Ο Αγιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός και ομολογητής, ο εκ Γεωργίας: Αναμνήσεις του συγγραφέα, ΜΑΛΧΑΖΙ ΤΖΙΝΟΡΙΑ.

Μέχρι να γνωρίσω τον Γέροντα, προσπαθούσα για πολλά χρόνια να εκκλησιάζομαι τακτικά. Στην αρχή, για ένα σχεδόν χρόνο, τον παρακολουθούσα από μακριά. Ήθελα να καταλάβω από πού αντλούσε τέτοια δύναμη και αρετή! Δεν πήγα ούτε για να μου κάνει θαύματα, ούτε για να ακούσω προφητείες, ούτε για να διαβάζει τις σκέψεις μου. Διότι από την Αγία Γραφή γνώριζα πως οποιοσδήποτε μπορούσε να τα κάνει αυτά και με τη δύναμη του πονηρού. Εγώ απλώς αναζητούσα τον πνευματικό μου. Και δεν ήθελα να βρω κάποιον έτσι στα τυφλά.
Ο π. Γαβριήλ, σαν να γνώριζε τους προβληματισμούς μου και τις ανησυχίες μου, απέφευγε σκόπιμα να μου μιλάει. Όταν εξάντλησα σχεδόν όλες μου τις προσπάθειες να τον καταλάβω, γονάτισα στο εικονοστάσι του σπιτιού μου, εξομολογήθηκα στην Παναγία την αδυναμία μου και Την παρακάλεσα θερμά να με βοηθήσει να καταλάβω από πού έχει πάρει ο π. Γαβριήλ τέτοια δύναμη: «Σήμερα που θα πάω στη Μτσχέτα, ή θα μείνω για πάντα με τον π. Γαβριήλ ή θα φύγω από κοντά του», Της είπα. Εκείνη τη μέρα συνάντησα στην πύλη του μοναστηριού έναν γνωστό μου ιερέα και μεταξύ άλλων μου είπε:
-Τί δουλειά έχεις εσύ μμ’ αυτόν τον μπεκρή; Τζάμπα χάνεις την ώρα σου!
«Ήταν ανάγκη να μου πει κάτι τέτοιο τώρα;», σκέφτηκα. Στο Σαμτάβρο άρχισε η ακολουθία κι εγώ ήμουν στο Ιερό ντυμένος με τη στολή που φορούν τα παπαδάκια. Ο π. Γαβριήλ μου φώναξε αυστηρά:
-Φύγε αμέσως από εδώ! Να μη σε βλέπουν τα μάτια μου!
Θύμωσα. Η καρδιά μου ανέβηκε ίσαμε το λαιμό. Κατηγόρησα τον εαυτό μου που σκέφτηκα ακόμη και να πλησιάσω τον π. Γαβριήλ. Πολύ θυμωμένος και βουρκωμένος όπως ήμουν, αποφάσισα οριστικά πια να μην ξαναπάω στον π. Γαβριήλ. Αμίλητος, τον προσπέρασα από τα κάγκελα όπου στεκόταν και προχώρησα προς την έξοδο.
-Μαλχάζι, έλα εδώ, με φώναξε με πολλή αγάπη και ζεστή φωνή.
Σαν να ήταν άλλος άνθρωπος. Πήγα κοντά του. Μου έδειξε μια καρέκλα. Με παρακάλεσε να καθίσω μαζί του, αφού σήκωσε άρον άρον κάποιον άλλο από τη θέση του. Κάθισα λοιπόν δίπλα του, έβαλε τα χέρια του στα γόνατά μου και, δακρυσμένος, με κοίταξε στο πρόσωπο, και μου είπε:
-Εγώ ξέρω τη δική σου αδυναμία. Που δεν μπορείς να με καταλάβεις. Να έχεις πίστη σε μένα.
Ύστερα άρχισε να μου μιλάει για τη ζωή μου. Για τις αμαρτίες που είχα εξομολογηθεί. Με μεγάλη ακρίβεια μου περιέγραψε και τις παλιές μου αμαρτίες, ενώ μου υπενθύμισε μια αμαρτία που διέπραξα όταν πήγαινα ακόμη σχολείο, ρωτώντας με γιατί δεν την ανέφερα ποτέ στην εξομολόγησή μου. Αλήθεια, την είχα ξεχάσει! Τέτοιος μεγάλος άγιος, γίγαντας του πνεύματος και καρδιογνώστης ήταν ο π. Γαβριήλ! Κοντά του βρήκα την αγάπη και την ταπείνωση. Μου έλεγε:
«Τον Χριστό και Θεό Τον γνώρισαν μέσα από την ταπείνωση.
Είχα διαβάσει ότι οι άγιοι πατέρες «ακτινογραφούσαν» τις ψυχές, γνώριζαν τις αμαρτίες που είχαν εξομολογηθεί και έκλαιγαν για αυτές. Τα ίδια και περισσότερα είδα με τα μάτια μου κι έζησα κοντά στον π. Γαβριήλ».

