Γιατί επικρίθηκε το βυζαντινό κράτος; – Ιωάννου Ν. Παπαιωάννου.

Ίσως θάπρεπε πρώτα – πρώτα να λάβεις υπόψη σου ότι, ενόσω υπήρχε, κράτος επίσημα γνωστό ως βυζαντινό δεν υπήρξε ποτέ. τον όρο «βυζαντινό» κράτος εισηγήθηκε στα 1562 μ. Χ. ο Ιερώνυμος Wolf και τον καθιέρωσαν ο Ph. Labbe αργότερα και κυρίως το 1680 ο Κarl Du Cange. Από τότε οι επιστήμονες χρησιμοποιούν άλλοτε τον όρον «Βυζαντινόν κράτος» και άλλοτε «Βυζαντινή Αυτοκρατορία».
Στον 18ον μ. Χ. αιώνα κυρίως συναντάς τις περισσότερες και σφοδρότερες επικρίσεις για το βυζάντιο, αφού «οι Γάλλοι διαφωτιστές ερμήνευσαν με ένα έντονα κριτικό τρόπο την Ιστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας τονίζοντας μόνον τις αρνητικές πλευρές της» (Σοβιετική Εγκυκλοπ. Τόμ. 6ος, σελ. 301). Η εποχή του διαφωτισμού με χαρακτηριστικά τον ανελέητο ορθολογισμό, την άρνηση του παρελθόντος, το θρησκευτικό σκεπτικισμό, τη δυναμική κριτική της επιρροής του Κλήρου και την αμφισβήτηση της μέχρι τότε κρατικής εξουσίας δεν ημπορούσε να βρει ενδιαφέρον στο βυζάντιο. Έτσι ο Βολταίρος σου βγάζει το γενικό συμπέρασμα πως: «Υπάρχει μία άλλη ιστορία πιο γελοία από την ιστορία της Ρώμης την εποχή του Τάκιτου. Είναι η ιστορία του Βυζαντίου. Αυτή η ανάξια συλλογή δεν περιλαμβάνει τίποτε άλλο, εκτός από δημιουργίες και θαύματα. Είναι μία ντροπή για την ανθρώπινη σκέψη!» (A. Vasiliev σου αναφέρει και τις γνώμες άλλων, όπως του Μοντεσκιέ: «Η ιστορία της ελληνικής αυτοκρατορίας δεν είναι τίποτε άλλο, εκτός από μία υφή επαναστάσεων, ανταρσιών και απιστιών… Είχε τόσα πολλά οργανικά σφάλματα στην κοινωνική της διάρθρωση, την θρησκευτική της ζωή και τις μεθόδους του πολέμου, ώστε είναι δυσκολονόητο πως ένα τόσο διεφθαρμένο πολίτευμα διετηρήθη μέχρι το 1453 μ. Χ.).
Και από τον Έγελο έχεις επικρίσεις για το βυζάντιο: «Η βυζαντινή αυτοκρατορία είχε διασπασθεί από εσωτερικά πάθη όλων των ειδών και είχε πιεσθεί εξωτερικά από τους βαρβάρους εναντίον των οποίων οι αυτοκράτορες μόνον ασθενή αντίσταση μπορούσαν ν’ αντιτάξουν. Η χώρα βρισκόταν σε μια κατάσταση διαρκούς ελλείψεως ασφαλείας. Η γενική της όψη παρουσιάζει μία ξεχωριστή εικόνα ηλιθιότητος˙ άθλια και ανισόρροπη με τα πάθη της, έπνιγε την ανάπτυξη κάθε ευγενούς σκέψεως ή πράξεως» (Α. Vasiliev, ιστορία της βυζ. αυτοκρατ. Σελ. 17). Θυμήσου και την επικριτική καύχηση του Άγγλου ιστορικού Γίββωνος που αποφάνθηκε στο έργο του για τη βυζαντινή ιστορία πως «έχει περιγράψει το θρίαμβο του βαρβαρισμού και της θρησκείας».
