Μέγας Κωνσταντίνος (306-337 Μ.Χ.): Οι πρωταρχικές πηγές για τη ζωή και τη δράση του – Σαράντου Καργάκου.

Μία επέτειος

Ο Κωνσταντίνος αποτελεί ένα μέγιστο ιστορικό πρόβλημα, διότι και σήμερα εξακολουθεί να εξετάζεται με κριτήρια θεολογικά, ηθικολογικά και όχι με κριτήρια αυστηρώς ιστορικά. Κι αν ακόμη για λόγους ηθικούς αμφισβητείται ο τίτλος του Μεγάλου, εκείνο που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι το μεγάλο έργο του.
Το όνομά του Κωνσταντίνου ήλθε και πάλι στην επικαιρότητα, όταν προ πενταετίας (2006) στην αρχαία πόλη Εβόρακον της Βρετανίας (σήμερα York) κατά τον μήνα Ιούλιο έγιναν μεγάλες εορταστικές εκδηλώσεις, για να τιμηθεί ένα γεγονός που κατά την γνώμη των οργανωτών και πλείστων επιφανών ιστορικών αποτελεί σταθμό όχι μόνο για την Βρετανία αλλά κυρίως για την παγκόσμια ιστορία: στις 25 Ιουλίου του 306 πέθανε στην πόλη αυτή ο ένας από τους δύο Αυγούστους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ο Φλάβιος Κωνστάντιος και ο στρατός που ήταν αφοσιωμένος στον αποθανόντα Κωνστάντιο, χωρίς την έγκριση της Συγκλήτου, έπραξε ό, τι συνηθιζόταν την εποχή εκείνη, κατά την οποία η εξουσία είχε μετακυλισθεί από τα αδύναμα χέρια των Συγκλητικών στα στιβαρά χέρια των στρατιωτών: ανακήρυξε τον Αύγουστο τον νεαρότερο γυιό του Κωνστάντιου, τον Κωνσταντίνο. Από την ημέρα εκείνη άλλαξε όχι απλώς μια σελίδα, άλλαξε ένα μεγάλο, το μεγαλύτερο ίσως, κεφάλαιο της παγκόσμιας ιστορίας. Με τον Κωνσταντίνο ο κόσμος δεν θα είναι όπως ήταν πριν. Βέβαια οι δυνάμεις της αλλαγής βρίσκονταν σε οργασμό πολύ πριν τη γέννηση του Κωνσταντίνου, αλλά ο Κωνσταντίνος ήταν αυτός που έβαλε το δακτυλικό του αποτύπωμα σε όλες τις μετέπειτα εξελίξεις.
Ας προστεθεί ακόμη ότι στην πόλη York από το 1998 τοποθετήθηκε ανδριάς του Κωνσταντίνου με στολή στρατηγού, καθισμένου στο θρόνο σε στάση ανήσυχης ηρεμίας (όπως άλλοτε τέτοια υπήρξε όλη η ζωή του), με το σπαθί του σε θέση ημιαναπαύσεως, και το βλέμμα στραμμένο ερευνητικά, ανιχνευτικά προς τα αριστερά, ενώ το δεξί του χέρι, απλωμένο πέρα από το ερεσείνωτο, είναι ήδη σε ένταση, έτοιμο να ξαναπιάσει το ξίφος. Στη βάση του αγάλματος υπάρχει στα Αγγλικά η πασίγνωστη επιγραφή : «Κωνσταντίνος εν τω σημείω τούτο νίκα». Δεν επιθυμώ να σχολιάσω ότι στον ελλαδικό χώρο δεν υπάρχει- τουλάχιστον τόσο επιβλητικός- ανδριάντας του Κωνσταντίνου. Ας ελπίσουμε ότι αυτό θα γίνει κάποτε στο μέλλον, σε κάποια επέτειο.

Οι πρωταρχικές πηγές για τη ζωή και
Τη δράση του Κωνσταντίνου.

