η Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα (21 Μαϊου 1864). Μέρος Α.

Το Ιόνιο κράτος, που προήλθε από τη συνθήκη των Παρισίων της 17ης Νοεμβρίου 1815, τελούσε τυπικά υπό την προστασία της Μεγάλης Βρετανίας, κατ’ ουσίαν όμως, υπό την επικυριαρχία της. Τον Ιανουάριο του 1824 είχε πεθάνει στη Μάλτα ο πρώτος Αγγλος αρμοστής του Ιονίου κράτους Maitland, δημιουργός του ανελεύθερου Συντάγματος του 1817, με το οποίο είχε εγκαθιδρυθεί ουσιαστικά στα Ιόνια νησιά η προσωπική αρχή του αρμοστή. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής επαναστάσεως, ο Maitland είχε εφαρμόσει με σκληρά μέτρα την Αγγλική πολιτική της «ουδετερότητος», γεγονός που είχε προκαλέσει πολλές αντιδράσεις!

Το 1839 ο λόγιος βουλευτής από την Κέρκυρα Ανδρέας Μουστοξύδης μετέβη στο Λονδίνο καϊ υπέβαλε στον Βρετανό υπουργό των Αποικιών, Ιωάννη Russell, υπόμνημα για την πολιτική κατάσταση της Επτανήσου, με το οποίο ζητούσε πιο ελεύθερο εκλογικό σύστημα, ετήσια σύνοδο του Κοινοβουλίου, έγκριση των κρατικών δαπανών από το Κοινοβούλιο και ελευθεροτυπία. Ο Russell, αφού ζήτησε από τον αρμοστή να μελετήσει το υπόμνήμα και να του γνωρίσει τϊς απόψεις του, απέρριψε τα αιτήματα του Μουστοξύδη. Πρότεινε όμως να ληφθούν μερικά μέτρα που θα προετοίμαζαν τους Επτανησίους για περισσότερο ελεύθερο καθεστώς (4 Ιουνίου 1840).

Συνταγματικές μεταρρυθμίσεις

Λίγο αργότερα την διοίκηση των νησιών ανέλαβε ο λόρδος Ιωάννης Colborn, βαρόνος του Seaton, στρατιωτικός, που είχε το βαθμό του αντιστράτηγου. ο Seaton είχε επιδείξει εξαίρετες στρατιωτικές ικανότητες, διαδραμάτισε μάλιστα σημαντικό ρόλο και στη μάχη του Βατερλώ, ενώ είχε αναλάβει σπουδαίες στρατιωτικές και διοικητικές θέσεις. Σάν κυβερνήτης του Καναδά, αντιμετώπισε με επιτυχία την εξέγερση του Ανω καϊ Κάτω Καναδά (18371838). Φιλελεύθερος και προοδευτικός, αλλά και εκφραστής των νέων τάσεων της βρετανικής πολιτικής, ο νέος αρμοστής συνέβαλε στην αλλαγή του πολιτικού κλίματος που επικρατούσε στα νησιά και δημιούργησε καινούριες προϋποθέσεις για την άνοδο του μορφωτικού επιπέδου του λαού. Επέτρεψε την ίδρυση πολιτικών λεσχών (club houses) και τη συγκρότηση πολιτικών συγκεντρώσεων, άφησε ελεύθερη την εισαγωγή ελληνικών εφημερίδων στα Ιόνια νησιά και επέτρεψε την ίδρυση ιδιωτικών τυπογραφείων. Παράλληλα ενδιαφέρθηκε για την παιδεία, εγκρίνοντας τα νέα νομοθετήματα του Κοινοβουλίου, που απέβλεπαν στην βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος και ιδιαίτερα αφορούσαν στην αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού προγράμματος και στη λειτουργία της Ιόνιας Ακαδημίας, καθώς και των άλλων εκπαιδευτηρίων (1844). Επίσης πήρε μέτρα ευεργετικά για τη γεωργία, εγκρίνοντας την οικονομική ενίσχυση των γεωργικών εταιριών, που είχαν συσταθεί στα νησιά, με σκοπό τη βράβευση των καλλιεργητών που θα παρουσίαζαν ξεχωριστή επίδοση (1844), καϊ επιτρέποντας τη σύσταση σώματος ενόπλων αγροφυλάκων (corpo di guardie campestri), στη Λευκάδα και στο Μεγανήσι, για τη διασφάλιση της παραγωγής (1845).
Μεγάλη σημασία για την πολιτική ζωή του τόπου είχε η εισήγηση του Seaton (17 Μαΐου 1848) στη Νομοθετική Συνέλευση, ώστε να προβεί στην ακύρωση του άρθρου του Συντάγματος του 1817 που αναφερόταν στους περιορισμούς του τύπου. Το Κοινοβούλιο με απόφασή του της 22 Μαΐου 1848 καθιέρωσε την ελευθερία του τύπου στα Ιόνια νησιά, μέσα στα πλαίσια που θα καθόριζαν οι νόμοι και κατάργησε κάθε είδος προληπτικής λογοκρισίας, διευκρινίζοντας, πως ότι οι νόμοι γίά τον τύπο θα εκδίδονταν από όλο το Κοινοβούλιο και δεν θα ήταν δυνατόν να αρθούν ή να τροποποιηθούν, χωρίς τη συνδρομή του. Κάτω από τις νέες αυτές συνθήκες, εμφανίσθηκαν οι πρώτες πολιτικές εφημερίδες στα Ιόνια νησιά : «Το Μέλλον» (1 Ιανουαρίου 1849) στη Ζάκυνθο, η «Πατρίς» (15 Ιανουαρίου 1849) στην Κέρκυρα, «ο Φιλελεύθερος» (19 Φεβρουαρίου 1849), η «Αναγέννησις» (8 Απριλίου 1849) και η «Ένωσις» (16 Απριλίου 1849) στην Κεφαλλονιά. η εμφάνιση και κυκλοφορία των εφημερίδων επέτρεψε να δημιουργηθεί πολιτικός διάλογος και να πάρει συγκεκριμένο πολιτικό περιεχόμενο η αντίθεση του λαού προς το καθεστώς.