Και η μαρξιστική ιστοριογραφία σου αντικρύζει επικριτικά το βυζάντιο: «Οι πρώτες μελέτες από Μαρξιστική σκοπιά δημοσιεύθηκαν στη δεκαετία του 1930. Οι μαρξιστές βυζαντινολόγοι αποκαλύπτοντας τις ιδιομορφίες της ιστορικής μοίρας του βυζαντίου, τονίζουν την ομοιότητα της εξέλιξής του με την εξέλιξη των δυτικών χωρών… Χαρακτηρίζουν την πορεία της ιστορίας του σαν νομοτελειακή εναλλαγή σταδίων στη γέννηση και εξέλιξη μιας από τις παραλλαγές της φεουδαρχικής κοινωνίας» (Σοβιετ. Εγκυκλ. Τ. 6ος, σελ. 303). Άλλωστε ο Μάρξ είχε θεωρήσει το βυζάντιο σαν «ένα κράμα του δυτικού πολιτισμού και της Ασιατικής βαρβαρότητας» (Levtchnko, ιστ. Βυζ. αυτοκρ. Σελ. 131).
Ο Levtchenko ειδικώτερα διατυπώνει στο έργο του ιστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας σωρεία επικρίσεων που με δύναμη σου τις εκφράζει στην εισαγωγή του έργου (σελ. 7-8) και μάλλον σου τις επαυξάνει ο Γιάννης Κορδάτος: «Το βυζάντιο δε δημιούργησε αυτόνομο δικό του πολιτισμό… Μεγάλους συγγραφείς, ποιητές, λογοτέχνες, επιστήμονες το βυζάντιο δεν έβγαλε… Μεγάλα έργα που νάχουν τη σφραγίδα της πρωτοτυπίας και να θίγουν τα μεγάλα προβλήματα που απασχολούν επί αιώνες την ανθρώπινη σκέψη, δεν έχει να επιδείξει το βυζάντιο… Στη χιλιόχρονη ιστορία του δεν παρουσίασε άνοδο στη φιλοσοφία και στα γράμματα. Ο βυζαντινός πολιτισμός είναι κληρονομιά των Ελληνιστικών χρόνων με επίχρισμα θεολογικό. Ο πολιτιστικός ρόλος της κυρίαρχης τάξης του Βυζαντίου ήταν πολύ περιορισμένος. Οι εσωτερικές αντιθέσεις, ο θρησκευτικός φανατισμός, η θρησκοληψία, η δίψα του πλούτου, εμπόδιζαν κάθε ελεύθερη πνευματική διαδήλωση. Οι μεγαλοχτηματίες, οι πλουτοκράτες, οι αυλικοί, οι ευγενείς, οι ανώτεροι κληρικοί και στρατιωτικοί ζούσαν τη ζωή τους ξέγνοιαστα. Τα ενδιαφέροντά τους συγκεντρώνονταν στην εκμετάλλευση των λαϊκών και αγροτικών μαζών στις πόλεις και την ύπαιθρο… Το βυζάντιο ήταν θεοκρατικό, φεουδαρχικό και δεσποτικό κράτος… Το βυζάντιο χαρακτηριζόταν «Bas- Empire δηλαδή ξεπεσμένη αυτοκρατορία».
Ανάλογες επικρίσεις, με μετριοπαθέστερη διατύπωση σου αναφέρει και ο Karl Roth στο έργο του ιστορία του βυζαντινού πολιτισμού: «Δεν είναι θαμαστό ότι σ’ αυτό το κράτος, που περιείχε περισσότερες από είκοσι (20) διαφορετικές εθνικότητες, με διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις, δεν είχαν τέλος οι αμοιβαίες συγκρούσεις. Στους τελευταίους αιώνες εμεγάλωνε πάντοτε περισσότερο η κοινωνική αναρχία και αυτό το συνοθύλευμα βρισκόταν σε διαρκώς αμοιβαίον αγώνα» (σελ. 21)… «Το βυζάντιο ήταν πολύ εφευρετικό στη δημιουργία πάντοτε νέων φόρων» (σ. 31). Και στις σελ. 41-42: «Ο πλούτος συγκεντρωνόταν στα χέρια ενός μικρού αριθμού προσώπων, που ολοένα γινόταν και μικρότερος. Ο μικρός αυτός αριθμός… ανεβάζει και κατεβάζει τους αυτοκράτορες και στα χέρια του βρίσκεται όλη η διοίκηση… Ύστερα από το θάνατο του Βασιλείου Β’ επικρατεί η φεουδαλική οικονομία που υπονόμευσε τις δυνάμεις του κράτους». Πρόσθεσε και τη σημείωση του Έσελιγγ (Βυζάντιον και βυζ. πολιτισμός, σελ. 196) κατά την οποία «το ποίημα του Διγενή Ακρίτα είναι η εποποιΐα της γαιοκτηματικής αριστοκρατίας».
