αυτός ήταν ο παράδεισος.
Στον παράδεισο έμεινε το πρώτο ζευγάρι των ανθρώπων που ευλόγησε ο Θεός. Για τα αγαθά, που απολάμβαναν, ο Θεός δεν ζητούσε καμμιά πληρωμή. Δωρεάν το φως, το νερό, οι καρποί, ο αέρας, τα πάντα. Ένα μόνο ζητούσε ο Θεός απ’ αυτούς· να υπακούουν σ’ ό, τι αυτός διέταζε. Και το ζητούσε ο Θεός όχι γι τον εαυτό του, γιατί ο Θεός δεν έχει καμμιά απολύτως ανάγκη από τον άνθρωπο, αλλ’ επειδή ό, τι διατάζει ο Θεός αυτό είνε και το αληθινό συμφέρον του ανθρώπου. Ο άνθρωπος, υπακούοντας στο Θεό, θα ζούσε πάντοτε χαρούμενος κ’ ευτυχισμένος.
Αλλά ο άνθρωπος δεν υπάκουσε στον Θεό. Υπάκουσε στο διάβολο. Αυτός σφύριξε στ’ αυτί του ανθρώπου, ότι ευτυχισμένος θα γίνη, αν πάψη να υπακούη στο Θεό. Και ο άνθρωπος, αντί να φράξη τα’ αυτιά του να μην ακούση τι τον συμβουλεύει ο πονηρός, έδωσε προσοχή στα λόγια του διαβόλου και παρέβη την εντολή του Θεού. Αλλ’ από την ώρα, που η Εύα και ο Αδάμ παρέβησαν την εντολή, από την ώρα εκείνη έφυγε η χαρά και ήρθε η λύπη. Δεν μπορούσαν πια να μείνουν στον παράδεισο. Έφυγαν. Η γη γέμισε αγκάθια. Τα ζώα αγρίεψαν. Τα στοιχεία της φύσεως επαναστάτησαν. Ο αέρας μολύνθηκε, και ήρθε η αρρώστια και ο θάνατος. Αυτά ήταν τα αποτελέσματα της ανυπακοής, της αμαρτίας των πρωτοπλάστων.

