Η θεραπεία του δαιμονισμένου στα Γέργεσα – Ιερομονάχου Κοσμά Δοχειαρίτου.

(Ματθ. η, 28-34˙ Μάρκ. ε, 1-20. Λουκ. η, 26-39)

Ήρθαν στο απέναντι μέρος της λίμνης, στην περιοχή των Γεργεσηνών.143α Εκεί, μόλις ο Ιησούς βγήκε από το πλοιάριο, τον συνάντησε αμέσως ένας άνθρωπος που ερχόταν από τα μνήματα. Ήταν δαιμονισμένος και κατοικούσε στα μνήματα. Δεν μπορούσε κανείς να τον δέσει ούτε με αλυσίδες. Πολλές φορές του είχαν βάλει σιδερένια δεσμά στα πόδια και τον είχαν δέσει με αλυσίδες, αυτός όμως είχε σπάσει τις αλυσίδες κι είχε συντρίψει τα δεσμά. Κανείς δεν μπορούσε να τον δαμάσει. Νύχτα μέρα συνεχώς έμενε στα μνήματα και στα βουνά, έβγαζε κραυγές και κατακοβόταν με πέτρες. Όταν είδε τον Ιησού από μακριά, έτρεξε και τον προσκύνησε. Κραυγάζοντας δυνατά του λέει: «Τι δουλειά έχεις εσύ μ’ εμένα, Ιησού, Υιέ του υψίστου Θεού; Σ’ εξορκίζω στον Θεό να μη με βασανίσεις». Αυτά τα είπε, γιατί ο Ιησούς είχε διατάξει το δαιμονικό πνεύμα να βγει από τον άνθρωπο. Από πολλά χρόνια τον είχε στην εξουσία του. Ο Ιησούς τον ρώτησε: «Ποιό είναι το όνομά σου;» Εκείνος απάντησε: «Λεγεών»˙143 γιατί είχαν μπει μέσα του πολλά δαιμόνια. Τα δαιμόνια, λοιπόν, τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στην άβυσσο.
Εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό, και τα δαιμόνια παρακαλούσαν τον Ιησού να τους επιτρέψει να μπουν στους χοίρους, και τους το επέτρεψε. Βγήκαν, λοιπόν, από τον άνθρωπο και μπήκαν στους χοίρους.144 Τότε το κοπάδι όρμησε προς τον γκρεμό και πνίγηκε στη λίμνη. Μόλις οι βοσκοί είδαν τι έγινε, έφυγαν και το είπαν στην πόλη και στην ύπαιθρο. Βγήκαν οι άνθρωποι να δουν τι έγινε και ήρθαν κοντά στον Ιησού . βρήκαν τον άνθρωπο από τον οποίο βγήκαν τα δαιμόνια να κάθεται δίπλα στον Ιησού, να φοράει ρούχα και να φέρεται λογικά, και φοβήθηκαν.145 Όσοι είχαν δει τι είχε γίνει, τους είπαν για το πώς ο δαιμονισμένος σώθηκε. Τότε όλο το πλήθος από την περιοχή των Γαδάρων παρακαλούσαν τον Ιησού να φύγει από κοντά τους, γιατί τους είχε πιάσει μεγάλος φόβος.146 Ενώ έμπαινε ο Ιησούς στο πλοιάριο, τον παρακαλούσε ο άλλοτε δαιμονισμένος να τον πάρει μαζί του. Ο Ιησούς όμως δεν του το επέτρεψε αλλά του είπε: «Πήγαινε στο σπίτι σου, στους δικούς σου, και διηγήσου σ’ αυτούς το καλό που σου έκανε ο Κύριος και την ευσπλαχνία που σου έδειξε». Εκείνος έφυγε κι άρχισε να διακηρύττει στη Δεκάπολη, τι έκανε γι’ αυτόν ο Ιησούς. Κι όλοι έμεναν κατάπληκτοι.

