Η διείσδυση του Ισλαμισμού στην Ευρώπη – Χρήστου Ιακώβου, διευθυντού του Κυπριακού κέντρου μελετών.

Οι εικόνες μασκοφόρων αποκεφαλιστών εν ονόματι του Ισλάμ, με ευρωπαϊκή προέλευση, οι οποίοι εξανίστανται αντιδυτικώς, όπισθεν δυτικών ομήρων και με αντίληψη ισλαμικώς μεσσιανική, άρχισαν να γίνονται εσχάτως μόνιμο φαινόμενο τηλεοπτικής και διαδικτυακής βοράς προς κατανάλωση. Το φαινόμενο αυτό έφερε στην επιφάνεια το θέμα της ισλαμικής παρουσίας στην Ευρώπη, το οποίο μέχρι πριν από λίγα χρόνια ήταν περιορισμένο σε ακαδημαϊκές συζητήσεις. Μέσα από το θέμα αυτό προκύπτει ένα σοβαρό ερώτημα. Τι κάνει μέρος των μουσουλμάνων της Ευρώπης να εχθρεύεται τόσο πολύ τις δυτικές χώρες, αλλά και τον πολιτισμό των κοινωνιών, μέσα στις οποίες γεννήθηκαν και μεγάλωσαν;

Σήμερα, το Ισλάμ αποτελεί μέρος του δημογραφικού και πολιτιστικού τοπίου της Ευρώπης. Οι μουσουλμάνοι της Ευρώπης δεν είναι πλέον οι εποχιακοί εργάτες που θα επιστρέψουν στις χώρες τους, αλλά το μεγαλύτερο μέρος από αυτούς, είναι ευρωπαίοι πολίτες που θα παραμείνουν ως μόνιμο τμήμα της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Αυτό το καθεστώς μονιμότητας, σε συνδυασμό με τη σταδιακή δημογραφική έκρηξη που συντελείται με τη δεύτερη και Τρίτη γενεά και την κοινωνική απομόνωση σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, έχουν εγείρει πολλά ερωτήματα, αναφορικά με τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις αυτής της μεταφύτευσης του Ισλάμ στην Ευρώπη.

Από πλευράς ενός πολύ μεγάλου μέρους Ευρωπαίων, η πραγματικότητα αυτή αντιμετωπίζεται ως απειλή για το μελλοντικό χαρακτήρα της Ευρώπης, τόσο τον κοινωνικό όσο και τον πολιτικό. Από την άλλη πλευρά, οι μουσουλμάνοι αντιμετωπίζουν την παρουσία τους στον ευρωπαϊκό χώρο με ανασφάλεια και περιχαράκωση, αφού βλέπουν την πιθανότητα απώλειας της θρησκείας, της κουλτούρας και κατ’ επέκταση της διαφορετικής τους ταυτότητας.

Το κεντρικό σημείο για την κατανόηση αυτής της σχέσης, είναι ότι το Ισλάμ, αποτελεί πρωτίστως, όπως πιστεύουν οι οπαδοί του, μία «εξ’ αποκαλύψεως θρησκεία» με ισχυρή πίστη στην παγκόσμια εγκυρότητα της και παράλληλα ένα τρόπο ζωής. Ως εκ τούτου, το Ισλάμ δεν είναι και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται, απλώς ως ένα ιδιαίτερο πολιτιστικό χαρακτηριστικό μιας ομάδας ανθρώπων που προέρχονται από χώρες έξω από την Ευρώπη. Επιπλέον, η ανάλυση για τους μουσουλμάνους στην Ευρώπη, πρέπει να στηρίζεται, εν πολλοίς, στον τρόπο με τον οποίο οι ίδιοι οι μουσουλμάνοι αυτοπροσδιορίζονται και πως αντιλαμβάνονται το Ισλάμ μέσα στο ευρωπαϊκό περιβάλλον και όχι στο πως οι Ευρωπαίοι τους εκλαμβάνουν. Από αυτά τα ερωτήματα προκύπτει ένα ευρύ φάσμα απαντήσεων που καταδεικνύουν μία προβληματική σχέση μεταξύ των μουσουλμάνων και των ευρωπαϊκών κοινωνιών μέσα στις οποίες ζουν, με πιο ανησυχητική απάντηση την αδυναμία διαμόρφωσης κοινής αντίληψης εκ μέρους των μουσουλμάνων, για μία σειρά ουσιαστικών θεμάτων που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα (όπως π.χ. τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία).

