Ποιά η σειρά των κυριότερων γεγονότων της αλώσεως; – Ιωάννου Ν. Παπαιωάννου.

Από τις αρχές του 1449 μ. Χ. που ανέβηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Κων/νος Παλαιολόγος η Κωνσταντινούπολη είναι ταπεινωμένη από τα ανομήματά της και μαχαιρωμένη με επιβουλές, επιθέσεις, λεηλασίες και καταστροφές εχθρών, γειτόνων και φίλων της, άσχετα αν ο αυτοκράτορας έκανε ό,τι περισσότερο μπορούσε με «λελογισμένη ευθύνη». Για τον νέο Σουλτάνο των Οθωμανών Τούρκων, που ανέβηκε στο θρόνο το Φεβρουάριο του 1451 νεώτατος, μόλις εικοσάχρονος, η κατάσταση και η διάθεση είναι ευνοϊκές για τα σχέδιά του: τον Απρίλιο του 1452 απέκλεισε με το Ρούμελη Χισάρ (φρούριο στην Ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου) για να ελέγχει καλύτερα τη θάλασσα των στενών και του Βοσπόρου. Οι ιστορικοί σου διασώζουν τους παρορμητικούς λόγους του προς τους στρατιώτες του τον Αύγουστο του 1452: «αιρούμαι ή μετ’ αυτής (της Κων/πόλεως) και την ημετέραν έχειν αρχήν ή ταύτης χωρίς και ταύτην γε ξυναποβαλείν» δηλαδή θέλω μαζί με την Κων/πολη νάχω την αρχηγία σας διαφορετικά χωρίς την Κων/πολη, ας χάσω και την αρχηγία.
Αν διαβάσεις τους ιστορικούς της Αλώσεως θα μάθεις ότι το χειμώνα 1452 – 1453 ο Μωάμεθα Β’ δεν ησύχασε, αλλά πολεμώντας απασχολούσε με τον Τουραχάν – πασά την Πελοπόννησο και την άλλην Ελλάδα, ενώ ο ίδιος παράμενε πάντοτε στη θέση του, λίγο έξω από τα τείχη της Κων/πόλεως.
Στις 5 Απριλίου του 1453 με εκατοντάδες χιλιάδες στρατό, με 72 μεγάλα κανόνια, με 300 πλοία και ένα πλήθος αναρίθμητο ατάκτων και τυχοδιωκτών αρχίζει την μεγάλη πολιορκία. Οι ιστορικοί της Αλώσεως σου υπογραμμίζουν την πεισματώδη επιμονή του: «ουκ εδίδου ανάπαυσιν τοις βλεφάροις, αλλά και εν νυκτί και ημέρα την φροντίδα της πόλεως είχε, πώς αυτήν λάβοι, πώς κύριος αυτής γένοιτο», δηλαδή δεν κοιμόνταν, αλλά μέρα και νύχτα μία έγνοια είχε, την Κων/πολη πώς να την καταλάβει, πώς να την εκπορθήσει.
Μέσα στην πολιορκημένη Κων/πολη ο Κων/νος Παλαιολόγος με οκτώ χιλιάδες (8.000) μαχητές και με είκοσι έξι (26) πλοία κλεισμένα στον Κεράτιο κόλπο οργάνωσε την τελική άμυνα. Από τις οκτώ χιλιάδες υπερασπιστών οι 5.000 ήταν Έλληνες, 200 η βοήθεια του Πάπα κι απ’ αυτούς οι 150 Χιώτες με επικεφαλής τον Καρδινάλιο Ισίδωρο, 700 Γενουάτες με αρχηγό τον Λόγο Τζουστινιάνι και οι υπόλοιποι Βενετοί, Αρμένιοι, Εβραίοι, Καταλανοί, Ισπανοί, Γερμανοί και Σλάβοι.
Τις πρώτες μέρες της πολιορκίας – σου γνωρίζουν οι ιστορικοί της Αλώσεως – αφήνοντας ελεύθερους τους τούρκους της Κων/πόλεως ο Κων/νος Παλαιολόγος, έστειλε και πρεσβευτές στο Μωάμεθ να συζητήσουν προτάσεις ειρήνης, αλλά και σε περίπτωση αρνήσεώς του να δηλώσουν τη σταθερή απόφαση: «από του νυν τας πύλας της πόλεως κεκλεισμένας έχων και τους ένδον φυλάξω όσον η δύναμις». Ο Μωάμεθ αντί ν’ απαντήσει, σκότωσε τους πρεσβευτές, εγκαταστάθηκε μόνιμα σ’ απόσταση ενός μιλίου από τα τείχη με τη σκηνή του απέναντι στην Πύλη του αγίου Ρωμανού και έστειλε μεγάλο τμήμα του στρατού του στην περιοχή του Γαλατά με τους Ζαργκάν – πασά και Καρατζιά – μπέη, ενώ με τα κανόνια του έρριχνε 400 – 500 βολές καθημερινά στα τείχη.
