Η Συνθήκη των Σεβρών, 10 Αυγούστου 1920.

Με την ανακωχή του Μούδρου, που υπογράφει η σουλτανική κυβέρνηση στις 28 Ιουλίου 1918, ανοίγει ο δρόμος για την ουσιαστική διεκδίκηση μικρασιατικών περιοχών, όπου κατοικούν συμπαγείς ελληνικοί-χριστιανικοί πληθυσμοί. Οι ελληνικές διεκδικήσεις κωδικοποιούνται στα δυο υπομνήματα του Ελευθέριου Βενιζέλου προς τους Συμμάχους (τον Οκτώβριο και το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου) και αντιμετωπίζονται μάλλον ευνοϊκά από τους Αγγλογάλλους, μάλλον εχθρικά από τους Ιταλούς (επίσης διεκδικητές μικρασιατικών εδαφών) και με σκεπτικισμό από τους Αμερικανούς. Ακολουθεί η συμμετοχή της Ελλάδος στην διεθνή εκστρατεία της Ουκρανίας εναντίον των μπολσεβίκων, με την οποία εξασφαλίζει μεν κάποια εύσημα από την Αντάντ, παράλληλα όμως στρέφει εναντίον της το νεαρό σοβιετικό καθεστώς.

Κατά τη συνεδρίαση του ανώτατου συμμαχικού συμβουλίου στις 22 Απριλίου 1919, οι Αγγλογάλλοι και οι Αμερικανοί, εκμεταλλευόμενοι την απουσία του Ιταλού εκπροσώπου, δίνουν στην Ελλάδα την άδεια να καταλάβει την ευρύτερη περιοχή της Σμύρνης (μια έκταση 1 7.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων περίπου). Επισήμως, η αποστολή εκείνη στοχεύει: στην τήρηση της τάξεως και στην προστασία των χριστιανικών πληθυσμών, μέχρι να επιτευχθεί η σύναψη της τελικής ειρηνευτικής συμφωνίας. Ουσιαστικά, μέσω της αποφάσεώς τους εκείνης, οι Αγγλογάλλοι επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν τον ελληνικό στρατό ως δύναμη κρούσεως για τον πειθαναγκασμό της Τουρκίας σε ουσιαστική υποταγή και αφετέρου να περιορίσουν τα ιταλικά επεκτατικά σχέδια, που θίγουν άμεσα και καίρια τα δικά τους συμφέροντα.

Η επιχείρηση για τη στρατιωτική κατάληψη της Σμύρνης, θα πραγματοποιηθεί τελικά, μετά από κάποιες καθυστερήσεις και αναβολές, στις 2 Μαΐου 1919. Κατά την αποβίβαση τους οι ελληνικές δυνάμεις γίνονται δεκτές με απερίγραπτο ενθουσιασμό από τους Έλληνες κατοίκους, οι οποίοι και αποτελούν την πλειονότητα του όλου πληθυσμού της περιοχής. Αντίθετα, δέχονται επίθεση από ομάδες Τούρκων ενόπλων και απαντούν. Κατά τις συγκρούσεις χάνουν τη ζωή τους 2 Έλληνες και 5 Τούρκοι στρατιώτες, ενώ υπάρχει και ένας μικρός αλλά αδιευκρίνιστος αριθμός νεκρών και τραυματιών στον άμαχο πληθυσμό.

Το άτυχο εκείνο περιστατικό (που λέγεται ότι υποκινήθηκε από τους Ιταλούς) αμαυρώνει τη λαμπρή ατμόσφαιρα της υποδοχής και προκαλεί προβληματισμούς στον πρωθυπουργό Βενιζέλο, που επιθυμεί να αποδείξει στους συμμάχους ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει τη θέληση και τη δύναμη να επιβάλει την τάξη στις κατεχόμενες περιοχές, σεβόμενη τα δικαιώματα του τουρκικού πληθυσμού. Κατά τις ημέρες που ακολουθούν, οι ελληνικές στρατιωτικές αρχές, κάτω από την καθοδήγηση του ύπατου αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη, δεν διστάζουν να στείλουν ακόμα και στο απόσπασμα Έλληνες που παρεκτρέπονται. Την ίδια ώρα, οι Τούρκοι εθνικιστές ετοιμάζουν την αντεπίθεση τους.

