Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ: Η χειροτονία του – ΜΑΛΧΑΖΙ ΤΖΙΝΟΡΙΑ.

%ce%93%ce%b1%ce%b2%cf%81%ce%b9%ce%ae%ce%bb-%ce%bf-%ce%b4%ce%b9%ce%b1-%ce%a7%cf%81%ce%b9%cf%83%cf%84%cf%8c%ce%bd-%cf%83%ce%b1%ce%bb%cf%8c%cf%82-%ce%bf-%ce%93%ce%b5%cf%89%cf%81%ce%b3%ce%b9%ce%b1%ce%bd

Ο π. Γαβριήλ, τον καιρό που έχτιζε την εκκλησία, δούλευε και ως φύλακας στον μητροπολιτικό ναό Σιόνι. Του είχαν δώσει άδεια να καθαρίζει και το Ιερό. Την περίοδο εκείνη Καθολικός Πατριάρχης της Γεωργίας ήταν ο Μελχισεδέκ Γ’. Γι’ αυτόν έλεγε ο π. Γαβριήλ ότι ήταν ένας επιβλητικός ηγέτης, με βαθιά πίστη, ο οποίος όμως απαιτούσε ο ναός να αστράφτει σε τέτοιο βαθμό, ώστε όταν έμπαινε στο Ιερό ήλεγχε το πάτωμα με το δάχτυλό του για να διαπιστώσει αν ήταν καθαρό ή όχι. Αλίμονο στον υπεύθυνο αν δεν ήταν! Παρά την αυστηρότητά του, ο Θεός τον είχε χαριτώσει με το διορατικό χάρισμα, αποφεύγοντας έτσι κατά τη διάρκεια της θητείας του να χειροτονήσει οποιονδήποτε άνθρωπο σταλμένο από την Κα Γκε Μπε.
Στο ναό Σιόνι ο Βασίκο, εκτός από τα χρέη φύλακα που είχε αναλάβει, καθάριζε και τις εικόνες αλλά και τον περίβολο του ναού, όπου μάλιστα μια μέρα βρήκε έναν κουβά γεμάτο με διάφορα αντικείμενα μαύρης μαγείας. Γι’ αυτή του την πράξη επαινέθηκε πολύ από τον πατριάρχη. Ο άγιος κι εκεί έβρισκε ευκαιρία να διαδίδει το λόγο του Κυρίου. Περπατούσε στους δρόμους ξυπόλυτος σαν ζητιάνος και κήρυττε το λόγο του Θεού. «Ξαφνικά αλλοιωνόμουν και κήρυττα το Ευαγγέλιο, μιλούσα για τον Χριστό και για την άλλη ζωή. Κι αυτό δεν γινόταν από μένα, αλλά ήταν έργο του ίδιου του Θεού. ¨Ξυπνήστε! Να γνωρίσετε τον Χριστό, να Τον πιστεύετε¨, διαλαλούσα σε κάθε ευκαιρία», έλεγε ο π. Γαβριήλ.
Μια μέρα, καθώς κήρυττε, τον πλησίασε ένας κύριος ντυμένος με παραδοσιακή ενδυμασία και επιβλητική εμφάνιση. Με ειλικρινές ενδιαφέρον και έκπληξη ρώτησε τον νεαρό από πού γνώριζε τόσα σοφά λόγια. «Από τον Κύριο», απάντησε ο Βασίκο. Θαυμάζοντας κι απορώντας ο άγνωστος, του έδωσε την διεύθυνσή του. «Το σπίτι μου θα είναι πάντα ανοιχτό για σας», του είπε κι έφυγε. Ο Βασίκο αργότερα πληροφορήθηκε ότι αυτός ήταν ο συγγραφέας Κονσταντίνε Γκαμσαχουρντία.1
Πολύ συχνά εκείνη την εποχή ο Γέροντας παρακολουθούσε τις παραστάσεις της όπερας. Μάλιστα, αγαπούσε ιδιαίτερα το έργο του Ζ. Παλιασβίλι «Νταΐσι», εξαιτίας της σκηνής κατά την οποία ο πατριάρχης ευλογεί τον λαό. Παρά το ότι η σκηνή αυτή ήταν μέρος μιας θεατρικής παράστασης και την υποδυόταν ένας ηθοποιός ο Βασίκο από σεβασμό σηκωνόταν πάντα όρθιος. Μια μέρα, ο ηθοποιός που έπαιζε τον πατριάρχη μπέρδεψε τα λόγια του, κι ο Βασίκο σηκώθηκε και του φώναξε: «Λάθος έκανες, ¨πατριάρχη¨! Λάθος!». Κι έτσι η παράσταση διακόπηκε για λίγο, αλλά δόθηκε η ευκαιρία στον Βασίκο να κηρύξει το λόγο του Θεού.
