Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως: Αγίου Ιωάννου του Χρυσόστόμου – «Αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών».

%ce%86%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%99%cf%89%cf%83%ce%ae%cf%86-%ce%bf-%ce%bc%ce%bd%ce%ae%cf%83%cf%84%cf%89%cf%81-%ce%9b%cf%85%ce%b4%ce%af%ce%b1%cf%82-%ce%93%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%b9%cf%8e%cf%84%ce%b7

(Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, Κεφ. Α. 1 – 25.)

…εντεύθεν δεικνύς θαυμαστόν όντα τον τόκον, τω τον Θεόν είναι τον την προσηγορίαν άνωθεν πέμποντα δια του αγγέλου τω Ιωσήφ. Ουδέ γαρ τούτο απλώς ήν, αλλά μυρίων αγαθών θησαυρός. Διο και ερμηνεύει τούτο ο άγγελος και χρηστάς υποτείνει ελπίδας, και ταύτη προς πίστιν αυτόν επαγόμενος. Προς γαρ ταύτα επιρρεπέστερον ειώθαμεν έχειν˙ διο και μάλλον αυτοίς πιστεύειν φιλούμεν. Από πάντων τοίνυν κατασκευάσας την πίστιν, από των παρελθόντων, από των μελλόντων από των ενεστώτων, από της εις αυτόν τιμής, εισάγει και τον προφήτην ευκαίρως τούτοις άπασι ψηφιζόμενον. Πριν ή δε αυτόν εισαγαγείν, τα μέλλοντα τη οικουμένη δι’ αυτού συμβήσεσθαι αγαθά προαναφωνεί. Τίνα δε ταύτα εστίν; Αμαρτιών απαλλαγή και αναίρεσις. «Αυτός γαρ σώσει», φησί, «τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών».

Και ενταύθα το παράδοξον ενδείκνυται. Ου γαρ πολέμων αισθητών, ουδέ βαρβάρων, αλλά ο πολλώ τούτων μείζον ήν, αμαρτημάτων απαλλαγήν ευαγγελίζεται˙ ο μηδενί ποτέ έμπροσθεν εγένετο δυνατόν. Και τίνος ένεκεν φησί, «Τον λαόν αυτού», είπε, και ουχί και τα έθνη προσέθηκεν; Ίνα μη πτοήση τον ακροατήν τέως. Τω γαρ συνετώς ακροωμένω και τα έθνη ηνίξατο. Λαός γαρ αυτού ουχ οι Ιουδαίοι μόνον, αλλά και πάντες οι προσιόντες και δεχόμενοι την παρ’ αυτού γνώσιν.

Σκόπει δε πως αυτού και το αξίωμα ημίν παρήνοιξε, λαόν αυτού καλών τον δήμον τον Ιουδαϊκόν. Τούτο γαρ ουδέν άλλο δεικνύοντος εστίν, ή ότι Θεού Παις ο τικτόμενος και περί του των άνω βασιλέως ο λόγος εστίν αυτώ. Ουδέ γαρ αμαρτήματα αφιέναι ετέρας εστί δυνάμεως, άλλ’ ή της ουσίας μόνης εκείνης.

Επεί ουν τοσαύτης απελαύσαμεν δωρεάς, πάντα ποιώμεν, ώστε μη την ευεργεσίαν καθυβρίσαι την τοσαύτην. Ει γαρ και προ της τιμής ταύτης άξια κολάσεως τα γινόμενα ήν, πολλώ μάλλον μετά την άφατον ταύτην ευεργεσίαν.

