«Η φλογίνη ρομφαία τά νώτα δίδωσι» – Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου.

Στην συνέχεια παραθέτουμε την ερμηνεία του δευτέρου τροπαρίου της Πέμπτης (Ε) Ωδής του Κανόνος εις την Ύψωσιν του Τιμίου Σταυρού. Σ’ αυτήν λοιπόν την ερμηνεία, ο Όσιος Πατήρ, εξηγεί, θαυμάσια νομίζουμε, και το συναφούς νοήματος πρώτο στιχηρό ιδιόμελον του Εσπερινού της Γεννήσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Τηρουμένων των αναλογιών λοιπόν, η ερμηνεία του τροπαρίου του Κανόνος της Υψώσεως, μπορεί να μας βοηθήσει και στην κατανόηση του πρώτου στιχηρού του Εσπερινού των Χριστουγέννων!

ΤΗ ΚΕ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ, Εις ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ

Εις τό, Κύριε εκέκραξα, ιστώμεν Στίχους ς’ καί ψάλλομεν Στιχηρόν Ιδιόμελον.

Ήχος β’ Γερμανού

Δεύτε αγαλλιασώμεθα τώ Κυρίω, τό παρόν μυστήριον εκδιηγούμενοι: τό μεσότοιχον τού φραγμού διαλέλυται, η φλογίνη ρομφαία τά νώτα δίδωσι, καί τά Χερουβίμ παραχωρεί τού ξύλου τής ζωής. Καγώ τού παραδείσου τής τρυφής μεταλαμβάνω, ού προεξεβλήθην διά τής παρακοής, Η γάρ απαράλλακτος είκων τού Πατρός, ο χαρακτήρ τής αϊδιότητος αυτού, μορφήν δούλου λαμβάνει, εξ απειρογάμου Μητρός προελθών, ου τροπήν υπομείνας, ο γάρ ήν διέμεινε, Θεός ών αληθινός, καί ο ουκ ήν προσέλαβεν, άνθρωπος γενόμενος διά φιλανθρωπίαν. Αυτώ βοήσωμεν, ο τεχθείς εκ Παρθένου Θεός, ελέησον ημάς. (Δίς)

Το δεύτερο τροπάριον της Ε. ωδής του Κανόνος εις την Ύψωσιν του Τιμίου Σταυρού:

(Σε το αοίδιμον ξύλον, εν ω ετάθη Χριστός, η την Εδέμ φυλάττουσα, στρεφομένη ρομφαία, Σταυρέ, ηδέσθη˙ το φρικτόν δε Χερουβίμ, είξε τω σοι παγέντι Χριστώ, τω παρέχοντι την ειρήνην ταις ψυχαίς ημών.)

