Κυριακή του Παραλύτου: Η κολυμβήθρα – Μακαριστού Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτου.

«Άγγελος γαρ κατά καιρόν κατέβαινεν εν
τη κολυμβήθρα, και εταράσσετο το ύδωρ»
(Ιωαν. 5,4)

Υπήρχε, λέει το σημερινό Ευαγγέλιο, υπήρχε στην άκρη της αρχαίας πόλεως των Ιεροσολύμων μιά δεξαμενή, που οι Εβραίοι την έλεγαν Βηθεσδά. Ήταν μια στέρνα, που μάζευε νερό. Αλλά τι νερό! Νερό, που έκανε θαύματα. Σε μιά στιγμή που κανείς δεν μπορούσε να μαντέψη, το νερό της στέρνας άρχιζε να ταράζεται. Το τάραζε άγγελος τού Θεού. Αν τη στιγμή, που ο άγγελος τάραζε το νερό, ένας άρρωστος έπεφτε αμέσως μέσα στη στέρνα, γινόταν καλά. Γιατί το νερό έπαιρνε θεϊκή δύναμη. Αλλά θεράπευε μόνο έναν · αυτόν, που πρώτος έπεφτε στο νερό ύστερα από την ταραχή. Δεύτερος αν έπεφτε στο νερό, δεν θεραπευόταν. Θα έπρεπε να ξανάρθη ο άγγελος να ταράξη το νερό, για να μπορέση άλλος άρρωστος να πέση μέσα και να θεραπευθή. Κάθε φορά ένα και μόνο θαύμα γινόταν.

Αλλά, αν και ένας μόνο άρρωστος θεραπευόταν, έφτανε όμως το ένα αυτό θαύμα, που γινόταν σε μια άγνωστη στιγμή τού χρόνου, να τραβήξη κόσμο πολύ στη θαυματουργική στέρνα. Άρρωστοι, τυφλοί, κουφοί, παράλυτοι, μαζί με τους συγγενείς τους μαζεύονταν εκεί. Δεν έφευγαν από τη στέρνα. Έμεναν εκεί νύχτα και μέρα, χειμώνα – καλοκαίρι. Έμεναν κάτω από υπόστεγα, που είχαν κτισθή γι’ αυτό το λόγο. Όλοι κοίταζαν τη στέρνα. Περίμεναν το θαύμα. Και τη στιγμή πού ταραζόταν το νερό οι συγγενείς που συνώδευαν τους αρρώστους, τούς άρπαζαν για να τους ρίξουν μέσα στο νερό. Αν ήταν εκατό αυτοί πού έπεφταν μέσα στο νερό, ένας μόνο θεραπευόταν. Τι πόλεμος θα γινόταν ανάμεσα στους συγγενείς και φίλους! Συνέβαινε, δηλαδή, κάτι παρόμοιο με εκείνο, που συμβαίνει σήμερα στην εορτή των Θεοφανείων, όταν ο ιερεύς ρίχνη το σταυρό. Όλοι όσοι θέλουν να πιάσουν το σταυρό, πέφτουν στο νερό, προσπαθούν, αλλά ένας από όλους κατορθώνει να τον βρή, και βγαίνει απ΄ το νερό νικητής, κρατώντας το σταυρό στο χέρι.