Ο Hertsberg (ιστορία της Ελλάδος, σελ. 159) σου φαίνεται περισσότερο μετριοπαθής και δίκαιος, καθόσον σου επικρίνει αρνητικές καταστάσεις, αλλά σου αναγνωρίζει και καλές πτυχές: «Είναι αληθές ότι εν Βυζαντίω παρά την υψηλήν κοινωνικήν παίδευσιν, παρά το χρίσμα χριστιανικής ηθικής μορφώσεως, διήκει επί μακρόν έτι δια της κοινωνίας και ρεύμα ζοφεράς βαρβαρότητος. Φρικώδης σκληρότης εναντίον μισητών εξωτερικών πολεμίων˙ απάνθρωπος ποινική δικαιοσύνη, γινομένη κατά προτίμησιν δι’ ακροτηριασμών και μυσαράς τυφλώσεως… Και όμως και ούτω το Ελληνοβυζαντινόν τούτο κράτος, είναι η μόνη εν τω μέσω αιώνι μεγάλη πολιτική κοινωνία, αξία να καλήται κράτος».
Ιδιαίτερα σου επικρίνεται ο τρόπος εναλλαγής και διαδοχής των αυτοκρατόρων: «Σε έντεκα αιώνες το βυζάντιο άλλαξε ανώτατο άρχοντα εκατόν εννιά φορές. Έγιναν εξήντα πέντε πραξικοπήματα συνοδευόμενα από δολοφονίες, ακρωτηριασμούς, φυλακίσεις ή στην καλύτερη περίπτωση από εγκλεισμούς σε μοναστήρια… Κατά τον Ροδόλφο Γκιγιάν δώδεκα αυτοκράτορες παραιτήθηκαν «εθελοντικά», δώδεκα κλείστηκαν σε μοναστήρια ή σε φυλακές, είκοσι πέθαναν από βίαιο θάνατο, τρεις από πείνα, δεκαοχτώ ακρωτηριάσθησαν» »(Ζερ. Βάλτερ, Η καθημερινή ζωή στο βυζάντιο, σελ. 71 κ.ε.). Εξαιτίας εσωτερικών διχονοιών και εξωτερικών επιδρομών και επιβουλών η βυζαντινή αυτοκρατορία επικρίνεται διότι οι καιροί του πολέμου ξεπερνούσαν σε χρονική διάρκεια τους ειρηνικούς καιρούς και αποδεικνυόταν έτσι μία ιμπεριαλιστική αυτοκρατορία. ο διαβόητος, εξάλλου Λουϊτπράνδος επικρίνει τη συμπεριφορά της βυζαντινής αυλής προς τους ξένους: «Ενέπνεαν δέος εις τους ξένους. Οι ξένοι πρεσβευτές κατά την διάρκειαν της παραμονής των εις το κράτος επεβλέποντο αγρύπνως. Μόνον ό,τι συνέφερεν εις τας αρχάς επετρέπετο να επισκεφθούν και να παρατηρήσουν… Συγχρόνως τους παρείχοντο ωρισμένα εμπορικά προνόμια, τα οποία απετέλουν έμμεσον τρόπον δωροδοκίας και απεσκόπουν να τους προδιαθέσουν ευμενώς έναντι του κράτους» Ο Λουϊτπράνδος παρεξηγεί και την ιεραποστολική δραστηριότητα του βυζαντίου: «Παραλλήλως επεδιώκετο η αύξησις της επιρροής της αυτοκρατορίας μεταξύ των βαρβάρων δια της διαδόσεως του βυζαντινού πολιτισμού και προπάντων της χριστιανικής θρησκείας… Οι ιεραπόστολοι απεδείχθησαν οι καλύτεροι διπλωμάται». (Ι. Καραγιαννόπουλου, ιστ. Βυζ. κράτους, τόμ. Α’ σελ. 66-67).