Η βασική ανάγκη που αναδύεται για τους μουσουλμάνους σήμερα, είναι να αποκτήσουν την αυτοπεποίθηση ότι η ευρωπαϊκή χώρα στην οποία ζουν είναι το σπίτι τους, μέσα στο οποίο θα πρέπει να οικοδομήσουν την κοινωνική τους πραγματικότητα, με βάση τις στοιχειώδεις αντιλήψεις που καθορίζει η Ε.Ε. Μέχρι στιγμής, η πραγματικότητα είναι πολύ απογοητευτική σε σχέση με τον πιο πάνω ευσεβοποθισμό. Η αντιδραστική περιχαράκωση και πολλές φορές βίαιη αντίδραση, είναι ασυμβίβαστα με την προσπάθεια οικοδόμησης αμοιβαίας εμπιστοσύνης και συνεργασίας με τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο έντονο ενόσω αυξάνεται ραγδαία ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Ευρώπης και το χάσμα αυτό δεν φαίνεται να αμβλύνεται. Εδώ είναι ένα σημείο από το οποίο προκύπτουν σοβαρές αμφιβολίες, έως αντιδράσεις, για την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε., αφού πιθανή ένταξή της θα αυξήσει σημαντικά τον μουσουλμανικό πληθυσμό της Ε.Ε.

Η εξέλιξη αυτού του ζητήματος θα καθορίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό το κατά πόσο θα υπάρξει μία νέα κοινωνική εκδοχή του Ισλάμ στην Ευρώπη. Με άλλα λόγια, θα υπάρξει η δημιουργία του Ευρω-Ισλάμ ή θα συνεχιστεί η σημερινή προβληματική σχέση, δηλαδή, τόσο κοντά αλλά τόσο μακριά, με απρόβλεπτες συνέπειες για το μέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά και για τον ίδιο το χαρακτήρα της Ευρώπης.

Είναι επιτακτικά αναγκαίο, οι μουσουλμάνοι στην Ευρώπη να παύσουν να στηρίζονται αποκλειστικά στις ασιατικές και βορειοαφρικανικές εκδοχές της θρησκείας τους και να αναζητήσουν ένα νέο τρόπο σύζευξης θρησκείας και καθημερινής ζωής μέσα στις βιομηχανοποιημένες κοινωνίες της Ευρώπης. Το Ισλάμ, σίγουρα, θα αποτελέσει μία από τις μεγάλες προκλήσεις στη διαδικασία μετασχηματισμού της Ευρώπης που θα αγγίξει το ευαίσθητο ερώτημα, τι σημαίνει να είναι κάποιος ευρωπαίος.

Σήμερα, η ανοχή, η ελευθερία και ο ορθολογισμός της μεταπολεμικής Ευρώπης αντιπαρατίθενται με την περιχαράκωση ή ακόμη γκετοποίηση των μουσουλμάνων στην Ευρώπη, τη διαφορετική κουλτούρα που εκφράζει το Ισλάμ, που ενίοτε πρακτικά λαμβάνει τη μορφή των αντιπαραθέσεων γύρω από την κατασκευή τζαμιών και του θέματος της μαντίλας στη Βόρεια Ευρώπη. Αυτά τα θέματα, μέχρι πριν από μερικά χρόνια συνιστούσαν ηχηρά μηνύματα έγκαιρης προειδοποίησης γι’ αυτά που εξελίσσονται σήμερα. Η 11η Σεπτεμβρίου, το ξεφύτρωμα ομάδων φανατικών Ισλαμιστών και ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας έχουν καταστήσει γόνιμο το έδαφος για την αναγέννηση αυτής της παράδοσης.