Παρά το γεγονός ότι από την εποχή του Κωνσταντίνου μέχρι σήμερα υπάρχει μια τεράστια εργογραφία γύρω από αυτόν και από το έργο του, ωστόσο υπάρχει μία νηφάλια θεώρηση, απαλλαγμένη από ιδεολογικές και θρησκευτικές προκαταλήψεις. Ο Κωνσταντίνος αποτελεί – και θα αποτελεί- ένα τεράστιο πεδίο ιστορικού και θεολογικού πειραματισμού, όπου συχνά οι θεολογικές και ιστορικές κρίσεις συμπλέκονται σε ένα αξεδιάλυτο κουβάρι προτάσεων, που έχουν και ένα θεμέλιο αβασάνιστων σκέψεων.
Ασφαλώς σε μία ιστορική συγγραφή τον προέχοντα λόγο έχουν οι πηγές που σε ό, τι αφορά στον Κωνσταντίνο είναι πολλές, άμεσες και αντιφερόμενες, διότι προέρχονται είτε από συγγραφείς θαυμαστικούς και επαινετικούς είτε αυστηρά επικριτικούς, που έγραψαν άλλοι στην Ελληνική, άλλοι στην Λατινική και ήσαν άλλοι χριστιανοί και άλλοι εθνικοί. Πρώτος αξιολογικά έρχεται ο Ευσέβιος Παμφύλου (260-339), ο θεμελιωτής της εκκλησιαστικής ιστορίας με το ομώνυμο έργο του «Εκκλησιαστική Ιστορία» (10 βιβλία) ή ακόμη καλύτερα «Ο θεμελιωτής της πολιτικής θεολογίας» (*1). Ο Ευσέβιος, πέρα από την «Εκκλησιαστική Ιστορία», έχει γράψει και άλλα έργα περί Κωνσταντίνου, είναι μάλιστα και ο συντάκτης, πιθανώς, ενός λόγου που εκφωνήθηκε από τον ίδιο τον Κωνσταντίνο. Έχει, όμως, έναντι αυτού μία ευμενή προκατάληψη, ώστε ένας νεότερος εκκλησιαστικός συγγραφέας να του προσάψει ότι φρόντισε να εγκωμιάσει τον αυτοκράτορα και όχι να περιγράψει κατ’ αλήθειαν τα γεγονότα («ως εν εγκωμίω φροντίσας ή περί του ακριβούς περιλαβείν τα γεγονότα»). Δικαιολογημένα ο καθηγητής Π. Χρήστου παρατηρεί σχετικά με το έργο του Ευσεβίου τα εξής: «Κάθε εγκωμιαστής υπερβάλλει τα προσόντα του ήρωα και αποσιωπά τα ελαττώματα» (*2).
Ένας άλλος, ο Σωκράτης, ο αποκαλούμενος Σχολαστικός (380- 450), νομικός από την ΚΠόλη, έζησε τον απόηχο των γεγονότων και, στηριγμένος στις μέχρι τότε γραπτές μαρτυρίες, στη δική του 7τομη «Εκκλησιαστική Ιστορία» προσπαθεί με λόγο απλό να είναι περισσότερο αντικειμενικός, αποφεύγοντας τις υπερβολές του Ευσεβίου. Αντίθετα, ο προγενέστερός του εκκλησιαστικός επίσης ιστορικός, ο Φιλοστόργιος (368-433), καθότι Αρειανός, στη δική του 12τομη «Εκκλησιαστική Ιστορία» επικριτικός έναντι του Κωνσταντίνου, σε ό, τι αφορά στην υποστήριξη του Χριστιανισμού, όχι κατά το δόγμα που επρέσβευεν αυτός. Παρότι ο Φώτιος τον αποκαλεί «Κακοστόργιον», ο συγγραφέας προσπαθεί να είναι αντικειμενικός. Επίσης περί Κωνσταντίνου έγραψαν ο Ερμαίος Σωζομενός (400-450) στην 9τομη «Εκκλησιαστική Ιστορία» του, ο Θεοδώρητος Κύρου (393-458) στην 5τομη επίσης «Εκκλησιαστική Ιστορία» και μετά από αυτούς ο Ευάγριος Σχολαστικός (535-593) και ο περίφημος εθνικός ιστορικός Ζώσιμος (*3), που πιστός στην αρχαία παράδοση και στην ειδωλολατρία, υπήρξε σφοδρός επικριτής του Κωνσταντίνου και του έργου του. Σε πολύ μεταγενέστερη εποχή ο περίφημος Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος (1256- 1335) με το ογκώδες έργο του (12 βιβλία) υπό τον τίτλο «Ιστορία της Εκκλησίας» ου εξετάζει την πορεία του Χριστιανισμού ως το 610, είναι μία πολύτιμη πηγή διότι στηρίζεται σε μη διασωθέντα έργα προγενέστερης εποχής. Ασφαλώς, δεν είναι δυνατόν να αγνοηθούν από τον ιστορικό όσα έγραψαν εκκλησιαστικοί πατέρες, όπως ο Ιωάννης Χρυσόστομος και ιδίως ο Μέγας Αθανάσιος που συνέδρασε, συνέπραξε με τον Κωνσταντίνο και αργότερα αντέδρασε στην φιλο- αρειανή πολιτική του Αυτοκράτορα.
Μνεία περί Κωνσταντίνου κάνουν οι νωστοί χρονογράφοι Ιωάννης Μαλάλας 91-578) και Ιωάννης Ζαναράς (1110-1190), που ο καθένας αποτελεί ένα ειδικό κεφάλαιο της συμβατικά ονομαζόμενης βυζαντινής ιστορίας. Στην δική μας εργασία προέχει η αναφορά στον σοφιστή Αμμιανό Μαρκελίνο(*4), τον σπουδαίο μαθητή του εθνικού Λιβανίου, που το περίφημο έργου του “Res gestae” (31 βιβλία) έχει σωθεί μόνον κατά το μέρος που αναφέρεται στα γεγονότα των ετών 353-378. Ο μεταγενέστερος Ευνάπιος (395-420) που έγραψε τους «Βίους Σοφιστών» έχει σημασία, διότι είναι θαυμαστής του Ιουλιανού και επικριτής του Κωνσταντίνου. Ωστόσο, όπως προείπαμε, το «βαρύ πυροβολικό» της εναντίον του Κωνσταντίνου πολεμικής είναι η «Ιστορία Νέα» του Έλληνα ιστορικού Ζώσιμου που έζησε κατά τον 5ο αιώνα. Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτός είναι που πρώτος αναφέρθηκε στην εκτέλεση του Κρίσπου και της Φαύστας, κατά διαταγή του Κωνσταντίνου. Η μαρτυρία του αυτή θα μπορούσε να αμφισβητηθεί ως καρπός εμπαθείας, αφού άλλωστε κανείς προγενέστερος ιστορικός δεν κάνει μνεία των εγκλημάτων αυτών. Πάντως, στον Ζώσιμο κυρίως στηρίζονται όλοι σχεδόν, αρχής γινομένης από τον Γίββωνα, που αμφισβητούν την ηθική ποιότητα, την αγιότητα και το πολιτικό μέγεθος του Κωνσταντίνου.
Πρέπει επίσης να αναφερθούν οι Λατίνοι συγγραφείς Ευτρόπιος (*5) (σύγχρονος του Κωνσταντίνου), ο αφρικανικής καταγωγής εκκλησιαστικός συγγραφέας Λακτάντιος, που, ζώντας στην Νίκαια, είχε προσωπική γνωριμία με τον Κωνσταντίνο. Αξίζει εδώ να προστεθεί μια παρατήρηση: «Η μη απόλυτη σύμπτωση των αφηγήσεων που μας παραθέτουν ο Λακτάντιος και ο Ευσέβιος σχετικά με το διάταγμα των Μεδιολάνων και τη θεοσημία Εν τούτω νίκα, έδωσε λαβή επιχειρημάτων στους πολεμίους του Μ. Κωνσταντίνου»(*7). Λίγο μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου έζησε και έδρασε ένας σπουδαίος Λατίνος συγγραφέας, ο Τυράννιος Ρουφίνος (345-410), που ως οπαδός του Ιερού Αυγουστίνου υπήρξε πολέμιος του Ωριγένη. Οι παρατηρήσεις του για τα εκκλησιαστικά της εποχής του Κωνσταντίνου είναι αξιοπρόσεκτες. Βέβαια, είναι δύσκολο να μνημονευθούν όλες οι περί Κωνσταντίνου μαρτυρίες, διότι για το έργο αυτό θα χρειαζόταν ειδική εργασία. Δεν πρέπει όμως να παραλείψουμε τον φιλόσοφο και ρήτορα Θεμίστιο (317-388), που ως πολιτικός σύμβουλος των τέκνων του Κωνσταντίνου, παρότι εθνικός, διαθέτει μία κριτική νηφαλιότητα.

