Η πλουσία άγρα των ιχθύων και η κλήσις 4 μαθητών – Ιερομ. Κοσμά Δοχειαρίτου.

(Λουκ. ε, 1-11)

Καθώς τα πλήθη συνωστίζονταν κάποτε γύρω Του για ν’ ακούσουν τον λόγο του Θεού κι εκείνος στεκόταν στην όχθη της λίμνης Γεννησαρέτ, είδε δύο ψαροκάϊκα στην άκρη της λίμνης. Οι ψαράδες είχαν κατεβεί απ’ αυτά και έπλεναν τα δίχτυα.

Εκείνος ανέβηκε σ’ ένα από τα ψαροκάϊκα, σ’ αυτό που ήταν του Σίμωνα, και τον παρακάλεσε να τραβηχτεί λίγο από την ξηρά. Κάθισε στο ψαροκάϊκο και απ’ αυτό δίδασκε τα πλήθη. Όταν τελείωσε την ομιλία του, είπε στον Σίμωνα: «Πήγαινε στα βαθιά και ρίξτε τα δίχτυα σας για ψάρεμα». Ο Σίμων του αποκρίθηκε: «Διδάσκαλε, όλη τη νύχτα παιδευόμασταν και δεν πιάσαμε τίποτε˙ επειδή όμως το λες εσύ, θα ρίξω το δίχτυ».62 Το έριξαν κι έπιασαν πάρα πολλά ψάρια, τόσα που το δίχτυ τους άρχισε να σκίζεται.63 Με νεύματα ειδοποίησαν τους συνεταίρους τους, που ήταν στο άλλο πλοίο να έρθουν να τους βοηθήσουν. Εκείνοι ήρθαν και γέμισαν και τα δύο ψαροκάϊκα σε σημείο που να κινδυνεύουν να βυθιστούν.64 Όταν ο Σίμων Πέτρος είδε τι έγινε, έπεσε στα γόνατα του Ιησού και του είπε:

«Βγες από το καϊκι μου, Κύριε, γιατί είμαι άνθρωπος αμαρτωλός». Αυτά τα είπε γιατί είχε κυριευτεί από δέος, αυτός και όλοι όσοι ήσαν μαζί του, για τα πολλά ψάρια που είχαν πιάσει. Το ίδιο συνέβη και με τα παιδιά του Ζεβεδαίου, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, που ήταν συνεργάτες του Σίμωνα. Ο Ιησούς τότε είπε στον Σίμωνα: «Μη φοβάσαι, από τώρα θα ψαρεύεις ανθρώπους».65 Ύστερα, αφού τράβηξαν τα ψαροκάϊκα στη στεριά, άφησαν τα πάντα και τον ακολούθησαν.

ΣΧΟΛΙΑ

(62) «Ο Σίμων του αποκρίθηκε: «Διδάσκαλε, όλη τη νύχτα παιδευόμασταν και δεν πιάσαμε τίποτε: επειδή όμως το λες εσύ, θα ρίξω το δίχτυ».

Μακράν και πλησίον του Χριστού.

Α’. Μακράν του Χριστού. Εκ του Ευαγγελίου: «Δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν», λέγει ο Πέτρος εις τον Ιησούν εις εντολήν Του, όπως ρίψωσι πάλιν τα δίκτυα. Επομένως μακράν του Χριστού είχον «νύκτα». Δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες «ουδέν ελάβομεν» επομένως είχε κόπον και ακαρπίαν. Ώστε νύκτα, κόπος, ακαρπία μακράν του Χριστού. Πράγματι!
Εκ της ζωής.

1) Νύκτα. Δύο είναι τα μάτια μας, με τα οποία δεχόμεθα το ηλιακόν φώς, δύο είναι τα σκοτάδια που κάνουν να έχη μεσάνυχτα η ψυχή μας: η απιστία, η αμαρτία. Συνεπώς παντοτεινοί ξενύχτες είναι εκείνοι, οι οποίοι δεν πιστεύουν εις τον Χριστόν και εκείνοι οι οποίοι πιστεύουν μεν, αλλά ζουν εν τη αμαρτία. Θέλετε αποδείξεις; Λάβετε το προχριστιανικόν παρελθόν δια το πρώτον, ότε η ανθρωπότης επάλαιε να εύρη την αλήθειαν και δεν ηδύνατο. Οι σοφώτατοι Έλληνες ακόμη εκυλίοντο εις την πολυθεΐαν και ο σοφώτατος πάντων Σωκράτης ωμολόγει την άγνοιάν του «εν οίδα ότι ουδέν οίδα». Θέλετε αποδείξεις του δευτέρου; Κυττάξετε το παρόν, το εντός και εκτός ημών, ένθα βασιλεύουν τα πάθη. Κυττάξετε τα πάθη σας και τα πάθη των άλλων. Σκότος! Η φιλαργυρία, η χαιρεκακία, η ζηλοτυπία, ο φθόνος, το μίσος, ο εγωϊσμός, κ.λ.π. ένα κοινόν σημείον έχουν, που τα ενώνει. Το σκότος! Επομένως οι άπιστοι και αμαρτωλοί, οι παντοτεινοί αυτοί ξενύχτες, ζώντες εν τω σκότει δεν γνωρίζουν πόθεν έρχονται και που υπάγουν. Πλανώνται!
Ώστε μακράν του Χριστιανισμού, έχομεν ανησυχίαν και ουδεμίαν ωφέλειαν.