Ενόσω ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Ευρώπης αποτελείτο από ελεύθερους άνδρες, που κατέφθασαν στην Ευρώπη ως εργάτες και το Ισλάμ ήταν ένα μη ευδιάκριτο φαινόμενο, η επιρροή στις ευρωπαϊκές κοινωνίες ήταν πολύ περιορισμένη. Ήταν η περίοδος που στην Ευρώπη το Ισλάμ δεν αποτελούσε αντικείμενο συζήτησης. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, μία δυναμική διαδικασία πρόκλησης άρχισε να εκτυλίσσεται στις ευρω-μουσουλμανικές σχέσεις, προκαλώντας ποικίλες συμπεριφορές από αμφότερες τις πλευρές, όπου σε αρκετές περιπτώσεις περιλαμβάνονται και πράξεις βίαιων αντιπαραθέσεων.

Η δημογραφική έκρηξη στο μουσουλμανικό κόσμο

Το διαρκώς επαναλαμβανόμενο τηλεοπτικό θέαμα του φαινομένου της λαθρομετανάστευσης έχει φέρει στην επιφάνεια τα βαθύτερα αίτια που το προκαλούν και το συντηρούν. Καθοριστικής σημασίας στρατηγικός παράγοντας για τις εξελίξεις στη Μεσόγειο θα είναι οι δημογραφικές αλλαγές που συντελούνται μέσα στις επόμενες δεκαετίες μέχρι τα μέσα του 21ου αιώνος. Το όλο θέμα, βεβαίως, συνδέεται με τις γενικότερες πλανητικές δημογραφικές τάσεις.

Πιο συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι η έκρηξη των γεννήσεων στις φτωχές περιοχές του πλανήτη θα αυξήσει τον πληθυσμό της γης κατά 50% από τις αρχές μέχρι τα μέσα του 21ου αιώνος. Υπολογίζεται ότι το 2050, ο πληθυσμός του πλανήτη θα ανέλθει στα 9,3 δισεκατομμύρια από 6.1 που ήταν το 2000. Αυτό το φαινόμενο της δημογραφικής έκρηξης ήδη άρχισε να προκαλεί μεγάλα παλιρροϊκά κύματα μετανάστευσης από τις φτωχές περιοχές της Ασίας και της Αφρικής (κυρίως της Νότιας Μεσογείου) στις περιοχές της ανεπτυγμένης οικονομικά και βιομηχανικά Ευρώπης. Η αναζήτηση του «ευρωπαϊκού ονείρου» θα γίνει ο μόνιμος στόχος πολλών μαζών από αυτές τις περιοχές. Αυτές οι προβλέψεις έχουν ήδη αρχίσει να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου στην Ε.Ε., αφού ήδη το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης και της εισαγωγής στην Ευρώπη υφισταμένων προβλημάτων των περιοχών αυτών (όπως της τρομοκρατίας) άρχισε ήδη να λαμβάνει μεγάλες διαστάσεις με όλες τις προεκτάσεις που συνεπάγεται η αύξηση αυτού του φαινομένου.