Και ταύτα ουχ απλώς λέγω νυν, αλλ’ επειδή πολλούς ορώ μετά το βάπτισμα ραθυμότερον των αμυήτων διατελούντας, και ουδέν έχοντας ίδιον γνώρισμα πολιτείας. Δια τοι τούτο ουκ εν αγορά, ουκ εν εκκλησία δυνατόν ειδέναι ταχέως, τις μεν ο πιστός, τις δε ο μη πιστός, πλην ει τις κατά τον καιρόν επισταίη των μυστηρίων, και ίδιοι τους μεν εκβαλλομένους, τους δε ένδον μένοντας. Εχρήν δε ουκ από του τόπου, άλλ’ από του τρόπου γνωρίζεσθαι. Τα μεν γαρ έξωθεν αξιώματα, εικότως από των έξωθεν περικειμένων τεκμηρίων εστί κατάδηλα˙ τα δε ημέτερα από της ψυχής είναι γνώριμα χρη. Τον γαρ πιστόν ουκ από της δωρεάς χρη φαίνεσθαι μόνον, αλλά και από την ζωής της καινής. Τον πιστόν, φωστήρα δει είναι του κόσμου και άλας. Όταν δε μηδέ σαυτώ φαίνης, μηδέ την οικείαν σηπεδόνα επισφίγγης, πόθεν σε εισόμεθα λοιπόν; Ότι των ναμάτων επέβης των ιερών; Αλλά τούτό σοι κολάσεως εφόδιον γίνεται. Τιμής γαρ μέγεθος τοις ουκ αξίως της τιμής ζην προαιρουμένοις προσθήκη τιμωρίας εστί. Τον γαρ πιστόν ουκ αφ’ ων έλαβε παρά του Θεού
μόνον, αλλά και αφ’ ων αυτός εισήνεγκε λάμπειν δίκαιον, και πανταχόθεν είναι γνώριμον, από του βαδίσματος, από του βλέμματος, από του σχήματος, από της φωνής. Ταύτα δε είπον, ουχ ίνα προς επίδειξιν, άλλ’ ίνα προς ωφέλειαν των ορώντων εαυτούς ρυθμίσωμεν. Νυν δε όθεν αν ζητήσω σε επιγνώναι, πανταχού σε από των εναντίων ευρίσκω φαινόμενον. Αν τε γαρ από του τόπου βουληθώ σε καταμαθείν, εν ιπποδρομίοις και θεάτροις και παρανομίαις ορώ διημερεύοντα, εν πονηροίς συλλόγοις τοις εν αγορά, και ανθρώπων συνουσίαις διεφθαρμένων˙ αν τε από του σχήματος της όψεως, ανακαγχάζοντα βλέπω διηνεκώς και διαλελυμένον, καθάπερ σεσηρυίαν εταιρίδα και απολελυμένην˙ αν τε από των ιματίων, των επί σκηνής ουδέν άμεινον διακείμενον ορώ˙ αν τε από των επομένων, παρασίτους περιφέρεις και κόλακας˙ αν τε από των ρημάτων, ουδέν υγιές, ουδέν αναγκαίον, ουδέ συνέχον ημών την ζωήν ακούω φθεγγόμενον˙ αν τε από της τραπέζης μείζων εντεύθεν η κατηγορία φανείται.