Στις φιλελεύθερες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες του Seaton (εισήγηση της 26 Απριλίου 1849) οφείλεται και η απόφαση του Κοινοβουλίου της 8 Μαΐου 1849, να προβεί στην ανα¬θεώρηση των διατάξεων του Συντάγματος που αφορούσαν στην εκλογή των Επαρχιακών Συμβουλίων, καθώς και στην εκλογή των μελών και στον τρόπο λειτουργίας της Γερουσίας και της Νομοθετικής Συνελεύσεως και ακόμα να δεχτεί τη διαίρεση των νησιών σε διαμερίσματα (distretti) ή «δήμους» και να εγκρίνει την εισαγωγή του θεσμού των «Δημοτικών Συμβουλίων» (Consigli Municipal! Distrettuali). Ειδικότερα θεσπίσθηκε: η ελεύθερη πρόταση και η άμεση εκλογή των πέντε μελών των Επαρχιακών Συμβουλίων από τη Σύγκλητο κάθε νησιού, χωρίς την τελική επέμβαση του επάρχου και του Τοποτηρητή, η εκλογή των πέντε γερουσιαστών απευθείας από τον αρμοστή, αλλά μέσα από τον αριθμό των μελών της Νομοθετικής Συνελεύσεως, η αύξηση του αριθμού των τελευταίων σε 42, που θα προέρχονταν από 10 από την Κέρκυρα, την Κεφαλλονιά και τη Ζάκυνθο, 6 από τη Λευκάδα και ανά 2 από την Ιθάκη, τα Κύθηρα και τους Παξούς, ενώ ρυθμίζονταν με νέο τρόπο τα σχετικά με την εκλογή του προέδρου και των μελών της Νομοθε¬τικής Συνελεύσεως με την κατάργηση του Προκαταρκτικού Συμβουλίου και την καθιέρωση της ελεύθερης προτάσεως των υποψηφίων μελών και της εκλογής τους από τις Συγκλήτους, ενώ διευρυνόταν η δικαιοδοσία της Νομοθετικής Συνελεύσεως και περιορίζονταν οι δυνατότητες επεμβάσεως του αρμοστή. Τέλος οι νόμοι του Κοινοβουλίου θα καθόριζαν τα σχετικά με την εκλογή, την έδρα, τα καθήκοντα, τα δικαιώματα και τη δικαιοδοσία των Δημοτικών Συμβουλίων.

