Φύλλα κατοχής (1942) – Ιωάννας Τσάτσου.

%ce%99%cf%89%ce%ac%ce%bd%ce%bd%ce%b1-%ce%a4%cf%83%ce%ac%cf%84%cf%83%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b5-%cf%84%ce%b9%cf%82-%ce%b8%cf%85%ce%b3%ce%b1%cf%84%ce%ad%cf%81%ce%b5%cf%82-%cf%84%ce%b7%cf%82

1942

Εδώ η ζωή μένει σταματημένη στο αβέβαιο
ημίφως μακρινής ελπίδας.
Μιχάλης Ακύλας.

10 Γενάρη 1942
Χτες κάποιος φίλος ζήτησε να με δη.
-«Έρχομαι να σου προτείνω επισήμως να μπης στο ΕΑΜ1 μου είπε. «Ζητούν ονομαστικώς εσένα».
-«Τί είναι το ΕΑΜ;» ρώτησα, «Ποιός είναι ο αρχηγός του;».
-«Το ΕΑΜ είναι Οργάνωσις Αντιστάσεως» μου απάντησε. «Ονόματα δε λέγονται σε τέτοια εποχή. Σε συμβουλεύω να δεχτής, αλλιώς μπορούν να σκεφτούν ότι φοβάσαι».
Σήκωσα τους ώμους. –«Δε μ’ αρέσει ν’ αμύνομαι στο ηθικό πεδίο» του είπα. «Μου φαίνεται σα ν’ αποδέχωμαι κατά κάποιον τρόπο την κατηγορία. Όπως και νάναι, έχω τόση δουλειά που δε μου μένει καιρός γι’ άλλες ευθύνες»˙ και απόφυγα να δεχτώ.
Σήμερα το πρωί με ζήτησε ο Αρχιεπίσκοπος. Ήθελε ν’ αυξήση το επίδομα που δίνομε κρυφά στις οικογένειες των τουφεκισμένων. Του διηγήθηκα τότε και την πρόταση του ΕΑΜ.
-«Μα τί είναι αυτό το ΕΑΜ;» μου είπε. «Δε μπορούν να μας πουν ένα όνομα; Επικοινωνώ με τον Ζέρβα, με τον Ψαρρό, με κάθε πρόθεση ή εκδήλωση αντίστασης. Αυτό το ΕΑΜ το ακούω, μα δεν το γνωρίζω».
Έμεινε μια στιγμή σκεφτικός.
-«Στον τόπο μας τουλάχιστον δεν πιστεύω σε αφηρημένες ιδέες. Θέλω να ξέρω ποιοι άνθρωποι αγωνίζονται γι’ αυτές. Μόνο όταν οι άνθρωποι αξίζουν, οι ιδέες παίρνουν περιεχόμενο…»
Έπεσε σιωπή.
22 Γενάρη 1942
Ο Γιώργος Καρτάλης,2 περνάει ταχτικά τα βράδυα από το σπίτι. χτες μας μίλησε με μεγάλη συμπάθεια για τον συνταγματάρχη Ψαρρό και για κάποια ανταρτική ομάδα του στη Μακεδονία.
3 Φλεβάρη 1942
Βαρειά, ασήκωτη ατμόσφαιρα. Από παντού μαυρίλα. Ο Rommel νικά και προχωρεί. Το Λονδίνο βομβαρδίζεται αδιάκοπα. Φήμες ακούγονται, πως οι άγγλοι, θα μεταφέρουν την πρωτεύουσα σε κάποιο απόμερο μέρος του Ηνωμένου Βασιλείου. Θα τελειώση άραγε κάποια μέρα αυτό το μαρτύριο, αυτός ο εξευτελισμός;
7 Φλεβάρη 1942
Ποτέ δεν κρυώσαμε τόσο πολύ. Μέσα κι έξω παγωνιά. Τα χεράκια της Νόρας είναι ξυλιασμένα, όταν κουκουλωμένη τα βράδυα κλείνεται στο σαλόνι και προσπαθή να μελετήση στο πιάνο. Όσο κρύο στο δρόμο τόσο και στο σπίτι.
12 Φλεβάρη 1942
Η «Ζωή στο Παιδί» είναι ευεργετική για τα λίγα μικρά, σχεδόν δύο χιλιάδες, που τοποθέτησε σε σπίτια τα μεσημέρια. Αφήνω που οι περισσότερες οικογένειες τάχουν πονέσει και τα φροντίζουν σαν δικά τους.
Η Στέλλα, η μαγείρισα του συσσίτιου, τους φυλάει το μεσημεριανό φαγητό τους και τους το δίνει το βράδυ.
Με όλο το κρύο και την πείνα τα παιδιά της Πλάκας είναι γερά.
23 Φλεβάρη 1942
Χτες κατά το σούρουπο χτύπησε το κουδούνι. Ήταν μια άγνωστη γυναίκα. Καλοντυμένη και όμορφη. Μου συστήθηκε. Το όνομά της Δέσπω. Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω το επώνυμό της. Μόλις αρχίσαμε να μιλάμε, κατάλαβα πως ήταν μια μορφωμένη, μια βαθιά πονεμένη γυναίκα. Είχε τελειώσει την φιλολογία και είχε διορισθή κάπου στη Βόρειο Ελλάδα. Ύστερα παντρεύτηκε και παραιτήθηκε. Ο άντρας της σκοτώθηκε στον πόλεμο. Κανονίσαμε πρώτα κάποιο ζήτημα ιατρικής περίθαλψης του παιδιού της, και ύστερα την κράτησα και μιλήσαμε αρκετή ώρα. Τί είπαμε, δεν θα χρειασθή να το πω, γιατί, αφού τη συνόδευσα στην πόρτα και γύρισα στο σαλόνι, βρήκα στην πολυθρόνα της επάνω ένα ανοιγμένο χαρτί. Αυτό:
Στο Θάνατό μου.
Έλα σ’ εμένα είμαι ώμορφη
με την ψυχή γεμάτη νόστο
από σκληρή ερωτική θητεία,
με τις αισθήσεις ανοιχτές, όπως της φλογισμένης γης.

