24 δεκεμβρίου, μνήμη και του Οσίου Νικολάου του από στρατιωτών: Βίος, Ασματική Ακολουθία.

%ce%8c%cf%83%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%9d%ce%b9%ce%ba%cf%8c%ce%bb%ce%b1%ce%bf%cf%82-%ce%bf-%ce%b1%cf%80%cf%8c-%cf%83%cf%84%cf%81%ce%b1%cf%84%ce%b9%cf%89%cf%84%cf%8e%ce%bd

Τω αυτώ μηνί (Δεκεμβρίω) ΚΔ΄, μνήμη και του Οσίου Πατρός ημών Νικολάου του από στρατιωτών, και διήγησις ωφέλιμος.

Κανών πρόκειται σωφρονούσιν εν βίω,
Ο Νικολάου σωφρονέστατος βίος.

Ο όσιος Νικόλαος έζησε στα χρόνια της βασιλείας του Νικηφόρου1 και ήταν στρατιώτης. Όταν λοιπόν ο βασιλιάς ξεκίνησε να πολεμήσει τους Βουλγάρους, ακολούθησε κι εκείνος το στράτευμα. Διαβαίνοντας από ένα τόπο, τον βρήκε η νύχτα. Πήγε να κοιμηθεί σ’ ένα πανδοχείο. Αφού δείπνησε μαζί με τον πανδοχέα, αποσύρθηκε. Προσευχήθηκε και πλάγιασε να κοιμηθεί.

Γύρω στη δεύτερη με τρίτη φυλακή της νύχτας2 η θυγατέρα του πανδοχέα, αιχμαλωτισμένη από σατανικό έρωτα για το Νικόλαο, πήγε και ξύπνησε τον δίκαιο, παρακινώντας τον σε σαρκική ένωση μαζί της. Αλλά ο άγιος της λέει:

-Συγκράτησε, γυναίκα, το σατανικό και άνομο έρωτά σου! μη θελήσεις και την παρθενία σου να μολύνεις κι εμένα τον ταλαίπωρο να ρίξεις στα βάθη του άδη.

Η κόρη έφυγε προσωρινά, αλλά μετά από λίγο ήρθε κι ενοχλούσε πάλι τον άγιο. Εκείνος τη μάλωσε τώρα αυστηρά πριν την διώξει. Απομακρύνθηκε ξανά η νέα. Μεθυσμένη όμως, καθώς ήταν, από τον έρωτα, δεν άργησε να επιστρέψει κοντά του. Της λέει τότε ο άγιος:

-Ταλαίπωρη! Αδιάντροπη! Αναιδέστατη! Δε βλέπεις που σε χορεύουν οι δαίμονες, για να καταστρέψουν την παρθενία σου και να ρίξουν τη ψυχή σου στην κόλαση, αφού πρώτα σε γελοιοποιήσουν και σε ξεφτιλίσουν στους συγγενείς σου και σ’ όλο τον κόσμο; Δε βλέπεις ότι κι εγώ, ο τιποτένιος, πορεύομαι, με το Θεό βοηθό, σε έθνη βάρβαρα, σε πολέμους κι αιματοχυσίες; Πώς λοιπόν να μολύνω τη σάρκα μου, πηγαίνοντας σε πόλεμο;

Αυτά και άλλα παρόμοια της είπε και την έδιωξε. Ύστερα σηκώθηκε, προσευχήθηκε και αναχώρησε.

Τη νύχτα όμως, όταν κοιμήθηκε, είδε σε όνειρο πως στεκόταν σ’ έναν ωραίο τόπο. Κοντά του καθόταν κάποιος δυνάστης, με το δεξί του πόδι βαλμένο πάνω στ’ αριστερό, που στράφηκε και του είπε:

-Βλέπεις τα στρατεύματα και των δύο παρατάξεων;

-Ναι, Κύριε, αποκρίθηκε ο Νικόλαος. Βλέπω τους Ρωμαίους3 να μακελεύουν τους Βουλγάρους.

Τότε ο δυνάστης εκείνος λέει στον άγιο:

-Κοίταξέ με!

