Ελληνική δημοκρατία και νεο-ελληνική πολιτική συνείδηση: ένα επαναστατικό πρόβλημα – Σαράντου Ι. Καργάκου.

Πάντοτε υπήρχαν εποχές, στις οποίες ένας έντιμος άν¬θρωπος έπρεπε να επαναστατήσει, κι όμως η επανάσταση δεν έγινε. Όχι γιατί δεν ήταν ώριμες οι αντικειμενικές συνθήκες• απλώς δεν υπήρχαν έντιμοι πολίτες.

Άλλες φορές οι επαναστάσεις έγιναν αλλά γρήγορα έσβηναν από τους επιτήδειους εξουσιαστές (κάθε είδους), που στηρίζουν τη δύναμη τους στην έλλειψη συ¬νειδήσεων. Και ανελεύθεροι εξουσιαστές υπάρχουν πά¬ντα, όπως πάντα υπάρχουν μικρόβια, που σε κάποια στιγμή αδυναμίας προσβάλλουν τον οργανισμό και υποσκάπτουν την υγεία. Το αν θα τον καταβάλουν ή όχι, εξαρτάται από την αντίσταση του οργανισμού και από την ικανότητα του να γεννά αντισώματα. Άρα, κατά μία έννοια, επανάσταση είναι και η αντίσταση του πολιτικού οργανισμού στα ιοφόρα και ιοβόλα συστήματα που τον απειλούν.
Ειδικά, η δημοκρατία είναι ένας ευαίσθητος οργανισμός. Σε μια στιγμή αδυναμίας τα μικρόβια θα την προσ¬βάλουν κι αν δεν έχει αντισώματα ν’ αντισταθεί, θα πεθάνει. Συνήθως, οι δημοκρατίες δεν πεθαίνουν από δι¬κτατορικές επιβουλές αλλ’ από εσωτερικό μαρασμό, από έλλειψη αντισωμάτων. Και τ’ αντισώματα της δημοκρατίας είναι οι ζωντανές συνειδήσεις, οι αληθινά δημοκρα¬τικοί πολίτες της.
Πριν από αρκετά χρόνια, το 1968, η Γαλλική Δημοκρατία έπαθε «γρίπη», που σύντομα θα εξελισσόταν σε φυματίωση, αν δε βρίσκονταν σε «ιατρική» ετοιμότητα οι φοιτητές, που έγραψαν τις θεραπευτικές συνταγές τους στους τοίχους, — συνταγές που έκτοτε έγιναν παγκόσμια πολιτικά συνθήματα: «Η φαντασία στην εξουσία», «Το κράτος είσαι εσύ», «Απαγορεύεται ν’ απαγορεύεις», «Μπορεί να υπάρχει επανάσταση, όπου υπάρχει συνείδηση. » Βέβαια στη δημοκρατική Γαλλία δεν έγινε καμιά μεγάλη επανάσταση, όμως η Γαλλική Δημοκρατία βγήκε σχεδόν αλώβητη από τη γρίπη. Σήμερα, όμως, που προσβάλλεται από τον ιό του Λεπενισμού, θα βρεθούν ξανά αντισώματα να τη σώσουν ή, μήπως, τα παλιά αντισώματα θα ενσωματωθούν στη νεοφασιστική απειλή;
Αλίμονο στη δημοκρατία που δεν έχει «αντισώματα», για να την προστατεύσουν σε μια δύσκολη στιγμή. Τότε όλοι οι ιστοί της, η πολιτική, η κοινωνία, η ηθική, θα γεμίσουν «χτικιό». Και η έλλειψη τέτοιων προστατευτικών αντισωμάτων φαίνεται σε μια δημοκρατία με το πρώτο «κρυολόγημα». Από την άποψη αυτή, είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της νεοελληνικής δημοκρατίας, που είναι έκφραση της νεοελληνικής νοοτροπίας. Η δημοκρατία μας είναι μια από τις πιο «φιλάσθενες» δημοκρατίες του κόσμου, όπως αποδεικνύει, άλλωστε,• η μικρή ζωή της. Και θα περίμενε κανείς ύστερ’ από τόσους αγώνες για την αποτίναξη της απολυταρχίας, για την απολύτρωση από τις απανωτές δικτατορίες, τους μικροκομματικούς ανταγωνισμούς και τις εμφύλιες διαμάχες, οι Έλληνες να είναι αρκετά ευαίσθητοι σε κάθε παραβίαση της δημοκρατίας και όχι να συμπεριφέρονται σαν τους αρχαίους Ρωμαίους, να γίνονται, δηλαδή, σε κάποια στιγμή «Πελάτες»* των Συγκλητικών και των υποψηφίων δικτατόρων.

*Πελάτες (λατ. clientes): Απόγονοι των Λιγούρων. Ζούσαν ως δου¬λοπάροικοι των πατρικίων. Όταν απέκτησαν πολιτικά δικαιώματα εκχωρούσαν την ψήφο τους έναντι προστασίας στους Συγκλητικούς.

