Κυριακή ΙΑ. Λουκά ή των Αγ. Προπατόρων: η παραβολή του μεγάλου Δείπνου – Ιερομ. Κοσμά του Δοχειαρίτου.

(Λουκ. ιδ, 15-24).

Όταν τ’ άκουσε αυτά κάποιος από κείνους που έτρωγαν μαζί με τον Ιησού, του είπε: «Μακάριος όποιος πάρει μέρος στο τραπέζι της βασιλείας του Θεού». Κι ο Ιησούς του είπε:

«Ένας άνθρωπος ετοίμασε μεγάλο δείπνο και κάλεσε πολλούς. Όταν ήρθε η ώρα του δείπνου, έστειλε τον δούλο του να πει στους καλεσμένους: «ελάτε, όλα είναι πια έτοιμα». Τότε άρχισαν, ο ένας μετά τον άλλο, να βρίσκουν δικαιολογίες:1 Ο πρώτος του είπε: «έχω αγοράσει ένα χωράφι και πρέπει να πάω να το δω˙ σε παρακαλώ, θεώρησέ με δικαιολογημένον». Άλλος του είπε: «έχω αγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια και πάω να τα δοκιμάσω˙ σε παρακαλώ, δικαιολόγησέ με». Κι ένας άλλος του είπε: «είμαι νιόπαντρος και γι’ αυτό δεν μπορώ να έρθω». Γύρισε ο δούλος εκείνος και τα είπε αυτά στον κύριό του.

Τότε ο οικοδεσπότης οργισμένος είπε στον δούλο του: «πήγαινε γρήγορα στις πλατείες και στους δρόμους της πόλης και φέρε μέσα τους φτωχούς, τους ανάπηρους, τους κουτσούς και τους τυφλούς». Όταν γύρισε ο δούλος του είπε: «κύριε, αυτό που πρόσταξες έγινε και υπάρχει ακόμη χώρος». Είπε πάλι ο κύριος στον δούλο: «πήγαινε έξω από την πόλη στους δρόμους και στα μονοπάτια κι ανάγκασέ τους να έρθουν, για να γεμίσει το σπίτι μου˙ γιατί σας βεβαιώνω πως κανένας από κείνους που κάλεσα δεν θα γευτεί το δείπνο μου».2

ΣΧΟΛΙΑ

(1)Τότε άρχισαν, ο ένας μετά τον άλλο, να βρίσκουν δικαιολογίες.
Ποίοι είναι ούτοι, οίτινες, πρώτοι προσκαλεσθέντες, από μιας, ήτοι συμφώνως, επροφασίσθησαν, και δεν εδέχθησαν το κάλεσμα; Ούτοι είναι οι Φαρισαίοι και Γραμματείς και Νομοδιδάσκαλοι, και οι άρχοντες των Ιουδαίων˙ τούτους πρώτους εκάλεσεν ο Κύριος, ως αναγινώσκοντας τας Θείας Γραφάς, και ως μαθόντας εξ αυτών τα περί της παρουσίας αυτού εις τον κόσμον.

Εξ αυτών δε άλλοι μεν απεστράφησαν την πρόσκλησιν, προβάλλοντες την αγοράν του αγρού, ήτοι τας κοσμικάς υποθέσεις και ματαιότητας αυτών˙ διότι ο αγρός σημαίνει τον κόσμον, κατά την εξήγησιν του Σωτήρος Χριστού, όστις είπεν˙ «Ο δε αγρός εστίν ο κόσμος» (Ματθ. ιγ’ 38). Παραιτούνται λοιπόν ούτοι, επειδή ήσαν δούλοι της κοσμικής ματαιότητος και φαντασίας˙ όθεν και έλεγον˙ «Ημείς του Μωσέως εσμέν μαθηταί˙ ημείς οίδαμεν, ότι Μωσή λελάληκεν ο Θεός˙ τούτων δε ουκ οίδαμεν πόθεν εστίν» (Ιωάν. θ’, 28-29).

Άλλοι δε πάλιν επροφασίσθησαν, προβάλλοντες την αγοράν των πέντε ζευγών των βοών, η οποία σημαίνει την προσήλωσιν εις τας απολαύσεις των πέντε αισθήσεων, αίτινες είναι πέντε ζεύγη˙ διότι δύο έχομεν οφθαλμούς, δύο ώτα, δύο της ρινός πόρους, δύο της γεύσεως όργανα, ήτοι την γλώσσαν και τον ουρανίσκον, δύο αφάς εις πάντα τα μέλη, την έξω και την έσω, ήτοι την γενομένην εις την επιφάνειαν του σώματος ημών, και την έσω εισχωρύσαν μέχρι της καρδίας και της ψυχής ημών˙ ούτοι λοιπόν επειδή είχον παραδοθή εις τας απολαύσεις των αισθήσεων, και δεν ηδύναντο να εννοήσουν την πνευματικήν και ουράνιον διδασκαλίαν του προσκαλούντος αυτούς Σωτήρος έλεγον˙ «Σκληρός εστίν ούτος ο λόγος˙ τις δύναται αυτού ακούειν;» (Αυτόθι στ’, 60).