Πόθεν ουν, ειπέ μου, δυνήσομαί σε επιγνώναι τον πιστόν, των ειρημένων απάντων ταναντία ψηφιζομένων; Και τι λέγω τον πιστόν; Ουδέ γαρ ει άνθρωπος ει, σαφώς δύναμαι μαθείν. Όταν γαρ λακτίζη μεν ώσπερ όνος, σκιρτάς δε ώσπερ ταύρος, χρεμετίζης δε επί γυναιξίν ώσπερ ίππος˙ και γαστριμαργής μεν ώσπερ άκρτος, πιαίνης δε την σάρκα ώσπερ ημίονος˙ μνησικακής δε ώσπερ κάμηλος˙ και αρπάζης μεν ως λύκος, οργίζη δε ως όφις, πλήττης δε ως σκορπίος, ύπουλος δε ής ώσπερ αλώπηξ, ιόν δε πονηρίας διατηρής, ώσπερ ασπίς και έχις, πολεμής δε κατά των αδελφών ώσπερ ο πονηρός δαίμων εκείνος˙ πώς δυνήσομαί σε μετά των ανθρώπων αριθμείν ουχ ορών εν σοι της ταιαύτης φύσεως τους χαρακτήρας; Κατηχουμένου γαρ και πιστού διαφοράν ζητών, κινδυνεύω μηδέ ανδρός και θηρίου ευρείν διαφοράν. Τί γαρ σε είπως; Θηρίον; Αλλά τα θηρία ενί τούτων των ελαττωμάτων κατέχεται˙ συ δε ομού συμφορήσης πάντα, πορρωτέρω της εκείνων αλογίας οδεύεις. Αλλά δαίμονά σε προσείπω; Αλλά δαίμων ούτε γαστρός δουλεύει τυραννίδι, ούτε χρημάτων ερά. Όταν ουν
και θηρίων και δαιμόνων ελαττώματα πλείονα έχης, πώς σε άνθρωπον καλέσομεν, ειπέ μοι; Ει δε άνθρωπόν σε ουκ έστιν ειπείν, πώς σε προσερούμεν πιστόν; Και το δη χαλεπώτερον, ότι ούτω διακείμενοι κακώς, ουδέ εννοούμεν της ψυχής ημών την αμορφίαν, ουδέ καταμανθάνομεν αυτής το δυσειδές. Άλλ’ εν κουρείω μεν καθήμενος, και την κόμην αποκείρων, το κάτοπτρον λαβών περισκοπείς μετά ακριβείας την των τριχών σύνθεσιν, και τους παρεστώτας ερωτάς και τον αποκείροντα αυτόν, ει καλώς τα προς τω μετώπω συνέθηκε˙ και γέρων ων πολλάκις, ουκ αισχύνη νεωτερικαίς φαντασίαις επιμαινόμενος˙ της δε ψυχής ημών ουκ αμόρφου μόνον, αλλά και θηριομόρφου, και Σκύλλης τινός ή Χιμαίρας, κατά τον έξω μύθον, γεγενημένης, ουδέ μικρόν αισθανόμεθα. Καίτοιγε και ενταύθα κάτοπτρον έστι πνευματικόν, και πολλών βέλτιον εκείνου και χρησιμώτερον˙ ουδέ γαρ δείκνυσι την αμορφίαν μόνον, αλλά και μετατίθησιν αυτήν προς κάλλος αμήχανον, αν θέλωμεν.

Τούτο δε εστίν η των αγαθών ανδρών μνήμη και της μακαρίας ζωής αυτών ιστορία, η των Γραφών ανάγνωσις, οι παρά του Θεού δοθέντες νόμοι. Καν βουληθής άπαξ μόνον ιδείν εις τας των αγίων εκείνων εικόνας, και το δυσειδές όψει της διανοίας της σης, και ιδών ουδενός δεήση λοιπόν ετέρου εις το απαλλαγήναι της αισχρότητος ταύτης. Και γαρ εις τούτο χρήσιμον ημίν το κάτοπτρον, και ραδίαν ποιεί την μετάθεσιν….

…Δια τούτο έφερε και το όνομα ο άγγελος, από τους ουρανούς και έδειξε και με την ενέργειαν αυτήν, με το να αποστείλη ο Θεός από τους ουρανούς δια του αγγέλου εις τον Ιωσήφ το όνομα, ότι η εγκυμοσύνη οφείλεται εις θαύμα. Διότι και το όνομα ακόμη δεν ήτο κάτι το ασήμαντον, αλλά είναι θυσαυροφυλάκιον απείρων αγαθών. Δια τούτο το ερμηνεύει ο άγγελος και δημιουργεί αγαθάς ελπίδας και βοηθεί αυτόν και με αυτόν τον τρόπον να σκεφθή. Διότι επηρεαζόμεθα συνήθως από αυτά. Δια τούτο συνήθως πιστεύομεν περισσότερον με την βοήθειαν και αυτών. Αφού ενίσχυσε την πίστιν του με όλα αυτά, μα τα παρελθόντα, με τα μέλλοντα, με τα παρόντα, με την τιμήν που του έκαμε, παρουσιάζει και τον προφήτην εις την κατάλληλον στιγμήν να επικυρώνη όλα αυτά. Προτού να τον παρουσιάση όμως, προλέγει τα αγαθά που θα κερδίση η οικουμένη δια του Ιησού. Και ποία είναι αυτά; Απαλλαγή από τας αμαρτίας και κατάργησις αυτών. «Αυτός γαρ», λέγει, «σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών».