Έλα σ’ εμένα, είμαι μόνη.
Στην ανηφοριά του μυστήριου
προσπέρασα τον ανώριμο άνδρα˙
και η μοναξιά μου είναι πιο βαρειά κι από τη ζωή…

Έλα, Εσύ, άξιος και δυνατός κι ωραίος,
ανοίγοντας τη βαρειά Πύλη της Αποκάλυψης
προς τον τέλειον Έρωτα.

Γυναίκα δεμένη στο σταυρό μου
απλώνω τα χέρια προς Εσένα,
σοφά, σίγουρα από αγάπη και αίσθηση, και
χάνομαι σ’ εσένα,
και είσαι ο Θάνατός μου, μα και όλη η Ζωή.

Αυτή είναι η ώρα και είναι δική Σου, Θεέ μου.
όλα τα λόγια σβύνουν. Ακούω την βουή της αλήθειας
να ξεκινάει από τα έγκατα της γης.
Σε λίγα λόγια βρήκα εκεί συμπυκνωμένα όλα όσα αυτή μου έλεγε. Εγώ τί άλλο να πω;
15 Μάρτη 1942
Το άδικο μας πνίγει κάθε μέρα και περισσότερο. Ο καθένας πολεμά όπως το νοιώθει η ψυχή του.
29 Μάρτη 1942
Σφραγίδα σκλαβιάς είναι αυτή η ιστορία των Γκίνη, άδικη και θλιβερή. Ο Παπά – Δεληπέτρου που παράστεκε στην εκτέλεση τους, μας την λέει και κλαίει.
Τέσσερα αδέρφια. Δυο παντρεμένοι και δύο ανύπαντροι. Ο ένας, ο μικρός, ο Κωνσταντής, γυρίζοντας στο σπίτι του, βρήκε ένα πουκάμισο γερμανού στρατιώτη. Ο άνεμος το είχε φέρει από το πλαϊνό στρατόπεδο. Το μάζεψε και προχωρούσε ανύποπτα. Στο δρόμο ένας γερμανός, βλέποντας γερμανικό πουκάμισο στα χέρια του, του επετέθηκε, άρχισε να τον χτυπά με το πιστόλι του και να του φωνάζη γερμανικά. Ο Κωνσταντής δοκίμασε με κάθε τρόπο να του εξηγήση πως βρήκε τυχαία το εσώρρουχο. Η συνεννόηση ήταν αδύνατη και ο γερμανός τραβούσε τον Κωνσταντή προς το γερμανικό στρατόπεδο.
Εν τω μεταξύ έτρεξαν όλα τ’ αδέρφια. Ο μεγάλος ο παντρεμένος, προσπαθώντας να ελευθερώση τον μικρό, έρριξε κάτω τον γερμανό κι εκείνος μωλωπίστηκε αλαφριά. Αυτό ήτανε όλο το έγκλημα.
Τους έπιασαν και τους τέσσερις. Οι δύο νεώτεροι ο Θανάσης και ο Κωνσταντής, πήραν όλη την ευθύνη απάνω τους για να σώσουν τους παντρεμένους που είχαν οικογένειες.
Έτσι οι δυο μικροί καταδικάστηκαν σε θάνατο, «γιατί χύθηκε αίμα γερμανικό». Αυτό έλεγε η απόφαση του στρατοδικείου. Αίμα γερμανικό ήταν η μικρή στιγμιαία τσαγγρουνιά του γερμανού φαντάρου.
Ο Μακαριώτατος ζήτησε τη χάρη τους. του την αρνήθηκαν γιατί χύθηκε αίμα γερμανικό. Τη ζήτησε για δεύτερη φορά, η απάντηση ήταν η ίδια.
Ως την τελευταία στιγμή ο μελλοθάνατος Θανάσης σκέπτεται μόνο τον Κωνσταντή στο πλαϊνό κελλί. Τους θανάτωσαν και τους δυο χτες το πρωί. Ο Θανάσης ακούει την ομοβροντία που σκοτώνει τ’ αδέρφι του και έπειτα από λίγα λεπτά βλέπει το νωπό αίμα του στη στήλη που προσδένουν και τον ίδιον. Δυο δάκρυα του καίνε τα μάτια. Γιατί να μη τον έχει πάρει το βόλι στο αλβανικό μέτωπο;
1 Απρίλη 1942
Χτες έφυγαν για την Αίγυπτο ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος και η Νίτσα. Πώς θάθελα γρήγορα να είχαμε καλά νέα. Όλες αυτές οι αναχωρήσεις για τη Μέση Ανατολή είναι μεγάλη λαχτάρα. Πολλοί βέβαια φτάνουν. Μα πόσοι δεν έχουν φτάσει ποτέ.
7 Απρίλη 1942
Είμαστε αναστατωμένοι. Πριν τέσσερις μέρες δοκίμασε να φύγη και ο Μιχάλης Ακύλας3. Αυτός ο αεροπόρος ποιητής από την πρώτη στιγμή της κατοχής μια σκέψη έχει στο μυαλό του. Να φτάση στην ελεύθερη Ελλάδα, να πολεμήση για την πατρίδα του. Έφευγαν μαζί του και άλλοι αξιωματικοί. Δεν είχαν τύχη. Τους έπιασαν όλους. Τρέμομε για την τύχη τους.4
22 Απριλίου 1942
Κάθε μέρα καινούργια πίκρα μας φαρμακώνει. Οι ιταλοί συλλάβανε τον Αλέκο Ζάννα. Το έμαθα από την Λένα. Ο Ζάννας, ηρωικός και γενναιόψυχος πατριώτης, διευθύνει την Επιτροπή Διανομών του Ερυθρού Σταυρού. Όλοι τον εμπιστεύονται. Είναι όμως άρρωστος. Και η αρρώστεια του έχει άμεση σχέση με την ευαισθησία του. Πού θα τον πάη αυτή η δοκιμασία; Θα την βαστάξη ως το τέλος;
27 Μάη 1942
Χτες θανάτωσαν οι γερμανοί δυο θαυμάσια παλληκάρια. Τον Άγγελο και τον Μαρίνο Μπάρκα. Τους πιάσανε καθώς κόβανε γερμανικά καλώδια. Πήγα και είδα τους γονείς τους. είναι σχεδόν γείτονές μας, μένουν στα λουτρά του Άη Γιάννη Βουλιαγμένης. Η μάνα φυλάει σαν φυλαχτό το γράμμα των παιδιών της. όλο κλαίει και το δείχνει.
30 Μάη 1942
Ήρθαν οι Μπάρκα. Τώρα όλες οι μάνες και οι γυναίκες των τουφεκισμένων έχουν μάθει το δρόμο του σπιτιού μας. Όταν ανάλαβα ανίδεη με ζεστή καρδιά τη συμπαράστασή τους δε γνώριζα τι ατέλειωτος γολγοθάς είναι η συμπόνια.
5 Ιουνίου 1942
Τούτο το σημερινό είναι αφόρητο. Τέλειωσαν οι προπολεμικές ώρες πνευματικής χαράς. Δε θα της ξαναβρούμε ποτέ πια όπως ήταν τότε. Ένα βόλι έκοψε τη ζωή του Μιχάλη Ακύλα. Δεν καταλαβαίνουν αυτοί οι ούνοι ποιους έχουν μπροστά τους και σκοτώνουν. Σκοτώνουν το πνεύμα, σκοτώνουν αυτή τη σπάνια ευαισθησία πούναι χίλιες ζωές μαζί.
Και τώρα γύρω μας ο «Ιούδας» του, οι «Σωκρατικοί του διάλογοι», απογυμνωμένοι μοιρολογάνε.
Στο σαλόνι μας, στην ίδια πάντα θέση, είναι η πολυθρόνα οπού καθότανε, διαλεκτικός, απλός, αληθινός.
6 Ιουνίου 1942
Όλες αυτές οι μέρες, γεμάτες ανοιξιάτικες μυρωδιές και βαρειά θλίψη, σαν ατελείωτη μεγάλη Παρασκευή. Μέσα από τη φυλακή του ο Μιχάλης Ακύλας μας αποχαιρετά με μερικές στροφές. Όποιος ζη την εποχή μας είναι αδύνατο να τις διαβάση χωρίς να δακρύση.
Εδώ η ζωή μένει σταματημένη
στο αβέβαιο ημίφως μακρυνής ελπίδας.