Ε ρ μ η ν ε ί α

Γέγραπται εν τω Γ΄Κεφαλαίω της Γενέσεως, ότι αφ΄ου ο Θεός εδίωξε τον Αδάμ από τον Παράδεισον, έταξε τα Χερουβίμ και την φλογίνην Ρομφαίαν την στρεφομένην, φυλάσσειν την οδόν του ξύλου της ζωής (Στιχ. 25). Ταύτα δε τα λόγια δανεισθείς ο ιερός Κοσμάς, υπόθεσιν ποιείται του παρόντος Τροπαρίου. Όθεν αποτείνων τον λόγον προς τον Σταυρόν του Κυρίου, προσφωνεί αυτώ και λέγει, ω Θείε Σταυρέ, ος τις είσαι το αοίδιμον: ήτοι το αείμνηστον και πάντοτε αξιομνημόνευτον ξύλον, επάνω εις το οποίον ετανύθη κατά την σάρκα ο Δεσπότης Χριστός, εσέ, λέγω, μόνον τον τρισμακάριστον Σταυρόν, εντράπη η φλογίνη εκείνη Ρομφαία η στρεφομένη, ήτις εφύλαττε την Εδέμ: ήτοι τον Παράδεισον της τρυφής (Εδέμ γαρ τρυφή ονομάζεται), και δεν άφηνε τινά να εισέλθη εις αυτόν, αλλά τόσον πολλά σε εντράπη, ώστε εγύρισε τα νώτα και πλάτας αυτής, και έδωκεν άδειαν εις τον ληστήν να έμβη εις τον Παράδεισον.
Όχι μόνον δε η Ρομφαία, αλλά και το φοβερόν εκείνο Χερουβίμ, οπου εφύλαττε την στράταν του ξύλου της ζωής, και εκείνο, λέγω, υπετάχθη εις τον Χριστόν, τον εν σοι προσηλωθέντα κατά την σάρκα. Δια τούτο αφήκε την φυλακήν του Παραδείσου, εις την οποίαν εδιωρίσθη, και άνοιξε την θύραν αυτού, ίνα εμβαίνωσιν εις τον Θείον εκείνον τόπον, όσοι είναι τετειχισμένοι από εσέ τον Σταυρόν του Κυρίου. Επιφέρει δε ακολούθως ο Μελωδός το ακροτελεύτιον και χαρακτηριστικόν λόγιον της πέμπτης Ωδής, περί του οποίου είπομεν εν τω προτέρω Τροπαρίω.
Απορίας δε άξιον είναι, διατί ενικώς είπεν εδώ ο θεσπέσιος Κοσμάς «Το φρικτόν Χερουβίμ», ενώ η Θεία Γραφή πληθυντικώς λέγει, ότι έταξεν ο Θεός τα Χερουβίμ; εις λύσιν της απορίας αποκρινόμεθα, ότι σφάλμα των αντιγραφέων φαίνεται να ηκολούθησεν εις το Τροπάριον τούτο. Όθεν πρέπει να αναγινώσκεται πληθυντικώς ούτω, «Τα φρικτά δε Χερουβίμ είξε τω σοί παγέντι Χριστώ» καθότι και εν τω Τροπαρίω εκείνω τω εις την Χριστού γέννησιν, πληθυντικώς γράφεται «Και τα Χερουβίμ παραχωρεί του ξύλου της ζωής». Πάντοτε γαρ και πανταχού πρέπει να έχη το κύρος και την ισχύν, το κείμενον της Αγίας Γραφής, ως θεοπνεύστου ούσης και κανόνος της αληθείας, και ως μη δυναμένης σφαλήναι. Έξω μόνον αν θέλη να είπη τινάς, ότι φρικτόν νοείται το είδος: ήτοι το φρικτόν είδος των Χερουβίμ είξε τω σοι παγέντι Χριστώ. Λέγει δε ο Χρυσόστομος περί των Χερουβίμ τούτων «Ει γαρ και εφύλαττε τα Χερουβίμ τον Παράδεισον, αλλ΄όμως ήλγουν. Και καθάπερ οικέτης σύνδουλον λαβών εις φυλακήν, δια το πρόσταγμα του Δεσπότου φυλάττει μεν τον σύνδουλον, αλγεί δε επί τω γινομένω δια την συμπάθειαν την περί τον ομοδουλον˙ ούτω και τα Χερουβίμ, έλαβε μεν φυλάττειν τον Παράδεισον, ήλγει δε όμως επί τη φυλακή. Και ίνα μάθης ότι ήλγει, από τον ανθρώπων τούτο ποιώ σοι φανερόν˙ όταν γαρ ίδης τους ανθρώπους συμπαθούντας τοις συνδούλοις, μηκέτι λοιπόν αμφιβάλης περί των Χερουβίμ˙ πολύ γαρ των ανθρώπων φιλοστοργότεραι αι Δυνάμεις εκείναι» (λόγω εις την Ανάληψιν, ου η αρχή «Και ότε Σταυρού μνείαν επιτελούμεν» Τόμω ε΄της εν Ετόνη εκδόσ.).
Τι δε ήτον η φλογίνη εκείνη Ρομφαία, η στρεφομένη και φυλάττουσα την στράταν του ξύλου της ζωής; ο μεν Κωνσταντινουπόλεως Γεννάδιος είπεν, ότι ήτον τα ίδια Χερουβίμ, άτινα είναι εκ της πρώτης ιεραρχίας των Αγγέλων μετά τους Θρόνους ταττόμενα˙ αυτά, λέγω, εσχηματίζοντο εις είδος ρομφαίας φλογεράς και αεικινήτου, και ούτω δια της φοβεράς εκείνης όψεως, εμπόδιζον τον Αδάμ να μην έμβη εις τον Παράδεισον. Ο δε Πτωχός Πρόδρομος εν τη Ερμηνεία του «Έλυσε πρόσταγμα Θεού παρακοή», Τροπαρίου της εβδόμης Ωδής, λέγει, ότι ήτον ένας πρηστήριος Σεραφίμ, όπερ ουκ απάδον εστί˙ καθότι και το όνομα Σεραφίμ, εβραϊστί θερμαίνον ή φλογίζον δηλοί, ως λέγει ο