Εκεί στη στέρνα βρισκόταν κ’ ένας πολύ δυστυχισμένος. Ήταν παράλυτος. Έμενε μέρες και νύχτες, έμενε μήνες καί χρόνια, 38 ολόκληρα χρόνια πέρασαν από τότε που έμεινε παράλυτος και κάποιοι άνθρωποι, ίσως συγγενείς του, για να απαλλαγούν απ’ αυτόν, τον έφεραν στη στέρνα. Μα κατόπιν τον άφησαν άσπλαχνοι κι’ έφυγαν, κι αυτός έμενε εκεί μόνος. Παράλυτος όπως ήταν, δεν μπορούσε να τρέξη και να προλάβη να πέση πρώτος στο νερό, όταν άγγελος το τάραζε. Άλλοι, που είχαν έρθει ύστερα απ’ αυτόν, προλάβαιναν και θεραπεύονταν. Κι όμως αυτός δεν απελπιζόταν. Είχε ελπίδες. Αξιοθαύμαστη η υπομονή του. Ας διδαχθούμε. Εμείς, όταν ζητάμε κάτι από το Θεό, θέλουμε αμέσως να μας το κάνη. Άμα δεν γίνεται αυτό που ζητάμε, γογγύζουμε και βλαστημάμε. Ο παράλυτος εκείνος 38 χρόνια περίμενε, και όμως δεν εγγόγυζε, δεν βλαστημούσε το Θεό, δεν καταριώταν τη μέρα που γεννήθηκε. Ένας σωστός ήρωας, ήρωας υπομονής αναδείχθηκε. Αυτόν λοιπόν τον ήρωα ήλθε να τιμήση και να βραβεύση ο Χριστός. Βραβείο η θεραπεία του. Τον θεράπευσε με ένα λόγο του, με μιά μόνο διαταγή. «Σήκω πάνω», τού είπε, «πάρε το κρεβάτι σου και περπάτησε». Χίλιες τέτοιες διαταγές να δώσουν σ’ έναν παράλυτο οι ισχυροί τού κόσμου, οι βασιλιάδες, οι επιστήμονες, οι γιατροί, τι επίδρασι θα έχουν οι διαταγές τους; Καμμιά. Ενώ ο λόγος τού Χριστού είνε λόγος παντοδύναμος, λόγος πού κάνει θαύματα. Όχι παντού, αλλ’ εκεί όπου ο άνθρωπος δεν αντιδρά στο θέλημα τού Θεού, και παραδίνεται με εμπιστοσύνη στα χέρια του, και σαν τον παράλυτο λέει «Θέλω».

***
Τη στέρνα της Βηθεσδά το Ευαγγέλιο την ονομάζει κολυμβήθρα. Η κολυμβήθρα αυτή, όπως ερμηνεύουν οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, είνε μια σκιά, ένας τύπος της πραγματικής κολυμβήθρας. Η δε πραγματική κολυμβήθρα είνε το ιερό βάπτισμα. Ας προσέξουμε τις ομοιότητες που υπάρχουν ανάμεσα στις δυό κολυμβήθρες, αλλά και τη μεγάλη διαφορά.

Νερό στη μιά κολυμβήθρα, νερό και στην άλλη. Το νερό της κολυμβήθρας των Ιεροσολύμων, πριν το ταράξη ο άγγελος, ήταν ένα νερό όπως όλα τα νερά, χωρίς καμμιά θαυματουργική δύναμι· αλλά και το νερό, που χρησιμοποιούμε οι χριστιανοί για το βάπτισμα, είνε νερό παρμένο από βρύσες και ποτάμια, νερό κοινό, που δεν έχει καμμιά θαυματουργική χάρι. Αλλά τη στιγμή που ο ιερεύς τελεί το μυστήριο και διαβάζει τις ευχές και ζητεί να έλθη το Πνεύμα το άγιο, τότε το νερό της κολυμβήθρας παίρνει θεϊκή δύναμι, και η χάρις τού Θεού κάνει το θαύμα. Θαύμα, που είνε ασυγκρίτως ανώτερο από το θαύμα της κολυμβήθρας της Βηθεσδά. Ναί, ανώτερο! Γιατί; Διότι η κολυμβήθρα εκείνη θεράπευε μόνο σώματα. Δεν άγγιζε την ψυχή. Δεν ελευθέρωνε τον άνθρωπο από τη φοβερή αρρώστια που λέγεται αμαρτία. Ενώ η κολυμβήθρα της Εκκλησίας μας καθαρίζει σώμα και ψυχή από την αμαρτία, που πήραμε κληρονομιά από τον πρώτο άνθρωπο και αυξήσαμε και πολλαπλασιάσαμε με τις δικές μας προσωπικές αμαρτίες. Και αν μεν κανείς βαπτισθή νήπιο, καθαρίζεται μόνο από το προπατορικό αμάρτημα. Αν όμως βαπτισθή σε μεγάλη ηλικία, τότε καθαρίζεται και από την προπατορική αμαρτία και από τις δικές του προσωπικές αμαρτίες.