Μια φορά μάλωσα με τη γυναίκα μου και πήγα έξαλλος στον π. Γαβριήλ. Εκείνος ξαφνικά μου είπε ότι θα γίνω αρχιμανδρίτης. Τότε στενοχωρήθηκα πολύ. Σκέφτηκα μήπως συμβεί κάτι άσχημο στη γυναίκα μου ή μήπως γίνει μοναχή. Αλλά δεν έδειξα τη στενοχώρια μου. Γέλασα προσποιούμενος ότι χάρηκα – επειδή το να είσαι αρχιμανδρίτης είναι μεγάλος τίτλος. Κι εκείνη τη στιγμή ο Γέροντας μου είπε:
-Άαα! Φοβήθηκες!
Είδε την καρδιά μου. Όταν πήγα στο σπίτι, το είπα στη γυναίκα μου. Φοβήθηκε κι εκείνη. Εγώ την καθησύχασα λέγοντάς της πως δεν είχα σκοπό να γίνω αρχιμανδρίτης. Μετά απ’ αυτό μονοιάσαμε και δεν ξαναμαλώσαμε. Με αυτόν τον τρόπο μας συμφιλίωσε ο π. Γαβριήλ.

Ο π. Γαβριήλ μας δεχόταν όλους, δεν έδιωχνε κανέναν και δεν απόπαιρνε κανέναν για τις αμαρτίες του.
-Κι εγώ, αν δεν είχα αμαρτίες, τότε θα ήμουν άγιος, έλεγε.

