Κυριακή Δ΄ Λουκά: Η πνευματική καλλιέργεια – Μακαριστού Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτου.

Λουκ. 8, 4-15

Ή των Πατέρων της Ζ΄Οικουμ. Συνόδου

«Εξήλθεν ο σπείρων του
σπείραι τον σπόρον αυτού»
(Λουκ. 8,5)

Η εποχή αυτή, αγαπητή μου, είνε εποχή της σποράς. Το καλοκαίρι πέρασε. Έφθασε το φθινόπωρο. Ο καιρός ψύχρανε. Ο ουρανός βρέχει και άφθονο νερό ποτίζει τη γη. Τα χώματα, που ήταν ξερά απ’ τον καυτερό ήλιο του καλοκαιριού, τώρα μαλακώνουν. Οι γεωργοί πηγαίνουν στα χωράφια. Αρχίζει η δουλειά.

Άλλοτε πολύ κουράζονταν οι γεωργοί για να καλλιεργήσουν τη γη. Με αλέτρια, που έσπερναν βόδια καματερά, ώργωναν τα χωράφια. Μέρες πολλές περνούσαν για το όργωμα. Αλλά τώρα ήλθε η μηχανική καλλιέργεια και ανακούφισε πολύ τους γεωργούς μας. Τρακτέρ με τα ατσαλένια τους αλέτρια οργώνουν βαθειά τη γη, ανοίγουν αυλάκια και μέσα στ’ αυλάκια οι γεωργοί ρίχνουν το σπόρο διαλεγμένο. Μιά προσευχή ακούγεται· Θεέ, ευλόγησε τη σπορά! Η Εκκλησία, στοργική μάνα, κάθε φορά στη θεία λειτουργία δεν ξεχνά τους γεωργούς. Ειδική δέησι κάνει γι’ αυτούς ο ιερεύς· «Υπέρ ευκρασίας αέρων, ευφορίας των καρπών της γης και καιρών ειρηνικών του Κυρίου δεηθώμεν».

Κ’ έχουν ανάγκη οι γεωργοί μας από την ευλογία του Θεού. Γιατί όσο καλά κι αν είνε τα χωράφια μας, κι όσο βαθειά και να σκάψουν και να οργώσουν, κι όσο εκλεκτό σπόρο να σπείρουν, κι όσα λιπάσματα να ρίξουν, όλα πηγαίνουν χαμένα, αν ο καιρός δεν είνε ευνοϊκός. Ένας παγωμένος αέρας, ένα δυνατό κρύο, που κρατάει πολλές μέρες, ή ένας αέρας καυτός, λίβας, ή μιά επιδρομή από ακρίδες κι άλλα βλαβερά έντομα καταστρέφουν την καρποφορία· και δεν είνε σπάνιο το φαινόμενο, οι γεωργοί μας να σπέρνουν και να μη θερίζουν. Γι’ αυτό παραπάνω απ’ όλα είνε η ευλογία του Θεού. Υπάρχει ευλογία; Τότε η σπορά θα είνε πλούσια.

Αλλά πώς να υπάρχει ευλογία Θεού, όταν οι γεωργοί μας, παρασυρμένοι κι αυτοί απ’ τα κακά παραδείγματα των πόλεων, δεν εκκλησιάζονται, δεν τηρούν τις εντολές του Θεού, μερικοί δε απ’ αυτούς έχουν γίνει τόσο ασεβείς, ώστε την ώρα που σπέρνουν το σπόρο στη γη βλαστημούν το Θεό; Πού είνε η ευσέβεια των γεωργών των περασμένων χρόνων; Φτωχοί εκείνοι, χωρίς τρακτέρ, χωρίς μηχανική καλλιέργεια, χωρίς δάνεια από κανένα οργανισμό, χωρίς βοήθεια από καμιά τράπεζα, αλλά με μόνη τη πίστι στο Θεό δουλεύανε τη γη· κ’ η γη, ευλογημένη απ’ το Θεό, τους έδινε ό,τι χρειάζονταν για τη ζωή τους. Το «Δόξα σοι, ο Θεός» δεν έλειπε απ’ τα χείλη τους.