Και με τα λόγια αυτά υποδηλώνεται το θαύμα. Διότι δεν υπόσχεται απαλλαγήν από πολέμους ή από βαρβάρους, αλλά κάτι το πολύ σημαντικώτερον˙ απαλλαγήν από τας αμαρτίας. Αυτό κανείς δε το κατόρθωσε ποτέ προηγουμένως. Αλλά δια τι, θα έλεγε κανείς, είπε «Τον λαόν αυτού» και δεν είπεν όλους τους λαούς; Δια να μη κάμη διστακτικόν τον ακροατήν του εκείνην την στιγμήν. Αλλά δια τον συνετόν ακροατήν ανεφέρετο εις όλους τους λαούς. Διότι λαός του δεν είναι μόνον οι Ιουδαίοι, αλλά και όλοι πιστεύουν και δέχονται την διδασκαλίαν του.

Πρόσεξε πως μας εφανέρωσε την εξουσίαν του με το να χαρακτηρίση λαόν του τον Ιουδαϊκόν λαόν. Ο λόγος αυτός δεν αποδεικνύει τίποτε άλλο, παρά ότι ο γεννώμενος είναι υιός του Θεού και ότι ομιλεί προς αυτόν δια τον βασιλέα των ουρανών. Διότι κανείς άλλος εκτός από τον Θεόν δεν έχει την δύναμιν να συγχωρή αμαρτίας.

Αφού λοιπόν ευεργετήθημεν τόσον πολύ, ας κάμνωμεν το παν, ώστε να μη φαινώμεθα αχάριστοι προς τόσην ευεργεσίαν. Διότι, αφού η διαγωγή μας άξιζε να μας οδηγήση εις την κόλασιν πριν από αυτήν την πρωτοφανή ευεργεσίαν, θα αξίζη πολύ περισσότερον μετά από αυτήν.

Αυτά δεν τα λέγω άνευ σοβαρού λόγου, αλλά τα λέγω, επειδή βλέπω ότι πολλοί γίνονται μετά το βάπτισμα περισσότερον αδιάφοροι από τους αβαπτίστους και στερούνται των βασικών χαρακτηριστικών του Χριστιανού. Δια τούτο δεν είναι δυνατόν να γνωρίση κανείς αμέσως ούτε εις την αγοράν ούτε εις την εκκλησίαν ποίος είναι και ποίος δεν είναι πιστός, εκτός αν προσέξη κανείς κατά την ώραν της τελέσεως των μυστηρίων και ιδή άλλους να εξέρχωνται και άλλους να παραμένουν μέσα. Έπρεπεν όμως να διακρίνωνται από τους τρόπου των, όχι από τον τόπον. Διότι ορθώς τα κοσμικά αξιώματα γίνονται ολοφάνερα από εξωτερικά τεκμήρια. Η ιδική μας αξία όμως πρέπει να πηγάζη από την ψυχήν. Διότι ο πιστός πρέπει να διακρίνεται όχι μόνον από την συμμετοχήν εις τα μυστήρια, αλλά και από την ανακαίνησιν της ζωής του. Ο πιστός πρέπει να είναι πηγή φωτός και άλας του κόσμου. Όταν όμως δεν είσαι ειλικρινής ούτε με τον εαυτόν σου και όταν δεν περιορίζης την γάγγραιναν από πού θα σε γνωρίσωμεν τέλος πάντων;

