Κυριακή μετά το Πάσχα (τού Θωμά) – Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτσ.

(Ευαγγέλιο: Ιωάν. κ΄ 19-31)

Πόσο υπέροχη είναι η σχέση ανάμεσα στη μητέρα και τό παιδί! Εδώ έχουμε αγάπη και θυσία από τη μιά μεριά, πίστη και υπακοή από την άλλη.
Έχει το παιδί άλλο δρόμο προς την ευτυχία, εκτός από την πίστη προς τη μητέρα του και την υπακοή σ’ αυτήν; Υπάρχει πιό τερατώδες πράγμα από το παιδί που δεν εμπιστεύεται τη μητέρα του και δεν την υπακούει;
Η πίστη είναι ο πιό αγνός και καθαρός δρόμος προς τη γνώση. Όποιος ξεφεύγει από το δρόμο αυτό εκχυδαΐζεται, μιαίνεται.
Η πίστη είναι ο συντομότερος δρόμος που οδηγεί στη γνώση. Όποιος ξεστρατίζει από τό δρόμο αυτό, χρονοτριβεί και βραδυπορεί στον προορισμό του.
Όπου υπάρχει πίστη, υπάρχει και καθοδήγηση. Όπου λείπει η πίστη, απουσιάζει κι ο διάλογος. Τη θέση τού διαλόγου τότε παίρνει η αμφιβολία κι ο πειρασμός.
Ο ξένος δεν εμπιστεύεται έναν άλλο ξένο. Ο συγγενής όμως εμπιστεύεται το συγγενή του. Όταν ανάμεσα σε δυό ξένους δημιουργηθεί εμπιστοσύνη, τότε συγγενεύουν μεταξύ τους. Όταν η εμπιστοσύνη ανάμεσα σε συγγενείς χαθεί, τότε οι συγγενείς θα γίνουν ξένοι μεταξύ τους.
Πώς θα μπορούσε να κοιμηθεί ο νοικοκύρης όταν έχει βάλει στον ίδιο χώρο ένα λύκο μ’ ένα πρόβατο; Πώς θα μπορούσε να ειρηνέψει και να γαληνέψει ένας άνθρωπος, αν στην ψυχή του μπήκε η αμφιβολία κι έχει κλονιστεί η πίστη του;
Όταν ο άνθρωπος δεν αμφιβάλλει για το γείτονά του, τότε η ψυχή του αισθάνεται δυνατή και ειρηνική, το πρόσωπό του είναι γαλήνιο.
Τι θλιβερό θέαμα είναι να βλέπεις να συναντιούνται δυό θνητοί άνθρωποι, που και οι δυό τους είναι πλάσματα Εκείνου που δημιούργησε τα Σεραφείμ, κι ο ένας να μιλάει στον άλλον για να τον πειράξει, ενώ ο άλλος να τον ακούει με αμφισβήτηση!
Μόνο ένα θέαμα υπάρχει πιό θλιβερό απ’ αυτό. Όταν ο πλασμένος άνθρωπος ακούει τα λόγια τού Δημιουργού του στο ευαγγέλιο και τ’ αμφισβητεί.
Ο Μέγας Μωυσής μόνο μιά φορά αμφισβήτησε το λόγο τού Θεού. Κι αυτός ο λόγος ήταν αρκετός να τού στερήσει τη γη της επαγγελίας, για χάρη της οποίας περιπλανιόταν στήν έρημο σαράντα χρόνια. Ο προφήτης Ζαχαρίας δεν πίστεψε τα λόγια τού αρχάγγελου Γαβριήλ για τη γέννηση τού Ιωάννη τού Βαπτιστή κι έμεινε στη στιγμή άλαλος.
Πόσο τρομερή ήταν η τιμωρία στην πρώτη δυσπιστία που έδειξαν οι προπάτορές μας! Ο Αδάμ κι η Εύα αποβλήθηκαν από τόν παράδεισο επειδή αμφισβήτησαν το λόγο τού Θεού και πίστεψαν τα δικά τους μάτια, Επειδή πίστεψαν τον εαυτό τους και το διάβολο.
Όσο οι προπάτορές μας εμπιστεύονταν μόνο το λόγο τού Θεού, όλα τα πράγματα, τόσο γι’ αυτούς όσο και γιά όλη την κτίση, ήταν καλά λίαν. Από τη στιγμή όμως πού έχασαν την εμπιστοσύνη τους στο Θεό, ο παράδεισος έκλεισε. Τα Χερουβίμ με την πύρινη ρομφαία τους φύλαγαν τις πύλες τού παραδείσου, ώστε κανένας άπιστος ή δύσπιστος να μη γυρίσει εκεί.
Απ’ όλες τις θλιβερές περιπτώσεις στην ιστορία τού κόσμου, που αναφέρονται στήν απιστία τού ανθρώπου προς τόν Θεό, δύο είναι οι πιό θλιβερές και πιό ακατανόητες γιά ένα λογικό πλάσμα. Η πρώτη συνδέεται με το Δέντρο της Γνώσης κι η δεύτερη με το Δέντρο της Ζωής. Στήν πρώτη περίπτωση ο Θεός είχε προειδοποιήσει τους πρωτοπλάστους για το θανάσιμο κίνδυνο τού σατανά. Στη δεύτερη περίπτωση ο Θεός έδειξε στο θνητό γένος τού Αδάμ την αθάνατη ζωή στον αναστημένο Χριστό.
Όταν ο Θεός προειδοποίησε τούς ανθρώπους να μην κατευθυνθούν προς το θάνατο, εκείνοι τον παράκουσαν κι έκαναν ακριβώς το αντίθετο. Όταν ο Θεός κάλεσε τούς ανθρώπους να πλησιάσουν τη Ζωή, πολλοί ήταν εκείνοι που δεν ήθελαν να τη προσεγγίσουν.
Όλοι οι άνθρωποι αγαπούν τη ζωή, αγαπούν τη χαρά, επιθυμούν την αιωνιότητα, νοσταλγούν τα πλούτη και την ευτυχία. Όταν όμως ο Θεός τους το φανερώνει όλ’ αυτά και τούς τα προφέρει, μερικοί αμφιβάλλουν και διστάζουν. Όσοι ζουν στην κοιλάδα αυτή του Κλαυθμώνος και των δακρύων αμφιβάλλουν αν υπάρχει κάποιο βασίλειο ζωής καλλίτερο απ’ αυτό. Οι αιχμάλωτοι τού θανάτου αμφιβάλλουν ότι υπάρχει κάποια βασιλεία τού Θεού όπου δεν υπάρχει θάνατος. Οι σύντροφοι των σκουληκιών καί των καμπιών αμφιβάλλουν πως ο Θεός μπορεί να τούς μετατρέψει σε αθάνατους βασιλιάδες καί συντρόφους των αγγέλων.
Η αμφιβολία τού ανθρώπου στο Χριστό είναι η έσχατη αποκάλυψη της αρρώστιας τού ανθρώπου στο μεγάλο νοσοκομείο τού κόσμου. Ο κόσμος δεν έχει φάρμακο για την αρρώστια αυτή. Το μοναδικό φάρμακο είναι ο αναστημένος Χριστός. Αν ο άνθρωπος δεν παίρνει το φάρμακο αυτό, δεν είναι δυνατόν να θεραπευτεί.