Στράφηκε και τον κοίταξε. Είδε τότε ν’ αλλάζει τη θέση των ποδιών του. Κατέβασε στη γη το δεξί και πάνω σ’ αυτό έβαλε τ’ αριστερό. Σαν έγινε αυτό, ο άγιος έστρεψε πάλι το βλέμμα του στο πεδίο της μάχης. Και τι να δει! Οι εχθροί πετσόκοβαν αλύπητα τους Ρωμαίους. Μόλις σταμάτησε η σφαγή, ο δυνάστης λέει στο στρατιώτη:

-Παρατήρησε προσεκτικά τον τόπο της σφαγής, και πες μου τι βλέπεις.

Ο άγιος κοίταξε με προσοχή, και είδε όλο τον τόπο, όσο έπιανε το μάτι του, γεμάτο νεκρά σώματα. Ανάμεσά τους όμως ήταν ένα καθαρό κομμάτι γης, όσο ένα κρεβάτι, καλυμμένο με καταπράσινο χορτάρι.

-Κύριε, λέει στο δυνάστη, όλος ο τόπος είναι γεμάτος με τα πτώματα των Ρωμαίων, εκτός από ένα τμήμα γης, όσο μια κλίνη.

-Και τί νομίζεις πώς είναι αυτό;

-Άμαθος είμαι, Κύριε, και δεν ξέρω.

-Δικό σου είναι αυτό το πράσινο κομμάτι γης, που βλέπεις να έχει μάκρος μιας κλίνης. Ήταν να σφαχτείς κι εσύ μαζί με τους συμπολεμιστές σου και να πέσεις εκεί, πιάνοντας τον τόπο που βλέπεις άδειο. Επειδή όμως την περασμένη νύχτα απόδιωξες με σύνεση το τρισδόλιο φίδι, που τρεις φορές σου ρίχτηκε για να σε θανατώσει, να, έσωσες έτσι ο ίδιος τον εαυτό σου απ’ αυτή τη σφαγή. Φυλάγοντας την κλίνη σου αμίαντη, έσωσες και την ψυχή και τη ζωή σου. λοιπόν, ούτε θάνατος ψυχικός θα σε βρει ποτέ, αν με υπηρετήσεις γνήσια.

Ο Νικόλαος ξύπνησε γεμάτος έκπληξη και τρόμο γι’ αυτά που είδε στον ύπνο του. Σηκώθηκε και ρίχτηκε στην προσευχή. Έπειτα άφησε τον υπόλοιπο στρατό και γύρισε πίσω. Αφού περπάτησε μιας μέρας δρόμο, ανέβηκε σ’ ένα βουνό κι άρχισε πάλι να προσεύχεται, παρακαλώντας το Θεό για το στρατό των Ρωμαίων.

Στο μεταξύ ο βασιλιάς Νικηφόρος μπήκε στις κλεισούρες της Βουλγαρίας. Οι Βούλγαροι τότε ανέβηκαν στο βουνό, αφήνοντας για φύλαξη του τόπου λίγο μόνο στρατό, δεκαπέντε χιλιάδες στρατιώτες πάνω – κάτω, που οι Ρωμαίοι τους κατάκοψαν. Μετά απ’ αυτή την επιτυχία όμως οι Ρωμαίοι το πήραν επάνω τους κι έγιναν απρόσεχτοι. Προχωρούσαν λοιπόν μέσα στη χώρα χωρίς προφυλάξεις. Ξαφνικά όρμησαν εναντίον τους οι Βούλγαροι, και κατακρεούργησαν ολόκληρο σχεδόν το στράτευμα μαζί με το βασιλιά Νικηφόρο.

Θυμήθηκε τότε ο άγιος την οπτασία του, ευχαρίστησε το Θεό κι έφυγε από κει κλαίγοντας και θρηνώντας. Πήγε κατευθείαν σ’ ένα μοναστήρι, όπου πήρε το άγιο μοναχικό σχήμα, κι έγινε μεγάλος και διακριτικότατος γέροντας, δουλεύοντας γνήσια στο Θεό αρκετά χρόνια.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ.