Η συνθήκη των Σεβρών

Τα εδάφη που έχασε η Οθωμανική Αυτοκρατορία στην Συνθήκη των Σεβρών
Η Συνθήκη των Σεβρών υπεγράφη στις 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920 στην πόλη Σεβρ (Sevres) της Γαλλίας, φέρνοντας την ειρήνη ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τις Συμμαχικές και σχετιζόμενες Δυνάμεις, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκ μέρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγινε αποδεκτή από τον σουλτάνο Μεχμέτ ΣΤ΄ ο οποίος προσπαθούσε να σώσει τον θρόνο του, αλλά απορρίφθηκε από το ανεξάρτητο κίνημα των Νεότουρκων. Το κίνημα υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ χρησιμοποίησε αυτή τη διένεξη για να αυτοανακηρυχθεί κυβέρνηση και να καταργήσει την μοναρχία.

Οι βασικοί όροι της συνθήκης ήταν: η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέδιδε την κυριαρχία της Μεσοποταμίας (Ιράκ), της Παλαιστίνης και της Υπεριορδανίας στην Βρετανία ως προτεκτοράτα της Κοινωνίας των Εθνών, την Συρία και τον Λίβανο στην Γαλλία επίσης ως προτεκτοράτα. Η Χετζάζ (μέρος της σημερινής Σαουδικής Αραβίας) το Κουρδιστάν και η Αρμενία θα γίνονταν ανεξάρτητα κράτη.
Η Βόρεια Ήπειρος ενσωματωνόταν στο ιδρυόμενο Αλβανικό κράτος, ουσιαστικά προτεκτοράτο της Ιταλίας. Τα Δωδεκάνησα παραδόθηκαν στην Ιταλία η οποία συμφώνησε να τα δώσει εκτός από την Ρόδο και το Καστελλόριζο στην Ελλάδα, και αν η Βρετανία έδινε την Κύπρο στην Ελλάδα, τότε (μετά από δημοψήφισμα), οι Ιταλοί θα έδιναν κι αυτά τα νησιά (η συμφωνία ακυρώθηκε από την Ιταλία το 1922).
Στην Ελλάδα παραχωρούνταν τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, και η Θράκη, από την οποία η Βουλγαρία παραιτούνταν οριστικά από κάθε δικαίωμά της σε αυτή. Η περιοχή της Σμύρνης έμενε υπό την ονομαστική επικυριαρχία του Σουλτάνου αλλά θα διοικούνταν από Έλληνα Αρμοστή ως εντολοδόχο των Συμμάχων, και θα μπορούσε να προσαρτήθει στην Ελλάδα μετά από πέντε χρόνια με δημοψήφισμα.
Τα στενά των Δαρδανελίων και η θάλασσα του Μαρμαρά αποστρατικοποιήθηκαν και έγιναν διεθνής περιοχή. Οι Σύμμαχοι απέκτησαν τον οικονομικό έλεγχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τέλος, καθορίζονταν η ισότητα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων.
Η Σοβιετική Ένωση δεν συμμετείχε και έκανε ξεχωριστή συνθήκη με τους Οθωμανούς. Μετά την επικράτηση των Νεότουρκων, που μετέφεραν την πρωτεύουσα στην Άγκυρα, και την Μικρασιατική Καταστροφή, οι σύμμαχοι αναγκάστηκαν να υπογράψουν νέα συνθήκη (Συνθήκη της Λωζάνης) το 1922, με ευνοϊκότερους όρους για την (πλέον) Τουρκία. Ωστόσο, η συνθήκη αυτή δεν ίσχυσε ποτέ, διότι δεν εγκρίθηκε από κανένα κοινοβούλιο των χωρών της Αντάντ, ούτε της Ελλάδος. Ουσιαστικά δεν απέκτησε νομική οντότητα.

Οι συμμαχικές και οι σχετιζόμενες δυνάμεις ήταν: Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία (πρωταρχικοί σύμμαχοι), Αρμενία, Βέλγιο, Ελλάδα, Χετζάζ, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Γιουγκοσλαβία και Τσεχοσλοβακία.

Η Συνθήκη των Σεβρών και η κλιμάκωση του πολέμου της Μικράς Ασίας

Με την συνθήκη των Σεβρών, φαίνεται να τερματίζεται θριαμβευτικά η πολεμική περιπέτεια που είχε ξεκινήσει η Ελλάδα το 1920. Η Ελλάδα ενσωματώνει την Ανατολική Θράκη και νομιμοποιεί την παρουσία της στην Μικρά Ασία, ενώ παράλληλα δείχνει να κερδίζει την μάχη για τα Δωδεκάνησα και την Κύπρο. Η Ελλάδα των «Δύο Ηπείρων και των Πέντε Θαλασσών» είναι πια πραγματικότητα, που θα αποδειχθεί όμως εφήμερη.