Ο Κύριος Ιησούς βεβαίωσε την αποκάλυψη της αλήθειας, από τη στιγμή που νίκησε το θάνατο με την ανάστασή Του. Αν ο άνθρωπος δεν πιστεύει στην Ανάσταση Του εκ νεκρών, πώς νά πιστέψει όλα τ’άλλα πού είπε και έκανε; Ποιός νους θα μπορούσε νά κατανοήσει ότι πραγματικά Εκείνος που ανάστησε νεκρούς, θα ’μενε στον τάφο και θα γνώριζε τη φθορά; Ποιά γλώσσα θα μπορούσε να ομολογήσει πως τα λόγια Του ήταν λόγια ζωής, αν η ζωή Του είχε τελειώσει πάνω στο σταυρό, στο Γολγοθά;
Αχ, αδελφοί μου! Ο Κύριος αναστήθηκε, είναι ζωντανός! Τι μεγαλύτερη απόδειξη χρειαζόμαστε, όταν αυτό είναι το μοναδικό αποδεδειγμένο γεγονός στήν ιστορία τού κόσμου; Έτσι το ρύθμισε αυτό η θεία πρόνοια, από την αγάπη Του προς το ανθρώπινο γένος.
Απ’ όλα τα γεγονότα στην ιστορία τού ανθρώπινου γένους, κανένα άλλο δεν έχει αποδεχτεί τόσο καθαρά όσο το γεγονός της Αναστάσεως τού Χριστού. Ο Κύριος Ιησούς ήρθε στους ανθρώπους όταν η πίστη τους είχε τελείως εξασθενήσει. Έτσι η πρόνοια τού Θεού όρισε, ώστε η Ανάσταση τού Κυρίου νά γίνει κατανοητή από ανθρώπους πού είχαν την πιό αδύνατη πίστη.
Γιατί ο Θεός δεν είπε στον Αδάμ και στην Εύα κάτι περισσότερο για τον κίνδυνο που διέτρεχαν σε περίπτωση που δοκίμαζαν τον απαγορευμένο καρπό στον παράδεισο; Γιατί δεν τούς έδωσε κάποιο έστω αποδεικτικό στοιχείο αλλά περιορίστηκε να τούς διατυπώσει μιά σύντομη απαγόρευση; Επειδή ο Αδάμ κι η Εύα δεν είχαν εμπειρία της αμαρτίας, ήταν αναμάρτητοι και κατά συνέπεια η πίστη τους ήταν δυνατή. Την Ανάσταση τού Χριστού όμως ο Θεός την πιστοποίησε με πολλές αποδείξεις. Κι όχι μόνο με αποδείξεις, αλλά με εμφανίσεις ορατές. Κι αυτό επειδή την εποχή της Ανάστασης τού Χριστού οι άνθρωποι ήταν αμαρτωλοί, πολύ αμαρτωλοί. Κι ή πίστη τους ήταν αδύνατη.

********

Το σημερινό ευαγγέλιο μας προσφέρει μιά μεγαλειώδη απόδειξη της Ανάστασης τού Χριστού. Μιά απόδειξη που πιστοποιείται με τη πίστη τού αποστόλου Θωμά, αλλά καί με την πίστη χιλιάδων άλλων χριστιανών από την αρχή της ιστορίας της σωτηρίας ίσαμε σήμερα.
«Ούσης ούν οψίας τή ημέρα εκείνη τή μιά των σαββάτων, και των θυρών κεκλεισμένων όπου ήσαν οι μαθηταί συνηγμένοι δια τόν φόβο των Ιουδαίων, ήλθεν ο Ιησούς και έστη εις το μέσον, και λέγει αυτοίς· ειρήνη υμίν» (Ιωάν. κ΄19)
Η πρώτη ημέρα της εβδομάδας είναι η επόμενη τού Σαββάτου. Αυτό είναι σαφές από το κατά Μάρκον ευαγγέλιον, όπου αναφέρεται: «Και διαγενομένου τού σαββάτου….λίαν πρωΐ τής μιάς σαββάτων» (Μάρκ, ιστ΄1-2). Η μέρα αυτή είναι η Κυριακή, τότε που αναστήθηκε ο Κύριος νωρίς τό πρωί. Αργά τό βράδυ της ίδιας μέρας λοιπόν, οι μαθητές είχαν μαζευτεί σ’ ένα σπίτι στα Ιεροσόλυμα όλοι μαζί, εκτός από το Θωμά.
Όλα είχαν γίνει σύμφωνα με την προφητεία: «πατάξω τόν ποιμένα και διασκορπισθήσονται τα πρόβατα» (Μάρκ. ιδ΄27). Οι απόστολοι όμως δεν ήταν άλογα ζώα, για να διασκορπιστούν στους πέντε ανέμους. Συγκεντρώθηκαν όλοι μαζί σ’ ένα σπίτι για να περιμένουν τις εξελίξεις και να στηρίξουν ο ένας τον άλλο. Επειδή φοβούνταν τούς Ιουδαίους είχαν κλειδώσει την πόρτα. Αναμφίβολα όλοι τους είχαν ζωντανή στη μνήμη την προφητεία τού Διδασκάλου τους, όταν τούς προειδοποιούσε πως θα τους παραδώσουν σε συνέδρια και θα τούς μαστιγώσουν στις συναγωγές (βλ. Ματθ. ι΄ 17). Δεν ήταν δυνατό να ξεχάσουν τα φοβερά λόγια Του: «αλλ’ έρχεται ώρα ίνα πάς ο αποκτείνας υμάς δόξη λατρείαν προσφέρειν τω Θεώ» (Ιωάν. ιστ΄2).
Ο φόβος των αποστόλων αυτές τις ημέρες, όταν μπροστά στα μάτια τους συντελέστηκαν τόσα παράλογα εγκλήματα εναντίον τού Διδασκάλου τους, ήταν κάτι περισσότερο από κατανοητός. Αδύναμοι άνθρωποι ήταν. Τί άλλο θα περίμεναν από τούς αιμοδιψείς πρεσβυτέρους των Ιουδαίων, αφού γνώριζαν ήδη πόσο αδίστακτοι ήταν στη δίκη τού αναμάρτητου καί παντοδύναμου Χριστού, του θαυματουργού. Ο Χριστός όμως, ακόμα καί μέσα στον τάφο τούς είχε στο νου Του, για να μην πάθουν κανένα κακό. Θα τούς ενίσχυε να μην προδώσουν ο ένας τον άλλο και να μην σκορπιστού στις τέσσερις γωνιές της γης προτού τον δουν ζωντανό και δοξασμένο.
Και να που τώρα, το τέταρτο βράδυ από τότε που οι μαθητές χωρίστηκαν από τον Κύριό τους –από τότε που τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν δε δίκη- και την πρώτη μέρα μετά την Ανάσταση, ο Κύριος εμφανίστηκε μπροστά στους ζωντανός και δοξασμένος. Ήρθε κοντά τους και κάθησε στη μέση, ενώ οι πόρτες ήταν κλειδωμένες. Όπως όλα τα θαύματα τού Κυρίου Ιησού ήταν πολύ προσεχτικά υπολογισμένα για να βοηθήσουν τον άνθρωπο, έτσι γινόταν και τώρα. Ο ευαγγελιστής δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφιβολίας ότι ο Κύριος μπήκε στο κλειδωμένο σπίτι θαυματουργικά. Ο Κύριος εμφανίστηκε μπροστά τους μ’ αυτόν τόν τρόπο, πρώτα για να μη τους τρομάξει χτυπώντας την πόρτα. Είχαν τρομοκρατηθεί αρκετά από τους Ιουδαίους κι ο Κύριος δεν ήθελε να τους τρομάξει περισσότερο, ούτε για μιά στιγμή. Κι ένας δεύτερος λόγος, που είναι και πιό σπουδαίος, ήταν για να τούς δείξει πώς είχε ανακτήσει την παντοδυναμία Του, αφού φαινομενικά ήταν αβοήθητος και νικημένος τίς τελευταίες τρείς μέρες. Κι αυτό διατύπωσε πολύ γρήγορα μετά: «Εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί της γης» (Ματθ. κη΄18).