Στις 18 Απριλίου 1453 σημείωσε τη μεγάλη επίθεση – δοκιμαστική κρούση των τούρκων που αποκρούστηκε από τους πολιορκημένους υπερασπιστές της Κων/πόλεως σε έξι ώρες. Τις ίδιες μέρες αποκρούστηκε και επίθεση του τούρκου ναυάρχου Μπαλτάογλου Σουλεϊμάνμπεη να παραβιάσει την είσοδο πλοίων στον Κεράτιο κόλπο. Ενώ στις 20 Απριλίου πέντε πλοία των βυζαντινών με επικεφαλής τον
πλοίαρχο Φλαντανελά
μετέφεραν σιτάρι από την Πελοπόννησο στην Κων/πολη, αφού διέσπασαν ηρωϊκά και αβλαβή τον ασφυκτικό κλοιό των τουρκικών πλοίων.
Σε εντυπωσιάζει το τέχνασμα του Μωάμεθ στις 24 Απριλίου να κατασκευάσει δίολκο, ένα ξύλινο αυλάκι 7 – 8 χιλιομέτρων στη στεριά, πάνω από τους λόφους του Γαλατά και να σύρει πάνω στο ξύλινο αυλάκι τα πλοία του για να τα ρίξει μέσα στην αποκλεισμένη με βαρειά αλυσίδα θάλασσα των πολιορκημένων, τον Κεράτιο κόλπο, κάνοντας την πολιορκία ασφυκτική από στεριά και θάλασσα. Οι πολιορκημένοι επιχείρησαν να πυρπολήσουν χωρίς επιτυχία τον τουρκικό στόλο στις 28 Απριλίου και απέκρουσαν αποτελεσματικά μέχρι τις 20 Μαΐου 1453 τις αλλεπάλληλες επιθέσεις με γενίκευση πολέμου υπονόμων και ανθυπονόμων και με ανασυγκρότηση των γκρεμισμένων τειχών. Τόσο αποτελεσματική ήταν η άμυνα που οι πασάδες Ισμαήλ Χάμζα Ισφεντιάρογλου και Χαλίλ μετέφεραν στον αρχηγό τους Μωάμεθ Β’ την απογοήτευση των πολιορκητών.
Ιδιαίτερα θα ενδιέφερε η τελευταία ανταλλαγή πρεσβευτών μεταξύ των εμπολέμων για συνεννόηση. Ο Μωάμεθ Β’ επρότεινε: «Τι λέγεις; Βούλει καταλείπειν την Πόλιν…» θέλεις να εγκαταλείψεις την Κων/πολη και να αποχωρήσεις όπου θέλεις με τους άρχοντές σου και τα υπάρχοντά τους, αφήνοντας τον πολύ λαό χωρίς να πάθει τίποτα ή θα αντισταθείς και θα χάσεις τη ζωή σου και τα υπάρχοντά σου συ και οι δικοί σου και ο πολύς λαός αιχμάλωτοι των Τούρκων να διασκορπιστούν σ’ όλη τη χώρα;
Αναντίλεκτα θα θαυμάζεις την απάντηση του Κων/νου Παλαιολόγου: «Άπελθε εν ειρήνη. Τι γαρ οίδας ειθαρρών κερδάναι, ευρεθείς κερδανθείς; Το δε την πόλιν σοι δούναι ούτ’ εμόν ούτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη˙ κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών». Δηλαδή: φύγε ειρηνικά˙ πού το ξέρεις αν πηγαίνοντας στα σίγουρα για κέρδη βρεθείς χαμένος; Όμως το να σου παραδώσουμε την Κων/πολη δεν είναι στο χέρι μου ούτε στη δυνατότητα και στη διάθεση κανενός από τους κατοίκους της. Μάλιστα με ομόφωνη γνώμη όλοι αυθόρμητα θα πεθάνουμε και δε θα λυπηθούμε τη ζωή μας.
Το βράδυ στις 28 Μαΐου, λίγο πριν από την τελική επίθεση του Μωάμεθ – καθώς θα διάβαζες στους ιστορικούς της αλώσεως – παρακίνησε το στρατό του σε διαρπαγή, λεηλασία και βιαιότητες για να καταλάβει τα τείχη της Κων/πόλεως, όπου «πλούτος πολύς και παντοδαπός» και υποσχέθηκε: «Αυτήν την μεγάλην τε και πολυάνθρωπον πόλιν δίδωμι νυν υμίν εις διαρπαγήν τε και λείαν, πλούτον άφθονον, άνδρας, γυναίκας, παίδας…». Δηλαδή αυτή την πολυάνθρωπη μεγάλη πόλη, σας την αφήνω να τη λεηλατήσετε και ν’ αρπάξετε ό,τι θέλετε και ορίζω να είναι στη διάθεσή σας άνδρες, γυναίκες και τα παιδιά!