Από το ότι έλαβες τυπικώς μέρος εις το μυστήριον της θείας ευχαριστίας; Αυτό όμως καταλήγει να είναι αιτία τιμωρίας σου. Διότι τα μεγαλύτερα αξιώματα επισύρουν μεγαλυτέραν ποινήν δι’ εκείνους οι οποίοι επιλέγουν τρόπον ζωής ανάξιον του αξιώματός των. Πρέπει λοιπόν να ακτινοβολή ο πιστός όχι μόνον με όσα του έδωσεν ο Θεός, αλλά και με όσα επιτελεί ο ίδιος, και να διακρίνεται από τα πάντα, από το βάδισμα, από το βλέμμα, από την εμφάνισιν, από την ομιλίαν. Αυτά τα λέγω δια να επιδιώκωμεν εις της ζωήν μας όχι την επίδειξιν, αλλά την ωφέλειαν εκείνων που μας βλέπουν. Τώρα όμως, από όποιαν εκδήλωσίν σου ζητήσω να γνωρίσω την νοοτροπίαν σου, σε ευρίσκω πάντοτε να εκδηλώνεσαι με τα αντίθετα. Αν π. χ. θελήσω να σε κρίνω με κριτήριον τον τόπον, σε ευρίσκω να διέρχεσαι την ημέραν σου εις ιπποδρόμια και θέατρα και αμαρτωλούς τόπους, εις επιληψίμους συγκεντρώσεις εις την αγοράν και εις συναναστροφάς με διεφθαρμένους ανθρώπους˙ αν σε κρίνω με κριτήριον το ύφος του προσώπου σου, σε βλέπω να καγχάζης συνεχώς και
να είσαι αφηρημένος ωσάν γελοία και εγκαταλελειμμένη εταίρα.

Αν από τα ενδύματά σου, σε βλέπω να μη ευρίσκεσαι εις καλυτέραν κατάστασιν από τους θεατρίνους˙ αν από τους συνοδούς σου, έχεις κοντά σου παρασίτους και κόλακας˙ αν από τα λόγια σου, δεν σε ακούω να λέγης κάτι το συνετόν, ούτε το απαραίτητον, ούτε το σπουδαίον δια την ζωήν μας. Αν από τα φαγητά σου, η επίκρισις εις τον τομέα αυτόν θα είναι μεγαλυτέρα.

Από τι λοιπόν, απάντησέ μου, θα ημπορέσω να αναγνωρίσω εσένα τον πιστόν, αφού όλα τα παραπάνω βεβαιώνουν το αντίθετον; Αλλά διατί ομιλώ περί πιστού; Αφού δεν ημπορώ να εννοήσω μετά βεβαιότητος αν είσαι άνθρωπος. Όταν λακτίζης ωσάν όνος και πηδάς όπως ο ταύρος και χρεμετίζης δια τας γυναίκας όπως ο ίππος και είσαι λαίμαργος όπως η άρκτος και παχύνης το σώμα σου ωσάν ημίονος και μνησικακής ωσάν καμήλα και αρπάζης όπως ο λύκος, οργίζεσαι όπως ο όφις, δαγκώνης όπως ο σκορπιός, είσαι ύπουλος όπως η αλεπού, έχης μέσα εις την ψυχήν σου δηλητήριον όπως η κόμπρα και η έχιδνα και διεξάγης πόλεμον κατά των αδελφών σου όπως ο πονηρός εκείνος διάβολος, πώς είναι δυνατόν να σε υπολογίζω μεταξύ των ανθρώπων, αφού βλέπω να έχης αυτού του είδους τα χαρακτηριστικά; Ενώ αναζητώ την διαφοράν μεταξύ πιστού και κατηχουμένου, υπάρχει κίνδυνος να μη εύρω διαφοράν μεταξύ άνθρώπου και θηρίου. Τί να σε ονομάσω λοιπόν; Θηρίον; Τα θηρία όμως έχουν ένα από αυτά τα ελαττώματα. Εσύ, αντιθέτως, αφού τα συνεκέντρωσες όλα
μαζί, προχωρείς πέραν από την ζωώδη κατάστασιν εκείνων.