ΣΧΟΛΙΑ

(143α) Ο Ιησούς αποκαλύπτεται ως Υιός του Θεού.
«Τω καιρώ εκείνω, ελθόντι τω Ιησού εις την Χώραν των Γεργεσηνών, υπήντησαν αυτώ δύο δαιμονιζόμενοι, εκ των μνημείων εξερχόμενοι, χαλεποί λίαν, ώστε μη ισχύειν τινά παρελθείν δια της οδού εκείνης».
Οι άγιοι Ευαγγελισταί Μάρκος (Μάρκ. ε’1) και Λουκάς (Λουκ. η, 26), την αυτήν ιστορίαν διηγούμενοι, λέγουσιν, ότι εις την χώραν των Γαδαρηνών εγένετο η θαυματουργία, και ότι όχι δύο, αλλά ένα δαιμονιζόμενον εθεράπευσεν ο Κύριος˙ συ δε μη νομίσης, ότι λέγουν αντίθετα μεταξύ των οι θείοι Ευαγγελισταί, διότι αυτή η πόλις είχε δύο ονόματα, Γάδαρα και Γέρασα ή Γέργεσα˙ αλλά και δύο αν ήσαν αι πόλεις, όμως η μία απείχε της άλλης μόνον δύο ώρας. Όθεν, επειδή το θαύμα εγένετο έξω των πόλεων, ήτοι εις το σύνορον το μεταξύ αυτών, δια τούτο οι μεν δύο Ευαγγελισταί αναφέρουσι ότι το έργον εγένετο εις την πόλιν των Γαδαρηνών, ο δε άλλος εις την πόλιν των Γεργεσηνών˙ περί δε του ενός και των δύο δαιμονισμένων σημείωσαι, ότι, αν και οι δύο Ευαγγελισταί ανέφεραν ένα μεν δαιμονιζόμενον, τον επισημότερον και γνωστόν εις όλους, όστις ήτο πολίτης της πόλεως των Γαδαρηνών, ως μαρτυρεί ο θείος Λουκάς, δεν είπον όμως, ότι εις μόνον ήτο ο δαιμονισμένος˙ επειδή δε βλέπομεν, ότι ο Μάρκος και ο Λουκάς διηγούνται περί του ενός δαιμονισμένου πολύ περισσότερα παθήματα, από όσα ο Ματθαίος περί των δύο (Λουκ. η, 27), ευλογοφανώς συμπεραίνομεν, ότι, αν και οι δύο εβασανίζοντο υπό των δαιμόνων, ο εις όμως ο καταγόμενος εκ της πόλεως των Γαδαρηνών έπασχε περισσότερον από τον άλλον. Όθεν, επειδή ο Ματθαίος εφανέρωσε μόνον όσα πάθη έπασχαν επίσης και οι δύο δαιμονισμένοι, δια τούτο και περί των δύο δαιμονισμένων ωμίλησεν˙ ο δε Μάρκος και ο Λουκάς, περιγράφοντες λεπτομερώς πάντα τα βασανιστήρια, όσα έκαμνον οι δαίμονες, ηναγκάσθησαν να αναφέρουν μόνον τον ένα δαιμονιζόμενον, εκείνον δηλονότι, όστις εβασανίζετο περισσότερον, και ήτο γνωστός και επισημότερος. Ακούων δε, ότι οι δαιμονισμένοι, εκ των μνημείων εξερχόμενοι, υπήντησαν τον Κύριον Ιησούν, μη νομίσης, ότι η απάντησις εγένετο κατά τύχην και κατά σύμπτωσιν˙ διότι ουδέν γίνεται χωρίς την ευδοκίαν και θέλησιν του Θεού˙ «Πάσαι δε αι τρίχες της κεφαλής ημών ηριθμημέναι εισίν» (Ματθ. γ, 30).