Η εμπειρία του δευτέρου ημίσεως του 20ου αιώνα, κατά τη διάρκεια του οποίου ο πληθυσμός της γης διπλασιάστηκε, κατέδειξε ότι ο πλανήτης μπορεί να αντέξει την πρόκληση της πληθυσμιακής αύξησης. Αυτό όμως που μετατρέπει το φαινόμενο αυτό σε μείζον πρόβλημα είναι η ταυτόχρονη υπερσυσσώρευση πλούτου στον ένα πόλο του πλανήτη και της φτώχειας και υπανάπτυξης στον άλλο, που είναι κατά πολύ πολυπληθέστερος. Είναι χαρακτηριστικές οι προβλέψεις του Ο.Η.Ε. ότι οι 49 φτωχότερες χώρες του κόσμου, το συνολικό εισόδημα των οποίων είναι μικρότερο από εκείνο των τριών πλουσιοτέρων ανθρώπων του πλανήτη, αναμένεται να τριπλασιάσουν τον πληθυσμό τους τα επόμενα 35 χρόνια. Έχει δε εξαιρετική σημασία να προσέξει κανείς, ότι μεγάλο μέρος της αύξησης του πληθυσμού θα προέλθει από τη Μέση Ανατολή και την Ινδία.

Οι διαστάσεις του προβλήματος γίνονται έντονες αν προσέξει κανείς συγκριτικά τις δημογραφικές εξελίξεις στο πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα σε αμφότερες τις πλευρές της Μεσογείου. Το έτος 2000, ο πληθυσμός της Νότιας Μεσογείου (Βόρειος Αφρική, Τουρκία, Συρία, Λίβανος, Ισραήλ) ήταν 260 εκατομμύρια και το 2025 αναμένεται να αυξηθεί στα 405 εκατομμύρια. Κράτη όπως η Αίγυπτος, Η Τουρκία και η Συρία αναμένονται να γνωρίσουν μεγάλη δημογραφική έκρηξη. Αντίθετα, ο0 πληθυσμός της Βόρειας (Ευρωπαϊκής) Μεσογείου ήταν για το έτος 2000, 202 εκατομμύρια και αναμένεται να μειωθεί στα 201 εκατομμύρια το 2025. Είναι εμφανές ότι η Βόρεια Μεσόγειος γηράσκει πληθυσμιακά, ενώ στην Νότια παρατηρείται μεγάλη αύξηση του νεανικού πληθυσμού. Συγκεκριμένα, το 2025, το 39% του πληθυσμού της Νότιας Μεσογείου θα είναι κάτω των 15 ετών, ενώ μόλις το 4% θα είναι άνω των 65. Αυτή η εξέλιξη αναμένεται να προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις στην ήδη άσχημη οικονομία των κρατών αυτών που πιθανότατα να προκαλέσει αλυσιδωτές πολιτικές ανακατατάξεις. Αντιθέτως, στην Βόρεια Μεσόγειο ποσοστό 14% του πληθυσμού θα είναι κάτω των 15 και 20% άνω των 65 ετών. Αυτό το δεδομένο αναμένεται, μεταξύ άλλων, να επηρεάσει το σύστημα των κοινωνικών ασφαλίσεων και το ισχυρό κοινωνικό κράτος να αναζητήσει λύσεις στην εισαγωγή εργατικού δυναμικού από έξω.

Οι δημογραφικές τάσεις στη Μέση Ανατολή είναι ενδεικτικές του τι μέλλει γενέσθαι. Συγκεκριμένα, ο πληθυσμός του Ιράν από 78 εκατομμύρια που είναι σήμερα αναμένεται να αυξηθεί στα 150 εκατομμύρια μέχρι το 2050, δηλαδή λίγο λιγότερο από το σημερινό πληθυσμό της Ρωσίας. Η Αίγυπτος, Η πιο σημαντική αραβική χώρα, από 88 εκατομμύρια που είναι σήμερα, αναμένεται να αυξήσει τον πληθυσμό της στα 140 εκατομμύρια μέχρι τα μέσα του 21ου αιώνα. Η Τουρκία από 76 εκατομμύρια που είναι σήμερα θα αυξηθεί στα 115 εκατομμύρια, η Σαουδική Αραβία από 28 εκατομμύρια αναμένεται να αυξηθεί στα 63 εκατομμύρια και η Συρία, αν επιβιώσει με τη σημερινή κρατική της μορφή, από 18 εκατομμύρια που είναι σήμερα θα φθάσει τα 50 εκατομμύρια στα μέσα του αιώνα μας.