Στο ναό Σιόνι δεν έμεινε απαρατήρητη η τιμιότητα και η προθυμία του εργατικού νεαρού. Γι’ αυτό και ανέθεσαν στον Βασίκο κι άλλες δουλειές. Κάποια μέρα επισκέφτηκε το ναό ένας επίσκοπος από το Κουταΐσι και τη μονή Μοτσαμέτα. Ο φιλότιμος και ενάρετος νέος κέρδισε αμέσως τις εντυπώσεις του επισκόπου, ο οποίος τον πήρε μαζί του στη μονή, όπου ο Βασίκο διακόνησε τον πρώτο καιρό ως νεωκόρος.
Η ιερά μονή Μοτσαμέτα στάθηκε το εφαλτήριο της ιερατικής ζωής του αγίου. Ο π. Γαβριήλ ήταν ο πρώτος Γεωργιανός ο οποίος μετά την εγκαθίδρυση του κομμουνισμού στη Γεωργία εξέφραζε την επιθυμία να γίνει μοναχός. Τότε ήταν 26 ετών. Στις 23 Φεβρουαρίου 1955 εορταζόταν η επέτειος της ίδρυσης του Σοβιετικού στρατού. Την ίδια μέρα, στον καθεδρικό ναό των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, στο Κουταΐσι, ο νεαρός Βασίκο εκάρη μοναχός και στις 27 Φεβρουαρίου χειροτονήθηκε ιερομόναχος, με την ευλογία του πατριάρχη Μελχισεδέκ Β’. Αφού διακόνησε στο ναό αυτόν για έναν περίπου χρόνο, ο ιερομόναχος πια Γαβριήλ επέστρεψε στην Τιφλίδα.
Όπου κι αν βρισκόταν, ο π. Γαβριήλ ήταν ένας χαρισματικός λειτουργός του Υψίστου, ο οποίος με το παράδειγμά του και τον μελίρρυτο λόγο του αποκτούσε πολλά πνευματικά παιδιά. Υπέστη όμως και πολλές δοκιμασίες από το συγγενικό και το φιλικό του περιβάλλον, εξαιτίας της φλογερής του πίστης στον Χριστό. Η οικογένειά του συνέχιζε να επιμένει ότι θα ήταν καλύτερα να παντρευτεί και προσπαθούσε να κανονίσει τη ζωή του όπως εκείνη έκρινε σωστό. Μάλιστα, ο π. Γαβριήλ διηγούνταν γελώντας πως κάποτε του έφεραν να γνωρίσει μια πολύ όμορφη, με μακριά μαλλιά, νεαρή γυναίκα. «Άνδρας ήμουν και σοκαρίστηκα! Ένιωσα αμηχανία», έλεγε. Αναγκάστηκε τότε να εγκαταλείψει το σπίτι και να προσφύγει στο ψυχιατρικό νοσοκομείο, παρακαλώντας τον διευθυντή να του παράσχει για λίγο καιρό στέγη. «Εδώ τους ανθρώπους τους φέρνουν με το ζόρι, κι εσύ με παρακαλείς να σε δεχτώ;», απόρησε ο διευθυντής, ο οποίος τελικά τον φιλοξένησε για λίγες μέρες.
Η οικογένειά του ανακάλυψε ότι είχε κρυφτεί εκεί, αλλά στάθηκε αδύνατον να κάμψει το φιλομόναχο φρόνημά του. Με τα πολλά, τον άφησαν ήσυχο να ζήσει όπως ο ίδιος επιθυμούσε. Τα αδέλφια του έλεγαν ότι ο π. Γαβριήλ δεν ζούσε όπως ζουν οι απλοί άνθρωποι στον κόσμο, γι’ αυτό και η συμπεριφορά του ήταν πολύ συχνά ακατανόητη. Περιγράφει ο Γέροντας˙ «Όταν δυσκολευόμουν να νικήσω τις επιθυμίες μου, έβαζα το χέρι μου πάνω από αναμμένο κερί και το έκαιγα. Μετά το τύλιγα με ύφασμα για να μην το αντιληφθεί κανείς, και η πληγή γέμιζε σκουλήκια. Όμως, παιδιά μου, όταν νιώθεις ότι είσαι ανάξιος και καταδικάζεις το σώμα σου γι’ αυτό, είναι αμαρτία. Δεν σε δίκασε ο Θεός! Γιατί έγινες εσύ δικαστής του εαυτού σου;».