Μεταφέρεσαι σ’ άλλο κόσμο μελετώντας τις τελευταίες ώρες των πολιορκημένων, κόσμο θυσίας και ιδανικών˙ ο Κων/νος Παλαιολόγος καλούσε σε άμυνα μέχρις εσχάτων και στη θυσία: «Παρακαλώ υμάς ίνα στήτε ανδρείως και μετά γενναίας ψυχής. Παραδίδωμι δε υμίν την εκλαμπροτάτην και περίφημον ταύτην πόλιν και πατρίδα υμών, την ελπίδα και χαράν πάντων των Ελλήνων και βασιλεύουσαν των πόλεων… Εάν δια τα εμά πλημμελήματα παραχωρήση ο Θεός την νίκη τοις ασεβέσι… γίνεσθε έτοιμοι… Ο στέφανος ο αδαμάντινος εν ουρανοίς εναπόκειται υμίν και μνήμη αιώνιος και άξιος εν τω κόσμω έσεται». Δηλαδή, σας παρακαλώ ν’ αντισταθήτε με αντρεία και γενναιοψυχία˙ σας παραδίνω την Κων/πολη, τη λαμπρή πατρίδα σας, την ελπίδα και τη χαρά όλων των Ελλήνων. Αν ο Θεός για τα δικά μου σφάλματα δώσει τη νίκη στους ασεβείς, να είσαστε έτοιμοι… Η δικαίωση θάρθει και αιώνια ένδοξη θα είναι η μνήμη σας στη γη. Τα λόγια αυτά ακολούθησε – όπως παραδίδουν οι ιστορικοί της αλώσεως – η τελευταία θεία λειτουργία στην Αγία Σοφιά και η θέση του υπερασπιστή στα τείχη για τη μεγάλη μάχη.
Τα μεσάνυχτα της 28ης για την 29ην άρχισε η επίθεση των τούρκων του Μωάμεθ: πρώτα με τους άπειρους μπάσι – μπουζούκους για να καταπονήσουν τους πολιορκημένους, οι οποίοι και αποκρούσθηκαν. Ύστερα έγινε νέα επίθεση με δεύτερο κύμα τους Ανατολίτες τούρκους, που αποκρούστηκαν και αυτοί, για να ακολουθήσει η πιο σφοδρή επίθεση με το τρίτο κύμα, το άνθος του Τουρκικού στρατού, τους Γενιτσάρους. Στην πιο κρίσιμη σύγκρουση πληγώθηκε ο Γενουάτης Λόγγος Τζουστινιάνι και άφησε τη θέση του «ζητών ιατρούς», ενώ σ’ άλλο σημείο των τειχών πενήντα (50) τούρκοι ανακάλυπταν ανοιχτή μια ξεχασμένη μικρή υπόγεια στρατιωτική πύλη, την Κερκόπορτα και εισήλθαν στην Πόλη πρώτοι αυτοί για ν’ ακολουθήσουν οι γενίτσαροι με τις 2.000 σκάλες υπερβαίνοντας τάφρους και τείχη, σκοτώνοντας και πατώντας σε πτώματα χιλιάδων νεκρών.
Συγκινείσαι κάθε φορά που διαβάζεις στις σελίδες των χρονικογράφων και ιστορικών για τους ηρωϊκούς εκείνους μαχητές και για τον Κων/νο Παλαιολόγο που βρήκε ηρωϊκό θάνατο στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, μαχόμενος σαν απλός στρατιώτης καθώς και για το χαλασμό που ακολούθησε: από τα τείχη καταρρίφθηκαν οι αυτοκρατορικές σημαίες και τα χριστιανικά βυζαντινά εμβλήματα με το Δικέφαλο αετό και αναστυλώθηκε η ημισέληνος. Το πρωί στις 29 Μαΐου 1453, ημέρα Τρίτη, εορτή της αγίας Θεοδοσίας αντήχησε το «άκουσμα και λάλημα φρικτόν» ότι «εάλω η Πόλις», η Κων/πολη πάρθηκε και η άλωσή της συνοδεύτηκε από ηρωική αντίσταση μέχρις εσχάτων τμημάτων μαχητών, από σκηνές πανικού με απεγνωσμένη συρροή του πλήθους στην Εκκλησία της Αγιά – Σοφιάς και με τρομερότατες σφαγές, βάρβαρες λεηλασίες, ανελέητους βιασμούς και δεκάδες χιλιάδες πικρές αιχμαλωσίες.

Από το βιβλίο: Ιστορικές γραμμές, του Φιλολόγου – Ιστορικού, Εκπαιδευτικού Μ.Ε., Ιωάννου Ν. Παπαϊωάννου.
Τόμος Α’. Λάρισα 1979

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.