Οι μεταρρυθμίσεις αυτές ήταν σημαντικό βήμα προόδου, αλλά ο τρόπος εφαρμογής τους και οι άλλοι περιορισμοί μείωναν τη σημασία τους. Αλλωστε το Στέμμα ζήτησε να γίνουν ορισμένες τροποποιήσεις και προσθήκες προτού επικυρώσει τις μεταρρυθμίσεις. Το έτος 1849 διαδέχθηκε τον Seaton ο σερ Ερρίκος Γεώργιος Ward, πολιτικός και κοινοβουλευτικός άνδρας, αλλά ιδιαίτερα αντιδραστικός. ο Ward παρουσιάστηκε στο Κοινοβούλιο στις 4 Ιουνίου, αλλά την επόμενη μέρα ανέστειλε τις εργασίες του, ως τις 5 Οκτωβρίου, με τη δικαιολογία της αναμονής της επικυρώσεως των μεταρρυθμίσεων καϊ της προθέσεως του να μελετήσει τα ζητήματα του τόπου. Στϊς 12 Δεκεμβρίου 1849 εισηγήθηκε στη Νομοθετική Συνέλευση απαράδεκτες τροποποιήσεις και προσθήκες στις μεταρρυθμίσεις της 8ης Μαΐου.

Εξεγέρσεις στην Κεφαλλονιά

Στο μεταξύ, είχαν αρχίσει οι πολιτικές ζυμώσεις στα Ιό¬νια νησιά. οι φιλελεύθερες πατριωτικές κινήσεις στην κεντρική και στη δυτική Ευρώπη και τα πολιτικά γεγονότα στην Ελλάδα, ιδιαίτερα η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, έδωσαν συγκεκριμένη κατεύθυνση στις ανησυχίες των Ιονίων. η ίδρυση των πολιτικών λεσχών συνέβαλε στη διάδοση των φιλελεύθερων ιδεών και στην ανάπτυξη του εθνικού φρονήματος.

Αξιόλογη πατριωτική δραστηριότητα ανέπτυξαν οι λέ¬σχες της Κεφαλλονιάς «Ομόνοια» στο Ληξούρι καϊ «Κοραής» στο Αργοστόλι. Εργο τους υπήρξε το 1846 η οργάνωση, για πρώτη φορά, του εορτασμού των εθνικών επετείων της 25ης Μαρτίου και της 3ης Σεπτεμβρίου, που στάθηκαν αφορμή να διαδηλωθούν μαζικά τα λαϊκά φρονήματα, με πρωτοστάτη τη μαθητική νεολαία. Το 1847 η λέσχη «Κοραής» άλλαξε την επωνυμία της σε «Δημοτικόν Κατάστημα», συνεχίζοντας πάντα την πατριωτική της δράση. Τον επόμενο χρόνο πρωτοστάτησε και πάλι στον εορτασμό της εθνικής επετείου. Αλλά παράλληλα με τον επίσημο εορτασμό, έντονο εθνικό χαρακτήρα είχαν και οι λαϊκές εκδηλώσεις της 25ης Μαρτίου 1848, όπου ακούστηκε επαναστατικό τραγούδι που παρακινούσε το λαό σε ένο¬πλη εξέγερση εναντίον των Αγγλων («…
Αδέλφια έφθασ’ ο καιρός ν’ αρματωθώμεν όλοι.
Εμπρός! Με πυρ και βόλι ο ξένος να διωχθή…»).
Στο «Δημοτικόν Κατάστημα» οφείλεται επίσης και η οργάνωση των πατριωτικών εκδηλώσεων της Μεγάλης Παρασκευής του ίδιου χρόνου, που είχαν αντικειμενικό σκοπό να εμποδίσουν τον μητροπολίτη να αναπέμψει μπροστά από το Τοποτηρητείο την καθιερωμένη από το 1836 δέηση κατά την περιφορά του Επιταφίου, πράξη που ο λαός θεωρούσε «ασέβεια» και περιφρόνηση της ορθοδοξίας. η λαϊκή δυσφορία και αγανάκτηση κατά των Προστατών και των συνεργατών τους εκδηλώθηκε με τρόπο δυναμικό. Εγκαταλείποντας τις εκκλησιαστικές και τις πολιτικές αρχές, ο λαός συνέχισε την περιφορά, μετατρέποντας τη θρησκευτική λιτανεία σε λαϊκή πορεία, που τη δονούσαν τα συνθήματα εναντίον των Αγγλων καϊ οι ζητωκραυγές για την ελευθερία και την Ελλάδα. Φυσικά οι πρωταγωνιστές των γεγονότων φυλακίστηκαν. Ας σημειωθεί ότι μητροπολίτης ήταν ο Σπυρίδων Κοντομίχαλος, ο οποίος είχε ανέβει στο θρόνο με τη σκανδαλώδη υποστήριξη της κυβερνήσεως και των Αγγλων (1843), πράγμα που προκάλεσε βίαιες αντιδράσεις του λαού και του κλήρου, παρά την αναμφισβήτητη αξία του προσώπου του.