Χωρίς το μεγάλο θαύμα, πώς θά μπορούσε ν’ αποκαταστήσει την κλονισμένη πίστη των μαθητών Του ο Χριστός; Πώς ο κατακτημένος θα ΄δειχνε πως είναι Νικητής; Πώς θα μπορούσε ο περιφρονημένος, ο εμπαιγμένος, ο βασανισμένος, ο σταυρωμένος και θαμμένος, νά δείξει με άλλον τρόπο πως είναι δοξασμένος; Πώς θα μπορούσε να πείσει με άλλον τρόπο τούς φίλους Του πως το πάθος και ο θάνατος δεν είχαν αφαιρέσει τίποτα από τη δύναμή Του, αλλ’ αντίθετα, ως άνθρωπος είχε πολύ μεγαλύτερη δύναμη; Και κάτι τελευταίο: ποιό πλάσμα θα μπορούσε ν’ αντισταθεί στο θέλημα τού Παναγίου και Πάναγνου Θεού;
Η φύση ολόκληρη υποτάσσεται στην αγιότητα και την αγνότητα. Όταν ο Χριστός ήταν ακόμα ντυμένος με θνητό σώμα, η θέλησή Του μπορούσε να υποτάξει τη θάλασσα και τους ανέμους. Πώς θα μπορούσαν λοιπόν η ξύλινη πόρτα και οι πέτρινοι τοίχοι να τού αντισταθούν, τώρα που είχε δοξασμένο σώμα: Όταν το επιθυμεί –κι αυτό το κάνει όταν πρέπει, όπως σ’ αυτήν την περίπτωση- η κτίση ολόκληρη είναι σα να μην υπάρχει. Το διάστημα κι ο χρόνος, η πυκνότητα ή η ρευστότητα κάποιου πράγματος, το ύψος ή το βάθος, όλα γίνονται αδύναμα, ανοιχτά, υποταγμένα και ανίκανα να προβάλουν οποιαδήποτε αντίσταση.
Ειρήνη υμίν! Ο Νικητής τού θανάτου χαιρετά το μικρό στρατό Του με τα λόγια αυτά. «Κύριος ευλογήσει τον λαόν αυτού εν ειρήνη» (Ψαλμ. κη΄10). Από το βάθος των αιώνων ο προφήτης Δαβίδ προείδε τη χαρμόσυνη αυτή στιγμή. Ειρήνη υμίν! Αυτός ήταν ένα συνηθισμένος χαιρετισμός στην Ανατολή. Στα χείλη τού Χριστού τώρα όμως αποκτούσε ένα ιδιαίτερο περιεχόμενο κι ένα ειδικό νήμα. Νωρίτερα, την ώρα που αποχωριζόταν τούς μαθητές Του, ο Κύριος είχε πει: «Ειρήνην αφίημι υμίν, είρήνην την εμήν δίδωμιν υμίν· μη ταρασσέσθω υμών η καρδία» (Ιωάν. ιδ΄27). Ο Χριστός έχυσε το αίμα Του μέσα στο άδειο δοχείο τού κόσμου. Στον κοινό και συνηθισμένο χαιρετισμό έδωσε ουράνια γλυκύτητα. Όταν οι άνθρωποι χάνουν την εσωτερική ειρήνη τους κι οι επίγειες μέριμνες ους γονατίζουν, λένε ειρήνη υμίν, αλλά προσφέρουν κάτι πού οι ίδιοι δεν έχουν. Ο χαιρετισμός αυτός ούτε τη δική τους ειρήνη μπορεί να αυξήσει ούτε ην ειρήνη εκείνων στους οποίους απευθύνονται. Το λένε αυτό από συνήθεια, από ευγένεια, απερίσκεπτα, χωρίς νόημα. Το ίδιο πράγμα λένε όταν μαζεύονται για να διασκεδάσουν ή να μηνύσουν και ν’ απατήσουν ο ένας τον άλλο.
Ο χαιρετισμός τού Χριστού όμως είναι διαφορετικός. Εκείνος δίνει αυτό πού πραγματικά έχει. Η δική Του ειρήνη είναι η ειρήνη τού Νικητή, πού ή νίκη Του είναι πλήρες, ολοκληρωτική. Η ειρήνη Του επομένως είναι χαρά, θάρρος, υγεία, ειρήνη και δύναμη. Δε δίνει την ειρήνη Του όπως ο κάνει ο κόσμος. Δεν τη δίνει απλά με τα χείλη Του, αλλά με την ίδια την ψυχή Του, με όλη Του την καρδιά και το νου, όπως η αγάπη δίνεται στην αγάπη. Χαρίζοντάς τους την ειρήνη Του, τους μεταγγίζει μ’ ένα μυστηριώδη τρόπο την ύπαρξή Του. Αυτή είναι «η ειρήνη τού Θεού η υπερέχουσα πάντα νουν» (Φιλιπ. δ΄ 7). Τέτοια ειρήνη σηματοδοτεί τη βασιλεία τού Θεού μέσα στη ψυχή τού ανθρώπου. Τέτοια ειρήνη ήταν το μεσουράνημα, ο καρπός και το στεφάνι της πνευματικής ζωής των πρώτων χριστιανών.
Με τον χαιρετισμό των μαθητών Του ο Κύριος θέλησε να τους πείσει πως δεν ήταν πνεύμα, όπως θα μπορούσαν να σκεφτούν κάποιοι απ’ αυτούς εκείνη τη στιγμή (Λουκ. κδ΄37), αλλά πως ήταν ο αληθινός και ζωντανός Κύριος και Διδάσκαλός Τους.
«Και τούτο ειπών έδειξε αυτοίς τας χείρας και την πλευράν αυτού. Εχάρησαν ούν οι μαθηταί ιδόντες τον Κύριον» (Ιωάν. κ΄20). Γιατί ο Κύριος τούς έδειξε τα χέρια και την πλευρά Του; Προφανώς επειδή αυτά είχαν δεχτεί στο σταυρό τις πληγές από τα καρφιά και τη λόγχη. Με το να τους δείξει τις πληγές Του ο Κύριος θέλησε να τους θυμίσει τι έγινε στο σταυρό και να τους πείσει πως ήταν ζωντανός. Να τούς πείσει πως ήταν αυτός ο ίδιος. Ποιός άλλος θα μπορούσε να έχει τις πληγές αυτές στα χέρια και την πλευρά Του; Να τους θυμίσει πως θα ’φερνε τα σημάδια των πληγών ακόμα και τώρα που είχε μεταβεί στην αθάνατη δόξα, ως αιώνια μαρτυρία της αγάπης και τού πάθους του για το ανθρώπινο γένος.
Τότε λοιπόν, αφού οι μαθητές είδαν κι αναγνώρισαν τον Κύριό τους, χάρηκαν πολύ. Με την προνοητικότητά Του ο Σωτήρας μας τους είχε προφητέψει νωρίτερα ακόμα κι αυτή τη στιγμή της χαράς, όταν θα γύριζε για να συναντήσει τους μαθητές Του. Αυτό είχε γίνει λίγο πριν από το πάθος Του, όταν οι μαθητές ήταν περίλυποι. Εκείνος, που ως άνθρωπος την παραμονή τού πάθους Του είχε μεγάλη ανάγκη από παρηγοριά, ξέχασε τον εαυτό Του κι αγωνιζόταν να παρηγορήσει τούς λυπημένους μαθητές Του: «Και υμείς ουν λύπην μεν νυν έχετε· πάλιν δε όψομαι υμάς και χαρήσεται υμών η καρδία» (Ιωάν. ιστ΄ 22). Τώρα, μπροστά τους, επαληθεύτηκε η θαυμαστή αυτή προφητεία. Οι θλιμμένες καρδιές τους γέμισαν ξαφνικά με χαρά ανεκλάλητη.