***

Αλλά γιατί γα λέμε όλα αυτά; Γιατί μιλάμε για γεωργία και γεωργούς, για χωράφια και καλλιέργεια γης; Διότι το Ευαγγέλιο, που διαβάζεται σήμερα σ’ όλες τις εκκλησίες, μας δίνει την αφορμή.

Το σημερινό Ευαγγέλιο είνε παραβολή. Μιά όμορφη παραβολή, που είπε ο Χριστός. Είνε η παραβολή του Σπορέως. Στην παραβολή αυτή ο Χριστός κάνει λόγο για ένα γεωργό, που βγήκε να σπείρη το σπόρο του. Κ’ έσπειρε το σπόρο. Έσπειρε παντού. Αλλ’ από τα τέσσερα μέρη του σπόρου ένα μόνο μέρος καρποφόρησε. Τα άλλα τρία μέρη του σπόρου πήγαν χαμένα. Όχι γιατί ο σπόρος δεν ήταν καλός. Ο ίδιος σπόρος ήταν. Άλλα διότι τα μέρη όπου έπεσαν οι σπόροι αυτοί δεν ήταν κατάλληλα. Το ένα μέρος του σπόρου έπεσε στο δρόμο τον χιλιοπατημένο· πέταξαν τα πουλιά και τον πήρα. Το άλλο μέρος του σπόρου έπεσε σε μέρη που ήταν γεμάτα πέτρες· και μόλις φύτρωσε, ξεράθηκε, γιατί δεν υπήρχε δροσιά. Το τρίτο μέρος έπεσε σε γη γεμάτη αγκάθια· φύτρωσε, αλλά τ’ αγκάθια έπνιξαν το σπόρο. Και μόνο το τελευταίο μέρος του σπόρου έπεσε σε καλή γη, φύτρωσε, κι ο ένας σπόρος έγινε εκατό.

Αγαπητοί μου, αυτή είνε η παραβολή του Σπορέως. Αλλά στις παραβολές, όπως είπαμε και άλλοτε, ο Κύριος άλλα λέει και άλλα εννοεί. Ερωτούμε; Ποιός είνε ο γεωργός; Ποιός είνε ο σπόρος; Ποιά είνε τα διάφορα εδάφη όπου έπεσε ο σπόρος; Με συντομία θ’ απαντήσουμε.

Ο γεωργός είνε ο ίδιος ο Χριστός, που έσπειρε και εξακολουθεί να σπέρνη τον πολύτιμο σπόρο του. Ο σπόρος του είνε ο λόγος του Θεού, η διδασκαλία, το κήρυγμα. Τα δε διάφορα μέρη, όπου έπεσε ο σπόρος, είνε οι καρδιές των ανθρώπων, που δεν είνε όμοιες μεταξύ τους. Άλλες καρδιές είνε σκληρές σαν το δρόμο, που όσο σπόρο κι αν ρίξης δεν πιάνει. Άλλες καρδιές είνε σαν τα πετρώδη εδάφη. Οι άνθρωποι αυτοί ἔχουν καλή διάθεσι, ακούνε με ευχαρίστησι το λόγο του Θεού, αλλ’ όταν παρουσιαστούν εμπόδια και πειρασμοί απ’ το διάβολο και τα όργανά του, τότε όλος ο ενθουσιασμός των ανθρώπων αυτών μαραίνεται και σβήνει κι ο λόγος του Θεού κανένα αγαθό αποτέλεσμα δεν φέρνει στις ψυχές αυτές. Οι δε άλλοι είνε σαν τη γη που εινε γεμάτη αγκάθια. Οι άνθρωποι αυτοί ακούνε με χαρά το λόγο του Θεού, προσπαθούν να τον εφαρμόσουν, αλλ’ έχουν μπλεχτή με κοσμικές φροντίδες και μέριμνες, που μέρα και νύχτα σαν αγκάθια μυτερά τους κεντούνε και δεν τους μένει καιρός για την καλλιέργεια της ψυχής. Διασκεδάσεις, αισχροί έρωτες, δίψα, λύσσα για να μαζέψουν λεφτά και να γίνουν πλούσιοι έχουν μεταβάλει την καρδιά τους σε χέρσο χωράφι, που έχει γεμίσει αγκάθια. Ο λόγος του Θεού στις καρδιές αυτές δεν καρποφορεί. Τί κρίμα! Τόσος σπόρος, τόση διδασκαλία, τόσες κατηχήσεις και κηρύγματα, όλα πάνε χαμένα.