Τον ίδιο χρόνο ξέσπασε καϊ επαναστατικό κίνημα στην Κεφαλλονιά. Τη νύχτα της 13 προς 14 Σεπτεμβρίου 1848, ομάδες από ένοπλους χωρικούς κατευθύνθηκαν προς το Αργοστό¬λι με αντικειμενικό σκοπό να καταλάβουν την εξουσία καϊ να καταργήσουν το καθεστώς της Προστασίας. η απειρία των χωρικών, η κακή οργάνωση, η προδοσία των σχεδίων, η κινητοποίηση των κυβερνητικών καϊ η έγκαιρη επέμβαση του τοποτηρητή βαρόνου C. J. D’ Everton, είχαν ως αποτέλεσμα την αποτυχία του κινήματος. Στην είσοδο της πόλεως οι χωρικοί αντιμετώπισαν τις κυβερνητικές δυνάμεις. Στϊς 8.30 το πρωί, ο ίδιος ο τοποτηρητής έδωσε το σύνθημα της επιθέσεως. Επειτα από πεντάλεπτη αλλά φονική συμπλοκή, οι χωρικοί αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν καϊ να τραπούν σε φυγή. Παρό¬μοια γεγονότα διαδραματίστηκαν και στο Ληξούρι, όπου 40 περίπου χωρικοί κατόρθωσαν για λίγο να γίνουν κύριοι της πόλεως καϊ να υψώσουν την ελληνική σημαία. Αλλά τελικά αποβιβάσθηκαν κυβερνητικές δυνάμεις, που τους καταδίωξαν και συνέλαβαν τους περισσότερους. Το κίνημα αυτό, που έμεινε γνωστό σαν «Επανάσταση του Σταυρού», επειδή εκδηλώθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου, είχε χαρακτήρα εθνικό καϊ ταξικό, παρόλο που ορισμένοι σύγχρονοι το είδαν σαν αποτέλεσμα υπονομευτικής ενέργειας των προστασιανών, που αποσκοπούσε με τη δημιουργία έκρυθμης καταστάσεως, στη ματαίωση της προσπάθειας για μεταρρύθμιση του Συντάγματος. Οπωσδήποτε ο αρμοστής Seaton αντιμετώπισε τα πράγματα με περίσκεψη καϊ ανέθεσε τη διεξαγωγή των ανακρίσεων στον εισαγγελέα της Ζακύνθου Σωκράτη Κουρή. Σύμφωνα με το πόρισμα των ανακρίσεων, έπρεπε να ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον είκοσι έξι προσώπων που τελικά κρίθηκαν ένοχοι.