Έμειναν έξω από τη θύρα όλα όσα αγαπούμε˙
τ’ αφήσαμε εκεί περνώντας το κατώφλι.

Εκεί, στο κάθε δέντρο του κήπου που ημερώνει
τη θλιβερή όψη του κτιρίου, στους κλώνους κρεμασμένα
κι ο πόθος μας, η αγάπη, κι ό,τι άλλο είναι δικό μας.
Ακόμη έχουμε αφήσει Τον ίδιο εαυτό μας.
Εκείνον που ήταν τότε.

Κι ελπίσαμε στη μέρα που αν έρθη πάλι,
ίσως να βρούμε ό,τι ήταν πρώτα δικό μας.
Την αγάπη, τη μοίρα την καλή, τη λαγαρή μας σκέψη
κι αυτή τη θεία απλότητα που δίνει η αγαθοσύνη.

Μα ως τότε, έως ότου πάλι διαβούμε το κατώφλι
της σιδερένιας θύρας, η πικρή μας σκέψη τι θα έχη
απλώσει απάνω…!

Κι είναι κρεμασμένα στολίδια κι είναι κρεμασμένα
λαχταριστά παιχνίδια καθώς των Χριστουγέννων
το δέντρο τα όσα βάζουν.

Μόνο που αυτά έχουν μάτια γλυκά που μας κοιτάζουν,
μόνο που αυτά έχουν χείλη που μας χαμογελούν
κι ακόμη έχουν καρδούλες μικρούλες που πονούν.

Εδώ η ζωή μένει σταματημένη
στο αβέβαιο ημίφως μακρυνής ελπίδας.

Πάει τώρα καιρός αφ’ ότου ο χωρισμός
εστήθηκεν ανάμέσα.