Επικρίνεται το βυζάντιο ακόμα διότι είχε κοινωνία άκαμπτη, στατική και ακίνητη: «Οποία μονοτονία, οποία απόσβεσις πάσης ατομικότητος! Νομίζει τις ότι ευρίσκεται εν μέσω λαού αυτομάτων. Ούτε νευρόσπαστα δεν ηδύναντο να εκτελέσουν τόσον ομοιομόρφως και ακόμψως, όσα εγίνοντο κατά πάσαν περιφανή εορτήν… ουδαμού αίσθημα αυθόρμητον, αλλά τα πάντα μεμετρημένα και η στάσις, και η κίνησις και τα σχήματα και παν ρήμα» (Π. Καλλιγά, δύο βυζαντιναί μελέται, σελ. 13).
Ανικανότητα συγκροτήσεως εθνικού στρατού, ιδιαίτερα κατά τους τελευταίους αιώνες καταλογίζει ο G. Ostrogorsky: «Η τραγωδία της Κων/πόλεως (ήταν) ότι δεν διέθετε ούτε μικρά ικανή στρατιωτική δύναμη και ότι δεν μπορούσε πια να συντηρεί παρά μόνο στρατό μισθοφόρων. Ένας στρατός όμως από ξένους ήταν ένα δίκοπο όπλο, αφού αποτελούσε ένα αυτόνομο σώμα και ήταν δυνατό να ξεφύγει κάθε στιγμή από τον έλεγχο της αυτοκρατορίας που δεν διέθετε κανένα μέσο, δυνάμεως ή εξαναγκασμού» (G. Ostrogorsky, ιστ. Βυζ. κρ. Τ. Γ’, σελ. 183).
Μία διαδεδομένη επίκριση είναι και η πνευματική στασιμότητα με την έλλειψη ανάπτυξης τεχνολογίας και πρακτικών εφαρμογών, όπως σου υπογραμμίζει ο Έσελιγγ, (Βυζάντιο και βυζ. πολιτισμός, σελ. 275 και σελ. 281): «Είχον πολλάς γνώσεις, δεν είχον την ελευθερίαν του πνεύματος… Ο στενός θρησκευτικός χαρακτήρ του πνεύματος των βυζαντινών εξηγεί και τον λόγον δι’ ον η αναξάρτητος επιστήμη δεν ηδύνατο παρ’ αυτοίς να ανθήση, συγχρόνως δε και την αιτίαν, δι’ ην οι άνδρες εκείνοι, αν και πολυμαθείς και φιλόσπουδοι, έγραψαν μεν πολλά, άλλ’ ουδεμίαν κατώρθωσαν σημαντικήν ανακάλυψιν εις οιονδήποτε επιστημονικόν κλάδον… εις φυσικάς επιστήμας δεν είχον κάμει πολλάς προόδους, εγίνωσκον δε μάλλον εμπειρικώς τα πράγματα. Οσάκις απετόλμων να εξέλθωσι των ορίων της πρακτικής ανάγκης παρέπαιον εντελώς και την μεν Ορυκτολογίαν μετέβαλλον εις επιστήμην των μυστηριωδών ιδιοτήτων των λίθων, την δε Ζωολογίαν εις τερατολογίαν, την δε αστρονομίαν εις αστρολογίαν».