Μέχρι τότε ο π. Γαβριήλ είχε ήδη γίνει ο πνευματικός πολλών ευσεβών ανθρώπων. Και εκείνη την περίοδο, που δεν υπήρχαν πολλοί ιερείς, συχνά τον καλούσαν να τελέσει μνημόσυνα, βαπτίσεις και να αγιάσει τα σπίτια. Στον ελεύθερο χρόνο του έψαχνε στις χωματερές και στους σκουπιδότοπους της πόλης, αλλά και στις γκρεμισμένες εκκλησίες, να βρει εγκαταλειμμένα εκκλησιαστικά σκεύη και αντικείμενα ή εικόνες. Τα μάζευε, τα καθάριζε και τα επιδιόρθωνε όλα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Μάλιστα, μερικές φορές, όπως ο ίδιος έλεγε, άκουγε τις εικόνες να τον φωνάζουν: «Εδώ είμαι, Γαβριήλ, εδώ είμαι!», και πως σε εκείνες όφειλε το γεγονός ότι στεκόταν όρθιος μέχρι το τέλος της ζωής του.
Στην εορτή κάθε αγίου ο π. Γαβριήλ πήγαινε στο ναό που έφερε τ’ όνομά του για να λειτουργήσει, ή και στο μνήμα του αγίου αν υπήρχε, όπου έμενε όλη νύχτα και αγρυπνούσε. Έτσι και στην εορτή της αγίας Σουσανίκης πήγε να προσκυνήσει στον τάφο της αγίας, ο οποίος βρίσκεται στην αυλή του ναού Μετέχι. Είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Ο αστυνομικός που ήταν εκεί, βλέποντας έναν άνθρωπο ντυμένο στα μαύρα και με μια τσάντα στο χέρι, μπήκε σε υποψίες και άρχισε να τον παρακολουθεί.
Διηγείται ο π. Γαβριήλ: «Φέρναμε γύρω γύρω την εκκλησία εγώ και ο αστυνομικός. Σκέφτηκα ότι από λεπτό σε λεπτό θα με έπιανε και δεν ήξερα τι να κάνω. Σταμάτησα για λίγο και ζήτησα τη βοήθεια της αγίας Σουσανίκης. Ξαφνικά άνοιξε η πόρτα της εκκλησίας, όπου μπήκα γρήγορα μέσα, και έκλεισε αυτοστιγμεί. Μέσα στο ναό βρισκόταν το εργαστήριο του πολύ γνωστού γλύπτη Ελγούτζα Αμασουκέλι, ο οποίος τρόμαξε όταν εμφανίστηκα έτσι ξαφνικά μπροστά του. Του εξήγησα το λόγο για τον οποίο βρισκόμουν εκεί, και ύστερα έβγαλα από την τσάντα μου λίγα τρόφιμα και κάθισα να φάμε μαζί. Συζητούσαμε όλη τη νύχτα. Το πρωί πήγα στον τάφο της αγίας, προσκύνησα, προσευχήθηκα και γύρισα σπίτι. Με αυτόν τον θαυμαστό τρόπο με βοήθησε η αγία».
Εκείνη την περίοδο όμως ο διωγμός των ιερωμένων ήταν απηνής και πιο πολύ του π. Γαβριήλ εξαιτίας του τολμηρού και ατρόμητου χαρακτήρα του. Οι κρατικοί υπάλληλοι κατέβαλλαν παντοιοτρόπως προσπάθειες να συκοφαντήσουν και να σπιλώσουν το όνομά του, με απώτερο σκοπό να τον αποτρέψουν από τον μοναχικό τρόπο ζωής. Χρησιμοποίησαν λοιπόν τόσο βαριές κατηγορίες, ώστε ο άγιος απέκαμε˙ δεν μπορούσε να αντιδράει άλλο. Έλεγε αργότερα με πολύ παράπονο και δάκρυα: «Αναγκάστηκα, παιδιά μου, σε ακούσιες παραδοχές γιατί οι καιροί τότε ήταν τέτοιοι, που δεν γινόταν αλλιώτικα».