Κάποτε, όταν η Ετέρ Μρεβλισβίλι θα έκανε το μνημόσυνο για τον ένα χρόνο από την κοίμηση του πατέρα της, ο π. Γαβριήλ, έβαλε τον π. Νικόλαο να τελέσει το μνημόσυνο ακριβώς κάτω από τον τρούλο του ναού. Ύστερα ο Γέροντας έφερε από το κελί του το αγαπημένο φαγητό του συγχωρεμένου, λίγη κομμένη ντομάτα και ζεστή σούπα, και το τοποθέτησε στο τραπέζι. Η γυναίκα απόρησε πως γνώριζε ο Γέροντας το φαγητό που αγαπούσε ο πατέρας της. και ξαφνικά, κατά τη διάρκεια του μνημοσύνου, συντελέστηκε κάτι θαυμαστό: Ο π. Γαβριήλ ψήλωσε μέχρι τον τρούλο. Αυτό το είδε ο π. Νικόλαος και μια φίλη μου, η Έλζα. Όλοι αντιληφθήκαμε την αδυναμία μας και την ασημαντότητά μας. Στο τέλος ο άγιος έφυγε ήσυχα από το ναό.
Αργότερα, όταν πήγαμε στο κελί του να τον δούμε, μας είπε:
-Όπως οι άγιοι, το ίδιο και οι δαίμονες μπορούν να μεγαλώνουν και να μικραίνουν.
Και ύστερα μας μίλησε για τον Κύριο:
-Συχνά, χωρίς λόγο, επικαλούμαστε το όνομα του Κυρίου. Αλλά για να μιλήσεις για τον Κύριο χρειάζεται μεγάλη προσοχή και φόβος. Όταν λες το όνομά Του, πρέπει να σηκωθείς και να κάνεις το σταυρό σου. Για να πεις με αγάπη και φόβο τ’ όνομα του Κυρίου, πρέπει να προσεύχεσαι και να μιλάς για Εκείνον με σεβασμό. Ποιός ξέρει τη σημασία του ονόματος του Κυρίου; Γμέρτι1 σημαίνει Ένας και Άπειρος, που δεν μπορείς να τον φθάσεις. Ο Κύριος είναι πανταχού παρών! Θέλεγε να σας δείξω τον Θεό; Να μου δείξετε πρώτα εσείς τον αέρα, και ύστερα εγώ θα σας δείξω τον Θεό. Ο Θεός είναι ατέλειωτος, απέραντος. Όλα όμως δεν έχουν ένα τέλος; Ο Θεός ξέρει πόσο και που είναι αυτό. Σ’ εμάς αυτό είναι κρυμμένο. Ο Θεός έχει «εφτά μάτια»˙ καθένα από αυτά είναι χίλιες φορές μεγαλύτερο από τον ήλιο. Προσφωνούν τον Κύριο με διάφορα ονόματα. Το «Πατέρας» είναι ένα από αυτά. Όταν απευθύνεσαι έτσι στον Θεό, πρέπει να έχεις πολλή αγάπη και φόβο. Αν δεν έχεις, μην το πεις! Ο Θεός είναι αγάπη άπειρη. Είναι κάτι περισσότερο από αγάπη.
Σε μια άλλη επίσκεψή μου ο π. Γαβριήλ ήταν πολύ άρρωστος στο κρεβάτι και παρακάλεσε τη μ. Παρασκευή να μου τηγανίσει πατάτες. Μου ετοίμασε μια μερίδα. Έφαγα. Μερικές ώρες αργότερα ο Γέροντα είπε να τηγανίσουμε πάλι.
-Δεν έχουμε άλλες πατάτες, απάντησε η μ. Παρασκευή.
-Πώς δεν έχεις; Έρχεται επισκέπτης κι εσύ δεν έχεις; Και την έδιωξε.
Μετά μου είπε:
-Ο Κύριος τάισε 5.000 ανθρώπους! Θα δυσκολευτεί τώρα; Έλα να Τον παρακαλέσουμε να μας ελεήσει.
Εκείνη τη στιγμή θορυβήθηκα, γιατί κοντά μου ναι μεν έβλεπα πολλές φορές να γίνονται θαυμαστά πράγματα, αλλά δεν είχα δει θαύματα «χειροπιαστά», και φανταστείτε τι θα μπορούσα να πάθω αν εκείνη τη στιγμή εμφανίζονταν μπροστά μου πατάτες! Δεν είπα τίποτα, αλλά ο π. Γαβριήλ κατάλαβε και μου είπε:
-Εντάξει. Για κοίτα τώρα ποιοί έρχονται.
Εγώ καθόμουν μπροστά στην πόρτα. Ο Γέροντας ήταν μέσα στο κελί, στο κρεβάτι του. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή έμπαιναν στην αυλή του μοναστηριού δύο μοναχές. Ο π. Γαβριήλ δεν μπορούσε να τις δει.
-Τι έκπληξη! Πράγματι ήρθαν δύο μοναχές.
-Εντάξει. Καλό είναι αυτό. Βγήκα αληθινός. Όμως τώρα κάθισε να φας.
Εγώ άρχισα να τρώω πάλι πατάτες. Ήταν ζεστές και πεντανόστιμες. Μιλήσαμε για λίγο. Τέλος, πήρα την ευλογία του και έφυγα. Στο δρόμο θυμήθηκα ότι οι πατάτες είχαν τελειώσει! Πώς ξαναμαγείρεψε;
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ.
1. Ο Θεός, στα γεωργιανά.

Από το βιβλίο: «ΜΑΛΧΑΖΙ ΤΖΙΝΟΡΙΑ, «Ο Αγιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός και ομολογητής (1929 – 1995).
Μετάφραση ΝΑΝΑ ΜΕΡΚΒΙΛΑΤΖΕ
Γλωσσική επιμέλεια ΦΑΝΗ ΡΟΠΟΚΗ
ΑΘΗΝΑ 2013.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιερές Ακολουθίες. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.