Έχουμε ευθύνη – Οσίου Γέροντος Παισίου του Αγιορείτου.

Είχε έρθει στο Καλύβι ένας άθεος μέχρι το κόκκαλο. Αφού είπε διάφορα, μετά μού λέει: «Εγώ είμαι εικονομάχος». Από εκεί πού δεν πίστευε τίποτε, ύστερα έλεγε ότι είναι εικονομάχος. «Βρε αθεόφοβε, τού λέω, εσύ αφού δεν πιστεύεις σε τίποτε, τι μού λες ότι είσαι εικονομάχος; Τότε, τον καιρό τής Εικονομαχίας, μερικοί Χριστιανοί Από υπερβολικό ζήλο έπεσαν σε πλάνη, έφθασαν στην άλλη άκρη, και μετά η Εκκλησία τοποθέτησε το θέμα• δεν είναι ότι δεν πίστευαν». Υποστήριζε εν τω με¬ταξύ όλη την σημερινή κατάσταση. Μαλώσαμε εκεί πέρα. «Καλά, του λέω, κατάσταση είναι αυτή; Δικαστικοί να φοβούνται να δικάσουν, να κάνουν μηνύσεις για εγκλη¬ματίες και να τους απειλούν ο ένας και ο άλλος και να αναγκάζονται να τις αποσύρουν; Και τελικά ποιοί κυ¬βερνούν; Σε αναπαύει αυτή η κατάσταση; Υποστηρίζεις αυτούς; Εσύ είσαι εγκληματίας. Γι’ αυτό ήρθες; Άντε, φύγε Από εδώ!». Τον έδιωξα.

– Γέροντα, δεν φοβάστε έτσι πού μιλάτε;

– Τι να φοβηθώ; Τον τάφο μου Τον έχω ανοίξει. Αν δεν Τον είχα ανοίξει, θα με απασχολούσε πού θα κουραζό¬ταν ο άλλος να σκάψει. Τώρα θα χρειασθεί να ρίξει μόνο λίγους τενεκέδες χώμα…

– ‘Έχω ύπ’ όψιν μου έναν άλλον άθεο, έναν βλάσφη¬μο, πού Τον αφήνουν στην τηλεόραση και μιλάει, ενώ έχει πεϊ τά πιο βλάσφημα λόγια για Τον Χριστό καί την Πα¬ναγία. Δεν παίρνει καί η Εκκλησία μιά θέση να άφορίση μερικούς. Αυτούς έπρεπε να τους άφορίζη η Εκκλη¬σία. Λυπούνται Τον αφορισμό!

– Γέροντα, τι θα καταλάβουν με Τον αφορισμό, αφού τί¬ποτε δεν παραδέχονται;

– Τουλάχιστον να φανεί ότι η Εκκλησία παίρνει μιά θέση.

– η σιωπή της, Γέροντα, είναι σαν να τά αναγνωρίζει;

– Ναι. Έγραψε ένας κάτι βλάσφημα για την Παναγία καί κανείς δεν μίλησε. Λέω σε κάποιον: «Δεν είδες τι γράφει εκείνος;». «Έ, τι να τους κάνης, μού λέει. Θα λερωθείς, αν ασχοληθείς μαζί τους». Φοβούνται να μιλήσουν.

– Τι είχε να φοβηθεί, Γέροντα;

– Να μη γράψουν τίποτε γι’ αυτόν καί εκτεθεί, καί ανέ¬χεται να βλασφημήται η Παναγία! Να μη θέλουμε να βγάλει ο άλλος το φίδι από την τρύπα, για να έχουμε εμείς την ησυχία μας. Αυτό είναι έλλειψη αγάπης. Υστέρα αρχίζει ο άνθρωπος να κινείται από συμφέρον. Γι’ αυτό βλέπεις ένα πνεύμα σήμερα: «Με τον τάδε να έχουμε σχέ¬σεις, για να μας λέει καλά λόγια. Με τον άλλο να τά έχου¬με καλά, για να μη μας διασύρει κ.λπ. Να μη μας πάρουν για κοροΐδα, να μη γίνουμε θύματα». Άλλος αδιαφορεί και δεν μιλάει. «Να μη μιλήσω, λέει, για να μη με γρά¬ψουν οι εφημερίδες». Οι περισσότεροι δηλαδή είναι τε¬λείως αδιάφοροι. Τώρα άρχισε λίγο κάτι να γίνεται. τό¬σον καιρό δεν έγραφε κανένας τίποτα. Είχα βάλει τις φωνές πριν από χρόνια σε κάποιον στο Άγιον Όρος. «Πολύ πατριωτισμό έχεις», μού λέει. Πριν από λίγο καιρό ήρθε και με βρήκε: «Όλα τά διέλυσαν, μού λέει, οικογέ¬νεια, παιδεία…». Τού λέω καί εγώ με την σειρά μου: «Πολύ πατριωτισμό έχεις!».