Αμφιλεγόμενες ίσως επικρίσεις σου διακρίνει ο St. Runciman στο έργο του «βυζαντινός πολιτισμός» (σελ. 11): «Το βυζαντινό δίκαιο είναι ένα δάσος από περίπλοκες λεπτομέρειες και η βυζαντινή τέχνη είναι ένα πέλαγος από αμφισβητήσεις και διϊστάμενα γούστα, όπου ακόμα και οι γενικότητες είναι πολύ επικίνδυνες». Πραγματικά οι παραπάνω επικρίσεις σου φαίνονται εξίσου και ομολογίες για ύπαρξη δικαίου και νόμων με πληρότητα και διακριτικότητα καθώς και για καλλιέργεια τέχνης με βάθος, ύψος και πλάτος και προεκτάσεις. Η κυριώτερη όμως πολιτικο-θρησκευτική επίκριση γίνεται για τον Καισαροπαπισμό, την συγκέντρωση δηλαδή στα χέρια του αυτοκράτορα της εκκλησιαστικής και της πολιτικής εξουσίας.
Ο Κων/νος Παπαρρηγόπουλος σου απέδωσε τις επικρίσεις σε παρεξηγήσεις προσωρινές γράφοντας: «Η μεσαιωνική ημών ιστορία ομοιάζει χώραν μεγαλοπρεπή, ποικίλην, εύφορον πολλάκις, την οποίαν όμως διερχόμεθα εν νυκτί ή εν τω μέσω πυκνοτάτης ομίχλης, ώστε ή ουδόλως διακρίνομεν τας φυσικάς αυτής ιδιότητας ή ασαφείς τινάς και τερατώδεις βλέπομεν σκιάς. Εάν ποτέ επιλάμψη επί της ιστορικής ταύτης χώρας ανέφελος ο ήλιος της επιστημονικής ακριβείας, και εκλείψη προ πάντων το πρίσμα των προλήψεων και των αντιπαθειών, δι’ ου η ιστορία εκείνη καθοράται ως επί το πλείστον άχρι τούδε, οπόσον διδακτικωτέρα και χαριεστέρα δεν θέλει αύτη αναφανή εις τα όμματα ημών!». (Κων. Παπαρρηγοπούλου, ιστορία του ελλην. Έθνους).
Ο Κ. Krumbacher αποδίδει τις περισσότερες επικρίσεις σε «δογματική λογοκρισία» και σε «ημιμάθεια», γράφοντας: «Τα προϊόντα του βυζαντινού αιώνος εστιγματίσθησαν υπό της δογματικής λογοκρισίας ως ουδεμίαν έχοντα αξίαν… διότι η ημιμάθεια είναι περί τε τους επαίνους και τους ψόγους τολμηροτέρα και αμετροεπεστέρα της ευσυνειδήτου ερεύνης» (Κ. Krumbacher, ιστορία βυζ. λογοτ. Τ. Α’, σελ. 37). Ο ίδιος ο Κ. Krumbacher: «επανέδωσεν εις το βυζάντιον τον βασίλειον θρόνον αντί των κολάφων, ους επί αιώνας μικρούς κατέφερεν κατ’ αυτού η άδικος Εσπερία» (K. Krumbacher, ιστορία της βυζ. λογ. Τόμ. Α’, σελ. 8).
Άλλοι σου αναφέρουν διαφορετικές αιτίες των επικρίσεων: «Η Βυζαντινή ιστορία βρίστηκε αυστηρά και χλευάσθηκε πικρά από τους ιστοριογράφους μας είτε γιατί τους θάμπωσε ο θαυμασμός τους για την κλασική αρχαιότητα, είτε γιατί τους τύφλωσε η αντιθρησκευτική τους προκατάληψη» (Κ. Παπαδημητρίου, το άγνωστο βυζάντιο, σελ. 8).
Οπωσδήποτε όμως δεν μπορείς παρά να προτείνεις να συνεχισθεί ο λόγος, για την ισχύ ή το ανίσχυρο των επικρίσεων, και ύστερα να έλθει ο λόγος και για την προσφορά και επιβίωση του βυζαντίου.

Συνεχίζεται …

Από το βιβλίο: Ιστορικές γραμμές, του Φιλολόγου – Ιστορικού, Εκπαιδευτικού Μ.Ε., Ιωάννου Ν. Παπαϊωάννου.
Τόμος Β’. Λάρισα 1979

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.