Το αποτέλεσμα αυτό δεν φαίνεται στα μάτια των ανθρώπων, αλλ’ είνε ένα θαύμα που βλέπουν άγγελοι με κατάπληξι. Αν είχαμε μάτια αγγέλων και βλέπουμε τι κατορθώνει η θεία χάρις με το ιερό βάπτισμα, θα βλέπαμε, ότι προτού μπη στο νερό της κολυμβήθρας ο αβάπτιστος είνε μαύρος στη ψυχή σαν τον αράπη. Όταν όμως βαπτισθή στο όνομα του Πατρός και τού Υιού και τού αγίου Πνεύματος, τότε, ώ τότε, βγαίνοντας από το νερό της κολυμβήθρας, βγαίνει άσπρος στην ψυχή σαν το χιόνι. Δεν έχει επάνω του καμμιά αμαρτία. Δεν τον βαραίνει καμμιά ενοχή. Λούστηκε, καθαρίστηκε, έγινε παιδί τού Θεού και λάμπει ολόκληρος. Και αν πεθάνη μετά τό βάπτισμα, πηγαίνει στον παράδεισο για να ζη εκεί αιώνια με αγγέλους και αρχαγγέλους. Γι’ αυτοό οι γονείς, που τα μικρά τους παιδιά πεθαίνουν βαπτισμένα, δεν πρέπει να κλαίνε. Αυτά τα αθώα πλάσματα σαν αγγελούδια πηγαίνουν στον ουρανό και χαίρονται. Να μην κλαίμε λοιπόν τα νήπια που πεθαίνουν, αλλά να φυλάξομε τα δάκρυά μας για τον εαυτό μας, που είμαστε μεγάλοι και αμαρτάνουμε καθημερινώς και με τις αμαρτίες μας μολύνουμε την ψυχή, λερώνουμε τη λευκή στολή τού ιερού βαπτίσματος.

***
Αγαπητοί! Όλοι βαπτισθήκαμε. Άσπροι βγήκαμε, μα δυστυχώς μαύροι γινόμαστε με τις αμαρτίες. Αλλά και πάλι ο Θεός, ο ελεήμων και φιλάνθρωπος, δεν μας διώχνει. Μας καλεί να μετανοήσουμε και να επιστρέψουμε σ’ αυτόν. Τα δάκρυα για τις αμαρτίες που κάνουμε ύστερα από το βάπτισμα, αυτά τα δάκρυα γίνονται μιά άλλη κολυμβήθρα. Να τρέχαμε σ’ αυτή την κολυμβήθρα όπως έτρεχαν οι άρρωστοι εκείνοι στην προβατική κολυμβήθρα! Ο Χριστός θα μας δεχόταν και θα μας θεράπευε, οποιαδήποτε αρρώστια και αν είχαμε. Ο Χριστός, αυτός είνε η ιαματική κολυμβήθρα όλων των αιώνων. Αυτός δια μέσου των ιερέων τελεί τα μυστήρια και πλένει και καθαρίζει τους αμαρτωλούς. Αυτός κάνει τα μεγάλα θαύματα. Ο Χριστός. Ναι. Αυτός είνε ο μεγάλος ιατρός, που θεραπεύει κάθε αρρώστια. Σ’ αυτόν ανήκει η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων.

Από το βιβλίο: Επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Μητροπολίτου Πρ. Φλωρίνης: Κυριακή. Σύντομα κηρύγματα επί των Ευαγγελικών περικοπών.
Έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «Ο Σταυρός»

Η/Υ επιμέλεια Αικατερίνας Κατσούρη.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.