Η επιτροπή της κρατικής εξουσίας στην Εκκλησία, οι εμπάθειες και ο φθόνος πέτυχαν το στόχο τους. Υπό το βάρος απροσμέτρητων συκοφαντιών και δοκιμασιών, ο π. Γαβριήλ πήγε στην παραθαλάσσια πόλη Μπατούμι, και κρατώντας την εικόνα του αγίου Νικολάου προσπάθησε να πνιγεί. Κάποιος ηλικιωμένος περαστικός, ο οποίος υπήρξε μάρτυρας του γεγονότος, έτρεξε στο στρατόπεδο που βρισκόταν εκεί κοντά και ειδοποίησε τους στρατιώτες να σπεύσουν σε βοήθεια. Αφού εντόπισαν και διέσωσαν τον ιερομόναχο, ο διοικητής του στρατοπέδου θέλησε να ευχαριστήσει τον ηλικιωμένο, αλλά αυτός είχε ήδη εξαφανιστεί. Επιστρέφοντας το βράδυ στο σπίτι του, αναγνώρισε στην εικόνα του αγίου Νικολάου τον άνθρωπο που τους ειδοποίησε.
Ο π. Γαβριήλ αφηγούνταν αργότερα γι’ αυτό το συμβάν ότι στην πραγματικότητα είδε ήδη πνιγεί, και πως η ψυχή του έβλεπε το σώμα του από ψηλά˙ εκείνη τη στιγμή το μόνο που σκεφτόταν ήταν το πόσο θα στενοχωριόταν η μητέρα του μόλις μάθαινε για το θάνατό του. Η αστυνομία και η εισαγγελία χαρακτήρισαν το γεγονός απόπειρα αυτοκτονίας και κάλεσαν τον μητροπολίτη του Μπατούμι Εφραίμ, τον μετέπειτα πατριάρχη, για να τον ενημερώσουν. «Ο μοναχός σου προσπάθησε ν’ αυτοκτονήσει», του είπαν με ύφος ειρωνικό. Με την παρέμβαση όμως του μητροπολίτη η έρευνα για τα αίτια της πράξης δεν συνεχίστηκε. Στο τέλος ο π. Εφραίμ είπε στον άγιο αστειευόμενος: «Δεν σου έφτανε, ευλογημένε, ο ποταμός Κούρα;2 Ήταν ανάγκη να έρθεις στο Μπατούμι;».
Αργότερα, όταν πολλοί πληροφορήθηκαν το περιστατικό αυτό από τη ζωή του αγίου, ζητούσαν από τον ίδιο να αιτιολογήσει την πράξη του αυτή. Κι ο Γέροντας, με πόνο φανερό στο βλέμμα, απαντούσε: «Ήταν θέλημα Θεού. Έπρεπε να κηρύξω για την αθανασία της ψυχής».
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ.
1. Πολύ διάσημος συγγραφέας στη Γεωργία και πατέρας του τ. πρωθυπουργού της Γεωργίας Ζβιάντ Γκαμσαχουρντία.
2. Μεγάλος ποταμός στη Γεωργία, ο οποίος διαρρέει το νοτιανατολικό τμήμα της χώρας, διασχίζοντας και την Τιφλίδα.

Από το βιβλίο του «ΜΑΛΧΑΖΙ ΤΖΙΝΟΡΙΑ, «Ο Αγιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός και ομολογητής (1929 – 1995).
Μετάφραση ΝΑΝΑ ΜΕΡΚΒΙΛΑΤΖΕ
Γλωσσική επιμέλεια ΦΑΝΗ ΡΟΠΟΚΗ
ΑΘΗΝΑ 2013.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Αγιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός και ομολογητής, ο εκ Γεωργίας: Τα παιδικά του χρόνια.
Ο Αγιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός και ομολογητής, ο εκ Γεωργίας: ως νέος – ΜΑΛΧΑΖΙ ΤΖΙΝΟΡΙΑ.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Άρθρα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.