«Είπεν ουν αυτοίς ο Ιησούς πάλιν· ειρήνην υμίν, καθώς απέσταλκέ με ο πατήρ, καγώ πέμπω υμάς» (Ιωαν. Κ΄21). Γιατί ο Κύριος λέει για δεύτερη φορά ειρήνη υμίν; Επειδή θέλει να τους οπλίσει με διπλή ειρήνη για τη μάχη που τους περιμένει, εκεί που τους στέλνει ο ίδιος. Τους δίνει πρώτα ειρήνη εσωτερική κι έπειτα ειρήνη εξωτερική. Με άλλα λόγια: ειρήνη με τον εαυτό τους και ειρήνη με τον κόσμο. Όταν λέει ειρήνη υμίν για πρώτη φορά, τούς δείχνει πως Εκείνος, ο Κύριός Τους, ήταν μαζί τους σωματικά και ψυχικά. Ήθελε μ’ αυτό να τους πει: «Όταν έχετε πόλεμο εσωτερικό με τα πάθη, τους λογισμούς και τις εγκόσμιες επιθυμίες σας κι εγώ βρίσκομαι ανάμεσά σας –δηλαδή μέσα στις καρδιές σας – μη φοβάστε τίποτα. Εγώ είμαι η ειρήνη, ο Δημιουργός της ειρήνης στις καρδιές σας». Τώρα που τους στέλνει στον κόσμο –σε πόλεμο εξωτερικό, με τον κόσμο- τους χαιρετά ξανά και τους συνοδεύει με ειρήνη, ώστε να μη φοβηθούν τον κόσμο, αλλά να είναι καρτερικοί στην πάλη και να σπέρνουν την ειρήνη στις καρδιές των ανθρώπων. Τους χαρίζει ειρήνη υπεράφθονη, γιατί δεν είναι μόνο για τη δική τους ανάγκη. Πρέπει να τη μεταφέρουν και σε άλλους, όπως τους είχε προφητέψει νωρίτερα: «Εισερχόμενοι δε εις την οικίαν, ασπάσασθε αυτήν λέγοντες· ειρήνη τω οίκω τούτω. Και εάν μεν ή η οικία αξία, ελθέτω η ειρήνη υμών επ’ αυτήν» ( Ματθ. ι΄12-13).
Η διπλή ειρήνη μπορεί να ερμηνευτεί και ως δόσιμο της ειρήνης στην ψυχή και στο σώμα, όπως υποστηρίζουν κάποιοι από τους άγιους πατέρες. Όμως η ειρήνη τού σώματος και η ειρήνη τού κόσμου αντιπροσωπεύουν την ίδια ειρήνη, αφού τι άλλο είναι ο κόσμος, παρά «η επιθυμία της σαρκός και η επιθυμία των οφθαλμών» (Α΄ Ιωάν. β΄16).
Αφού τους όπλισε με πλούσια τη διπλή αυτή ειρήνη, ο κύριος τους στέλνει στον κόσμο. Με ποιό τρόπο τούς στέλνει; «Καθώς απέσταλκέ με ο πατήρ, καγώ πέμπω υμάς» (Ιωάν. κ΄21). Ο Θεός έστειλε τον Υιό του από αγάπη προς εκείνους που τον έστειλε. «Εν τούτῳ εστίν η αγάπη, ουχ ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ’ ότι αυτός ηγάπησε ημάς και απέστειλε τον υιόν αυτού» (Α΄ Ιωάν. δ΄10). Από την αγάπη Του για το ανθρώπινο γένος τώρα, ο Κύριος Ιησούς στέλνει τούς μαθητές Του. Ο Πατέρας έστειλε τον Υιό Του στον κόσμο με δύναμη κι εξουσία. «Πάντα όσα έχει ο πατήρ εμά εστί» (Ιωάν. ιστ΄15), είπε ο ίδιος. Κι αλλού πάλι: «Πάντα μοι παρεδόθη υπό τού πατρός μου» (Ματθ. ια΄27).
Ο αναστημένος Κύριος δίνει στους μαθητές Του δύναμη κι εξουσία να λύνουν και νά δένουν, όπως αποδείχτηκε λίγο αργότερα. Είπε ακόμα ο Κύριος πώς τον έστειλε ο Πατέρας όχι για να κάνει το δικό Του θέλημα, αλλά το θέλημα του πατρός. Με τον ίδιο τρόπο ο Υιός τώρα στέλνει τους μαθητές Του όχι για να κάνουν τό δικός τους θέλημα, αλλά τό δικό Του. Ο Υιός στάλθηκε από τον Πατέρα στη γη, όμως ούτε για μιά στιγμή δε χωρίστηκε από τον Πατέρα. «Ότι μόνος ουκ ειμί, αλλ’ εγώ και ο πέμψας με πατήρ» (Ιωαν. η΄16). Με τον ίδιο τρόπο τώρα ο Υιός στέλνει τους μαθητές Του στον κόσμο αλλά τους υπόσχεται πως θα είναι μαζί τους «έως της συντελείας των αιώνων» (Ματθ. κη΄20). Και για να διδάξει την ταπείνωση στους υπερήφανους κι απερίσκεπτους ανθρώπους, ο Υιός αποδίδει όλα τα έργα Του (βλ. Ιωάν. ε΄19) και τη διδασκαλία Του (βλ. Ιωάν. ζ΄16) στον Πατέρα Του. Στους μαθητάς του διδάσκει την ταπείνωση, λέγοντας: «Χωρίς εμού ού δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιωάν. ιε΄5). Τους στέλνει όμως και ως πρόβατα εν μέσω λύκων, όπως στάλθηκε κι ο ίδιος. Οι ίδιοι οι μαθητές ήταν μάρτυρες για τον τρόπο που οι αμαρτωλοί ούρλιαζαν σαν λύκοι τις τελευταίες μέρες Του, για τη λυσσώδη κι αιμοδιψή επιθυμία τους να τον βασανίσουν έως θανάτου. Τώρα όμως είναι μπροστά τους , ζωντανή μαρτυρία πως όταν οι αμαρτωλοί είτε αυτοχειριάζονται είτε σκοτώνουν κάποιον άλλον, πάντα τον εαυτό τους σκοτώνουν, όχι τον άλλον. Η νίκη Του είναι βεβαίωση της δικής τους μελλοντικής νίκης.
«Και τούτο ειπών ενεφύσησε και λέγει αυτοίς· λάβετε Πνεύμα Άγιον· αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινων κρατήστε, κεκράτηνται» (Ιωάν. κ΄ 22-23). Είδαμε πως ο Κύριος πρώτα όπλισε τους μαθητές Του με ειρήνη και μετά στερέωσε την πίστη τους. Παραλλήλισε την αποστολή τους με τη δική του και τούς έστειλε με τόν ίδιο τρόπο που είχε στείλει και τόν ίδιο ο Πατέρας. Τώρα βλέπουμε πως τους οπλίζει με δύναμη κι εξουσία. Τους έδωσε δύναμη με την πνοή Του και εξουσία με τα λόγια τούς είπε. Εκείνος που ανακαίνισε τον κόσμο, ήταν κι ο Δημιουργός του. Όταν ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο από τον πηλό της γης, «ενεφύσησεν εις το πρόσωπο αυτού πνοήν ζωής, και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν» (Γεν. β΄7) Ο ανακαινιστής του κόσμου ενεργεί τώρα με τον ίδιο τρόπο. Έδωσε πνοή ζωής στους ανθρώπους που η αμαρτία τους είχε κάνει αδύναμους. Με τη ζωοποιό πνοή Του αναγεννά, ανακαινίζει και ανασταίνει εκ νεκρών τις αναίσθητες ψυχές των ανθρώπων που είναι δεμένες στη γή. Ο Κύριος ενεφύσησε στους αποστόλους και είπε: Λάβετε Πνεύμα Άγιον.