Αλλά δόξα τω Θεώ! Υπάρχει και μιά μερίδα ακροατών, που οι καρδιές τους είνε σαν την καλή γη. Ακούνε με χαρά το λόγο του Θεού. Τον παίρνουν και τον φυτεύουν βαθειά μεσ’ στην καρδιά τους. Τον μελετούν κάθε μέρα. Πιστεύουν. Έχουν μεγάλη υπομονή. Νικούν όλα τα εμπόδια και τους πειρασμούς, κι ο Θεός, που βλέπει την προθυμία, τους κόπους και τον αγώνα που κάνουν για να εφαρμόσουν το λόγο του Θεού, τους ευλογεί. Οι ψυχές αυτές ευωδιάζουν, γεμίζουν από καρπούς, από αρετές και καλά έργα. Οι ψυχές αυτές είνε το ευλογημένο χωράφι του Θεού, που το βλέπει κανείς και το χαίρεται.

Και γεννιέται το ερώτημα· Εμείς, όσοι πάμε στην εκκλησία κι ακούμε το λόγο του Θεού, εμείς τί είμαστε; Είμαστε δρόμος σκληρός και πατημένος; Είμαστε χωράφι γεμάτο πέτρες, γεμάτο κακίες και ελαττώματα; Είμαστε χωράφι γεμάτο αγκάθια, γεμάτο φροντίδες και μέριμνες και αμαρτωλές επιθυμίες; Ή είμαστε καλή γη, χωράφι καλλιεργημένο, έτοιμο να δεχθή το σπόρο και να καρποφορήση; Ο καθένας μας ας απαντήση….

Χωράφι, αγαπητοί μου, είνε η καρδιά μας. Κι αν ακόμη είνε γεμάτο πέτρες κι αγκάθια, κακίες κ’ ελαττώματα και πάθη και κακές επιθυμίες, ας μην απελπισθούμε. Ας παρακαλέσουμε το Θεό κι ας εργασθούμε. Το πιό χέρσο χωράφι, αν καλλιεργηθή, μπορεί να γίνη θαυμάσιο περιβόλι. Κ’ η πιό άγρια ψυχή, η ψυχή ενός ληστού, αν περάση από πάνω της το αλέτρι του πόνου, αν ποτιστή με τα δάκρυα της μετανοίας, αν πέση η φωτιά του αγίου Πνεύματος, τότε η άγρια ψυχή ημερεύει και γίνεται αγία και καρποφορεί εκατονταπλασίονα. Ληστές και πόρνες, άγρια χωράφια, χωράφια του διαβόλου, μετανοούν και γίνονται χωράφια του Θεού.

Όλοι, λοιπόν, στην εντατική καλλιέργεια του ανεκτιμήτου αυτού αγρού, που λέγεται ανθρώπινη ψυχή.

Από το βιβλίο: Επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Μητροπολίτου Πρ. Φλωρίνης: Κυριακή. Σύντομα κηρύγματα επί των Ευαγγελικών περικοπών.
Έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «Ο Σταυρός»

Η/Υ επιμέλεια Αικατερίνας Κατσούρη.

Παράβαλε και:
Κυριακή Δ. Λουκά: η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., του Αγ. Οσιομάρτυρος Κοσμά του Αιτωλού – λόγος εις την παραβολήν του σπορέως.
Κυριακή Δ. Λουκά: Η παραβολή του σπορέως και η εξήγησίς της – Ιερομ. Κοσμά Δοχειαρίτου.
Κυριακή Δ. Λουκά: Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις τον Άγιον Ευαγγελιστήν Ματθαίον, ομιλία μδ’.

Κατηγορίες: Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.