Κι είναι κρεμασμένες στη θύρα την κλειστή
σταλαματιές βροχούλα, δροσιάς παρηγοριά
σαν διαμάντια επάνω σε βέρες στραφτερές
σε δάχτυλα όλο φέγγος.
12 Ιουνίου 1942
Πέρασα ώρες με την Ευανθία Καλαπούρα. Τα μάτια της, βαθουλεμένα σαν πηγαδάκια από το κλάμα, με κοιτάζουν ανέκφραστα. Προχτές εκτέλεσαν οι γερμανοί το γιο της το Γιάννη μαζί με τον Κοκκινέλη. Τώρα κυνηγούν και τους άλλους της γιους. Τρέμει η δύστυχη και δεν ξέρει πού να τους κρύψη. Οι ίδιοι θέλουν να πάνε στο αντάρτικο. Το βουνό, όποιοι και νάναι, θα τους ρουφήξη κι αυτούς.
20 Ιουνίου 1942
Είδα πάλι την Ευανθία. Έχει περισσότερο κουράγιο. Τόσα παιδιά περιμένουν απ’ αυτήν και το ένα είναι ανάπηρο. Ολόκληρη είναι σαν μια προσευχή. Ποιά γυναίκα, ποιά μάνα που σηκώνει ανθρώπινες ζωές στην καρδιά της, δεν αναμετράει πόσο μεγάλη είναι η αγάπη της και πόσο λίγη η δύναμή της; Μόνο ακουμπώντας στο Θεό ελπίζει και προχωρεί.
25 Ιουνίου 1942
Όλα με βασανίζουν. Το σπίτι μας, που είναι ζεστό σαν φούρνος, τα δυο παιδιά μου, που ανοικονόμητα από την πολλή κλεισούρα, δεν ξέρουν τι κάνουν. Σκαρφαλώνουν στα κεραμίδια με τη φιλενάδα των τη Μίκα.5 Κάνουν ισορροπία στα πεζούλια της ταράτσας. Τρέμω μη γκρεμιστούν. Και όμως δεν τολμώ να τα περιορίσω. Μόνον εκεί ψηλά φυσάει κάποιο αεράκι.
10 Ιουλίου 1942
Τούτη η ρωμηοσύνη έχει τη δική της λεβεντιά. Κανένας έλληνας δεν δέχεται να παραδώση το όπλο του. Έχουν εκτελέσει τον Δημήτρη Φιλιππόπουλο, τον Μακαντάση, τον Μετσόγλου, για κατοχή όπλου. Μα κανένας δε φοβήθηκε, κανένας δεν άλλαξε γνώμη, και κάθε μέρα πιάνουν καινούργιους να οπλοφορούν
17 Ιουλίου 1942
Είναι τόσο άμεση η αλληλεγγύη μεταξύ μας, που ο καθένας μας έχει πολλαπλασιασμένο εγώ. Μας αρρώστησε βαριά, μια γυναίκα στον οδόν Αδριανού. Τη μεταφέραμε αμέσως σε ιδιωτική κλινική και την εγχείρησε ένας εξαιρετικός γιατρός.6 Σήμερα είναι εκτός κινδύνου. Όλες μου οι φίλες την παραστέκονται.
30 Ιουλίου 1942
Στο μεσαίο πάτωμα7 ο αδερφός μου ο Άγγελος περνάει ώρες δραματικές. Η γυναίκα του η Ρωξάνη έπαθε υπερκόπωσι και πήρε το παιδί τους και πήγε στο σπίτι της το πατρικό. Η πολλή έννοια της έχει σπάσει τα νεύρα. Αυτός κάθεται διπλωμένος σε μια πολυθρόνα και από τα μάτια του τρέχουν δάκρυα. Ούτε το νοιώθει πως κλαίει. Το έλκος του έχει φουντώσει και οι πόνοι του είναι αφόρητοι. Κάθε τόσο γράφει στίχους στο αγοράκι του. Και το ψάχνει, το ψάχνει συνέχεια μέσα στο σπίτι. Ο γιατρός είπε πως η εγχείρηση είναι απαραίτητη. Αποφασίσαμε να πάη στην Κλινική του Σμαπαρούνη.
15 Αυγούστου 1942
Χαίρομαι αυτή την ταχτική επαφή με τους απλούς ανθρώπους.
Ίσως ο αληθινός δρόμος προς τη δικαιοσύνη να είναι η αγάπη.
28 Αυγούστου 1942
Ώρες ατέλειωτες κράτησε αυτή η εγχείρηση του Άγγελου. Όταν τον φέρνε από το χειρουργείο ήταν τόσο μαζεμένος και κίτρινος στο κρεββάτι της κλινικής, σαν ετοιμοθάνατος.
6 Σεπτέμβρη 1942
Η ανάρρωση είναι πολύ δύσκολη. Πάει σιγά. Όσο και να είμαι κοντά του, είναι μόνος του. Και η Ρωξάνη πηγαίνει τακτικά και τον βλέπει. Αλλά πάλι είναι μόνος του. Η ματιά του προσηλωμένη αδιάφορα στα σεντόνια του κρεββατιού του, χτίζει ένα άσπρο τείχος μοναξιάς.