Αρεοπαγίτης Διονύσιος. Άλλοι δε είπον, ότι η Ρομφαία εκείνη ήτον Αγγελική Δύναμις, διαφορετική από τα Χερουβίμ, ήτις ήτον μεν φύσει αόρατος, εσχηματίζετο δε εις αισθητήν όψιν, και εφαίνετο ως πυρίνη ρομφαία˙ ίνα δια του τοιούτου φοβερού σχήματος εκφοβή τον Αδάμ, και δεν αφίνη αυτόν να έμβη εις τον Παράδεισον, κατά τον Θεόδωρον˙ εάν γαρ εκεί έμβαινεν, ήθελε φάγη από το ξύλον της ζωής, και ούτως ήθελε μένη εις αυτόν το κακόν αθάνατον, το οποίον ήτον από κάθε άλλην παιδείαν χειρότερον, καθώς τινές θέλουσιν. Αλλά και η Αγία Γραφή τούτο εδήλωσεν ειπούσα «Και νυν μήποτε εκτείνη (ο Αδάμ) την χείρα αυτού, και λάβη από του ξύλου της ζωής, και φάγη και ζήσεται εις τον αιώνα» (Γεν. γ΄22). Ανάξιον γαρ, κατά τον Άγιον Γενάδιον, εποίησε τον εαυτόν του ο Αδάμ της ατελευτήτου ζωής, ύστερον αφ΄ου επαρέβη την εντολήν του Θεού, και ούτως εκαταδικάσθη εις θάνατον. Όθεν είπε και ο θείος Δαμασκηνός περί του ξύλου της ζωής «το δε της ζωής ξύλον, ην ξύλον έχον ενέργειαν ζωής παρεκτικήν, τοις της ζωής αξίοις, και τω θανάτω ουχ΄υποκειμένοις μόνοις εδώδιμον» (Κεφ. κη΄του β΄βιβλ. περί Πίστεως). Βλέπε δε, ω αναγνώστα, ότι τόσον μεγάλη και υπεροχική ήτον η απόλαυσις του ξύλου της ζωής, ώστε εδιωρίσθησαν να φυλάττουν αυτήν, όχι Άγγελοι, όχι Αρχάγγελοι, όχι Αρχαί, ή Εξουσίαι, ή Δυνάμεις, ή Κυριότητες, τα οποία είναι εκ των κατωτέρων ταγμάτων, αλλά Χερουβίμ, άτινα είναι εκ της πρώτης ιεραρχίας των Αγγέλων, ως είπομεν. Επειδή δε πληθυντικώς τα Χερουβίμ η Γραφή λέγει, πιθανόν φαίνεται, ότι πολλούς Αγγέλους εκ του τάγματος των Χερουβίμ εδιώρισεν ο Θεός να φυλάττουν το ξύλον της ζωής.
Αλλ΄άραγε δύνασαι, ω αναγνώστα, να αποκτήσης και συ από το Τροπάριον τούτο κανέν ωφέλιμον νόημα; ναι δύνασαι, και άκουσον. Χερουβίμ εδιωρίσθησαν να φυλάττουν το ξύλον της ζωής˙ Χερουβίμ δε Εβραϊστί δηλούσι, κατά τον Αρεοπαγίτην Διονύσιον, πλήθος γνώσεως, ή χύσιν σοφίας. Ομοίως και Ρομφαία εδιωρίσθη εις φύλαξιν εκείνου˙ Ρομφαία όμως όχι απλώς, αλλά στρεφομένη και γυρίζουσα το στόμα της. Διατί; ίνα, εάν τινάς στραφή από την κακίαν εις την αρετήν, και μετανοήση˙ στραφή ακολούθως και η Ρομφαία, και δώση άδειαν εις αυτόν να έμβη εις τον Παράδεισον˙ καθώς ερμηνεύουσιν ο σοφός Δίδυμος, και ο θείος Νύσσης Γρηγόριος. Εάν λοιπόν και συ, αδελφέ, αγαπάς να έμβης εις τον Παράδεισον, πρέπει πρώτον να έχης γνώσιν και σοφίαν˙ επειδή, κατά τον Παροιμιαστήν, «Ος πορεύεται σοφία, σωθήσεται», (Παρ. κη΄26) και να αποκτήσης νουν πολυόμματον, ως τα Χερουβίμ. Όθεν και ο θεσπέσιος Κύριλλος ο Αλεξανδρείας, ερμηνεύων το του ρ΄ψαλμού μέρος το «ψαλώ και συνήσω εν οδώ αμώμω» ούτω φησί, «ψαλώ σοι, ω Δέσποτα, και δοξολογήσω σε διηνεκώς˙ συνήσω δε και εν οδώ αμώμω: τουτέστι μετά συνέσεως και σοφίας βαδιούμαι την ορθήν και αδιάστροφον και αμώμητον οδόν. Χρη γαρ ημάς είναι συνετωτάτους τους εθέλοντας ευαρεστείν Θεώ, και σοφίας μεμεστωμένην έχειν την καρδίαν. Σοφίας δε ου της επιγείου και κοσμικής, εκείνης δε μάλλον, ην χαρίζεται Χριστός˙ εν αυτώ γαρ πάντες οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσεως απόκρυφοι, και αυτός σοφοί τυφλούς, και συνέσεως απάσης εστί χορηγός» (παρά τη Σειρά του ψαλτήρος). Πρέπει δε και Δεύτερον να μεταστραφής από την κακίαν εις την αρετήν, και από την αμαρτίαν εις την μετάνοιαν, και να αποκτήσης ζωήν τεθλιμμένην και κοπιαστικήν˙ τας θλίψεις γαρ και τους κόπους η Ρομφαία δηλοί. Όθεν δια των τοιούτων αρετών σου εισερχόμενος εις τον Παράδεισον, έχεις να λέγης εκείνο το Αποστολικόν «Δια πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την Βασιλείαν του Θεού» (Πραξ. ιδ΄22).

Από το Εορτοδρόμιον, του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.