Αυτή είναι η πρώτη χορηγία τού Αγίου Πνεύματος. Η δεύτερη θα γίνει την πεντηκοστή μέρα από την επιβλητική αυτή βραδιά. Η πρώτη έγινε για να αναζωογονήσει και να ενισχύσει τούς ίδιους τούς μαθητές. Η δεύτερη αφορούσε την αποστολική διακονία τους στον κόσμο, για να μεταδώσουν στους ανθρώπους τη νέα ζωή. Τούς έδωσε δύναμη μ’ αυτόν τόν τρόπο, μαζί με εξουσία να συγχωρούν ή να δεσμεύουν αμαρτίες.
Αλήθεια, πόσο υποφέρει ο κόσμος από τους ανθρώπους πού σφετερίζονται την εξουσία χωρίς νά ’χουν μέσα τους τη δύναμη τού Θεού, χωρίς να’ χουν λάβει το Άγιο Πνεύμα! Όταν ο αδύνατος άνθρωπος αρπάζει την εξουσία πού ανήκει στους δικαστές καί τούς πρεσβύτερους, είναι μάστιγα για τον κόσμο. Είναι ένα πτώμα δεμένο στο σαμάρι ενός αχαλίνωτου αλόγου. Το ίδιο γίνεται με τούς ειδωλολάτρες, που την εξουσία την αρπάζουν. Αυτό όμως δεν πρέπει να γίνεται ανάμεσα σε χριστιανούς, όπου ο Θεός δίνει εξουσία σε κείνους που πρωτύτερα δέχτηκαν το Άγιο Πνεύμα. Βλέπετε πως όλα σχεδιάζονται και ταχτοποιούνται όμορφα στη βασιλεία πού ιδρύει ο Χριστός.
Την εξουσία τού δεσμείν και λύειν, τού να συγχωρεί κανείς αμαρτίες ή όχι, ο Κύριος την είχε υποσχεθεί και νωρίτερα στον απόστολο Πέτρο (βλ. Μαρκ. ιστ΄19) κι αργότερα στους άλλους αποστόλους (βλ. Μαρκ. ιη΄18). Ο Κύριος επαναβεβαιώνει τώρα την υπόσχεσή Του, την ίδια μέρα της πανένδοξης Ανάστασής Του. Αυτή τη φορά δεν ξεχωρίζει τον Πέτρο από τους άλλους, αλλά δίνει δύναμη κι εξουσία σ’ όλους εξίσου, χωρίς διάκριση. Ποτέ δεν έδωσε στο Πέτρο ο Κύριος ειδική δύναμη κι εξουσία. Μόνο την υπόσχεσή Του έδωσε ιδιαίτερα στον Πέτρο, κι αυτό τότε που ο απόστολος εμπνεύστηκε κι έδωσε την ομολογία πως ο Χριστός είναι «ο υιός τού Θεού τού ζώντος» (Ματθ. ιστ΄16). Σαν ένδειξη επιδοκιμασίας της ομολογίας Του, αλλά και για να στερεώσει τούς άλλους μαθητές στην πίστη και ομολογία αυτή, ο Κύριος έδωσε στον Πέτρο την υπόσχεση τού δεσμείν και λύειν τις αμαρτίες, που αργότερα έδωσε σ’ όλους τους μαθητές Του. Έτσι, την ίδια τη μέρα της πανένδοξης Αναστασής Του, ο Κύριος εξισώνει όλους τούς αποστόλους. Εκείνοι αργότερα μετέδωσαν τη δύναμη και την εξουσία αυτή στους διαδόχους τους, τους επισκόπους κι οι επίσκοποι στους ιερείς Μ’ αυτόν τό τρόπο η εξουσία αυτή είναι ενεργή μέχρι σήμερα στήν Εκκλησία τού Χριστού.
«Θωμάς δε εις κε των δώδεκα, ο λεγόμενος Δίδυμος, ου ήν μετ’ αυτών ότε ήλθεν ο Ιησούς. Έλεγον ούν αυτώ οι άλλοι μαθηταί· εωράκαμε τον Κύριον. Ο δε είπεν αυτοίς· εάν μη ίδω εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων, και βάλω το δάκτυλόν μου εις τον τυπον των ήλων, και βάλω την χείρα μου εις την πλευρά αυτού, ου μη πιστεύσω» (Ιωάν. κ΄24-25). Αν δε δω τα σημάδια από τα καρφιά στα χέρια Του, είπε ο Θωμάς, αν δε βάλω ο ίδιος το δάχτυλό μου στα σημάδια αυτά και αν δεν ακουμπήσω στο χέρι μου στην πλευρά Του, για νά δω το σημάδι της λόγχης, δε θα πιστέψω.
«Δίδυμος» δεν ήταν το παρατσούκλι του Θωμά. Αυτό ήταν το ελληνικό του όνομα. Ίσως το όνομα αυτό να του δόθηκε από κάποια μυστική κι ανεξερεύνητη πρόνοια, για να δείξει τις δυό όψεις της ψυχής του, την αμφιβολία και την πίστη. Σ’ όλο τα διάστημα που ακολουθούσε το Χριστό, δε βλέπουμε να δίνεται ιδιαίτερη έμφαση ούτε στην αμφιβολία ούτε στην πίστη του. Μόνο σε μιά περίπτωση αναφέρεται το προσωπικό του θάρρος κι η αφοσίωσή του στον Κύριο, αν κι αυτό φαίνεται να προκύπτει από έλλειψη κατανόησης. Το περιστατικό αυτό έγινε όταν έμαθαν την είδηση για το θάνατο τού Λαζάρου κι ο Κύριος είπε στους μαθητές Του: «αλλ’ άγωμεν προς αυτόν». Ο Θωμάς νόμισε πως ο Κύριος τους καλούσε ν’ αποδεχτούν το δικό τους θάνατο. Δεν καταλάβαινε τότε πως για τον Ζώντα Κύριο δεν υπάρχουν νεκροί. Δεν μπορούσε να διαβλέψει βέβαια την πρόσθεση τού Κυρίου ν’ αναστήσει τον Λάζαρο. Γράφει ο ευαγγελιστής: «είπεν ουν ο Θωμάς ο λεγόμενος Δίδυμος τοίς συμαθηταίς· άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ’ αυτού» (Ιωάν. ια΄16).
Αν και τα λόγια αυτά δεν ειπώθηκαν με επίγνωση, ήταν χαρακτηριστικά γενναίας κι αφοσιωμένης καρδιάς. Ο Θωμάς ήταν μάρτυρας της ανάστασης τού Λαζάρου, όπως και σε άλλη περίπτωση της ανάστασης τού γιού της χήρας της Ναΐν. Στην ανάσταση της κόρης τού Ιαείρου δεν ήταν μπροστά, μέσα το δωμάτιο της νεκρής κοπέλας. Εκεί ο Κύριος πήρε μαζί Του μόνο τους τρείς κορυφαίους μαθητές Του. Δεν αναφέρεται πουθενά όμως πως διατύπωσε κάποια αμφιβολία για το θαύμα τού Κυρίου. Καί βέβαια ήταν μάρτυρας σ’ όλα τα μεγάλα θαύματα που έκανε ο Κύριος τα χρόνια που ήταν μαζί Του. Είχε ακούσει την προφητεία τού Χριστού πως θ’ αναστηθεί την τρίτη μέρα. Τώρα ακούει τους δέκα φίλους του να λένε πως ο Κύριος εμφανίστηκε μπροστά τους ζωντανός, πως τους έδειξε τις πληγές Του. Είχε ακούσει πως ο Πέτρος κι ο Ιωάννης βρήκαν τον τάφο Του άδειο, ίσως να τό ’χε ακούσει αυτό κι από τις μυροφόρες γυναίκες. Είχε ακούσει πως τον Κύριο τον είδε κι η Μαρία η Μαγδαληνή κι ότι συνομίλησε μαζί Του. Είχε ακούσει επίσης πως δυό μαθητές πήγαινα προς τους Εμμαούς και συνταξίδευαν με τον αναστημένο Κύριο.
