Κυριακή ΙΕ’ Λουκά: «Σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο» – Μακαριστού Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτου.

(Λουκ.19,9)

Τά σπίτια κινδυνεύουν

Ένα σπίτι, αγαπητοί, ένα σπίτι κινδύνευσε νά πέση. Τί; Δεν ήταν καλά χτισμένο; Υπάρχουν σπίτια που δεν χτίζονται στερεά. Δεν έχουν γερά θεμέλια. Γι’ αυτό, όταν συμβή νεροποντή ή γίνη σεισμός, τα σπίτια αυτά δεν αντέχουν ούτε στην πλημμύρα ούτε στο σεισμό, αλλά πέφτουν αμέσως. Κι αλλοίμονο σ’ εκείνους που κατοικούν μέσα. Αλλά τό σπίτι, για το οποίο μιλάμε ήταν καλά χτισμένο. Ήταν, όπως το φανταζόμεθα, ένα από τα καλύτερα σπίτια πού είχε μιά επαρχιακή πόλις. Ήταν σπίτι –μέγαρο. Μέσα στο σπίτι αυτό κατοικούσε ένας πλούσιος. Τό όνομά του Ζακχαίος. Όλοι όσοι περνούσαν καί έβλεπαν τό σπίτι, ζήλευαν τό νοικοκύρη του.

Εν τούτοις το σπίτι αυτό κινδύνευε. Θα ήταν προτιμότερο να μένη κανείς σε μιά καλύβα, παρά σ’ αυτό το σπίτι τού πλουσίου. Κινδύνευε ο Ζακχαίος και μαζί μ’ αυτόν όλη η οικογένειά του. Και το φοβερό ήταν, ότι ο άνθρωπος αυτός δεν είχε καμμιά συναίσθησι ότι κινδυνεύει αυτός και η οικογένειά του. Γιατί, παρακαλώ ν’ ανησυχή; Όλα πήγαιναν καλά. Τίποτε δεν τού έλειπε. Λεφτά είχε άφθονα. Και όμως, το σπίτι κινδύνευε. Διότι το σπίτι ήταν χτισμένο με αίμα ανθρώπων. Με αίμα ανθρώπων; Ναι! Όχι, γιατί ο Ζακχαίος πήρε μαχαίρι κι έσφαξε ανθρώπους και με τα αίματά τους ζύμωσε το χώμα και το ’κανε λάσπη κ’ έχτισε το σπίτι του. Όχι. Τέτοιο αποτρόπαιο έγκλημα δεν έκανε. Έκανε όμως κάτι άλλο. Έναν άνθρωπο δεν τον σφάζει κανείς μόνον με το μαχαίρι και δεν ρουφάει το αίμα του όπως οι άγριοι. Τον σφάζει και με άλλον τρόπο. Τον σφάζει, όταν τον έχη εργάτη και δεν τον πληρώνη όπως πρέπει. Τον σφάζει, όταν τού πουλάη είδη πρώτης ανάγκης σε μια τιμή υπερβολική, τιμή μαύρης αγοράς, εκμεταλλευόμενος την ανάγκη του. Τον σφάζει, όταν στις καθημερινές συναλλαγές κατορθώνη να τον γελά στο ζύγισμα, στο μέτρημα και στην ποιότητα τού πράγματος. Τον σφάζει με τη γλώσσα, μιά γλώσσα ψευτιάς και απάτης. Αχ, πόσοι άνθρωποι σφάζονται μ’αυτό τον τρόπο! Αυτοί είνε πολύ περισσότεροι απ’ αυτούς πού σφάζονται με τά διάφορα φονικά όργανα, πού εφευρίσκει η τέχνη τού πολέμου.