Με την καθιέρωση της ελευθεροτυπίας επίσης, ανοίχτηκαν για τους Ιόνιους νέοι ορίζοντες πολιτικής δράσεως. Στϊς 26 Δεκεμβρίου 1848 ο Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος, κυκλοφόρησε στην Κέρκυρα φυλλάδιο με τίτλο «ο Φιλελεύθερος. Η Διδασκαλία περί καλής ή κακής χρήσεως της ελευθεροτυπίας εις την Επτάνησον», προάγγελο της εκδόσεως της εφημερίδας του, όπου θίγοντας το θέμα της εθνικής ιδέας, τόνιζε την ανάγκη για εθνική και αδέσμευτη πολιτική των Ελλήνων. Ετσι συνέδεε άμεσα καϊ από την αρχή, την πολιτική ζωή των νησιών του Ιονίου με την πορεία όλου του έθνους. Και ενώ η ζακυνθινή εφημερίδα «Το Μέλλον», η πρώτη που εκδόθηκε στα Ιό¬νια νησιά, έβαζε σαν σκοπό της εκδόσεως της να αγωνιστεί για να αποκτήσει ο λαός κυβέρνηση αντιπροσωπευτική καϊ δημοκρατική, ο Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος, με το πρώτο φύλλο της εφημερίδας του «Ο Φιλελεύθερος», στις 19 Φεβρουαρίου 1849, έθετε ανοικτά το θέμα της ενώσεως με την Ελλάδα («. . . Θέλομεν τω όντι να γίνωμεν και ουχί να λεγώμεθα απλώς Ελληνες. Θέλομεν να ενωθώμεν εις έν Εθνος, αληθώς ελεύθερον και ανεξάρτητον, μεθ’ όλης της Ελληνικής φυλής»). Και πρέπει να τονιστεί ότι δεν του αρκούσε μόνη η ένωση, αλλά έβαζε τον όρο της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας του ελληνικού κράτους. Πάνω σ’ αυτή την αρχή θεμελιώθηκε όλη η πολιτική του δράση. η αντίδραση των Άγγλων εκδηλώθηκε μετά την κυκλοφορία του τρίτου φύλλου της εφημερίδας, με τη σύλληψη (10 Μαρτίου 1849) και τον εκτοπισμό του Ηλία Ζερβού Ιακωβάτου και του πολύπαθου αγωνιστή Γεράσιμου Λιβαδά στους Παξούς. η παράτυπη αυτή ενέργεια, που αποτελούσε αντίφαση προς το συνταγματικό καθεστώς, προκάλεσε, όπως ήταν επόμενο, την αγανάκτηση του λαού. η εφημερίδα «Το Μέλλον» στις 25 Μαρτίου 1849 έγραφε χαρακτηριστικά: «Κράτος ελεύθερον και ανεξάρτητον, Κυβέρνησις Συνταγματική, —ελευθεροτυπία, — εποχή υστέρα του 1848 αφ’ ενός, και αφ’ ετέρου μυστικαί διαταγαί, αυθαίρετοι κρατήσεις, λυπηραί εξουσίαι, ο ξένος διευθύνων τας παρανόμους ταύτας πράξεις, εις τρόπον ώστε να αρπάζηται ο ανήρ από την σύζυγον, ο πατήρ από τα τέκνα, ο υιός από τους γονείς, χωρίς την παρηγορίαν ενός αποχαιρετισμού ! Οποία φρικτή αντίθεσις ! .. .τίνος ένεκα οι υπουργοί της Προστασίας προστρέχουσι εις τα παράνομα ταύτα μέτρα ; Αυτοί δεν είναι δυνατόν να μας φοβούνται,… δεν Θέλομεν υπάρξει ποτέ αντικείμενα φόβου εις την Μεγάλην Βρετανίαν. και αν δεν μας φοβείται, διατί, παραβαίνουσα κάθε νόμον, συσφίγγει έτι μάλλον τας αλύσεις μας ;». Κατά την εφημερίδα κάθε διάβημα προς «εκείνους οίτινες υπήρξαν το όργανον των καταχρήσεων… ήθελε τρόπον τινά νομιμοποιήσει τας αδικοπραγίας των». Δεν υπήρχε λοιπόν άλλη διέξοδος παρά η προσφυγή στο Κοινοβούλιο, «εις τους ούτω καλουμένους Νομοθέτας μας», παρόλο που και αυτοί δεν εκπροσωπούσαν τον λαό. «Ημείς δεν τους εκλέξαμεν», έγραφε, «αυτοί ηθικώς δεν μας αντιπροσωπεύουσι, είναι όμως εκείνοι οίτινες αξιούσι ότι μας παρισταίνουσι». Στϊς 2 Απριλίου οι εξόριστοι αγωνιστές έστειλαν προς το Κοινοβούλιο, έγγραφη διαμαρτυρία για την παράνομη στέρηση της ελευθερίας τους. Ο αρμοστής όμως ανέλαβε προσωπικά την ευθύνη της σχετικής εντολής, οπότε το Κοινοβούλιο κρίθηκε αναρμόδίο να ελέγξει την πράξη του. η εξορία του Ηλία Ζερβού Ιακωβάτου είχε ως αποτέλεσμα να διακοπεί η έκδοση της εφημερίδας του. Αλλά στις 8 Απριλίου 1849 άρχισε να εκδίδεται στην Κεφαλονιά από τον Ιωσήφ Μομφερράτο η νέα πολιτική εφημερίδα «Αναγέννησις». ο Ιωσήφ Μομφερράτος, πρωτοπόρος πολιτικός, αγωνίστηκε για τη διάδοση καθαρά δημοκρατικών και κοινωνιστικών (σοσιαλιστικών) ιδεών και πολέμησε το καθεστώς της Προστασίας, αποβλέποντας στην ένωση των νησιών με την Ελλάδα. Αγγέλλοντας την έκδοση της εφημερίδας του, (22 Ιανουαρίου 1849), τόνιζε ότι κύριο έργο κάθε λαού πρέπει να εϊναι η διατήρηση της εθνικής του ακεραιότητας και ανεξαρτησίας, η ανάκτηση και αποκατάσταση τους όταν έχουν εκλείψει, καθώς επίσης καϊ η δημιουργία πολιτεύματος που είναι εγγύηση για την ελευθερία και την πρόοδο του. Βασι – στόχοι λοιπόν της εφημερίδας του ήταν «η ανάπτυξις και η στήριξις των απαραγράπτων καϊ αναπαλλοτριώτων δικαίωμ του επτανησιακού λαού, ως και παντός άλλου επίσης Ελληνικού λαού, εις την εθνικήν αυτού αποκατάστασιν… εν ενί λόγω, εις την μετά της ελευθερωμένης Ελλάδος πολιτικήν αυτής συνένωσιν» και μαζί «η ανάπτυξις και διάδοσις των υγιών πολιτικών και κοινωνικών αρχών, επί των οποίων πάσα καλώς ωργανισμένη πολιτεία πρέπει να στηρίζεται, και κατά τας οποίας η ελληνική κοινωνία, υπέρ πασαν αλλην, πρέπει να διοργανισθή, προς τελείαν επίτευξιν του σκοπού της αθανάτου επαναστάσεως της,…». οι αρχές αυτές συνοψίζονται σε δύο θεμελιακά δόγματα: το δόγμα της λαϊκής κυριαρχίας, «την μόνην αληθινήν και νόμιμον πηγήν της πολιτικής εξουσίας», και το δόγμα της ισότητος, της ελευθερίας και της αδελφοσύνης, «το οποίον μεταφερθέν από τον χριστιανικόν εις τον πολιτικόν κόσμον, δια των ενδόξων του γαλλικού λαού επαναστάσεων, συνιστά την βάσιν του νεωτέρου διοργανισμού των κοινωνιών, και προαναγγέλλεται ευτυχώς ως το μέλλον πολιτικόν θρήσκευμα πάσης της ανθρωπότητος». Ετσι το ζήτημα έπαιρνε νέες διαστάσεις. ο προβληματισμός του Ιωσήφ Μομφερράτου άγγιζε όχι μόνο το εθνικό, αλλά και το πολιτικό – κοινωνικό πρόβλημα ολόκληρου του ελληνικού λαού, αφού Στην καθιέρωση της πραγματικής δημοκρατίας και στην επικράτηση της κοινωνικής δικαιοσύνης, έβλεπε την ολοκλήρωση της Επαναστάσεως του 1821. ο αγώνας του λοιπόν δεν αποσκοπούσε μόνο στην ένωση των νησιών με την Ελλάδα, αλλά και στην ένωση όλου του Ελληνισμού, σε ένα κράτος ελεύθερο και δημοκρατικό. Με το πνεύμα αυτό διακήρυττε: «Παν ο,τι αντίκειται εις την εθνικήν ημών συνένωσιν, παν ο,τι αντίκειται εις μιάν των προεκτεθεισών αρχών της εθνικής καθιερώσεως, θέλι αδυσωπήτως πολεμείσθαι από ημάς ως εχθρικόν καϊ ανθελληνικόν».