Όλ’ αυτά τα γνώριζε ο Θωμάς, μα φαίνεται πως η πίστη του δεν ήταν σταθερή, δυσπιστούσε. Δεν τα πίστευε επειδή δε είχε δει αναστημένο τον Κύριο. Και το ξεκαθάρισε πως δεν τού έφτανε να δει τον Κύριο, ήθελε να ν’ ακουμπήσει και τις πληγές στα χέρια Του. Αν το δει αυτό κανείς από την ανθρώπινη πλευρά, αυτή είναι μιά σπάνια κι ακατανόητη επιμονή κι ισχυρογνωμοσύνη στην απιστία. Μπορεί να κατανοηθεί όμως αν το δει κανείς από την πλευρά της θείας πρόνοιας. Η σταθερότητα της πίστης εξαρτάται από τη χάρη τού Θεού. Ποιός μπορεί να εμβαθύνει και να κατανοήσει τα δυσθεώρητα βάθη της θείας πρόνοιας; Ποιός μπορεί να βεβαιώσει πως ο Θεός, με την πρόνοιά Του, δεν ήθελε να χρησιμοποιήσει την απιστία του Θωμά, για χάρη της πίστης των πολλών;
Σε κάθε περίπτωση δύο πράγματα έχουν αποσαφηνιστεί εδώ: η φοβερή ασθένεια της ανθρώπινης φύσης, όπως αποκαλύπτεται στην πεισματική απιστία ενός από τους αποστόλους (που είχε αμέτρητους λόγους να πιστέψει), καθώς κι η άπειρη σοφία κι αγάπη τού Θεού. Με την καθαρότητα και την αγιότητά Του ο Θεός δε χρησιμοποιεί το κακό για να βγάλει καλό αποτέλεσμα. Δε χρησιμοποιεί κακά μέσα για να πετύχει καλούς στόχους. Με τη σοφία και την αγάπη Του για το ανθρώπινο γένος διορθώνει τους κακούς μας τρόπους και τους μεταποιεί σε καλούς.
Ο Θωμάς διαβεβαιώνει τους συμμαθητές Του πως δε θα πιστέψει στην Ανάσταση του Κυρίου Του αν δε βάλει το δάκτυλο στα σημάδια των χεριών Του, «εις τον τύπον των ήλων». Σίγουρα το λέει αυτό επειδή οι φίλοι του είπαν πως ο ίδιος ο Κύριος τούς έδειξε τις πληγές στα χέρια και την πλευρά Του. Ας δούμε τώρα πως πείθει ο Κύριος τον άπιστο Θωμά:
«Και μεθ’ ημέρας οκτώ πάλιν ήσαν έσω οι μαθηταί αυτού και Θωμάς μετ’ αυτών. Έρχεται ο Ιησούς των θυρών κεκλεισμένων, και έστη εις το μέσον και είπεν· ειρήνη υμίν» (Ιωαν. κ΄26). Οκτώ μέρες αργότερα, Κυριακή πάλι, οι μαθητές ήταν συναγμένοι. Μαζί τους ήταν και ο Θωμάς. Τότε, κι ενώ οι πόρτες ήταν πάλι κλεισμένες, ο Ιησούς μπήκε μέσα, στάθηκε ανάμεσά τους και είπε: ειρήνη υμίν! Όλα έγιναν όπως και την πρώτη φορά που εμφανίστηκε μπροστά τους. Όλα, μόνο που τώρα ήταν κι ο Θωμάς μαζί τους. Φαίνεται πως ο Κύριος ήθελε να εμφανιστεί στο Θωμά ακριβώς όπως και στους άλλους, για νά επιβεβαιώσει στο δύσπιστο μαθητή όλο εκείνα που του διηγήθηκαν οι άλλοι δέκα.
Γιατί περίμενε ο Κύριος να περάσουν οκτώ μέρες; Γιατί δεν εμφανίστηκε νωρίτερα; Πρώτο, για να είναι όλες οι συνθήκες κι οι περιστάσεις ακριβώς ίδιες. Όπως την πρώτη φορά που εμφανίστηκε ήταν Κυριακή, έτσι έπρεπε να εμφανιστεί και τώρα Κυριακή. Δεύτερο, ώστε με την αναμονή να γίνει μεγαλύτερη η απιστία του Θωμά. Τρίτο, για να μάθει στους μαθητές Του την υπομονή και την καρτερία στην προσευχή, προκειμένου να μεταδώσουν στον φίλο τους τη δική τους πίστη, γιατί οι μαθητές σίγουρα θα προσεύχονταν να εμφανιστεί ξανά ο Κύριος για χάρη τού Θωμά. Τέταρτο, για να συνειδητοποιήσουν οι μαθητές την αδυναμία τους να πιστοποιήσουν την Ανάσταση τού Κυρίου χωρίς τη δική Του βοήθεια. Και τελευταίο, ίσως επειδή ο αριθμός οκτώ υποδηλώνει τις έσχατες μέρες, την παραμονή της δεύτερης έλευσης τού Χριστού, τότε που άνθρωποι σαν τον Θωμά θα είναι πολύ αδύναμοι και χλιαροί στην πίστη, θα καθοδηγούνται με βάση τις αισθήσεις τους και θα πιστεύουν μόνο εκείνα που αντιλαμβάνονται μ’ αυτές (τις αισθήσεις τους). Τότε οι άνθρωποι θα λένε, όπως κι ο Θωμάς: Αν δεν ιδώ, δε θα πιστέψω. «Και τότε κόψονται πάσαι αι φυλαί της γης και όψονται τον υιόν τού ανθρώπου» (Ματθ. κδ΄30).
«Είτα λέγει τω Θωμά· φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε τας χειράς μου, και φέρε την χείρα σου και βάλε εις την πλευράν μου, και μη γίνου άπιστος, αλλά πιστός» (Ιωάν. κ΄27). Κι ο Θωμάς τού απάντησε: Ο Κύριός μου και ο Θεός μου!
Τη δεύτερη φορά που εμφανίστηκε στους αποστόλους ο Κύριος το έκανε για το Θωμά. Για χάρη ενός ανθρώπου, ενός αμαρτωλού. Εκείνος που περιβάλλεται από αγγελικούς χορούς που τον υμνούν αγαλλόμενοι, ως Νικητή τού θανάτου, αφήνει τα ουράνια τάγματα και σπεύδει να σώσει το ένα πρόβατο, το απολωλός. Ας το δουν αυτό όλοι οι ένδοξοι κι οι δυνατοί αυτού τού κόσμου που ξεχνούν τούς αδύνατους και ταπεινούς φίλους τους, που τούς αποφεύγουν με ντροπή και περιφρόνηση. Ας το δουν αυτό κι ας ντραπούν από το παράδειγμά Του. Με την αγάπη Του για το ανθρώπινο γένος ο Κύριος δεν ένιωσε ούτε ντροπή ούτε ταπείνωση. Με την αγάπη Του για το ανθρώπινο γένος Εκείνος, ο δοξασμένος και παντοδύναμος, κατέβηκε για δεύτερη φορά σ’ ένα ταπεινό δωμάτιο στα Ιεροσόλυμα. Πόσο ευλογημένο είναι το δωμάτιο αυτό, απ’ όπου προέκυψαν για την ανθρωπότητα περισσότερες ευλογίες, απ’ όσες θα μπορούσαν να προκύψουν απ’ όλα τα παλάτια των αυτοκρατόρων!