Β’ Πλησίον του Χριστού. Εκ του Ευαγγελίου. Με την ανατολήν του ηλίου ενεφανίσθη και ο νοητός ήλιος ο Χριστός. Τη εντολή Αυτού ρίπτονται και πάλιν τα δίκτυα, επαναλαμβάνεται η εργασία των και το αποτέλεσμα είναι η πλουσία άγρα των ιχθύων. Οι Απόστολοι πλησίον του Χριστού είχον όχι μόνον πλήθος ιχθύων και συναίσθησιν ταπεινότητος έναντι του Κυρίου αλλά συνέλαβον πλήθος ανθρώπων, τους οποίους εφώτισαν. Επομένως πλησίον του Χριστού υπάρχει το φως, ο κόπος η ευκαρπία.
(Αρχιμανδρίτης, Ιωήλ Γιαννακόπουλος. )

(63) «Το έριξαν κι έπιασαν πάρα πολλά ψάρια, τόσα που το δίχτυ άρχισε να σκίζεται».
Δύο φορές πήγαν να ψαρέψουν οι μαθηταί του Χριστού. Τη μια φορά όλη νύκτα κοπίασαν και δεν πιάσανε λέπι, γιατί απουσίαζε από εκεί ο Χριστός. Τη δεύτερη φορά, όταν πήγαν κατόπιν εντολής και ευλογίας του να ψαρέψουν, τα δίχτυα γέμισαν από ψάρια.

Τί διδάσκει αυτό, αγαπητοί μου; Ότι η εργασία έχει αξία, αλλά μέχρι ενός σημείου. Διότι παραπάνω από την εργασία ο άνθρωπος έχει ανάγκη από την ευλογία του Θεού. Ό,τι να κάνη, πρέπει ν’ αρχίζη από τον Θεό, ν’ αρχίζη και να τελειώνη με τον τίμιο σταυρό.
(Αρχιερεύς, Καντιώτης Αυγουστίνος)

(64) «Εκείνοι ήρθαν και γέμισαν και τα δύο ψαροκάικα σε σημείο που να κινδυνεύουν να βυθιστούν».
Πολλοί, βλέποντες εις την θάλασσαν τα ψάρια να φεύγουν, όταν συμβή μικρότατος κτύπος, πείθονται, ότι αυτά έχουσιν οξυτάτην ακοήν˙ αυτά όμως, επειδή είναι εστερημένα των οργάνων της ακουστικής δυνάμεως, ουδεμίαν αίσθησιν ακοής έχουσιν, άλλ’ είναι παντελώς κωφά. Πόθεν λοιπόν κινούνται και φεύγουσιν, όταν ακουσθή κτύπος; Ο οποιοσδήποτε κτύπος ουδέν άλλο είναι, ει μη κίνησις του αέρος γινομένη υπό του κτυπώντος σώματος˙ ο δε αήρ, κινούμενος και κυματιζόμενος, συγκινεί και συγκυματίζει το ύδωρ του οποίου εφάπτεται. Τα ψάρια είναι μεν εστερημένα της ακοής, έχουσιν όμως αισθητικωτάτην της αφής την αίσθησιν: όθεν την κίνησιν του ύδατος, την υπό του κτύπου γινομένην, αισθανόμενα, μεταβαίνουσιν ευθύς εις άλλον τόπον.

Κωφά ήσαν τα ψάρια της λίμνης Γεννησαρέτ, καθώς και πάντα τα άλλα ψάρια˙ πλην όταν, ελθών ο Ιησούς εις την λίμνην εκείνην, είπεν εις τους μαθητάς αυτού «Χαλάσατε τα δίκτυα υμών εις άγραν» (Λουκ. ε, 4), τότε ήκουσαν, έστω και αν ήσαν κωφά, της δεσποτικής αυτού φωνής, και ακούσαντα υπήκουσαν το εξουσιαστικόν πρόσταγμα αυτού˙ όθεν δεν έφυγον, άλλ’ ήλθον˙ δεν διεσκορπίσθησαν, αλλά συνήχθησαν, και εκλεισθησαν εις το δίκτυον˙ τοσούτον δε πλήθος συνήχθη, ώστε το μεν δίκτυον εσχίζετο, οι δε αλιείς εγέμισαν δύο πλοία.