Στις 15 Αυγούστου 1849 ξέσπασε στην Κεφαλλονιά νέα εξέγερση, με κέντρο την περιοχή της Σκάλας, στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού (Στάση της Σκάλας). Ενοπλοι οργανωμένοι χωρικοί επιτέθηκαν εναντίον επιφανών οικογενειών στη Σκάλα καϊ στις γειτονικές περιοχές (Αράκλι, Βαλτές, Ελιό) και επιδόθηκαν σε εμπρησμούς, φόνους και άλλες βιαιοπραγίες. Αρχικά στο κίνημα αυτό είχε δοθεί εθνικός χαρακτήρας. Με την υποκίνηση ευγενών, πολλοί χωρικοί οργανώθηκαν και ορκίστηκαν να αγωνιστούν εναντίον των Άγγλων, με σκοπό να επιτύχουν την ένωση με την Ελλάδα. Είχε διαδοθεί μάλιστα, πως και τα άλλα νησιά ήταν έτοιμα να εξεγερθούν καϊ περίμεναν το σύνθημα από την Κεφαλλονιά. Αλλά,όπως μαρτυρεί σύγχρο νη πηγή, οι ευγενείς υποκινητές εκμεταλλεύτηκαν τα εθνικά αισθήματα και τϊς διαθέσεις των χωρικών, για να εξυπηρετίσουν τα δικά τους συμφέροντα. η εξέγερση κράτησε πέντε μέρες. Στις 19 Αυγούστου αποβιβάστηκαν στο μικρό λιμάνι του Κατελιού κυβερνητικές δυνάμεις και οι στασιαστές δια¬σκορπίστηκαν. ο αρμοστής Ward πήγε ο ίδιος στην Κεφαλλο¬νιά και εφάρμοσε σκληρά μέτρα για την καταστολή του κινή¬ματος. Με την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου και τη σύσταση στρατοδικείων από Αγγλους αξιωματικούς, άρχιζε περίοδος δεινής δοκιμασίας του πληθυσμού. Επίσημη κυβερνητική πηγή ανέφερε, ότι 44 άτομα καταδικάστηκαν σε θάνατο και από αυτά, 21 απαγχονίστηκαν. Αλλά σύμφωνα με άλλη σύγχρονη μαρτυρία, απαγχονίστηκαν τριάντα. Ανάμεσα σ’ αυτούς που εκτελέστηκαν ήταν και οι αρχηγοί του κινήματος: Θεόδωρος Βλάχος, παπαΓρηγόρης Νοδάρος, που τον αποκαλούσαν και Παπαληστή, και Μπομποτής. Με απλότητα εκφράζει τα συναισθήματα του λαού, δίστιχο της εποχής :
«Κρεμάσανε το Μπομποτή, κρεμάσανε το Βλάχο,
Σκοτώσαν τον Παπάληστή, που την ευχή του νάχω».
Μέσα σε κλίμα φοβερής τρομοκρατίας ο λαός του νησιού υπέφερε πολλά. η οργή των Προστατών έπληττε χωρίς διάκριση ένοχους και αθώους, λαϊκούς και κλη¬ρικούς. Υπήρξαν περιπτώσεις που τα όργανα της Προστασίας σκότωσαν εν ψυχρώ ή συνέλαβαν και εκτέλεσαν χωρίς καμιά διαδικασία αθώους χωρικούς (χωριόΤρωιανάτα, 22 Αυγούστου). Συνολικά, περισσότερα από 400 άτομα μαστιγώθηκαν κατά τρόπο βάρβαρο, ενώ άλλοι φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν. οι απαγχονισμοί και οι σωματικές ποινές εκτελούνταν δημόσια, μπροστά στους συγγενείς και στους συγχωριανούς των θυμάτων, για παραδειγματισμό! Για τον ϊδιο λόγο τα σώματα των απαγχονισμένων αφήνονταν πολλές μέρες να κρέμονται από την αγχόνη.