10 Σεπτέμβρη 1942
Χτες ο Γιώργος Καρτάλης έφερε στο σπίτι τον Απόστολο Καψαλόπουλο, παλιό, γενναίο αξιωματικό και πολύ έξυπνο άνθρωπο. Είχαν μακριά συνομιλία με τον Κωστάκη, για τη σύσταση της ΕΚΚΑ.8 Ο Κωστάκης υποσχέθηκε με κάθε τρόπο να τους βοηθή.
15 Σεπτέμβρη 1942
Τηλεφώνησε ο Αρχιεπίσκοπος πως έφθασε στην Ελλάδα ο Γιάννης Τσιγάντες,9 με μεγάλα σχέδια, πολλά μέσα και πολλά χρήματα. Πρώτος σκοπός του Τσιγάντε είναι ο συντονισμός της αντίστασης και η αποτελεσματική συμπαράστασή της από μέρους της ελεύθερης Κυβέρνησης. Το γεγονός είναι αξιόλογο. Νοιώθουμε πως η επίσημη ελεύθερη Ελλάδα μας στεγάζει. Δεν θα είμαστε πια σκόρπιοι αντιμαχόμενοι, ανοργάνωτοι.
16 Σεπτέμβρη 1942
Ο Άγγελος βγήκε από την κλινική. Είναι αδύνατος σαν κλωστή και με κόπο δέχεται λίγη τροφή. Στο σπίτι του μένει ακίνητος στο κρεββάτι. Έχομε μια σπάνια φίλη, την αδερφή Φένη, που τον φροντίζει.
19 Σεπτέμβρη 1942
Μυστήριο. Το σπίτι του Άγγελου είναι άδειο. Κάποιο κακό θα έχη συμβή. Πού μπορεί να είναι αυτός ο τόσο άρρωστος; Γύριζα παντού ως αργά και ρωτούσα και έψαχνα. Στην Αστυνομία, στις πόρτες των γερμανών και των ιταλών. Στο Commando Piazza ο καραμπινιέρος φρουρός μου είπε, πως ένας πολύ αδύνατος μελαχροινός είχε περάσει μέσα.
Πώς αργεί να τελειώση αυτή η νύχτα.
20 Σεπτεμβρίου 1942
Σήμερα το πρωί, με την Ρωξάνη, ξαναρωτήσαμε παντού. Ο ένας μας έστελνε στον άλλον. Επί τέλους με κόπο κατορθώσαμε να πάρωμε την πληροφορία, πως βρίσκεται στις φυλακές Αβέρωφ και πως τον βαραίνει κατηγορία βαρειά.
21 Σεπτεμβρίου 1942
Προσπάθησα αμέσως να επικοινωνήσω μαζί του στις φυλακές. Με βοήθησε πολύ η Κατίνα Δούση. Μεγάλη παρηγοριά να μπορώ να του πηγαίνω το ημερήσιο φαγητό του. Όταν δυσκολευόμουνα η ίδια, το πήγαινε η καημένη η Κατίνα. Εκείνη από τους μήνες της κράτησής της γνωρίζει τις φυλακές σαν την τσέπη της.10
22 Σεπτεμβρίου 1942
Ό,τι καλύτερο υπάρχει βρίσκεται αυτή την εποχή στις φυλακές Αβέρωφ. Ο Θοδωρής Κουντουριώτης, ο Βασίλης Αγγελόπουλος και άλλοι αξιωματικοί και πολλοί καλοί έλληνες. Τους διασκεδάζει και τους ευχαριστεί να μη δείχνουν την ελάχιστη ενόχληση για την κράτησή τους. Γι’ αυτό φροντίζουν τον εαυτό τους περισσότερο ακόμη παρά στη συνηθισμένη τους ζωή και είναι πάντα ευδιάθετοι. Όταν το πρωί, φρεσκοξυρισμένοι, αλλαγμένοι, κουβεντιάζουν καπνίζοντας, δίνουν την εντύπωση πως βρίσκονται σε λέσχη. Και οι καραμπινιέροι τους κοιτάζουν με σεβασμό.
23 Σεπτεμβρίου 1942
Στον Άγγελο στέλνω με το φαγητό του ό,τι άλλο έχει ανάγκη. Μπορούμε να συνεννοηθούμε για όλα τα μικροπράγματα. Δόξα σοι ο Θεός αρχίζει να τρέφεται καλύτερα. Πήγα με το αγοράκι του την Κυριακή στις έντεκα έξω από τις φυλακές και μας είδε από μακριά.
Μα δεν μπορώ να ησυχάσω. Ποιά να είναι η κατηγορία που τον βαραίνει;
30 Σεπτεμβρίου 1942
Όταν γύρισε η Κατίνα Δούση, στο χέρι της κρατούσε το πακέτο του ανέγγιχτο, όπως της το είχα παραδώσει. Την κοίταζα και δεν καταλάβαινα. Το αίμα μου είχε παγώσει. «Δεν είναι πια στου Αβέρωφ» μου είπε. «Τον έχουν μετακινήσει με χειροπέδες για τη Λαμία μαζί με τον ταγματάρχη Παπακυριαζή». Πλάγιασα άρρωστη.
2 Οχτώβρη 1942
Μας βοηθεί πολύ ο Γιώργος Καρτάλης. Είναι φίλος του Άγγελου και γνωρίζει καλά την περιοχή της Λαμίας. Βρήκε αμέσως σύνδεσμο εκεί.
3 Οχτώβρη 1942
Ήρθε και με είδε η Γκετσάλαινα. Πριν έξη μέρες, στις 27 του Σεπτέμβρη, οι ιταλοί εκτέλεσαν το γυιό της, τον Περικλή Γκετσάλη, μαζί με τον Λέλο. Κι αυτούς για οπλοφορία.