Ο Θεάνθρωπος, ως γνωρίζων τα πάντα, σπλαγχνισθείς τους βασανισμένους υπό των δαιμόνων, επίτηδες ήλθεν εκεί κατ’ εκείνην την ώραν, κατά την οποίαν κατ’ οικονομίαν Θεού οι δαιμονισμένοι εξήλθον εκ των μνημείων˙ διο και υπήντησαν αυτώ. Και τούτο δε είναι περιεργείας άξιον, δηλαδή το, διατί οι δαιμονισμένοι κατώκουν εις τα μνήματα; Περί τούτου σημείωσον, ότι έκπαλαι μερικοί πλανώμενοι ενόμιζον, ότι αι ψυχαί των αποθανόντων γίνονται δαίμονες˙ σχεδόν δε ομοίαν πλάνην έχουσι μέχρι της σήμερον μερικοί αμαθέστατοι άνθρωποι, οίτινες πιστεύουσι τα περί των λεγομένων βουρκολάκων ή βρυκολάκων˙ οι δαίμονες λοιπόν, ίνα στηρίξωσι την πονηράν ταύτην πλάνην, ηνάγκαζον τους δαιμονισμένους να κατοικώσιν εις τα μνήματα. Ήσαν δε, λέγει ο Ευαγγελιστής, ούτοι οι δαιμονισμένοι λίαν χαλεποί, ήτοι πολύ σκληροί και άγριοι, ώστε δια τον φόβον και τον κίνδυνον εξ αυτών, ουδείς ηδύνατο να διέλθη δι’ εκείνης της οδού, όπου ούτοι παρέμενον˙ τοιούτοι δε ήσαν όχι κατά φύσιν ως άνθρωποι, αλλά παρά φύσιν, ως κινούμενοι και ενεργούμενοι υπό δαιμόνων. Ότε, δε υπαντήσαντες τον Ιησούν Χριστόν, επλησίασαν εις αυτόν, τότε οι δαίμονες κατετρόμαξαν.
Εκ τούτου δύο τινά διδασκόμεθα˙ πρώτον, ότι όχι μόνον οι προαποθανόντες ασεβείς και οι αμετανόητοι αμαρτωλοί, άλλ’ ούτε οι δαίμονες έλαβον μέχρι σήμερον την τελείαν κόλασιν, την φοβεράν ημέραν της κρίσεως περιμένοντες˙ τούτο δε σαφέστατα εδίδαξαν και οι δύο Απόστολοι, και ο Πέτρος λέγων, «Ει γαρ ο Θεός αγγέλων αμαρτησάντων ουκ εφείσατο, αλλά σειραίς ζόφου ταρταρώσας παρέδωκεν εις κρίσιν τετηρημένους» (Β’ Πέτρ. β, 4), και ο Ιούδας ομοίως, «Αγγέλους τους μη τηρήσαντας την εαυτών αρχήν, αλλά απολιπόντας το ίδιον οικητήριον, εις κρίσιν μεγάλης ημέρας δεσμοίς αϊδίοις υπό ζόφον τετήρηκεν» (Ιουδ. 6)˙ δεύτερον, ότι τόσον φοβερά είναι η κόλασις, ώστε και οι δαίμονες, φρίττοντες αυτήν, προτιμώσι της καταδίκης εκείνης την μετά των ακαθάρτων χοίρων συγκατοίκησιν, ως φανερώνουν τα ευαγγελικά λόγια, τα οποία ακολουθούν. (Αρχιερεύς, Θεοτόκης Νικηφόρος.)

(143) Λεγεών, λοιπόν. Αν κοιτάξουμε τον εαυτόν μας λεγεών. Αν εξετάσουμε την κοινωνία, λεγεών. Αναρίθμητα δαιμόνια, όπως τα περιγράφει ο Ντοστογιέφσκυ, τα οποία αισθάνεται ο άνθρωπος να τον ενοχλούν μέσ’ στην καρδιά του. Τί πρέπει να κάνουμε; Ν’ απελπισθούμε; Όχι. Υπάρχει ο νικητής των δαιμόνων. Και ο νικητής των δαιμόνων είναι ένας. Είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Εκείνος ήρθε να συντρίψη το κράτος του διαβόλου. Και έχει τη δύναμη να συντρίβη τις φάλαγγες των δαιμόνων.