Το κίνημα της Σκάλας στρεφόταν εναντίον του πολιτικού και κοινωνικού κατεστημένου, που είχε επιβληθεί από τον ξένο παράγοντα. Αλλά κατά την εκδήλωση και την εξέλιξη του κι¬νήματος υπερίσχυσαν κίνητρα «ταξικά» με αποτέλεσμα τα γεγονότα που δια¬δραματίσθηκαν επέτρεψαν να του δοθεί ο χαρακτηρισμός της «Κομμούνας». Εγγενείς αδυναμίες αφαίρεσαν κάθε πιθανό¬τητα επιτυχίας του κινήματος, ενώ η επέμβαση τακτικού στρα¬τού έδειξε το μάταιο της αντιστάσεως. Οπωσδήποτε τη σοβα¬ρότητα της καταστάσεως μαρτυρεί η παρουσία του αρμοστή στην Κεφαλλονιά και η προσωπική του ανάμιξη στα πράγματα. Αλλά η κήρυξη του στρατιωτικού νόμου, που θεωρήθηκε παρά¬νομη και αυθαίρετη ενέργεια, ιδιαίτερα με την επιβολή του και σε περιοχές όπου δεν είχαν σημειωθεί ταραχές και τη δια¬τήρηση του για αρκετό διάστημα μετά την καταστολή της εξε¬γέρσεως, καθώς και τα άλλα σκληρά και απάνθρωπα μέτρα που εφαρμόστηκαν, προκάλεσαν, μαζί με τον τρόμο και τη φρίκη, την αγανάκτηση και την οργή του πληθυσμού.