Όλη αυτή η κατάσταση έχει κάνει ένα κακό καί ένα καλό. Το κακό είναι ότι καί εκείνοι πού είχαν κάτι μέσα τους, άρχισαν να αδιαφορούν, γιατί λένε: «Εγώ θα σιάξω την κατάσταση;». Το καλό είναι ότι πολλοί άρχισαν να προβληματίζονται καί να αλλάζουν. Μερικοί έρχο¬νται καί με βρίσκουν καί προσπαθούν να δικαιολογήσουν ένα κακό πού έκαναν προηγουμένως, γιατί έχουν προβληματισθεί.

– Δηλαδή, Γέροντα, πρέπει πάντα να ομολογούμε το «πιστεύω» μας;

– Χρειάζεται διάκριση. Είναι φορές πού δεν πρέπει να μιλήσουμε καί άλλες φορές πού πρέπει να ομολογούμε με παρρησία το «πιστεύω» μας, γιατί φέρουμε ευθύνη, αν δεν μιλήσουμε. Σ’ αυτά τά δύσκολα χρόνια ο καθένας μας πρέπει να κάνη ότι γίνεται ανθρωπίνως καί ότι δεν γίνεται ανθρωπίνως να Το αφήνει στον Θεό. Έτσι θα έχου¬με ήσυχη την συνείδηση μας ότι κάναμε εκείνο πού μπο¬ρούσαμε. Αν δεν αντιδράσουμε, θα σηκωθούν Οι προ¬γονοί μας από τους τάφους. Εκείνοι υπέφεραν τόσα για την πατρίδα και εμείς τι κάνουμε γι’ αυτήν; η Ελλάδα, η Ορθοδοξία, με την παράδοση της, τους Αγίους και τους ήρωες της, να πολεμήται από τους ίδιους τους Έλλη¬νες και εμείς να μη μιλάμε! Είναι φοβερό!

Είπα σε κά¬ποιον. «Γιατί δεν μιλάτε; Τι είναι αυτά πού κάνει ο τάδε;». «Τι να πεις, μού λέει, αυτός όλος βρωμάει». «Αν βρωμάει όλος, γιατί δεν μιλάτε; Χτυπήστε τον». Τίποτε, τον αφήνουν. Έναν πολιτικό τον έφτυσα. «Πες, τού λέω, «δεν συμφωνώ μ’ αυτό». Τίμια πράγματα. Θέλεις να εξυπηρετηθείς εσύ καί να ρημάξουν όλα;».

Αν οι Χριστιανοί δεν ομολογήσουν, δεν αντιδρά¬σουν, αυτοί θα κάνουν χειρότερα. Ενώ, αν αντιδράσουν, θα το σκεφθούν. ‘Αλλά και οι σημερινοί Χριστιανοί δεν είναι για μάχες. Οι πρώτοι Χριστιανοί ήταν γερά καρύ¬δια• άλλαξαν όλο τον κόσμο. Καί στην βυζαντινή εποχή μιά εικόνα έβγαζαν Από την Εκκλησία καί αντιδρούσε ο κόσμος. Εδώ ο Χριστός σταυρώθηκε, για να αναστη¬θούμε εμείς, καί εμείς να αδιαφορούμε! Αν η Εκκλησία δεν μιλάει, για να μην έρθει σε ρήξη με το κράτος, αν οι μητροπολίτες δεν μιλούν, για να τά έχουν καλά με όλους, γιατί τους βοηθάνε στα ιδρύματα κ.λπ., οι Αγιορείτες πάλι αν δεν μιλούν, για να μην τους κόψουν τα επιδό¬ματα, τότε ποιος θα μιλήσει; Είπα σε κάποιον ηγούμε¬νο: «Αν σας πουν ότι θα σάς κόψουν τα επιδόματα, να πείτε: «Θα κόψουμε καί εμείς την φιλοξενία», για να προ¬βληματισθούν». Οι καθηγητές της Θεολογίας κ.λπ. δεν φωνάζουν, γιατί λένε: «Είμαστε υπάλληλοι• θα χάσουμε τον μισθό μας, καί μετά πώς θα ζήσουμε;». Τά μοναστήρια εν τω μεταξύ τά έπιασαν με τις συντάξεις.

Γιατί εγώ δεν θέλω να πάρω ούτε αυτήν την ταπεινή σύνταξη τού Ο.Γ.Α.; Ακόμη και ασφαλισμένο σε μιά ασφάλεια τού Ο. Γ. Α. να Τον έχουν Τον μοναχό, και αυτό δεν είναι τί¬μιο. Να Τον έχουν ασφαλισμένο ως άπορο, Ναι• αυτό Τον τιμά. «Αλλά να Τον έχουν ασφαλισμένο στον Ο.Γ.Α., για¬τί; ο μοναχός άφησε μεγάλες συντάξεις, έφυγε από Τον κόσμο και ήρθε στο μοναστήρι, και να πάρει πάλι σύ¬νταξη! Και να φθάνουμε για την σύνταξη να προδώσουμε Τον Χριστό!