Με τον Χριστό λοιπόν κι εμείς. Και το όπλο μας ποιό είναι; Ο τίμιος σταυρός. Την παλαιά εποχή, που επίστευαν, έλεγαν «Πέφτω κάνω το σταυρό μου και άγγελος είναι στο πλευρό μου». Όπλο ακαταμάχητο, όπλο ισχυρό, όπλο ανίκητο ο σταυρός του Κυρίου. (Αρχιερεύς, Καντιώτης Αυγουστίνος.)

(144) Τί θα γίνη; Ποίος θα διώχνη τα δαιμόνια μέσα από την καρδία του ανθρώπου;
Ο Χριστός, που έδιωξε τα δαιμόνια του δαιμονιζομένου των Γαδαρηνών˙ μόνο αυτός έχει τη δύναμη.
Ας δη λοιπόν ο καθένας μας τη φωτογραφία του, ας εξετάση ποια δαιμόνια τον ενοχλούν, και ας προσπαθήσουμε να τα διώξουμε. Πώς όμως; Μόνοι μας είναι αδύνατον. Ό,τι και να είσαι, εγγράμματος, επιστήμων, αξιωματούχος, κυβερνήτης, όλοι είμεθα μία δαιμονόπληκτος αγέλη όπως εκείνη των χοίρων, ένα σύνολο από ρομπότ που τα κινούν άλλοι. Ας φανάζουν «Λευτεριά!», «Λεύτερος!», «Δημοκράτης!» κλπ. Μην τα πιστεύετε αυτά. Πίσω απ’ όλα αυτά είναι οι σκοτεινές δυνάμεις, και πίσω απ’ αυτές κυβερνούν τα δαιμόνια – υπάρχει σατανοκρατία, σατανοκρατία υπό διάφορα ονόματα.
Πρέπει, αδελφοί μου, η σατανοκρατία να πέση και να έρθη – τι; Χριστοκρατία! Όχι ό,τι θέλει ο σατανάς, αλλά ό,τι θέλει ο Χριστός. Μεγάλο όραμα αυτό, ανώτερο από κάθε άλλο. Ας πάμε καθένας στο σπίτι του˙ ας ανοίξουμε το Ευαγγέλιο να δούμε τη φωτογραφία μας. Αμα μπορούσαμε να δούμε τη φωτογραφία της ψυχής μας, θα φρίτταμε, αδελφοί μου. Σατανοκρατούμεθα κάτω από τα ποικίλα ελαττώματα και τις πονηρές επιθυμίες. Πώς θ’ απαλλαγούμε; Με την προσευχή. Με μια θερμή προσευχή, στην οποία θα πούμε:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, συ που νίκησες τους δαίμονες, συ που σταυρώθηκες και έχυσες το τίμιό σου αίμα για να λυτρώσης την ανθρωπότητα˙ συ ο μόνος ελευθερωτής του κόσμου, συ ο Θεός των αγγέλων και αρχαγγέλων, συ ο ποιητής του σύμπαντος, δες και λυπήσου εμένα το πλάσμα σου, και διώξε και σάρωσε μέσα από την ψυχή μου τα δαιμόνια, για να γίνω άνθρωπος ελεύθερος και να δοξάζω ημέρα και νύχτα το άγιό σου όνομα˙ αμήν» (Αρχιερεύς, Καντιώτης Αυγουστίνος.)