Θα περίμενε, ακόμη, κανείς από τους ταλαιπωρημέ¬νους πολιτικά Έλληνες να κάνουν το παν, για να μην ξαναβρεθούν σε κάποια από τις «μαύρες εποχές» του κοντι-νού παρελθόντος. Να είναι αγωνιστικοί κι ευαίσθητοι σε θέματα δημοκρατικής τάξης. Να μη βάζουν τα χουντικά περιτρίμματα επιδιαιτητές των πολιτικών τους ανταγωνισμών ή τιμητές του πολιτικού τους ήθους. Να καταδι¬κάζουν το ρουσφέτι και να προωθούν την αξιοκρατία, να αποδοκιμάζουν με την κριτική και την ψήφο τους τις δημαγωγικές διακηρύξεις, να καυτηριάζουν ενέργειες συναλλαγής και πράξεις διαφθοράς, ν’ απαιτούν από τους εκπροσώπους τους ηθική συμπεριφορά και από τα κόμματα τους εσωτερική δημοκρατία. Η δημοκρατία είναι το πολίτευμα της αξιοπρέπειας, γι’ αυτό και καθετί που την προστατεύει (Βουλή, τύπος, τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά μέσα, δικαιοσύνη, πολίτες και πολιτικοί πρέπει να κινείται σε επίπεδα αξιοπρέπειας.
Η Ελλάδα έχει το θλιβερό προνόμιο των περισσότερων επετείων κάποιων απελευθερώσεων ή αγώνων γι’ απελευθέρωση, που σημαίνει πως η ελευθερία δε στέριωσε ποτέ στον τόπο αυτό. Είναι το πιο σεισμοπαθές κτίσμα. Φέτος (1988) συμπληρώνονται 14 χρόνια από τη πτώση της δικτατορίας και από την «αποκατάσταση» της Δημοκρατίας. Ίσως το διάστημα να παραέγινε μεγάλο! Φαίνεται πως δύσκολα ο Έλληνας αντέχει σε τόση δημοκρατική διάρκεια! Η υβρεολόγια, που υιοθετούν οι πολι¬τικοί, η υποτονική λειτουργία της Βουλής, η «αθλητικοποίηση» του πολιτικού Τύπου, τα σκάνδαλα και η «σκανδαλολογία», ο ψίθυρος και η λασπολογία είναι ση¬μάδια έντονης πολιτικής κρίσης. Η παθητική στάση του λαού μας έναντι αυτών των εκφυλιστικών φαινομένων είναι ένδειξη ότι τα αντισώματα της δημοκρατίας μας εί¬ναι ελάχιστα. Η δημοκρατία μας λειτουργεί χωρίς συ¬νείδηση δημοκρατίας. Με άλλα λόγια τη δικτατορία της χούντας διαδέχτηκε η δικτατορία των κομμάτων, η δι¬κτατορία του δυνατού, η δικτατορία του μαζοποιημένου πλήθους, η δικτατορία του ήχου, της ταχύτητας και του ρύπου. Στην Ελληνική Δημοκρατία όλοι είμαστε, όταν μπορούμε, δικτάτορες.
Οι υποσχέσεις των πολιτικών για παροχές, για «βόλε¬μα» των οπαδών, είτε με διορισμούς, είτε με φορολογικές ελαφρύνσεις είτε με επιδόματα και επιδοτήσεις, είναι η απόδειξη για το ότι ο Έλληνας ενδιαφέρεται με την ψήφο του όχι να βοηθήσει τη χώρα του αλλά τον εαυτό του με την επικράτηση του κόμματος «του». Αυτό φαί-νεται από το γεγονός ότι οι πολιτικοί στη χώρα μας γίνονται δημοφιλείς με τα όσα υπόσχονται και όχι με τ όσα πράττουν. Αρέσει στον Έλληνα ν’ ακούει γι εθνική ασφάλεια, αναβάθμιση της παιδείας, αξιοκρατία κ.λπ. αλλά με την προϋπόθεση πως όλα αυτά πρέπει να έρχονται μετά το προσωπικό του συμφέρον. Είναι δύ¬σκολο σήμερα να πείσεις τον απλό πολίτη ότι ένας πολι¬τικός μπορεί να τον βοηθήσει χωρίς πολιτικό αντάλλαγ¬μα. Ο μέσος Έλληνας έχει πεισθεί πως η πολιτική μας ζωή λειτουργεί έξω από τους κανόνες της ηθικής. Έτσι κι αυτός προσαρμόζεται στο κλίμα των καιρών. Γίνεται «Πελάτης» και δέχεται ευφρόσυνα κάποια συνθήματα που μιλούν για «το ψωμί του λαού», για «το καλάθι της νοικοκυράς», για «την κατσαρόλα», ωσάν τα πολιτικά μας προβλήματα να είναι προβλήματα κοιλιάς, προβλή¬ματα μόνο στομαχιού και όχι κεφαλιού.
