Τραγωδία πίσω απ’ τη βιτρίνα – Πορφυρίας Μοναχής.

Ιούλιος- οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν πάρει την άδεια τους και έχουν πάει διακοπές. Η βάρδια μου είναι νυχτερινή, η ώρα έχει πάει έντεκα το βράδυ. Η δουλειά έχει ελαττωθεί αρκετά. Βαρέθηκα να γυρνάω μόνη στους άδειους δρόμους της πόλης. Το κέντρο μας, αραιά και πού, έβγαζε κάποια διαδρομή. Πήγα και πήρα την ανιψιά μου, να μου κάνει συντροφιά. Ακούγαμε τον σταθμό της Εκκλησίας και συζητούσαμε πολλά και διάφορα. Βρισκόμασταν στο ύψος των Αμπελοκήπων, όταν μια κοπέλα μας σταμάτησε. Τη ρωτώ:
-Πού πηγαίνετε;
-Στο Πέραμα.
-Ελάτε. Κάνω αναστροφή και γυρίζω προς Πέραμα.
-Σας παρακαλώ πολύ, μπορείτε να πάτε πιο γρήγορα;
-Να πάω πιο γρήγορα; Έχετε αργήσει και φοβάστε μη σας μαλώσουν;
-Τί να σας λέω τώρα!
-Έλα, πες μου, έτσι κουβέντα να γίνεται. Άλλωστε είμαστε δυο άγνωστες.
Σε λίγα λεπτά άρχισε να μιλάει:
-Έχω πολύ σοβαρό πρόβλημα. Έχω δυο γονείς σοβαροφανείς, αλλά ουσιαστικά ανύπαρκτους και μία αδελφή αρραβωνιασμένη.
Μετά από μικρή παύση συνέχισε:
-Ο αρραβωνιαστικός της αδελφής μου κάποια μέρα που ήμασταν μόνοι στο σπίτι, με βίασε και από τότε μας έχει και τις δυο.
-Πότε έγινε αυτό;
-Πριν από δύο χρόνια. Σήμερα κλείνω τα δεκαεπτά.
-Να τα εκατοστίσεις, κορίτσι μου!
-Ευχαριστώ, όχι όμως έτσι. Θέλω να κάνω ένα γάμο, να ξεφύγω απ’ αυτόν. Όμως δεν μ’ αφήνει, με απειλεί συνέχεια. Έχω γίνει έρμαιο στα χέρια του, με κάνει ό,τι θέλει.
-Γιατί δεν τα λες στη μητέρα σου και κάθεσαι και υποφέρεις;
-Μμ! Τώρα μάλιστα! Άμα της τα πω, θα μου πει, πως εγώ τον προκάλεσα, θα με διώξει και από το σπίτι και πού να πάω; Θέλω ένα χρόνο να τελειώσω το σχολείο.
-Κουκλίτσα μου, δοκίμασες ποτέ να μιλήσεις στη μητέρα σου;
-Δυστυχώς το έχω δοκιμάσει, όχι γι’ αυτό το θέμα βέβαια, και ξέρετε τί έγινε; Έφαγα πολύ ξύλο και το θέμα ήταν ασήμαντο. Αφού η μάννα μου με τον πατέρα μου συνέχεια σκοτώνονται για ασήμαντους λόγους. Ζω σ’ ένα σπίτι τρελοκομείο. Ωραία επιφάνεια έξω, όμως μέσα σκέτη τρέλα! Δεν ξέρω από πού να πιαστώ. Σκέφτηκα να πάω να ζητήσω βοήθεια από συλλόγους προστασίας γυναικών. Όμως, αν το μάθουν, θα με σκοτώσουν. Δεν ξέρω τί να κάνω. Είμαι πολύ απελπισμένη.
Πράγματι. Αυτό το κορίτσι βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέ¬ση. Όσες λύσεις και αν της πρότεινα, καμιά δεν τη θεωρούσε εφικτή. Πικράθηκα πολύ, που δεν μπόρεσα να τη βοηθήσω. Ο φόβος της ήταν πολύ μεγάλος. Και το πρόβλημα της πολύ μεγαλύτερο κι ο χρόνος μας πολύ λίγος.
Σκέπτομαι πως- αν τα παιδιά έχουν Χριστό, αρχές και οικογενειακή στοργή, αγάπη και πραγματική φροντίδα, δεν θα περάσουν από τέτοια δύσκολα και ψυχοφθόρα κανάλια.

***

Από το βιβλίο: «Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης», της μοναχής Πορφυρίας.
ΑΘΗΝΑ 2010
Κεντρική διάθεση Νεκτάριος Δ. Παναγόπουλος.

Κατηγορίες: Άρθρα, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.