Μόλις ο Κύριος παρουσιάστηκε μπροστά στο Θωμά, εκείνος αναφώνησε με χαρά: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου!». Με τα λόγια αυτά ο Θωμάς ομολόγησε τον Χριστό ως Άνθρωπο και ως Θεό, ως ένα ζωντανό πρόσωπο. Μόνο η επαφή με τον αναστημένο Κύριο ήταν αρκετή να δώσει στο Θωμά την ευλογία τού Πνεύματος, την αναγέννηση της ζωής και την εξουσία τού δεσμείν και λύειν τις αμαρτίες, κάτι που οκτώ μέρες νωρίτερα είχε δώσει στους άλλους μαθητές με το λόγο και την πνοή Του. Όταν ο Κύριος βρισκόταν ακόμα στο θνητό σώμα Του, προτού αναστηθεί, μπορούσε να θεραπεύσει την αιμορρούσα γυναίκα μόνο με το να της επιτρέψει ν’ αγγίξει το ιμάτιό Του. Πολύ περισσότερο τώρα, με το δοξασμένο κι αναστημένο σώμα Του, μπορούσε να δώσει μόνο με τη επαφή στο Θωμά την εξουσία που είχε δώσει με διαφορετικό τρόπο στους άλλους αποστόλους. Δεν ήταν αδύνατο βέβαια να δώσει ο Κύριος στο Θωμά δύναμη κι εξουσία με τόν ίδιο τρόπο που την έδωσε στους άλλους αποστόλους, αν κι αυτό δεν αναφέρεται στα ευαγγέλια. Αλλά είναι γνωστό πως δεν καταγράφηκαν όλα όσα είπε κι έκανε ο Κύριος μετά την ένδοξη Ανάστασή Του, όπως διαβεβαιώνει ο ευαγγελιστής λίγο αργότερα. Το αξιοσημείωτο είναι πως ο Θωμάς, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, έλαβε, την ίδια δύναμη κι εξουσία, όπως κι οι άλλοι μαθητές. Αυτό είναι σαφές από την αποστολική Του διακονία, από τα θαύματά του και το μαρτυρικό του θάνατο. (Από το βίο τού αποστόλου Θωμά μαθαίνουμε πως καταδικάστηκε σε θάνατο επειδή ομολόγησε με θάρρος και παρρησία πως ο Χριστός αναστήθηκε. Πέντε στρατιώτες όρμησαν τότε εναντίον τού γενναίου στρατιώτη τού Χριστού και τον σκότωσαν με τις λόγχες τους).
Για ν’ αποκαταστήσει και να εδραιώσει την πίστη τού Θωμά, ο Κύριος τον επέπληξε ευγενικά: «Λέει αυτώ ο Ιησούς· ότι εώρακάς με πεπίστευκας· μακάριοι οι μή ιδόντες και πιστεύσαντες» (Ιωάν. κ΄29). Εσύ, Θωμά, τού είπε, με πίστεψες περισσότερο με τις αισθήσεις σου παρά με το πνεύμα σου. Ήθελες με τα αισθητήριά σου να πειστείς, γι’ αυτό κι εγώ σού έδωσα την ευκαιρία να το κάνεις αυτό. Κι εσύ πείστηκε με το να με δεις και να με αγγίξεις. Όμως, μακάριοι οι μή ιδόντες και πιστεύσαντες. Μακάριοι κι ευλογημένοι είναι εκείνοι που δεν είδαν με τα μάτια τους, αλλά με το πνεύμα τους και πίστεψαν με την καρδιά τους. Μακάριοι είναι εκείνοι που πιστεύουν στο Χριστό και το ευαγγέλιό Του χωρίς να τον δουν με τα σωματικά τους μάτια, δίχως να τον αγγίξουν με τα χέρια τους. Μακάριο είναι το παιδί που πιστεύει όλα όσα τού λέει η μητέρα του, χωρίς να τα αμφισβητήσει και να θελήσει να τα επιβεβαιώσει με τα μάτια ή με τα χέρια του. «Έστω δε ο λόγος υμών ναί ναί, ού ού» (Ματθ. ε΄37).
Ο Κύριος το είχε πει πολλές φορές νωρίτερα πως θ’ αναστηθεί κι έπρεπε να τον πιστέψουν. Για να πειστούν οι άπιστοι όμως και να εδραιωθούν στην πίστη οι ολιγόπιστοι, ο Κύριος δεν περιορίστηκε μόνο σε όσα προείπε για την εκ νεκρών ανάστασή Του, αλλά έκανε και πολλές εμφανίσεις μετά απ’ αυτήν. Ήταν πολύ σπουδαίο για Εκείνον ώστε οι απόστολοι κι απ’ αυτούς οι πιστοί, ν’ αποκτήσουν δυνατή πίστη στην Ανάστασή Του. Αυτή είναι η βάση της πίστης κι η ευφροσύνη του χριστιανού. Γι’ αυτό κι ο πάνσοφος Κύριος έκανε τα πάντα για να ικανοποιήσει το πνεύμα αλλά και τις αισθήσεις των αποστόλων, ώστε κανενός η πίστη να μην κλονιστεί, να μην αμφιβάλει πως ο Κύριος είναι αναστημένος και ζωντανός. Αν και «το πνεύμα εστι το ζωοποιούν, η σάρξ ουκ ωφελεί ουδέν» (Ιωάν. στ΄ 63) και μ’ όλο που οι αισθήσεις μπορούν να εξαπατήσουν τον άνθρωπο πιό γρήγορα από το πνευμα, ο γλυκύς Κύριος συγκατένευσε στην ανθρώπινη αδυναμία και έκανε ό,τι ήταν δυνατό για να ικανοποιήσει και την αισθητή αντίληψη και λογική του ανθρώπου. Γι’ αυτό κι η Ανάσταση τού Χριστού παραμένει ως σήμερα το πλέον αναμφισβήτητο γεγονός στην ανθρώπινη ιστορία. Ποιό άλλο γεγονός, ξεκινώντας από το απώτατο παρελθόν, παραμένει τόσο φανερά και προσεχτικά τεκμηριωμένο όσο αυτό;
«Πολλά μεν ούν και άλλα σημεία εποίησεν ο Ιησούς ενώπιον των μαθητών αυτού, ά ουκ έστι γεγραμμένα εν τω βιβλίω τούτω· ταύτα δε γέγραπται ίνα πιστεύσητε ότι ο Ιησούς εστιν ο Χριστός ο υιός τού Θεού, και ίνα πιστεύοντες ζωήν έχητε εν τω ονόματι αυτού» (Ιωάν. κ΄30-31). Είναι φανερό πως εδώ ο ευαγγελιστής πρέπει να μιλάει για θαύματα που έκανε ο Χριστός μετά την Ανάσταση. Αυτό προκύπτει πρώτα από την αφήγηση που προηγήθηκε, για την εμφάνιση τού αναστημένου Κυρίου. Φαίνεται επίσης από τις Πράξεις των Αποστόλων, όπου αναφέρεται πως ο Κύριος «παρέστησεν εαυτόν ζώντα μετά το παθείν αυτόν εν πολλοίς τεκμηρίοις, δι ημερών τεσσαράκοντα οπτανόμενος αυτοίς και λέγων τα περί της βασιλείας τού Θεού» (Πραξ. α΄3).