Το θλιβερό είναι πως εμείς, ο κυρίαρχος λαός, τ’ απο¬δεχόμαστε και τ’ ανεχόμαστε όλα αυτά και μάλιστα δια¬φημίζουμε τον πολιτικό, που κατόρθωσε να μας «βολέ¬ψει» σε κάποια υπόθεση μας, λες και ο πολιτικός είναι διεκπεραιωτής ατομικών επιδιώξεων, ένας απλός μεσά¬ζων στο παζάρι της πολιτικής. Σ’ αυτό τον πολιτικό εκ-πεσμό και την ηθική εξαχρείωση των μεγάλων θα περί¬μενε κανείς, τουλάχιστον από τους νέους, που έζησαν σε πιο δημοκρατική εποχή, ν’ αντιδράσουν και να επανα-στατήσουν έστω και ατομικά- να γράψουν στους τοίχους συνθήματα όχι υβριστικά ή διαφημιστικά για κόμματα και ποδοσφαιρικές ομάδες, αλλά κάτι για τη δημοκρα¬τία, για τη δημοκρατική συνείδηση ή απλώς για την αν¬θρώπινη συνείδηση. Κι όμως οι περισσότεροι γράφουν για την αναρχία, ενώ παράλληλα προσδοκούν κάποιο διορισμό, ονειρεύονται μιαν αυξημένη Α.Τ.Α και διευρυ¬μένα περιθώρια διακοπών.
Θα περίμενε κανείς οι νέοι μας να είναι πιο ευαισθη¬τοποιημένοι σε θέματα παιδείας και πολιτισμού, περισ¬σότερο ευαισθητοποιημένοι σε θέματα ηθικής, ν’ αρνού¬νται τα συστήματα εξαγοράς συνειδήσεων που τους κα¬λούν να εξαχρειωθούν, για να μπορέσουν πιο άνετα να βολευτούν. Όμως, η πιο δυναμική μερίδα της κοινωνίας μας, νιώθει αδύναμη μπρος στα συστήματα εξαγοράς και διαφθοράς. Ελάχιστοι είναι οι νέοι που νοιάζονται ν’ αλλάξουν τους ανθρώπους σε σχέση με το πόσο νοιάζο¬νται ν’ αλλάξουν τα πράγματα. Οι περισσότεροι γίνονται απαιτητικότεροι Πελάτες των κομμάτων και υποστηρι¬χτές της μολυσμένης πολιτικής τους. Η πρακτική τής «παιδοκολακείας» («τα πάντα για τους νέους») είχε κι έχει «θαυμάσια» αποτελέσματα σ’ ό,τι αφορά στον απο¬προσανατολισμό της νεολαίας. Κι έχουμε πικρή πείρα για το τι γίνεται, όταν η νεολαία παύει να πιστεύει στη δημοκρατία και πιστεύει μόνο σ’ ένα κόμμα.
Κάποια απομονωμένα άρθρα εφημερίδων και περιο¬δικών, κάποια τολμηρά βιβλία, που θέτουν ξανά το πο¬λιτικό πρόβλημα της συνείδησης, κάποιες φωνές απομο¬νωμένων πνευματικών ανθρώπων για την εσωτερική αλ¬λαγή των ανθρώπων, καλύπτονται από τη μαζική έκδοση ύβρεων, υποσχέσεων, ακόμη και απειλών, καθώς και προεκλογικών, ποδοσφαιρικών και παντός άλλου είδους θεαμάτων, τα οποία προσφέρουν στο λαό μας οι νέοι Συ¬γκλητικοί. Και το χειρότερο είναι πως εμείς μεταβαλλό¬μαστε σε «νέους Αλεξανδρινούς» και οικειοθελώς μετα¬τρεπόμαστε σε όχλο.
Πόσες, άραγε, πιθανότητες έχουμε για μια εσωτερική αλλαγή, για μια χειραφέτηση των συνειδήσεων; Πώς θα μπορέσουν οι νέοι, τουλάχιστον, να γλιτώσουν από τη συστηματική διαφθορά; Μήπως η ελληνική γενιά του «1-1-4», μήπως οι νέοι του 1968 τους δείχνουν σιωπηρά το δρόμο; Άραγε, βλέπουν το δρόμο ή, μήπως, κοιμούνται μαζί με τη συνείδηση τους, ονειρευόμενοι να τους «βολέ¬ψουν» οι Συγκλητικοί; Ας ελπίσουμε ότι η απάντηση δεν είναι αυτή, που με την πρώτη ματιά φαίνεται.
(16 Αυγούστου 1988)

Από το βιβλίο του Σαράντου Ι. Καργάκου: «Προβληματισμοί – ένας διάλογος με τους νέους.» Τόμος Ε΄
GUTENBERG – ΑΘΗΝΑ 1997

Κατηγορίες: Άρθρα, Ιστορικά, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.