Ένας τέτοιος φονιάς ήταν ο Ζακχαίος. Ήταν υπάλληλος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ήταν τελώνης. Με την κρατική εξουσία, πού είχε στα χέρια του, σκότωνε, ρουφούσε το αίμα ανθρώπων. Πώς σκότωνε, πως ρουφούσε αίμα; Ήταν πολύ επιτήδειος. Κατώρθωσε να εισπράττη χρήματα, που δεν πήγαιναν όλα στο δημόσιο ταμείο, αλλά ένα μέρος απ’ αυτά , σημαντικό, πήγαιναν στην δική του τσέπη. Έκλεβε το δημόσιο. Κι αυτός, πού κλέβει τό δημόσιο, κλέβει όλους τούς συμπολίτες. Έτσι μάζεψε πολλά λεφτά ο Ζακχαίος. Έγινε πλούσιος πολύ, ένας από τούς πλουσιότερους ανθρώπους της εποχής του. Και με τα λεφτά, που είχε βγαλμένα από τον ιδρώτα και το αίμα των φτωχών ανθρώπων, έχτισε και το σπίτι-μέγαρο. Το σπίτι όμως αυτό, πού καμάρωναν και ζήλευαν οι άνθρωποι, κινδύνευε να πέση και να καταστραφή.

Αλλ’ ευτυχώς την τελευταία στιγμή το σπίτι σώθηκε. Πώς; Το λέει το σημερινό Ευαγγέλιο. Ο Ζακχαίος, που όλο τα λεφτά σκεπτόταν, άλλαξε απότομα. Μιά ματιά, που τού έριξε ο Χριστός μας, μιά ματιά γεμάτη αγάπη και στοργή, έφθασε για να ραγίση η πέτρινη καρδιά του και να έρθη σε βαθειά συναίσθησι. Μετανόησε. Άρχισε να σκέπτεται διαφορετικά. Έφριξε για τίς αδικίες πού έκανε. Όσες αδικίες, τόσα και
τα φίδια πού τόν κατέτρωγαν. Τα λιθάρια τού σπιτιού του τού φαινόταν πως στάζουν αίμα. Κι όταν ο Χριστός, δείχνοντας ακόμα περισσότερο την αγάπη του προς τον Ζακχαίο, εξεδήλωσε την επιθυμία νά πάη στο σπίτι του και να μείνη εκεί, ο Ζακχαίος αισθάνθηκε ακόμα πιό πολύ την αμαρτωλότητά του. Δεν θεωρούσε άξιο τον εαυτό του να φιλοξενήση το Χριστό στο σπίτι του, ένα σπίτι πού κάθε πέτρα τού φώναζε πως είνε κλέφτης άδικος. Γι’ αυτό με συντριβή καρδιάς, με μετάνοια αληθινή, στάθηκε μπροστά στό Χριστό, εξωμολογήθηκε μπροστά σε όλους τό αμαρτωλό παρελθόν του, και δήλωσε, ότι το μισό μέρος της περιουσίας του θα το μοιράση στούς φτωχούς, καί όποιον έκλεψε και αδίκησε θα τον αποζημιώση στο τετραπλάσιο. Μιά δραχμή είχε κλέψει; τέσσερις δραχμές θα επέστρεφε.

Και ο Χριστός, που είδε την έμπρακτη μετάνοια τού Ζακχαίου, λέει· «Σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο» (Λουκ. 19,9). Τό σπίτι σου, δηλαδή, Ζακχαίε, που κινδύνευε να καταστραφή, σώθηκε σήμερα. Σώθηκε με την ειλικρίνειά σου.
***

Το σπίτι τού αμαρτωλού Ζακχαίου σώθηκε την τελευταία στιγμή. Το έσωσε η μετάνοια τού αρχηγού της οικογενείας, που το παράδειγμά του ασφαλώς θα ακολούθησε και όλη η οικογένειά του.