Πού έχουν καταγραφεί όλ’ αυτά τα αψευδή γεγονότα πού έκανε τις σαράντα αυτές μέρες; Πουθενά. Ο ίδιος ο Ιωάννης ομολογεί πως δεν έχουν γραφεί όλα σ’ αυτό το βιβλίο –το ευαγγέλιό του (βλ. Ιωάν. κα΄25). Τέλος, το ότι ο ευαγγελιστής εδώ δε μιλάει μόνο για τα θαύματα που έκανε μετά την Ανάστασή Του και για όσα έκανε στη διάρκεια της επίγειας ζωής Του, φαίνεται από τα λόγια τού ίδιου του ευαγγελιστή, με τα οποία κλείνει και το ευαγγέλιό του: «Έστι δε και άλλα πολλά όσα εποίησεν ο Ιησούς, άτινα εάν γράφηται καθ’ έν, ουδέ αυτόν οίμαι τον κόσμον χωρήσαι τα γραφόμενα βιβλία αμήν.» (Ιωάν. κα΄ 25). Ούτε ο κόσμος ολόκληρος δε θα χωρούσε τα βιβλία που θα χρειάζονταν για να καταχωρηθούν όλα όσα είπε και έκαμε ο Ιησούς.
Τα λόγια αυτά αναφέρονται σε όλα τα θαύματα που έκανε ο Χριστός στη διάρκεια της επίγειας ζωής Του, τόσο πριν όσο και μετά την Ανάστασή Του. Τα λόγια του σημερινού ευαγγελίου όμως δεν πρέπει να’ χουν το ίδιο νόημα μ’ αυτά που τελειώνει ο άγιος Ιωάννης το ευαγγέλιο. Υπήρχε κάποιος λόγος να τα επαναλάβει:
Όλα όσα γράφτηκαν στο ευαγγέλιο έχουν ένα μοναδικό σκοπό: «ίνα πιστεύσητε ότι ο Ιησούς εστιν ο Χριστός ο υιός τού Θεού». Αυτό σημαίνει: Μην περιμένετε άλλον Μεσσία και Σωτήρα τού κόσμου. Αυτός που ήταν να έρθει, ήρθε. Αυτός που προφήτεψαν οι προφήτες τού Ισραήλ, αλλά κι οι Σίβυλλες τού ειδωλολατρικού κόσμου, εμφανίστηκε στ’ αλήθεια. Όλα όσα γράφτηκαν, ήταν επίσης ώστε και ίνα πιστεύοντες ζωήν έχητε εν τω ονόματι αυτού. Με την πίστη αυτή, που ο Θωμάς την επιβεβαίωσε με τις αισθήσεις του, θα έχετε ζωή αιώνια. Απ’ αυτό φαίνεται πως τα καταληκτικά αυτά λόγια τού σημερινού ευαγγελίου συνδέονται με το περιστατικό που προηγήθηκε, με το Θωμά και την απιστία του. Ο Κύριος δεν εμφανίστηκε στο Θωμά μόνο για δική του χάρη, αλλά για τη χάρη όλων εκείνων που αναζητούν την αλήθεια και τη ζωή. Με την εμφάνισή Του στο Θωμά ο Κύριος βοήθησε όλους εμάς να τον πιστέψουμε πιό εύκολα, αναστημένο και ζωντανό. Και με την πίστη αυτή να συμμετάσχουμε στην αιώνια αλήθεια και την αιώνια ζωή. Εν τω ονόματι αυτού, προσθέτει ο ευαγγελιστής. Γιατί εν τω ονόματι αυτού; Επειδή «ούκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία· ουδέ γαρ όνομά εστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ώ δεί σωθήναι ημάς» (Πραξ. δ΄12). Γιατί «πάς γαρ ός αν επικαλέσηται το όνομα Κυρίου σωθήσεται» (Ρωμ. ι΄13). Μόνο η ζωή που αναζητείται και αποκτάται στο όνομα τού Κυρίου Ιησού είναι αληθινή ζωή. Κάθε άλλη είναι θάνατος και φθορά. Στην άνυδρη ερημιά της ανθρώπινης ιστορίας, ο αναστημένος Χριστός είναι η μόνη σίγουρη πηγή νερού που ξεδιψάει και αναζωογονεί. Οτιδήποτε άλλο θα φαίνεται σαν πηγή νερού στον ταλαιπωρημένο και διψασμένο ταξιδιώτη, που δε θα είναι πηγή αλλά το λαμπύρισμα της καυτής άμμου, μιά διαβολική αυταπάτη.

****

Το βαθύτερο νόημα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής έχει σχέση με το εσωτερικό δράμα της ψυχής τού ανθρώπου. Όποιος θέλει να εμφανιστεί ο αναστημένος Κύριος μέσα του, με τη βοήθεια τού Αγίου Πνεύματος, πρέπει να κλειδαμπαρώσει την πόρτα της ψυχής του, να την προστατέψει από την εισβολή τού εξωτερικού, τού φυσικού κόσμου. Όπως γράφει ο μητροπολίτης Θεόληπτος στη Φιλοκαλία: «Αποκτήστε σοφία από τις μέλισσες. Με το πού θα δουν σμήνος από σφήκες να πετούν γύρω τους, μένουν μέσα στην κυψέλη κι έτσι διαφεύγουν τον κίνδυνο από τις επιθέσεις τους». Με τον ίδιο τρόπο οι απόστολοι προστατεύτηκαν από τους αιμοδιψείς και υλιστές Ιουδαίους.
Οι Ιουδαίοι αντιπροσωπεύουν κατά κάποιο τρόπο τον υλισμό και τον αισθησιασμό. Σε ψυχή όμως που διαφυλάσσεται με ζήλο και κλειδαμπαρώνεται, ο Κύριος θα εμφανιστεί εν δόξη. Ο δοξασμένος Νυμφίος θ’ αποκαλυφθεί τότε στην συνετή νύμφη. Όταν εμφανίζεται ο Κύριος, ο φόβος τού κόσμου εξαφανίζεται κι η ψυχή ειρηνεύει. Κι όχι μόνο ειρηνεύει. Ο Κύριος φέρνει πάντα μαζί Του πολλά και διάφορα δώρα, όπως χαρά, δύναμη και θάρρος. Εδραιώνει την πίστη, ενισχύει τη ζωή.
Όταν ο Κύριος εμφανίζεται και μας παρέχει όλ’ αυτά τα πολύτιμα δώρα, κάποια αμφιβολία εξακολουθεί ακόμα να κρύβεται σε κάποια γωνιά της ψυχής μας. Η γωνιά αυτή αντιπροσωπεύει τον δύσπιστο Θωμά. Για να φωτιστεί και να θερμανθεί κι η γωνιά αυτή με τη χάρη τού Κυρίου, πρέπει να επιμείνουμε στην προσευχή και να περιμένουμε με μεγάλη υπομονή. Πρέπει να μείνουμε κλειδαμπαρωμένοι, προστατευμένοι από τον έξω κόσμο, από τις σωματικές επιθυμίες και ορμές. Τότε ο Κύριος που αγαπά το ανθρώπινο γένος θα μας συμπονέσει και θα εισακούσει τις προσευχές μας. Θα εμφανιστεί ξανά και με τη φιλεύσπλαχνη παρουσία Του θα φωτίσει και την τελευταία σκοτεινή γωνιά της ψυχής μας. Τότε και μόνο τότε θα μπορέσουμε να πούμε πως είμαστε ζωντανές ψυχές και υιοί τού Θεού κατά χάρη. Κι όλ’ αυτά με τη χάρη τού Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, στον οποίο πρέπει η τιμή και η προσκύνηση, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Από το βιβλίο του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς: Ομιλίες γ΄, Αναστάσεως Ημέρα. Από τήν Κυριακή του Πάσχα, ως τήν Πεντηκοστή.

Η/Υ επιμέλεια Αικατερίνας Κατσούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Ιστορικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών). Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.