Στις 28 Ιουλίου του 1920 τερματίζεται και τυπικά για την Ελλάδα και την Τουρκία ο Πόλεμος. Σε μια αίθουσα του δημαρχείου των Σεβρών, κοντά στο Παρίσι, υπογράφεται η τελική συνθήκη ειρήνης ανάμεσα στη σουλτανική κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης και τους συμμάχους της Αντάντ. Την Ελλάδα εκπροσωπούν (και υπογράφουν) ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Έλληνας πρεσβευτής στο Παρίσι Άθως Ρωμανός. Η συνθήκη, γενικά, είναι άκρως καταδικαστική για την Τουρκία, που ουσιαστικά διαλύεται και χάνει τα αραβικά της εδάφη, την Ανατολική Θράκη και μεγάλες περιοχές της δυτικής, της βόρειας και της νότιας Μικράς Ασίας.

Οι όροι της Συνθήκης.

Άκρως ωφελημένη από τη Συνθήκη των Σεβρών έβγαινε η Ελλάδα, που κατοχύρωνε επισήμως την κατοχή της Δυτικής Θράκης και παράλληλα ενσωμάτωνε και την Ανατολική, μέχρι περίπου την Κωνσταντινούπολη (η πόλη αυτή και τα Στενά περνούσαν σε καθεστώς διεθνούς ελέγχου). Ακόμα, η Ελλάδα έπαιρνε τα νησιά Ίμβρο και Τένεδο και επισημοποιούσε την παρουσία της στην περιοχή της Σμύρνης και στην ενδοχώρα της (που βρίσκονταν ήδη υπό ελληνικό έλεγχο, από το Μάιο του 1919). Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι το καθεστώς της ελληνικής κατοχής της Σμύρνης ήταν ιδιόμορφο και είχε πενταετή διάρκεια. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, οι κάτοικοι θα αποφάσιζαν ελεύθερα με δημοψήφισμα για την ενσωμάτωση της όλης περιοχής στην Ελλάδα.
Πέρα από τις πιο πάνω ρυθμίσεις, η Ελλάδα φαινόταν να έχει ήδη εξασφαλίσει τα Δωδεκάνησα πλην της Ρόδου (με ιδιαίτερη ελληνοϊταλική συμφωνία) και την Κύπρο (υπήρχε σχετική βρετανική υπόσχεση), ενώ συνεχίζονταν οι διαβουλεύσεις και για τη Βόρειο Ήπειρο.

Η συνθήκη και οι Έλληνες.

Οι όροι αυτοί αποτελούσαν οπωσδήποτε θριαμβευτική νίκη για την Ελλάδα και δικαίωση των θυσιών στις οποίες είχε υποβληθεί από το 1912 και ιδίως από το 1916-17, οπότε μπήκε ουσιαστικά και τυπικά στον Παγκόσμιο Πόλεμο με την πλευρά της Αντάντ. Ακόμα, αποτελούσε πλήρη δικαίωση της εξωτερικής πολιτικής που είχε ακολουθήσει από το 1914 ο Ελευθέριος Βενιζέλος, μιας πολιτικής που τον έφερε σε σύγκρουση με το βασιλιά Κωνσταντίνο και σηματοδότησε την οδυνηρή περίοδο του Εθνικού Διχασμού (1915-17).

Στη βάση αυτή, οι βενιζελικοί πανηγύρισαν την υπογραφή της συνθήκης και θεώρησαν ότι αυτή παγίωνε τα ελληνικά δίκαια και ότι, επομένως, αποτελούσε τη σταθερή βάση για τον τελικό ελληνικό θρίαμβο -με τη σύμπραξη της διεθνούς κοινότητας- στο ανοιχτό ακόμα μέτωπο της Μικράς Ασίας, όπου «είχε σηκώσει κεφάλι» ο Κεμάλ με τους ακραίους εθνικιστές του. Τον ενθουσιασμό αυτόν δεν συμμεριζόταν η κωνσταντινική αντιπολίτευση, που -με σαφή έλλειψη μεγαλοψυχίας- εξακολουθούσε να καθορίζεται από τα διχαστικά σύνδρομα, και να παρουσιάζει τη συνθήκη ως αποτυχία. Και οι δύο, πάντως πλευρές, δεν φαίνονταν να εντοπίζουν τους πραγματικούς κινδύνους που δημιουργούσε για την Ελλάδα η ασταθής διεθνής κατάσταση, και οι αυξανόμενες στρατιωτικές δυσκολίες στη Μικρά Ασία.