(145) Εξήλθον δε ιδείν το γεγονός, κι ήλθον προς τον Ιησούν, και εύρον καθήμενον τον άνθρωπον, αφ’ ου τα δαιμόνια εξεληλύθει, ιματισμένον και σωφρονούντα παρά τους πόδας του Ιησού, και εφοβήθησαν˙ απήγγειλαν δε αυτοίς και οι ιδόντες πως εσώθη ο δαιμονισθείς. Και ηρώτησαν αυτόν άπαν το πλήθος της περιχώρου των Γαδαρηνών απελθείν απ’ αυτών, ότι φόβω μεγάλω συνείχοντο˙ αυτός δε, εμβάς εις το πλοίον, υπέστρεψε (Λουκ. η, 35-37).
Βλέπε πως ο πανεύφημος Λουκάς διηγείται λεπτομερώς όσα γενικώς εξέφρασεν ο ιερός Ματθαίος˙ «Εξήλθον, λέγει, οι εν τη πόλει και εν τοις αγροίς ιδείν το γεγονός».
Επειδή δε ανωτέρω είπεν, ότι ο δαιμονισμένος ήτο γυμνός, και κατοικεί εις τα μνήματα, και έσπαζε τας αλύσεις και τα δεσμά, και εφέρετο υπό του δαίμονος εις την έρημον, τώρα λέγει, ότι εκείνοι οι οποίοι ήλθον δια να ίδουν το γεγονός, εύρον τον άνθρωπον, τον ελευθερωθέντα από την τυραννίαν των δαιμόνων, να κάθηται παρά τους πόδας του Ιησού Χριστού, ενδεδυμένος και ήσυχος και φρόνιμος, και ότι οι ιδόντες τούτο, ακούσαντες και εξ αυτών, οι οποίοι είδον τον τρόπον, δια του οποίου αυτός ελυτρώθη, εφοβήθησαν φόβον μέγαν.
Αλλά δια τι άρα γε εφοβήθησαν; Η λύτρωσις του δαιμονισμένου δεν έφερε φόβον, αλλά χαράν, ευλάβειαν, ευχαριστίας χρέος. Πιθανώτατον φαίνεται, ότι κατεφόβισεν αυτούς ο αφανισμός των χοίρων˙ διότι ο μεν Ιουδαϊκός νόμος απηγόρευε τα χοίρεια κρέατα, αυτοί δε έτρεφον χοίρους (Λευϊτ. ια’, 7 Δευτ. ιδ’, 8), όθεν δια την ανομίαν επαιδεύθησαν, δια της απωλείας των χοίρων. Ιδόντες λοιπόν την ζημίαν ταύτην, εφοβήθησαν, μήπως παιδευθώσι και δι’ άλλας παρανομίας αυτών˙ εκ τούτου λοιπόν παρεκάλουν πάντες τον Ιησούν Χριστόν, να αναχωρήση απ’ αυτών. Και ο μεν Ιησούς, εισελθών εις το πλοίον, επέστρεψεν (εις πέραν της λίμνης) (Λουκ. η, 22), απ’ όπου προηγουμένως εξελθών, ήλθεν εις την χώραν των Γαδαρηνών˙ ο δε θεραπευθείς παρεκάλει αυτόν ίνα μένη δια παντός μετ’ αυτού. (Αρχιερεύς, Θεοτόκης Νικηφόρος.)

(146) Ευρίσκονται άρα γε την σήμερον δαιμονιζόμενοι, πάσχοντες όσα διηγείται το σημερινόν Ευαγγέλιον, ότι έπασχεν ο δαιμονιζόμενος, ο θεραπευθείς υπό του Ιησού Χριστού; Το πάθος και ο σταυρός του Ιησού Χριστού αφήρεσε των δαιμόνων την δύναμιν, ως εδίδαξεν αυτός ο Ιησούς Χριστός, ειπών «Νυν ο άρχων του κόσμου τούτου εκβληθήσεται έξω» (Ιωάν. ιβ’ 31)˙ όθεν οι δαίμονες μετά το πάθος και την ανάστασιν του Σωτήρος, δεν δύνανται να εκτελέσωσιν όσα έπραττον προ του πάθους και της αναστάσεως.