Η Γκετσάλαινα είναι από τη Χειμάρα. Είχε πέντε γυιούς˙ οι τρεις έπεσαν στον πόλεμο της Αλβανίας. Ο ένας είναι αιχμάλωτος στην Ιταλία και ο τελευταίος, ο Περικλής, που εκτελέσανε τώρα, ήταν αγροφύλακας στον Πύργο Βασιλίσσης. Οι δυο γέροι και ο Περικλής προσπαθούσαν να θρέψουν με κάθε τρόπο τα τέσσερα ορφανά που είχαν αφήσει οι σκοτωμένοι.
Βέβαια ο Περικλής δεν είχε παραδώσει το όπλο του. Το ίδιο και ο συνάδελφός του ο αγροφύλακας ο Λέλος. Ένα βράδυ ιταλοί στρατιώτες μπαίνουν στο κτήμα για να κλέψουν σταφύλια. Ο Γκετσάλης και ο Λέλος τους εμποδίζουν. Μα εκείνοι είναι πολλοί και δοκιμάζουν να αφοπλίσουν τους δικούς μας. Ο Περικλής Γκετσάλης με κανένα τρόπο δεν δίνει το όπλο του. Έρχεται στα χέρια με τους ιταλούς, που προσπαθούν να του το πάρουν. Τα πράματα ζορίζουν. Ο Περικλής παλεύει με όλους για να σώση το πιστόλι του. Και όταν απελπίζεται πυροβολεί και σκοτώνει έναν απ’ αυτούς.
Και τους δύο, τον Γκετσάλη και τον Λέλο τους καταδίκασαν σε θάνατο.
Η Γκετσάλαινα όμως είναι μια γυναίκα μ’ αληθινή λεβεντιά. Ψηλή, στητή, ολοκάθαρη, ο μαύρος κεφαλόδεσμος στο κεφάλι της ταχτικός και σφιχτοδεμένος φαντάζει σαν κορώνα.
Δεν παραπονέθηκε, δεν μοιρολόγησε. Μόνο η ανάσα της ήταν πιο γρήγορη όταν μιλούσε για το παιδί της.
«Οι γιοί μου στάθηκαν πάντα άντρες. Αυτό ήταν το χρέος τους. Ούτε μπορούσε να γίνη αλλιώς. Το όπλο τους ήταν η αντρειά τους, η λευτεριά τους. Πώς να το παραδώσουν; Έτυχε κακιά ώρα και ήρθε η συμφορά».
Την άκουγα, την κοίταζα και τη θαύμαζα. Η θλίψη είχε αυλακώσει το γερασμένο πρόσωπό της. Μα η αρχοντιά της είναι μεγάλη.
10 Οχτώβρη 1942
Κάθε επαφή με τον Άγγελο έχει σταματήσει. Είμαστε στο έλεος του Θεού. Φαίνεται ότι πρέπει να γίνη μια αντιπαράσταση στα περίχωρα της Λαμίας. Υπα΄ρχουν κατηγορίες κατά κάποιου Σεφεριάδη. Τί θα βγη απ’ αυτή την υπόθεση κανείς δεν ξέρει.
15 Οχτώβρη 1942
Ο λοχαγός Στέφανος Δούκας κοντά στ’ άλλα είναι και σύνδεσμος του Γιάννη Τσιγάντε. Έρχεται ταχτικά και βλέπει τον Κωστάκη. Ο Τσιγάντες θέλει να οργανώση το Ανώτατο Εθνικό Συμβούλιο με Πρόεδρο το Δεσπότη. Είναι δύσκολο. Χρειάζονται πρόσωπα εμπιστοσύνης και γενικού κύρους. Ο Κωστάκης δίνει ονόματα και ιδέες στον Στέφανο Δούκα και ο Δούκας τα μεταφέρει στον Τσιγάντε.
2 Νοέμβρη 1942
Το κουδούνι παίζει αδιάκοπα, επίμονα, ένα γνώριμο σκοπό. Τρέχω ν’ ανοίξω. Απίστευτο. Μέσα στην κορνίζα της πόρτας ο Άγγελος με το γυλιό του. Καθίζει, όπως είναι φορτωμένος, στην πρώτη καρέκλα που είναι μπροστά του. Μιλάει και τον ρωτώ και απαντά και όλα τα λόγια μπερδεύονται. Έγινε η αντιπαράσταση με τον κατήγορο και πείσθηκαν πως δεν ήταν αυτός ο Σεφεριάδης που καταζητούσαν.
Ούτε έχουν σημασία αυτά. Είναι εδώ και είναι καλά. Τον κοιτάζω, τον αγγίζω και δεν πιστεύουν τα μάτια μου. Μας μιλάει για τον ταγματάρχη Παπακυριαζή: «Ένας αδερφός» μας λέει. «Μας είχαν δεμένους με τις ίδιες χειροπέδες όταν μας μεταφέρανε στη Λαμία. Ούτε κει δε χωριστήκαμε. Είμαστε στο ίδιο κελλί. Του άφησα το στρωματάκι μου και ό,τι άλλο είχα που τον βόλευε. Τι δε θάδινα να τον είχα μαζί μου ελεύθερο κι εκείνον».
5 Νοέμβρη 1942
Άλλαξε το σπίτι μ’ αυτόν τον γυρισμό. Σαν να ξεφύγαμε από ένα βαρύ πένθος. Ο ίδιος ξαναβρήκε το χιούμορ του. Τα παιδιά γελούν και τον φροντίζουν. Ο απαισιόδοξος Κωστάκης κάνει κι αυτός αστεία.
16 Νοέμβρη 1942