Η συνθήκη και οι Τούρκοι.

Η υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών βρήκε την Τουρκία σε κατάσταση αναστάτωσης. Η σουλτανική κυβέρνηση είχε χάσει πλέον ολοκληρωτικά το κύρος της και ουσιαστικά η εξουσία της περιοριζόταν στην Κωνσταντινούπολη και σε περιοχές ελεγχόμενες από τους συμμάχους. Πραγματικός κυρίαρχος των εξελίξεων ήταν πλέον ο Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος είχε ξεκινήσει το κίνημα αντίστασης εναντίον των Ελλήνων και είχε επιβάλει τον πρωταγωνιστικό του ρόλο με τα εθνικά συνέδρια του Ερζερούμ και της Σεβάστειας (Αύγουστος – Σεπτέμβριος του 1919) και αργότερα με τη σύγκληση της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης στην Άγκυρα (Μάρτιος 1920).

Για τον Τούρκο ηγέτη και τους οπαδούς του, η Συνθήκη των Σεβρών δεν ήταν παρά ένα «κουρελόχαρτο» ανάλογο με εκείνο της Ανακωχής του Μούδρου (1918), που θα ακυρωνόταν στην πράξη με την ένοπλη αντίσταση του τουρκικού λαού εναντίον των ξένων εισβολέων. Κύριος στόχος ήταν φυσικά οι Έλληνες (οι μόνοι που είχαν ιστορικούς τίτλους στη Μικρά Ασία) και δευτερεύοντες οι Γάλλοι, οι Ιταλοί και οι Άγγλοι, με τους οποίους θα μπορούσε να γίνει (όπως κι έγινε) τελικός συμβιβασμός.

Στο πλευρό του φαινόταν να βρίσκεται, άλλωστε, και το νεαρό σοβιετικό καθεστώς της Ρωσίας, το οποίο είχε κάθε λόγο να αντιπαρατίθεται στην Αντάντ αλλά και ειδικά στην Ελλάδα (που είχε συμμετάσχει στην εκστρατεία της Ουκρανίας του 1919 εναντίον των μπολσεβίκων).

Η συνθήκη και οι σύμμαχοι.

Με τη Συνθήκη των Σεβρών οι σύμμαχοι της Αντάντ επιτυγχάνουν όλους σχεδόν τους αντικειμενικούς στόχους που είχαν θέσει. Οι Άγγλοι φαίνονται να κερδίζουν τη μερίδα του λέοντος, θέτοντας κάτω από άμεσο ή έμμεσο έλεγχο τους μια τεράστια περιοχή, που ξεκινά από τον Εύξεινο και την Κωνσταντινούπολη και φτάνει έως τη νότια Αραβία και τον Περσικό κόλπο. Ακόμα, επιβεβαιώνουν -για λογαριασμό των ίδιων και των συμμάχων τους- το διαβόητο αποικιακού τύπου καθεστώς των «διομολογήσεων». Άμεσα ωφελημένοι εμφανίζονται και οι Γάλλοι, που εξασφαλίζουν ισχυρά ερείσματα στη Μέση Ανατολή και στην Κιλικία της Μικράς Ασίας. Ακολουθούν οι Ιταλοί, με επίσης «δικαιώματα» επί της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας και με σταθερή (παρά τις αντίθετες υποσχέσεις τους προς τον Βενιζέλο) την παρουσία τους στα Δωδεκάνησα.