Η προοπτική μιας πιο γενικευμένης υποβάθμισης των ανθρωπίνων συνθηκών θα αυξήσει πιθανώς ακόμη περισσότερο τους κινδύνους που προκύπτουν για την ασφάλεια της Ευρώπης, ιδιαίτερα της Βόρειας Μεσογείου. Στη Νότια Μεσόγειο, η δημογραφική έκρηξη και η ταυτόχρονη αστικοποίηση αυτών των πληθυσμών κάνουν να συρρέουν μαζικά στις πόλεις όχι μόνο άτομα που είναι σε μειονεκτική θέση, αλά κυρίως δεκάδες εκατομμύρια άνεργοι και όλο και πιο ανήσυχοι νέοι, των οποίων η οργισμένη απογοήτευση αυξάνεται με γεωμετρική ταχύτητα. Οι σύγχρονες επικοινωνίες εντείνουν τη ρήξη τους με την παραδοσιακή εξουσία και τους κάνουν να συνειδητοποιούν όλο και περισσότερο καθώς και να εχθρεύονται την παγκόσμια ανισότητα;, καθιστώντας τους έτσι πιο δεκτικούς σε εξτρεμιστικές κινητοποιήσεις.

Το φαινόμενο του διεθνιστικού Ισλαμισμού στην Ευρώπη

Οι τρομοκρατικές επιθέσεις στη Γαλλία πριν από μερικούς μήνες εντάσσονται στο γενικότερο πλαίσιο των τρομοκρατικών επιθέσεων των τελευταίων δέκα χρόνων, οι οποίες καταγράφουν μία αλυσίδα προσώπων και οργανώσεων που, θεωρητι8κά τουλάχιστον, σχετίζονται με την Αλ Κάιντα. Η πορεία αυτών των προσώπων και των οργανώσεων επιτρέπει να μετρήσουμε τη σφαίρα επιρροής της Αλ Κάιντα, η οποία συγκροτήθηκε πολύ πριν από την 11η Σεπτεμβρίου, διατηρώντας από τότε κοιμώμενα δίκτυα, τα οποία είναι έτοιμα να δράσουν με βάση τις οδηγίες του κέντρου, που αποστέλλονται με κωδικοποιημένα μηνύματα τα οποία κυκλοφορόν στο διαδίκτυο. Αμφισβητώ όμως την αξιοπιστία αυτής της εκδοχής.

Η Αλ Κάιντα, αν κρίνει κανείς από τη συμπεριφορά της τα τελευταία δέκα χρόνια, δε φαίνεται να έχει συγκεκριμένο πρόγραμμα το οποίο να στηρίζεται σε συνεκτική στρατηγική, (όπως π.χ. να χτυπά σε συγκεκριμένη στιγμή για να επηρεάσει την πορεία των εξελίξεων), αλλά, αντιθέτως, η τρομοκρατικής της δράση είναι περισσότερο ευκαιριακή και πραγματοποιείται για να στέλνει κάποια πολιτικά μηνύματα και να θυμίζει την ύπαρξή της.