1. Νικηφόρος Α’ (802-811): Πρώην γενικός λογοθέτης του κράτους, ανέβηκε στο θρόνο μετά από στάση μερίδας των πατρικίων, με την οποία απομακρύνθηκε η Ειρήνη η Αθηναία (797-802). Ο Νικηφόρος επιχείρησε εσωτερική αναδιοργάνωση και οικονομική ανόρθωση του κράτους. Άσχετος όμως με τα στρατιωτικά («ερασιτέχνη στρατιωτικό» τον ονομάζει ο Στ. Ράνσιμαν {Βυζαντινός Πολιτισμός, «Γαλαξίας», Αθήνα 1978, σελ. 51}, άφησε τους Άραβες να καταλάβουν την Κρήτη και αντιμετώπισε χωρίς επιτυχία τους Βουλγάρους. Στη δεύτερη εκστρατεία του εναντίον των τελευταίων, είχε αρχικά αλλεπάλληλες επιτυχίες. Μετά όμως, όταν οι στρατιώτες του ήταν αμέριμνοι και διαλυμένοι, ο αρχηγός των Βουλγάρων Κρούμος (803-814) επιτέθηκε αιφνιδιαστικά εναντίον τους, οπότε έπαθαν πανωλεθρία. Ο Νικηφόρος σκοτώθηκε, ο γιος και διάδοχός του Σταυράκιος τραυματίστηκε θανάσιμα και ο στρατός υποχώρησε άτακτα. Ο Κρούμος κατασκεύασε από το κρανίο του νεκρού αυτοκράτορα ένα κύπελο, από το οποίο υποχρεώθηκαν να πιουν όλοι οι Βούλγαροι αξιωματούχοι (Α. Α. Vasiliev,
Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας {324-1453}, μετ. Δημ. Σαβράμη, Αθήναι χ.χ., σελ. 349).

Η «ανάμνησις των εν Βουλγαρία τελειωθέντων Χριστιανών επί Νικηφόρου του βασιλέως» τελείται από την Εκκλησία μας στις 23 Ιουλίου.

2. Φυλακή? εδώ: η βάρδια. Πρόκειται για ένα τρόπο υπολογισμού του χρόνου, με βάση τις τέσσερις βάρδιες των στρατιωτικών σωμάτων περιφρουρήσεως της τάξεως στη διάρκεια της νύχτας (Σουΐδα: «φυλακή: το τέταρτον μέρος την νυκτός? τετραχή γαρ διήρηται. Και φυλακαί της νυκτός: αι διαιρέσεις, καθ’ ας οι φύλακες τας φυλακάς αλλήλοις εγχειρίζουσι»).
3. Ρωμαίοι: Όνομα που από τον 3ο μ. Χ. αιώνα μέχρι την άλωση (1453) δήλωνε γενικά τους πολίτες του εξελληνισμένου πολιτιστικά ρωμαϊκού κράτους. Από τον 4ο αι. Ρωμαίοι (και Ρωμηοί) ονομάζονται όλοι οι πολίτες της χριστιανικής οικουμένης, της Ρωμανίας. Από τους απογόνους των Φράγκων καθιερώθηκαν οι όροι Βυζάντιο και βυζαντινοί. Ωστόσο «κράτος γνωστόν επισήμως ως ¨βυζαντινόν¨ δεν υπήρξε ποτέ {…}. Τους εαυτούς των ωνόμαζον (οι ¨βυζαντινοί¨) μόνον Ρωμαίους, η αυτοκρατορία των ήτο ρωμαϊκή και πρωτεύουσά των η Νέα Ρώμη» (Ιω. Καραγιαννοπούλου, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, τ. Α’, Θεσσαλονίκη 1978, σελ. 19 κ.ε.).

Από το βιβλίο: Διηγήσεις φοβερές και ωφέλιμες: Από τα Μηναία της Εκκλησίας μας – Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Ασματική Ακολουθία του Οσίου Νικολάου του από στρατιωτών.zip

Παράβαλε και:
24 Δεκεμβρίου, μνήμη και του Αγίου Νεομάρτυρος Αχμέδ: Συναξάριον (κείμενο και αρχείο ήχου, mp3).

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Ιερές Ακολουθίες, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.