Προχτές οι γερμανοί τουφέκισαν τον Μπούκα και σήμερα τον Γιάννη Μάστορη. Παρ’ όλες τις βαρειές κατηγορίες στο στρατοδικείο είχαμε πάντα μια ελπίδα. Ο Μπούκας είναι ο πρώτος ραδιοτηλεγραφητής στην υπηρεσία των φίλων μας. Τον έχουν συλλάβει από το 41. Στη δίκη του, ανάφεραν αριθμούς υποβρυχίων που χάθηκαν εξ αιτίας του. Ο Γιάννης Μάστορης είχε πομπό. Τουλάχιστον αυτά τα παλληκάρια πουλήσανε ακριβά τη ζωή τους.
23 Νοέμβρη 1942
Οι συνεννοήσεις του Τσιγάντε με τον Κωστάκη συνεχίζονται. Σ’ όλα τα κύρια σημεία έχουν συμφωνήσει. Τώρα ήρθε η ώρα να συναντηθούν με τον Αρχιεπίσκοπο.
25 Νοέμβρη 1942
Μαζεύτηκαν πάλι στο σπίτι οι φίλοι του Κωστάκη. Είναι μια ομάδα που ταχτικά συνεδριάζει και συζητεί για τις μεταπολεμικές πολιτικές εξελίξεις. Όλοι είναι παλιοί γνωστοί μας και οι περισσότεροι πολύ φίλοι μας. Σήμερα ήρθαν ο Γιώργος Οικονομόπουλος, ο Ξενοφών Ζολώτας, ο Άγγελος Αγγελόπουλος, ο Γιάννης Παρασκευόπουλος, ο Γιώργος Λάπας που είχε κρύψει τον Κωστάκη όταν διώκονταν πέρυσι, ο Πέτρος Γαρουφαλιάς. Ήρθε και για πρώτη φορά ένας Μακεδόνας πρώην βουλευτής, ο Κώστας Καραμανλής. Μιλούσε λίγο, μα ό,τι έλεγε ήταν σωστό. Μου έκανε εντύπωση η κρίση του και η ειλικρίνειά του. Θα πω του Κωστάκη να τον καλέση μια μέρα μόνο του, να τον γνωρίσω καλύτερα.
26 Νοέμβρη 1942
Χτες ανατινάχτηκε το γιοφύρι του Γοργοποτάμου. Λένε πως έπεσαν άγγλοι αλεξιπτωτιστές και έκαναν τη δουλειά μαζί με τους δικούς μας. Μα τίποτα δε ξέρομε. Το μόνο βέβαιο είναι η ανατίναξη και η μεγάλη ανακούφιση που μας κατέχει. Τουλάχιστον να μη περνούν από την Ελλάδα οι ανεφοδιασμοί του Rommel.
5 Δεκέμβρη 1942
Για αντίποινα του Γοργοποτάμου οι ιταλοί εκτελούν ομήρους στη Λαμία. Λένε πως μέσα στους σκοτωμένους είναι και ο ταγματάρχης Παπακυριαζής. Πώς φοβάμαι την αλήθεια. Θάθελα να μη τη μάθω ποτέ.
Κατέβηκα στο δωμάτιο του Άγγελου. Είχε το κεφάλι ακουμπισμένο πάνω στο γραφείο, μέσα στο μπράτσο του. Κατάλαβα πως ήξερε για τον φίλο του περισσότερα από μένα. Του χάιδεψα τα μαλλιά. Σήκωσε το κεφάλι, ήταν κλαμένος.
-«Όπως είναι εκείνος έτσι θα μπορούσα να είμαι εγώ», μου είπε. «Κάθε μέρα παίζομε ζάρια με τη μοίρα μας».
6 Δεκέμβρη 1942
Η ανατίναξη της ΕΣΠΟ11 μια λύτρωση για μας, όμως μεγάλο τράνταγμα και φόβος για τους γερμανούς. Οι πατριώτες που την επιχείρησαν καθάρισαν τη χώρα από μια ομαδική προδοσία. Είναι από τα καλύτερα παλληκάρια μας. Ο αεροπόρος Κώστα Περρίκος, αρχηγός της ΠΕΑΝ12 και οι φίλοι του˙ ο Μυτιληναίος, ο Κατεβάτης, ο Λόης, ο Σκούρας, η κοπέλλα η Μπίμπα, φύλακες της τιμής μας, αφού δεν έχομε πια γη.
12 Δεκέμβρη 1942
Οι γερμανοί συλλάβανε όλους τους πρωταίτιους και άλλον ανίδεο κόσμο. Όταν το βράδυ πλαγιάζομε στο δικό μας κρεββάτι, δοξάζομε το Θεό.
20 Δεκέμβρη 1942
Μέσα στην αγωνία μας, μια καλή είδηση. Ο Μυτιληναίος δραπέτευσε από τη φυλακή. Είχε μεγάλη μυϊκή ρώμη και κατάφερε να λυγίση τα σίδερα και να περάση από το παράθυρο στο άλλο δωμάτιο. Ήταν άδειο. Ένας γερμανικός μανδύας κι ένα πηλίκιο ήταν εκεί. Τα φόρεσε και βγήκε ήσυχα έξω.
31 Δεκέμβρη 1942
Στέκομαι απέναντι στον Παρνασσό13 στον τοίχο του Άη Γιώργη. Η δίκη για την υπόθεση της ΕΣΠΟ έχει τελειώσει. Περνούν τους κατάδικους.
Πολύς κόσμος είναι ακόμα απέξω.
Ο Περρίκος καταδικάστηκε σε θάνατο. Στην ανάκριση ήταν υπεύθυνος και γενναίος, όπως στην πράξη. Ως το τέλος προσπάθησε να πείση τους γερμανούς πως αυτός μόνος έκανε την ανατίναξη. Η κοπέλλα από τα μαρτύρια είχε ομολογήσει πως κι αυτή βοήθησε.