Οι άπιστοι λέγουσιν, ότι εάν έβλεπον ένα μόνον τοιουτοτρόπως δαιμονιζόμενον, θεραπευμένον δε δια των πιστών, θα επίστευον ευθύς εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν˙ ημείς όμως λέγομεν, ότι, και εάν πολλούς τοιούτους δαιμονισμένους έβλεπον, έτοιμοι θα ήσαν να είπουν περί αυτών, όσα και περί των τότε δαιμονισμένων φλυαρούσιν. Αυτοί λέγουσιν, ότι οι τότε δαιμονιζόμενοι ήσαν μελαγχολικοί. Κατ’ αυτούς λοιπόν οι μελαγχολικοί περιπατούσι γυμνοί, φεύγουσιν από τας κατοικίας αυτών, και κατοικούσιν εις τα μνήματα, συντρίβοντες δε τα σιδηρά δεσμά και τας αλύσεις, τρέχουσιν εις την έρημον. Κατ’ αυτούς λοιπόν η μελαγχολία εξέρχεται από του ανθρώπου, και εισέρχεται εις τους χοίρους˙ οι δε χοίροι, μελαγχολικοί γενόμενοι, ορμώσιν όλοι μαζί κατά του κρημνού, και καταποντιζόμενοι εις την λίμνην πνίγονται.
Ποίος άνθρωπος, έχων σώας τας φρένας αυτού, πείθεται εις τοιαύτα μωρολογήματα; Οι δαίμονες όμως, ακούοντες αυτούς λέγοντας, ότι θα επίστευον, εάν ταύτα έβλεπον, και φοβούμενοι μήπως τούτο συμβή, ορμώσι κατ’ αυτών, και δαιμονίζοντες αυτούς, ποιούσιν εις αυτούς όσα έπραττον εις τους τότε δαιμονιζομένους˙ ήτοι στερούσιν αυτούς του ορθού λόγου, και εξάγοντες τον νουν αυτών της ιδίας καταστάσεως, θάπτουσιν εις τα μνήματα της ασυνεσίας˙ συντρίβοντες δε τους όρους και τους νόμους της ορθής κρίσεως, οι οποίοι εκ φύσεως υπάρχουν εντός αυτών, κατακρημνίζουσιν αυτούς εις της απιστίας τους χάνδακας, όπως τους χοίρους εις την θάλασσαν.
Ημείς όμως, οι πιστεύοντες την αλήθειαν ταύτης της ευαγγελικής ιστορίας, κλαίομεν επ’ αυτούς, και παρακαλούντες τον Θεόν, να απαλλάξη ημάς της τοιαύτης καταδίκης, διερμηνεύομεν αυτήν προς περισσοτέραν κατανόησιν και ωφέλειαν. Την ιστορίαν ταύτην ηρμηνεύσαμεν εις την πέμπτην Κυριακήν του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου˙ επειδή όμως ο θεηγόρος Λουκάς διηγείται μερικά γεγονότα, υπό του Ευαγγελιστού Ματθαίου σιωπηθέντα, δια τούτο ταύτα μόνον ερμηνεύομεν, παραλείποντες όσα τότε εκεί είπομεν. (Αρχιερεύς, Θεοτόκης Νικηφόρος.)

Από το βιβλίο: «Ιησούς Χριστός: Βίος, Διδασκαλία, Θαύματα», Α’ τόμος, του Ιερομονάχου Κοσμά του Δοχειαρίτου.

Ιερόν Δοχειαρίτικον Κελλίον, Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Αγιον Ορος 2011.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Κυριακή ΣΤ. Λουκά: η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία του Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά, περί της θεραπείας του δαιμονιζομένου των Γαδαρινών.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Άρθρα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.