—————————-

(*1) : Δημήτρης Αποστολίδης: «Μέγας Κωνσταντίνος ο Ισαπόστολος», εκδόσεις «Παρουσία» της Ιεράς Μητροπόλεως Φιλίππων, Νεαπόλεως, Θάσου, Καβάλας 2004, σ. 20. Στο έργο αυτό εξετάζονται κριτικά όλοι οι γράψαντες περί Μ. Κωνσταντίνου, παλαιότεροι και νεότεροι, Έλληνες και ξένοι.

(*2) : Η φράση στο έργο του Δ. Αποστολίδ, όπ. Παρ., σ. 19.

(*3) : Ο Ζώσιμος έζησε κατά τον 5ο αιώνα. Έγραψε σε έξι βιβλία έργο υπό τον τίτλο «Ιστορία Νέα», το οποίο σώζεται αποσπασματικά στις «Εκλογές» του Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου. Ο Ζώσιμος πιστεύει ότι μία από τις αιτίες που έφεραν την παρακμή στην αυτοκρατορία ήταν και η εμφάνιση του Χριστιανισμού.

(*4) : Από τον Μαρκελλίνο μαθαίνουμε ότι ο Κωνσταντίνος είχε και ετεροθαλή αδερφή ονόματι Αναστασία.

(*5) : Έγραψε το 10 τομο έργο «Breviarum historiae Romanae» (= Σύνοψη Ρωμαϊκής Ιστορίας).

(*6) : Δημ. Αποστολίδης: «Μέγας Κωνσταντίνος ο Ισαπόστολος», όπ. Παρ., σ. 32)

Από το βιβλίο του Σαράντου Ι. Καργάκου: Η ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΙΝΟΥ ΠΟΛΕΩΣ (Από την Αγία Σοφία του Κωνσταντίνου στην Αγία Σοφία του Ιουστινιανού)
Τόμος Α’. Εκδόσεις, ΣΙΔΕΡΗΣ Ι. Αθήνα, Απρίλιος του 2012.

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.