Οι σύμμαχοι αυτοί, αν και συναινούν στις παραχωρήσεις προς την Ελλάδα, δεν δείχνουν διατεθειμένοι και να τις επιβάλουν στους Τούρκους εθνικιστές του Κεμάλ. Πλέον ουδέτεροι παρουσιάζονται οι Άγγλοι, οι οποίοι ωστόσο είναι εκείνοι που είχαν υποστηρίξει με τη μεγαλύτερη θέρμη τον Βενιζέλο, ως προς την ικανοποίηση των ελληνικών δικαίων (γνωρίζοντας ίσως ότι η ελληνική παρουσία στη Μικρά Ασία θα λειτουργούσε ως προστατευτική ασπίδα για τους ίδιους). Ως προς τους Γάλλους, που είχαν εκφράσει επιφυλάξεις για τη βιωσιμότητα της Συνθήκης των Σεβρών, αυτοί θα κινηθούν γρήγορα προς την κατεύθυνση εξυπηρέτησης των δικών τους αποκλειστικά συμφερόντων και σύντομα θα προσεγγίσουν τον Κεμάλ, για να προσκομίσουν άμεσα και έμμεσα οικονομικά και πολιτικά οφέλη. Ακόμη πιο εχθρικοί για την Ελλάδα θα σταθούν οι Ιταλοί, που είχαν σταθεί αρνητικοί προς τα ελληνικά δίκαια στη Μικρά Ασία, είχαν υπογράψει όμως -κάτω από πιέσεις- τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης των Σεβρών. Αυτοί, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, θα μετατραπούν σε
ουσιαστικούς συμμάχους του Κεμάλ, οπότε και θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια για τη νίκη του επί των Ελλήνων.

Συνέπειες.

Η Συνθήκη των Σεβρών υπήρξε πράγματι θρίαμβος για την ελληνική διπλωματία, που όμως -όπως αποδείχτηκε- δεν καλυπτόταν από ουσιαστικές συμμαχικές εγγυήσεις και δεν έπειθε για την αποτελεσματικότητα της. Όσα είχε κερδίσει η Ελλάδα, θα έπρεπε δυστυχώς, να τα κατοχυρώσει στο πεδίο της μάχης, αντιμέτωπη μ’ έναν ισχυρό και φανατισμένο εχθρό -το εθνικιστικό κίνημα του Κεμάλ- που κάθε άλλο παρά εμφανιζόταν ανοργάνωτο και διπλωματικά απομονωμένο. Με τη Συνθήκη των Σεβρών η σουλτανική εξουσία καταρρακώνεται πλήρως στη συνείδηση του τουρκικού λαού και οι κεμαλικοί αναδεικνύονται σε πραγματικούς κυρίαρχους του παιχνιδιού και σε μοναδικούς φορείς εξουσίας. Η πραγματικότητα αυτή δεν αγνοείται από το νεαρό σοβιετικό καθεστώς του Λένιν, που υποστηρίζει ανοιχτά τους Τούρκους εθνικιστές και στις 3 Δεκεμβρίου 1920, υπογράφει μ’ αυτούς την περίφημη Συνθήκη του Αλεξαντροπόλ, που σχεδόν ισοδυναμούσε με σύναψη πολιτικοστρατιωτικής συμμαχίας. Η κίνηση εκείνη του Λένιν είναι εύκολα εξηγήσιμη, αν υπολογίσει κανείς τη στάση που είχαν
κρατήσει οι σύμμαχοι της Αντάντ (αλλά και η ίδια η Ελλάδα) απέναντι στην επανάσταση του. Η τουρκοσοβιετική προσέγγιση θα επιδράσει καταλυτικά στο θέατρο της διεθνούς πολιτικής και γρήγορα θα μετατρέψει τον Κεμάλ σε συνομιλητή των εταίρων της Αντάντ, που σταδιακά θα εγκαταλείψουν την Ελλάδα κυριολεκτικά στην τύχη της, για να υπερασπιστούν τα δικά τους ανατολικά συμφέροντα. Την πολιτική αυτή μεταστροφή τους (που ισοδυναμούσε με ουσιαστική ακύρωση της Συνθήκης των Σεβρών) θα διευκολύνουν οι δραματικές πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα, δηλαδή η ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 και η επιστροφή των αντιπάλων του στην εξουσία. Το γεγονός αυτό θα δώσει το άλλοθι στους Αγγλογάλλους, ώστε να αποστασιοποιηθούν πλήρως από τις όποιες τυπικές δεσμεύσεις είχαν αναλάβει με τη Συνθήκη των Σεβρών και να κινηθούν με λυμένα τα χέρια στην ανατολική τους πολιτική. Με τη στάση τους αυτή, ουσιαστικά προδιαγράφεται πλέον καθαρά, η τραγωδία του 1922.

Επιμέλεια του ιστορικού, Άλκη Ευστρατιάδη.

Κατηγορίες: Άρθρα, Ιστορικά, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.