Πριν από την 11η Σεπτεμβρίου, η Αλ Κάιντα, βασιζόταν σε μία ένωση απομάχων του πολέμου στο Αφγανιστάν εναντίον των Σοβιετικών. Μετά την ανατροπή του καθεστώτος των Ταλιμπάν και την κατοχή της χώρας από τις αμερικανικές δυνάμεις, ο πυρήνας των παλιών στελεχών άρχισε να συρρικνούται, λόγω των θανάτων, των συλλήψεων και της απομόνωσης. Έτσι, σταδιακά άρχισε η οργάνωση να χάνει τη δυνατότητά της να ανανεώνεται. Σήμερα, η οργάνωση αυτή αποτελείται από δυο κατηγορίες: από τη μία πλευρά, τα παλιά στελέχη τα οποία ήταν πολύ κοντά στον Οσάμα Μπιν Λάντεν, ανάμεσα στους οποίους ορισμέ4νοι τον είχαν ακολουθήσει από τη δεκαετία του 1980, και από την άλλη, το κύμα των νέων «διεθνιστών ισλαμιστών» που έφτασαν κατά τη δεκαετία του 1990, και κυρίως ανάμεσα στο 1997 και το 2001, περίοδο κατά την οποία το Αφγανιστάν διακυβερνάτο από τους Ταλιμπάν. Πρόκειται για ένα περιορισμένο «φυτώριο ισλαμιστών ριζοσπαστών», το οποίο είναι εύκολο να εντοπιστεί, τόσο από τις δυτικές χώρες, όσο και από τα αραβικά κράτη από τα οποία προέρχονται. Ο σκληρός πυρήνας αποτελείται από μαχητές που προέρχονται από κράτη της Μέσης Ανατολής της δεκαετίας του 1980 και των αρχών της δεκαετίας του 1990, που έσπευσαν να πολεμήσουν εναντίον των Σοβιετικών. Αυτοί ήταν ήδη πολιτικοποιημένοι και προηγουμένως διήλθαν μέσα από τα ριζοσπαστικά κινήματα των χωρών καταγωγής τους. Ακολούθησαν τον Μπιν Λάντεν στις κατά καιρούς μετακινήσεις του στη Υεμένη και στο Σουδάν, για να επιστρέψουν ταυτόχρονα μαζί του, το 1996, στο ΑΦΓΑΝΙΣΤΆΝ.

Μία νέα γενιά με διαφορετικό προφίλ, έκανε την εμφάνισή της μετά το 1996 και την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν. Εκτός από τους Σαουδάραβες, αυτοί οι νέοι «διεθνιστές ισλαμιστές» έγιναν ακόμη πιο ριζοσπαστικοί από την παλιά γενιά και πολλοί από αυτούς προέρχονται από τη δύση, της οποίας ακολουθούν άλλωστε τον τρόπο ζωής, αφού πήγαν στη δύση είτε πολύ νέοι, είτε για να σπουδάσουν, είτε γεννήθηκαν εκεί από γονείς μετανάστες., Μετά την ανατροπή του καθεστώτος των Ταλιμπάν απώλεσαν το ασφαλές αφγανικό τους καταφύγιο. Σήμερα φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο να αναζωπυρωθεί η παλιά αλληλεγγύη των βετεράνων. Έστω και αν αναλυτές στη δύση επικαλούνται τις πακιστανικές ζώνες των φυλών και κάποιες σουνιτικές περιοχές στο Ιράκ, κανένα από αυτά τα μέρη – ‘έστω και αν επωφελούνται εκεί από την επιείκεια ορισμένων στις τοπικές διοικήσεις- δεν μπορεί να αποτελέσει μόνιμο καταφύγιο, λόγω της παρακολούθησης και των επιλεκτικών πληγμάτων. Με αυτά τα δεδομένα, η γενιά των παλιών πολεμιστών του Αφγανιστάν έχει απομονωθεί και είναι πολύ δύσκολο να ανανεωθεί. Τα νέα φυτώρια των ισλαμιστών βρίσκονται σήμερα στην Ευρώπη.

Ένας μεγάλος αριθμός μουσουλμάνων της Ευρώπης τοποθετούν τους θρησκευτικούς νόμους πάνω από αυτούς της πολιτείας. Ριζοσπαστικές ομάδες ισλαμιστών, συμπεριλαμβανομένης της Αλ Κάιντα, έχουν τα μέσα και τους πόρους να στρέφονται κατά των ευρωπαίων πολιτών, τόσο εντός της Ευρώπης όσο και στο εξωτερικό.