Άλλοι δε όχι μόνον παρητήθησαν, άλλ’ είπον, ότι δεν δύνανται να έλθουν δια την γυναίκα˙ εφανέρωσε δε ο Σωτήρ δια του «Ου δύναμαι ελθείν» την ισχύν και την δύναμιν του δεσμού των σαρκικών προσπαθειών και αμαρτημάτων. Ούτοι δε οι τρεις παρητημένοι σημαίνουσι πάντας τους φιλοκτήμονας, και φιληδόνους, και φιλοσάρκους ανθρώπους, οίτινες, προσκαλούμενοι υπό της Ευαγγελικής φωνής εις μετάνοιαν, και εις μετάληψιν των θείων Μυστηρίων, και την απόλαυσιν της επουρανίου βασιλείας, παραιτούνται οι μεν δια την φροντίδα των υπαρχόντων αυτών, οι δε δια τα εμπόδια εκ των ηδονών, οι δε δια τον δεσμόν των σαρκικών αμαρτημάτων αυτών.
(Αρχιερεύς, Νικηφόρος Θεοτόκης.)

(2)γιατί σας βεβαιώνω πως κανένας από κείνους που κάλεσα δεν θα γευτεί το δείπνο μου».
«Αλλά εγώ, θα είπη τις, δεν είμαι βέβαιος ακόμη εάν με εκάλεσεν ο Χριστός και συ με προσκαλείς, εις εξάπλωσιν της χριστιανικής ιδεολογίας;». Αδελφέ, τί λέγεις; Δεν είσαι βέβαιος ότι σε εκάλεσε ο Χριστός; Άγγελε, που φυλάττεις την ψυχήν αυτήν, ειπέ, παρακαλώ, πόσας φοράς μέχρι σήμερον δεν έφερες την πρόσκλησιν του Κυρίου: «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς»; Και ο Άγγελος σου απαντά. Άκουσε. «Από τας πρώτας ημέρας της ζωής σου ήρχισαν αι προσκλήσεις του Κυρίου. Εις οικογένειαν χριστιανικήν εγεννήθης. Τα παιδικά σου μάτια μόλις ήρχισαν να βλέπουν, και να διακρίνουν, είδον υπεράνω του λίκνου σου την εικόνα του Εσταυρωμένου. Εβαπτίσθης εις τα ρείθρα του Ιορδάνου, εις την κολυμβήθραν, και φως υπέρ τον ήλιον περιέλαμψε την μορφήν της ψυχής σου. Λευκήν στολήν ενεδύθης. Σταυρός ανηρτήθη εις το στήθος σου. Το όνομα του Χριστού υπήρξε το πρώτον που έμαθες να αποστηθίζης. Είδες την μητέρα και τον πατέρα σου να προσεύχωνται. Αρετής λαμπρά παραδείγματα ενώπιόν σου ενεφανίσθησαν
που έπρεπε να σε παρακινήσουν εις μίμησιν.

Κάθε Κυριακήν ήκουες να κτυπά γλυκά η καμπάνα της ενορίας σου, ωσάν να σου έλεγε: «Παιδί μου. Σε καλώ εις δείπνον μέγα, εις συμπόσιον όχι κοιλίας αλλά καρδίας, εις κοινωνίαν Σώματος και Αίματος Χριστού». Ήκουες την πρόσκλησιν και ήρχεσο εις τον ναόν της ενορίας σου. Μέχρι τώρα έχω σημειώσει ότι ήλθες… 1350 φοράς. Κάθε φορά που ήρχεσο και ίστασο μεταξύ των προσευχομένων, η ιδία σου απηυθύνετο πρόσκλησις: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε». Πόσας φοράς δεν είδες τον ιεροκήρυκα ν’ ανέρχεται τον ιερόν άμβωνα και δεν ήκουσες να καλή τους αμαρτωλούς εις μετάνοιαν; Δεν ήσαν τα κηρύγματα αυτά παρ’ όλην την πτωχείαν του λόγου, προσκλήσεις;

Έτσι εάν ερευνήσωμεν την ζωήν μας και ερωτήσωμεν μυστικώς τον άγγελόν μας, θα πληροφορηθώμεν όλοι, ότι όχι μίαν και δύο, αλλά πολλάκις διάφοροι απεσταλμένοι του Κυρίου ήλθον και εκτύπησαν, άλλοτε ηπιώτερον και άλλοτε σφοδρότερον, την θύραν της ψυχής μας και μας εκάλεσαν. «Είναι ώρα να έλθετε. Τα πάντα είναι έτοιμα. Σας περιμένουν άγγελοι και αρχάγγελοι. Ψυχαί! Διατί διαρκώς αναβάλλετε; Εάν σας εκάλει ένας επίγειος Βασιλεύς εις τα ανάκτορά του δια να σας παραθέση δείπνον, δεν θα παρεμερίζετε κάθε άλλην ασχολίαν σας, δια να ευρεθήτε την ορισθείσαν ώραν εις την αίθουσαν των Ανακτόρων; Και τώρα που σας προσκαλεί ο Βασιλεύς των Βασιλέων θα αδιαφορήσετε; Τί λοιπόν; Θα φανήτε τόσον ανάγωγοι ώστε να κλείσετε την θύραν σας και να εκδιώξετε τον απεσταλμένον Του και να είπητε: «έχε με παρητημένον»; (Λουκ. 14, 16-21).
(Αρχιερεύς, Αυγουστίνος Καντιώτης.)

Από το βιβλίο: «Ιησούς Χριστός: Βίος, Διδασκαλία, Θαύματα», Β’ τόμος, του Ιερομονάχου Κοσμά του Δοχειαρίτου.

Ιερόν Δοχειαρίτικον Κελλίον, Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Αγιον Ορος 2011.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Κυριακή ΙΑ. Λουκά ή των Αγ. Προπατόρων: η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία Γρηγορίου του Παλαμά, Υμνολογική Εκλογή.
Κυριακή ΚΘ. επιστολών ή των Προπατόρων: το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ., «Βασιλίσκος και αετός», Λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου.

Κατηγορίες: Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.