Η ώρα περνάει. Άλλοι συζητούν, άλλοι κλαίνε. Ο κόσμος αραιώνει, διαλύεται. Μέσα στην παγωμένη καταχνιά όλα μοιάζουν θολά. Εκεί στο πεζοδρόμιο του Παρνασσού, απολιθωμένη, σαν σβυσμένο άγαλμα, η γυναίκα του Περρίκου με τα μικρά της.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο ωργανωμένο από το Κ.Κ.Ε.
2. Ένας από τους πολιτικούς της πρώτης σειράς της χώρας μας, με μεγάλη μόρφωση και θάρρος. Υπουργός πριν τον πόλεμο, υπουργός στην απελευθέρωση και υπουργός Συντονισμού μετά τον πόλεμο, εθελοντής στον πόλεμο του 40. Από τα κυριώτερα μέλη της Επιτροπής της ΕΚΚΑ, στενός συνεργάτης του συνταγματάρχη Ψαρρού.
3. Μιχάλης Ακύλας, αντισμήναρχος συγγραφέας και ποιητής.
4. Μαζί με τον Ακύλα συνέλαβαν και τουφέκισαν τους λιμενικούς αξιωματικούς Καζάκο και Κωτούλα και τους Μοσχόπουλο, Γιαγκουδάκη, Θυμαρά, Αναγνωστόπουλο και Κιοσέ.
5. Μίκα Χαρίτου, τώρα Κυρία Δ. Φατούρου. Ο άντρας της είναι καθηγητής της αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης.
6. Ο Αιμίλιος Μπόρος, από τους πρώτους γιατρούς των Αθηνών, μας παράστεκε όπου ήταν ανάγκη. Και ο καθηγητής Κωνσταντίνος Χωρέμης δεχότανε πάντα με όλη του την καρδιά τα άρρωστα παιδάκια μας. Παρά πολλά έσωσε από βέβαιο θάνατο.
7. Στο μεσαίο πάτωμα της οδού Κυδαθηναίων κατοικούσε ο αδερφός μου Άγγελος Σεφεριάδης με τη γυναίκα του την Ρωξάνη Παπά και το παιδάκι τους.
8. Η ΕΚΚΑ (Εθνική και Κοινωνική Απελευθέρωση) θα έχη διπλό σκοπό, την εθνική απελευθέρωση με τον Συνταγματάρχη Ψαρρό για στρατιωτικό Αρχηγό και αργότερα την κοινωνική απελευθέρωση, δηλαδή, μεγαλύτερη κοινωνική δικαιοσύνη. Η κεντρική Επιτροπή της ΕΚΚΑ είχε μέλη, εκτός από τον Συνταγματάρχη Ψαρρό, το Γιώργο Καρτάλη, τον Απόστολο Καψαλόπουλο, τον Μίμη Κατάβολο, τον Δημήτρη Μανωλέσο, τους τότε Συνταγματάρχας Καραχρήστο και Γεωργαντά κι άλλους. Βέβαια αυτή τη στιγμή, ένα είναι το καίριο θέμα. Η οργάνωση του συντάγματος του Ψαρρού και ο ανεφοδιασμός του από τους άγγλους. Ο Ψαρρός βρίσκεται τώρα στη Ρούμελη. Προσπαθεί να οργανώση εκεί με φίλους αξιωματικούς το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων. Από την αρχή της κατοχής είχε προσπαθήσει να βγάλη στο βουνό ανταρτικές ομάδες. Στους πρώτους μήνες έκανε τις δοκιμές του στη Μακεδονία. Τότε εξέδωσε και την επαναστατική εφημερδία του «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ».
Ίδε επίσημη έκθεση των επιθέσεων ΕΑΜ – ΕΛΛΑΣ κατά 5/42 ΕΚΚΑ. Αρχείον υποστρατήγου Στεφάνου Δούκα.
Ίδε επίσης Γεωργίου Καϊμάρα, Ιστορία Εθνικής Αντιστάσεως 1941 – 44 σελίς 24.
9. Γιάννης Τσιγάντες, ταγματάρχης πεζικού, επί κεφαλής κλιμακίου σταλμένου από τη Μέση Ανατολή για να συντονίση τον Απελευθερωτικό Αγώνα, να εκτελέση σαμποτάζ και να διανείμη βοηθήματα στις οικογένειες των θυμάτων.
10. Και ο άντρας της ο Στέφανος Δούσης, φυλακισμένος κι αυτός, είναι θαλαμάρχης στις φυλακές.
11. Η ΕΣΠΟ Ελληνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωσις ιδρύθηκε από τους γερμανούς. Ήθελε να επιστρατεύση ανόητους, να οργανώση ελληνικό τάγμα που θα πολεμούσε στο πλευρό των γερμανών κατά της Ρωσίας. Ο Περρίκος με τους φίλους του, έβαλαν δυναμίτη και ανατίναξαν τα γραφεία της ΕΣΠΟ στην οδό Πατησίων. Σκοτώθηκαν γερμανοί.
12. Ο Κωνσταντίνος Περρίκος αξιωματικός αεροπόρος έχει ιδρύσει με ξεχωριστά παιδιά την ΠΕΑΝ (Πανελλήνιον Ένωση Αγωνιζομένων Νέων).
13. Το γερμανικό Στρατοδικείο λειτουργούσε μέσα στην αίθουσα του Παρνασσού.

Από το βιβλίο Φύλλα Κατοχής Ημερολόγιο, της Ιωάννας Τσάτσου. Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.