– Δεν εννοείτε, Γέροντα, αν λ.χ. μιά μοναχή δούλεψε ως δασκάλα μερικά χρόνια καί δικαιούται κάποια σύνταξη;

– Καλά, αυτή τέλος πάντων. Τώρα όμως να σού πω, αν καί αυτήν την σύνταξη την διάθεση κάπου, θα πάρει μία γερή σύνταξη από Τον Χριστό.

Βλέπω τι μας περιμένει, γι’ αυτό πονάω.

Περνούν τά χρόνια καί τι δύσκολα χρόνια! Δεν τε¬λείωσαν τά θέματα. Βράζει το καζάνι. Αν δεν είναι λίγο δυναμωμένος κανείς, πώς θα μπόρεση να αντιμετώπιση μιά δύσκολη κατάσταση; ο Θεός δεν έκανε ανεπρόκο¬πους ανθρώπους. Πρέπει να καλλιεργήσουμε το φιλότι¬μο. Αλήθεια, Θεός φυλάξοι, αν γίνει ένα τράνταγμα, πό¬σοι θα σταλθούν όρθιοι; Πριν από τον πόλεμο τού ’40, στην Κόνιτσα, εκεί πού είχα το μαραγκούδαδικο ήταν η αγορά καί έφερναν οι χωρικοί καλαμπόκι, σιτάρι κ.λπ. Μερικοί πλούσιοι – τι πλούσιοι, αυτοί δηλαδή πού έπαιρ¬ναν κάποιους τόκους από τις Τράπεζες, όταν πήγαι¬ναν οι καημένοι οι χωρικοί το καλαμπόκι στην αγορά, για να το πουλήσουν, αυτοί το κλωτσούσαν με το πόδι καί ρωτούσαν πόσο έχει. Όταν ήρθε ο πόλεμος καί ανα¬γκάσθηκαν να τά πουλήσουν όλα, «καλημέρα» έλεγε ο ένας, «έχεις καλαμπόκι;» ρωτούσε ο άλλος. Γι’ αυτό τώρα να ευχαριστείτε τον Θεό για όλα. Κοιτάξτε να ανδρωθείτε. Σφιχτήτε λιγάκι. Βλέπω τι μας περιμένει, γι’ αυτό πο¬νάω. Μην αφήνετε τον εαυτό σας χαλαρό. Ξέρετε τι τραβάνε άλλου οι Χριστιανοί;

Στην Ρωσία μέσα στα κάτεργα. Τι δυσκολίες! Που πνευματικά βιβλία! Αφήστε την Αλβα¬νία. Δυστυχία! Δεν έχουν να φάνε. Ούτε Εκκλησίες άφη¬σαν ούτε μοναστήρια. Τά ονόματα τους τά άλλαξαν καί αυτά, γιατί δεν ήθελαν να ακούγονται χριστιανικά ονό¬ματα. Καί στην Αμερική ακόμη, οι Ορθόδοξοι είναι λί¬γοι, σκορπισμένοι σε διάφορα μέρη, καί ξέρετε τι τραβάνε; Να μην υπάρχει ορθόδοξη κοινότητα, να πηγαίνουν με το τραίνο ώρες μακριά, για να εκκλησιασθούν, να έρχονται στο Άγιον Όρος να συμβουλευθούν για ένα θέμα! Είναι μεγάλη αχαριστία αυτό το χαλαρό πνεύμα πού υπάρχει στην Ελλάδα.

Πόσους Άγιους θα παρουσίαση ο Θεός στα κράτη πού υπήρχε κομμουνισμός! Μάρτυρες! Εκείνοι είχαν αποφασίσει τον θάνατο. Είχαν μεγάλες θέσεις καί δεν συμφωνούσαν με τους νόμους, όταν ήταν αντίθετοι με τον νόμο του Θεού. «Δεν συμφωνώ- σκοτώστε με, κλείστε με φυλακή», έλεγαν, για να μην παρασυρθούν καί οι άλλοι. Εδώ πολλοί, χωρίς να ζορίζονται, δείχνουν τέτοια αδια¬φορία! Λίγο αν περνούσαν μιά δυσκολία, έναν πόλεμο η δύσκολα χρόνια, θα ήταν διαφορετικά. Γιατί τώρα είναι σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Είναι – πώς να το πει κανείς; – σαν ένας να έρχεται από την Αυστραλία με το αεροπλάνο την άνοιξη στην Ελλάδα καί να φεύγει από ‘δω το φθινόπωρο για την Αυστραλία, οπότε φθάνει εκεί πάλι άνοιξη. Από άνοιξη σε άνοιξη, καί χειμώνα δεν βλέπει• δεν ξέρει ούτε τι γίνεται τον χειμώνα ούτε από κακο¬καιρίες ούτε τίποτε.

Από το βιβλίο: ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’

(Σημείωσις) Ειπώθηκαν το 1992

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.