Αχ, πόσα σημερινά σπίτια κινδυνεύουν, όπως κινδύνευε το σπίτι τού Ζακχαίου! Πόσα σπίτια, πόσα μέγαρα είνε χτισμένα με χρήματα που προέρχονται από αδικίες, κλοπές και απάτες! Σε πόσα σπίτια γίνονται αμαρτίες φοβερές και μεγάλες, που δεν γνωρίζει κανείς παρά μόνο ο Χριστός, που όλα τ’ ακούει κι όλα τα βλέπει! Κάθε αμαρτία, που γίνεται μέσα στο σπίτι, είτε από τον άντρα είτε από τη γυναίκα είτε από τα παιδιά είτε από γέροντες και γριές, κάθε αμαρτία μολύνει το σπίτι. Κάθε αμαρτία είνε ένας δυναμίτης, που βάζει στα θεμέλια τού σπιτιού ο σατανάς. Μιά μέρα, που κανείς δεν περιμένει, οι δυναμίτες θα εκραγούν. Το σπίτι θα γκρεμισή. Η περιουσία θα χαθή. Οι άνθρωποι του σπιτιού θα πάθουν συμφορά. Ρίξτε μιά ματιά στα χωριά και στις πόλεις. Πόσα σπίτια έκλεισαν! Πόσες περιουσίες χάθηκαν! Πόσες οικογένειες εξαφανίστηκαν! Πόσα χωριά καί πολιτείες έσβησαν εξ αιτίας των ασεβών, που κατοικούσαν σ’ αυτές! Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός έλεγε· «Έχεις εκατό πρόβατα· θέλεις να τα χάσεις όλα; Βάλε μέσα στο μαντρί σου ένα κλεμμένο πρόβατο. Εξ αιτίας τού κλεμμένου θα χάσης και τα άλλα…»

Αγαπητοί μου! Αν θέλετε στα σπίτια σας να έχετε την ευλογία τού Χριστού, τότε πρέπει νά κάνετε ό,τι έκανε ο Ζακχαίος. Να μετανοήσετε. Όχι ψεύτικα, αλλ’ αληθινά. Να καθαρίσετε πρώτα-πρώτα τό σπίτι σας από κάθε αδικία. Αν έχετε τίποτε κλεμμένο, να το επιστρέψετε γρήγορα. Μην το κρατάτε. Το ξένο πράγμα είνε φωτιά που θα σας κάψη. Και κάτι άλλο ακόμα να κάνετε, που είνε πολύ ανώτερο. Δεν φτάνει μόνο να μην αδικήτε, να μην κλέβετε, να μην κάνετε το κακό. Πρέπει και να κάνετε το καλό. Να κάνετε το καλό στους άλλους. Να κάνετε ελεημοσύνες, όπως έκανε ο Ζακχαίος όταν γνώρισε το Χριστό. Απ’ το ψωμί, που βγάζετε με τον ιδρώτα σας, να δίνετε ένα κομμάτι και σ’ αυτόν πού πεινάει. Μετάνοια, δικαιοσύνη και ελεημοσύνη, αυτά είνε που ασφαλίζουν και σώζουν τα σπίτια από κάθε συμφορά. Προσοχή λοιπόν! Κίνδυνος στα σπίτια που δεν μετανοούν. Σωτηρία στα σπίτια των ανθρώπων που μετανοούν ειλικρινά, ζουν με δικαιοσύνη και κάνουν έργα ελεημοσύνης.

Σας έδειξα από τι κινδυνεύουν τα σπίτια και με ποιό τρόπο ασφαλίζονται και σώζονται. Σαν γνωστικοί που είστε, κρίνετε και κάνετε την εκλογή σας. Παρακαλώ το Θεό να φωτίση όλους να κάνουν την καλή εκλογή. Να μισήσουμε το κακό· να αγαπήσουμε το καλό. Να μισήσουμε το διάβολο· νά αγαπήσουμε το Χριστό. Να τον καλέσουμε. Ναι, να τον καλέσουμε. Όχι αύριο, όχι μεθαύριο, αλλά σήμερα να καλέσουμε το Χριστό στο σπίτι μας, για να ακούσουμε ο καθένας το χαρμόσυνο λόγο τού Χριστού μας· «Σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο» (Λουκ. 19,9).

Από το βιβλίο: Επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Μητροπολίτου Πρ. Φλωρίνης: Κυριακή. Σύντομα κηρύγματα επί των Ευαγγελικών περικοπών.
Έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «Ο Σταυρός»

Η/Υ επιμέλεια Αικατερίνας Κατσούρη.

Παράβαλε και:
Κυριακή ΙΕ. Λουκά, του Ζακχαίου: η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., λόγος Αγίου Αμφιλοχίου επισκ. Ικονίου – εις τον Ζακχαίον.
Ο Ιησούς και ο Ζακχαίος – Ιερομ. Κοσμά του Δοχειαρίτου.
Κυριακή ΙΕ. Λουκά: Κυριακή της περικοπής του Ζακχαίου – Μητροπ. Νέας Σμύρνης, Συμεών.

Κατηγορίες: Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.