**************

Η λύπη από τότε βασιλεύει στον κόσμο. Οι άνθρωποι , στενοχωρημένοι, θλιμμένοι, βασανισμένοι από τα διάφορα θλιβερά γεγονότα και πιο πολύ από το κακό που υπάρχει μέσα τους, δεν βρίσκουν ανάπαυσι. Έχουν χάσει τον παράδεισο και τον ζητάνε, και νομίζουν ότι θα τον ξαναβρούν εάν ακούσουν όχι ό, τι τους συμβουλεύει ο Θεός, αλλ’ ό, τι τους συμβουλεύει ο διάβολος. Αυτός έδιωξε τον πρώτο άνθρωπο από τον παράδεισο, και αυτός πάλι δεν αφήνει τα παιδιά του Αδάμ και της Εύας να βρουν το σωστό δρόμο, να πάρουν το στενό μονοπάτι που βγάζει στον παράδεισο του Θεού. Ο διάβολος υπόσχεται τη χαρά. Δημιουργεί ψεύτικο παράδεισο. Με τα όργανά του άνοιξε σ’ όλο τον κόσμο χιλιάδες κέντρα διασκεδάσεως, τα διαφημίζει ως κέντρα ψυχαγωγίας και καλεί τους ανθρώπους. Και οι άνθρωποι, σαν τρελλοί, τρέχουν με την ελπίδα ότι θα βρουν τη χαρά. Γίνονται λοιπόν τουρίστες. Ταξιδεύουν από πόλι σε πόλι. Ξενυχτούν σε ταβέρνες. Κάνουν αισχρούς έρωτες. Παίζουν χαρτιά. Χορεύουν έξαλλους χορούς. Πίνουν. Μεθούν. Ρουφούν με όλες τις αισθήσεις όλη την ηδονή. Και παθαίνουν ό, τι παθαίνουν αυτοί που παίρνουν ναρκωτικά· τα ναρκωτικά φέρνουν στην αρχή ευχάριστο μούδιασμα των νεύρων και ο ναρκομανής βλέπει όνειρα, φανταστικούς κόσμους, και είνε γεμάτος χαρά και ευτυχία. Ο δυστυχής νομίζει ότι ζη στον παράδεισο. Αλλ’ αλλοίμονο! Μόλις πάψη η επίδρασι του ναρκωτικού, ο φανταστικός παράδεισος σβήνει και η λύπη έρχεται πάλι πιο βαρειά. Αυτοί που παίρνουν τα ναρκωτικά αρχίζουν να κλαίνε σαν μικρά παιδιά, να χτυπιούνται και να ζητούν ν’ αυτοκτηνήσουν. Η ψυχαγωγία καταντά ψυχοκτονία!
Άνθρωπε, η αμαρτία είνε χειρότερη από τα ναρκωτικά! Άμα κάνης το κακό, άμα πέφτης στα αισχρά και ακατονόμαστα αμαρτήματα, άμα ικανοποιής τις αμαρτωλές επιθυμίες και πάθη, νομίζεις ότι βρήκες τη χαρά και την ευτυχία; Δυστυχισμένε! Ζης μέσα σ’ ένα φανταστικό ψεύτικο κόσμο. Δεν περνούν χρόνια, μήνες, μέρες-τι λέω;-, δεν περνάει ούτε ώρα, και η χαρά που δοκίμασες από την αμαρτία γίνεται λύπη, στενοχώρια και πίκρα. Μέλι στην αρχή η αμαρτία, αλλά στο τέλος γίνεται φαρμάκι.
Αλλά θα ρωτήση κανείς· Δεν υπάρχει λοιπόν χαρά; Υπάρχει, αγαπητοί μου, χαρά. Χαρά που μπορούμε να τη γευτούμε όλοι, γυναίκες και άνδρες, μικροί και μεγάλοι, φτωχοί και πλούσιοι, αγράμματοι και επιστήμονες. Υπάρχει χαρά που, μια σταλαγματιά της να πέση στην καρδιά του πιο δυστυχισμένου ανθρώπου, θα τον κάνη ευτυχισμένο. Αλλά η χαρά αυτή δεν βρίσκεται εκεί που τη ζητάει ο κόσμος. Δεν βρίσκεται στα αμαρτωλά κέντρα, στους χορούς, στα μεθύσια και στις ασωτίες, στους αισχρούς έρωτες και στα ναρκωτικά. Η χαρά, η πραγματική χαρά, βρίσκεται στις καρδιές των ανθρώπων εκείνων που πιστεύουν αληθινά στο Χριστό και ζουν σύμφωνα με τις θείες του εντολές. Ο Χριστός είνε η χαρά.
Θέλετε ένα παράδειγμα; Είνε ο απόστολος Παύλος. Από μια επιστολή του, που έστειλε προς τους Μακεδόνες, τους Φιλλιπησίους, είνε παρμένη η αποστολική περικοπή που διαβάστηκε σήμερα, Κυριακή των Βαΐων, σε όλες τις εκκλησίες μας. Ο απόστολος γράφοντας την επιστολή του αυτή ονομάζεται επιστολή της χαράς. Ένας κοσμικός που τη διαβάζει θα νομίση ότι ο Παύλος την ώρα που την έγραφε θα βρισκόταν σε μια ευχάριστη κατάστασι. Και όμως, πόσο πέφτει έξω! Ο Παύλος την ώρα που έγραφε την επιστολή βρισκόταν μέσ’ στις φυλακές της Ρώμης. Βρισκόταν δεμένος σαν κακούργος για την πίστι του Χριστού και περίμενε από ώρα σε ώρα ν’ ανοίξη η πόρτα της φυλακής, να τον πάρουν και να τον εκτελέσουν, όπως και τον εξετέλεσαν. Κοντά στο στόμα του θηρίου ήταν. Και ενώ βρίσκεται στην κατάστασι αυτή, εν τούτοις η καρδιά του είνε γεμάτη χαρά και αγαλλίασι. Γιατί έχει μέσα του το Χριστό. Η φυλακή για τον Παύλο είνε παράδεισος. Χαίρεται, γιατί υποφέρει για τον Χριστό. Και τη χαρά αυτή θέλει να τη μεταδώση σ’ όλους εκείνους που πιστεύουν στο Χριστό, σ’ όλους τους ανθρώπους. Δεν τον ακούτε τι λέει; «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε· πάλιν ερώ, χαίρετε» (Φιλιπ. 4,4). Τέτοιο κήρυγμα χαράς ακούστηκε ποτέ στον κόσμο;
Και ενώ ο Παύλος φυλακισμένος χαιρόταν, όχι μακριά από την φυλακή του ήταν τα ανάκτορα. Ήταν τα ανάκτορα του Νέρωνα. Τα ανάκτορα του βασιλιά, που καταδίωκε τον Παύλο και όλους τους χριστιανούς. Όποιος τα έβλεπε θα νόμιζε, ότι αυτός που ζη μέσ’ στα ανάκτορα κι απολαμβάνει όλα τα αγαθά θα ήταν χαρούμενος και ευτυχισμένος. Ήταν; Όχι. Άπιστος και διεφθαρμένος, όπως ήταν, ζούσε μια δυστυχισμένη ζωή, και το τέλος του ήταν άθλιο.
Τι παράξενα πράγματα· τα ανάκτορα κόλασι, η φυλακή παράδεισος! Από τον άνθρωπο εξαρτάται να κάνη τα ανάκτορα κόλασι και τη φυλακή παράδεισο.

***********************

Άνθρωποι! Όσοι θέλετε τη χαρά, μιμηθήτε τον Παύλο. Πιστέψτε στο Χριστό. Αγαπήστε το Χριστό. Υπακούετε στο Χριστό. Και τότε, όσες θλίψεις και βάσανα, αρρώστιες και θάνατοι αν σας βρούνε, θα έχετε μια πηγή που θα πίνετε αθάνατο νερό και η καρδιά σας θα δροσίζεται και θα χαίρεται. Ναι, πηγή της χαράς είνε ο Χριστός! Πίνοντας από την πηγή αυτή θα καλήτε τον κόσμο, που δεν ξέρει τι θα πη χαρά, να έρθη στην πηγή να πιή και να γευθή κι αυτός τη χαρά, την πραγματική χαρά. Πηγή χαράς θα γίνετε κ’ εσείς, και θα λέτε όπως ο Παύλος· «Αδελφοί, χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε· πάλιν ερώ, χαίρετε» (ε.α.).

Από το βιβλίο: Επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Μητροπολίτου Πρώην Φλωρίνης: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: (Σύντομα κηρύγματα επί των Αποστολικών Περικοπών). Γ’ έκδοσις. 2000.

Παράβαλε και:
Κυριακή των Βαϊων: Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ., διαβάτη στάσου, λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου.
Κυριακή των Βαΐων: Ο Βασιλεύς – Μακαριστού Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτου.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.