Σήμερα εκτιμάται πως ριζοσπαστικές ομάδες ισλαμιστών θα μπορούσαν να συμμετέχουν σε χαμηλού κινδύνου αποστολές, όπως η στρατολόγηση, η χρηματοδότηση, η προπαγάνδα και η εκπαίδευση, τέτοιες που δεν θα είναι εύκολο να εντοπιστούν από τις αρχές ευρωπαϊκών κρατών.

Το ευρωπαϊκό πλαίσιο διευκολύνει τέτοιες επιχειρήσεις για διάφορους λόγους :
• Η γεωγραφική γειτνίαση με χώρες που «εξάγουν» ριζοσπαστικές ομάδες.
• Η παράνομη μετανάστευση και τα «ανοιχτά σύνορα»
• Η κοινωνική αναταραχή
• Οι αυξανόμενες μουσουλμανικές κοινότητες εντός της Ευρώπης.
• Τα υπάρχοντα τρομοκρατικά δίκτυα εντός της Ευρώπης.

Οι Ευρωπαϊκές αρχές έχουν καταγράφει ένα δίκτυο που αναπτύσσεται στη γηραιά ήπειρο τα τελευταία χρόνια. Οι πληροφοριοδότες δείχνουν πως το δίκτυο έχει απλώσει τις ρίζες του σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις που έχουν συμπαγείς μουσουλμανικές κοινότητες, σε ανθρωπιστικές οργανώσεις και μη κυβερνητικούς οργανισμούς και σε ισλαμικά πολιτιστικά κέντρα της Ευρώπης.

Τα βασικά μέλη αυτού του δικτύου σε πολλές περιπτώσεις έχουν στρατιωτική εκπαίδευση και εμπειρία σε μάχη και έχουν καλές διασυνδέσεις με τρομοκρατικές ομάδες, ξένες κυβερνήσεις και τη μουσουλμανική διασπορά στην Ευρώπη (κυρίως στη Βρετανία, τη ν Ιταλία και Γαλλία). Χρησιμοποιούν εγκληματικές δραστηριότητες για τη χρηματοδότηση και την υλοποίηση του ιδεολογικού τους στόχου. Στην κορυφή των παράνομων δραστηριοτήτων τους βρίσκεται η παραχάραξη διαβατηρίων, το λαθρεμπόριο όπλων, η παράνομη διακίνηση ανθρώπων και το λαθρεμπόριο ναρκωτικών.

Τέλος, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, το δίκτυο έχει αναπτύξει μια εσωτερική δομή για να υποστηρίξει τη συλλογή κεφαλαίων και κυρίως τη συλλογή πληροφοριών. Η συμβολή των φορέων και των δομών που καταγράφονται στα αρχεία δείχνουν ισχυρούς δεσμούς με άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Αυτό το συμπέρασμα επιβεβαιώνεται μετά τη διασταύρωση εκθέσεων και στοιχείων των αρχών.

Μέλη του δικτύου για να μην εντοπίζονται εύκολα, αλλάζουν για παράδειγμα την εμφάνισή τους, ξυρίζουν γενειάδες, μετακινούνται σε μία πιο φιλική χώρα και αποφεύγουν να μιλούν ανοιχτά, όταν μαζεύονται σε τζαμιά ή σε άλλους δημόσιους χώρους. Αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας του δικτύου καταγράφηκαν μετά τις βομβιστικές επιθέσεις στο Λονδίνο και τη Μαδρίτη και μετά τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις στη Γαλλία.

Περιοδικό «Ενημέρωσις», Ενημερωτικόν Δελτίον Ιεράς Μονής Τροοδιτίσσης δια θέματα Αιρέσεων και Παραθρησκείας, Αρ. Τεύχους 19-24, Αύγουστος 2015 – Ιανουάριος 2016

Η/Υ επιμέλεια Νεκταρίας Κυριακούλη.

Κατηγορίες: Άρθρα, Ιστορικά, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.