Ημείς έχομεν της ακοής τα όργανα, έχομεν ωτία, ακούομεν καθ’ εκάστην ημέραν την δεσποτικήν φωνήν του Ευαγγελίου˙ πλην μηδόλως υπακούοντες εις τα θεία προστάγματα αυτού, γινόμεθα αλογώτεροι και κωφότεροι των αλόγων και κωφών ψαριών. Εφαπλούσι την σήμερον οι ιεροκήρυκες δια της ερμηνείας τον ευαγγελικόν λόγον, καθώς τότε οι Απόστολοι τα δίκτυα δια της αλιευτικής τέχνης˙ πλην οι άνθρωποι, ακούοντες του Θεού το πρόσταγμα, δεν υπακούουσιν, ουδέ συνάγονται υποκάτω εις τον ελαφρότατον του Κυρίου ζυγόν, καθώς τότε τα ψάρια εις τα δίκτυα, αλλά παρακούουσι και φεύγουσι. Τι άλλο λοιπόν μένει εις τους ιεροκήρυκας ει μη η σιωπή; Ουχί τούτο, διότι περί τούτου εκήρυξεν ο Παύλος το ουαί˙ Ουαί δε μοι εστίν, εάν μη ευαγγελίζωμαι» (Α’ Κορ. θ’, 16).

Ο αλιεύς εκπληροί όλον το χρέος αυτού, όταν και απλώση επιτήδεια και σύρη, ως πρέπει, τα δίκτυα˙ ομοίως και ο ιεροκήρυξ, όταν ευσεβώς διδάξη της θείας γραφής τον λόγον, και διερμηνεύση αυτόν θεοπρεπώς τότε όλον το χρέος αυτού επλήρωσεν. Ημείς λοιπόν θα σπουδάσωμεν, στηρίζοντες πάσαν την ελπίδα μας εις την θείαν χάριν, και να διδάξωμεν και να διερμηνεύσωμεν τον σημερινόν ευαγγελικόν λόγον˙ έργον δε ιδικόν σας είναι και η ευλαβής του λόγου ακρόασις και η πρόθυμος εις τον Θεόν υπακοή.
(Αρχιερεύς, Θεοτόκης Νικηφόρος)

(65) «Ο Ιησούς τότε είπε στον Σίμωνα: «Μη φοβάσαι, από τώρα θα ψαρεύεις ανθρώπους».
Τι είπαμε στην αρχή; Ότι το θαύμα αυτό της αλιείας επαναλαμβάνεται και σήμερα, και μέχρι συντελείας των αιώνων. Ήταν κάποτε εποχή, που απ’ την Ελλάδα φεύγανε ιεραπόστολοι, αλιείς ψυχών, και πήγαιναν μακριά. Και οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι και οι Ρουμάνοι και η μεγάλη χώρα των Ρώσων γίνανε Χριστιανοί από Έλληνες Ιεραποστόλους. Εκλεκτά, έξοχα παιδιά της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, που δεν επεδίωξαν κοσμική δόξα και πλούτο, σκόρπισαν το φως του Χριστού μέχρι των Ουραλίων ορέων. Ώ Ελλάς, που είναι σήμερα η ιεραποστολή σου; Τα παιδάκια μας να γίνουν δικηγόροι, μηχανικοί… Ιδανικά μας το χρήμα και η δόξα. Ούτε ιεραπόστολοι ούτε παπάδες γίνονται. Ένας πατέρας που το παιδί του, ένα πολύ καλό παιδί, ήθελε να γίνη παπάς, το απείλησε˙ Θα σε σκοτώσω!… Ώ Ελλάς, που κατήντησες, εσύ που γέννησες αλιείς ψυχών; Σήμερα το ράσο έγινε βδελυκτό και μισητό. Και την ώρα αυτή που μιλάμε χίλιες ενορίες δεν έχουν ιερείς, δε χτυπάνε εκεί καμπάνες.

Δεν αρκεί να έρχεστε μόνοι σας. Να το ξέρετε, αν έρχεστε μόνοι σας στην εκκλησία και μόνοι σας στο κήρυγμα, αμαρτάνετε. Όχι, ποτέ μόνοι! Οι γυναίκες, να φέρετε τους άντρες σας. Οι δάσκαλοι, να φέρετε τα παιδιά σας. Οι μικροί, να φέρετε τους γονείς σας. Όλοι να πυκνώσουμε το εκκλησίασμα και το ακροατήριο, να μη μείνη κανείς έξω. Όλοι να βρεθούμε μέσα στο δίχτυ της Εκκλησίας μας, ώστε όλοι, μικροί και μεγάλοι, να γίνουμε μια κιθάρα και να ψάλλουμε το μεγαλείο του Ιησού Χριστού. Ον, παίδες, υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας. Αμήν.
(Αρχιερεύς, Καντιώτης Αυγουστίνος)

Από το βιβλίο: «Ιησούς Χριστός: Βίος, Διδασκαλία, Θαύματα», Α’ τόμος, του Ιερομονάχου Κοσμά του Δοχειαρίτου.

Ιερόν Δοχειαρίτικον Κελλίον, Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Αγιον Ορος 2011.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Κυριακή Α. Λουκά: η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία Νικηφόρου Θεοτόκη «η τήρησις των θείων εντολών», (κείμενο και αρχεία ήχου, mp3).
Κυριακή Α’ Λουκά: Η μεγάλη ψαριά – λόγος του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Άρθρα, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών). Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.