Να σε αποκαλέσω σατανάν; Αλλά ο σατανάς ούτε κοιλιόδουλος είναι ούτε είναι ερωτευμένος με τα χρήματα. Απάντησέ μου λοιπόν. Πώς θα σε αποκαλώ άνθρωπον, όταν έχης περισσότερα ελαττώματα από τα θηρία και από τον σατανάν; Και αν δεν είναι δυνατόν να σε λέγω άνθρωπον, πώς θα σε αποκαλέσω πιστόν; Και το χειρότερον είναι βεβαίως ότι, επειδή έχομεν τόσην κακίαν, δεν αντιλαμβανόμεθα ότι η ψυχή μας έχασε την ομορφιάν της, ούτε κατανοούμεν την ασχήμιαν της. Αλλά όταν ευρίσκεσαι εις το κουρείον και περιποιείσαι την κόμην σου, παίρνεις τον καθρέπτην και εξετάζεις με μεγάλην προσοχήν την γενικήν εικόνα των μαλλιών σου και ερωτάς τους παρευρισκομένους και τον κουρέα τον ίδιον εάν ετακτοποίησεν ωραία το εμπρόσθιον τμήμα της. Και, αν και είσαι γέρος, δεν εντρέπεσαι να επιδιώκης συχνά νεανικήν εμφάνισιν. Και δεν αντιλαμβανόμεθα καθόλου ότι η ψυχή μας δεν έχασεν απλώς την ομορφιάν της, αλλά έγινε θηριόμορφος, έγινε, κατά τον ειδωλολατρικόν μύθον, Σκύλλα ή Χίμαιρα. Αν και υπάρχει βεβαίως και δια την περίπτωσιν αυτήν
πνευματικός καθρέπτης, και μάλιστα πολύ καλύτερος από τον άλλον και χρησιμώτερος. Διότι δεν δείχνει μόνον αν έχασε την ομορφιάν της, αλλά, αν θέλωμεν, της δίδει και κάλλος απίστευτον.

Ο καθρέπτης αυτός είναι η μνήμη των εναρέτων ανθρώπων και η ιστορία της αναμαρτήτου ζωής των, η ανάγνωσις των Γραφών, οι νόμοι, τους οποίους μας έδωσεν ο Θεός. Αν θελήσης να ρίψης ένα μόνον βλέμμα εις τας εικόνας των αγίων εκείνων, θα αντιληφθής την ασχήμιαν του χαρακτήρος σου και, όταν την αντιληρθής, δεν θα σου χρειασθή πλέον τίποτε άλλο δια να απαλλαγής από την ασχήμιαν αυτήν. Μας είναι λοιπόν ωφέλιμος ο καθρέπτης και κάμνει εύκολην την βελτίωσιν….

Από το: «Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, Ομιλία Δ’, (Ματθ. Α, 17 – 21)».

Η/Υ επιμέλεια: Ελένης Χρήστου, Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως: η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., Αγ. Κυρίλλου Ιεροσολύμων, «Κατήχησις προς τους φωτιζομένους, περί Ενανθρωπήσεως.».
Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως: Θεός και άνθρωπος «Ιησούς».
«Βίβλος γενέσεως Ιησού Χριστού» – ομιλίες: Α., Β., Γ., Δ. εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, Ιωάννου του Χρυσοστόμου (πρωτότυπη και Νεοελληνική εκδοχή).
Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως: υμνολογική εκλογή.
Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως: Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ., «Θόραξ και κοντάρι», Λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου.
Η έκ-πληξη των Χριστουγέννων – Σωτηρίου Δεσπότη, καθηγητού του Πανεπ. Αθηνών (κείμενο και αρχείο ήχου, mp3).
Πώς παρουσιάζουν την Γέννηση του Χριστού τα Ιερά Ευαγγέλια (Κυριακή προ Χριστού Γεννήσεως(; – Κωνσταντίνου Χολέβα (αρχείο ήχου, mp3).
Παρακλητικός Κανών εις την Προμήτορα της Θεοτόκου, την δικαίαν Μαρίαν – Χαραλάμπους Μπούσια.
Προεόρτια των Χριστουγέννων – αειμνήστου Ιωάννου Φουντούλη (κείμενο και αρχεία ήχου, mp3).
Το Μήνυμα του Αρχαγγέλου Γαβριήλ προς τον Ιωσήφ, περί της Εγκυμοσύνης της Θεοτόκου – ηχογραφημένη ομιλία του Αρχιμ. Αθανασίου Μυτιληναίου (αρχείο ήχου, mp3).

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.