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα ο Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος, που είχε ξαναγυρίσει στην Κεφαλλονιά στις αρχές Αυγούστου από την εξορία του στους Παξούς, εξέδωσε και πάλι την εφημερίδα του «Ο Φιλελεύθερος», κυκλοφορώντας το τέταρτο φύλλο της στις 20 Αυγούστου. Τα γεγονότα της Κεφαλλονιάς αποτέ¬λεσαν αφορμή για να συνεχίσει τον αγώνα του κατά της Προ¬στασίας και να στηλιτεύσει τις μεθόδους της. Επόμενο ήταν να αντιμετωπίσει νέες διώξεις. Στϊς 25 Αυγούστου τον συνέλαβε η Υψηλή Αστυνομία καϊ του δήλωσε ότι αιτία της συλλή¬ψεως του ήταν το τελευταίο φύλλο του «Φιλελεύθερου». Αυτή τη φορά ο Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος εκτοπίστηκε στα Κύθηρα. Εξόριστος συνέχισε την πολιτική του δράση και προση¬λύτισε πολλούς στις ιδέες του. Ανάμεσα σ’ αυτούς συγκατα¬λέγονταν και οι μετέπειτα βουλευτές των Κυθήρων: Κοσμάς Πανάρετος και Γεώργιος Αρώνης. Από τα Κύθηρα ο Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος έστειλε στο Κοινοβούλιο, στις 24 Φεβρουα¬ρίου 1850, «αναφορά» για τα γεγονότα της Κεφαλλονιάς, όπου εξέταζε τα αίτια των εξεγέρσεων του 1848 και του 1849, τόνιζε τις ευθύνες της Προστασίας, καταδίκαζε τα μέτρα του αρμοστή και διακήρυττε ότι ο μόνος τρόπος για να απαλλαγεί ο Ιόνιος λαός από τα δεινά του, ήταν η εθνική του αποκατάσταση.

Με ανάλογο πνεύμα ο Ιωσήφ Μομφερράτος στα άρθρα που δημοσίευσε στο εικοστό φύλλο της εφημερίδας «Αναγέννησις», της 29ης Αυγούστου 1849, χαρακτήριζε την Υψηλή Αστυνομία «φρικώδες τέρας» και τον στρατιωτικό νόμο «σκληρά και καταστρεπτική μάστιγα» καϊ θεωρούσε ότι κα¬μιά ανάγκη δεν επέβαλε τη λήψη «εκτάκτων και βίαιων μέ¬τρων». Κατά την άποψη μου η εξουσία ενδιαφερόταν όχι να αποκαταστήσει καϊ να διατηρήσει την τάξη, αλλά να ενοχο¬ποιήσει κάθε εθνικό καϊ γενναίο φρόνημα, να καταπιέσει ακό¬μα περισσότερο κάθε ελευθερία και να κάμει ακόμα σφικτότερα τα δεσμά των Ιονίων. Με μελανά χρώματα περιγράφει τα απο¬τελέσματα της εφαρμογής του στρατιωτικού νόμου: «…φρικταί και ανήκουστοι αυθαιρεσίαι καταμαστίζουσιν όλονέν τον τόπον,… Βασανιστήρια και κακοποιήσεις παντός είδους, ποιναί βάρβαροι και απάνθρωποι, των οποίων παραδείγματα δεν απαντώνται, ειμή εις τους πλέον κατατυραννουμένους λαούς και εις τας πλέον βαρβάρους εποχάς, καθώς ξυλισμοί, μαστιγώσεις, κατεδαφίσεις οικιών, και απαγχονίσεις, όλα ταύτα εϊναι ήδη εις πλήρη ενέργειαν, εκ μέρους της εν ισχύϊ στρατοκρατίας εις Σκάλαν και εις τα εκεί πλησιόχωρα μέρη, χάρις εις την πολυθρύλλητον φιλελευθερίαν του Κ. Ουάρδου. Φρίττει τις, αναλογιζόμενος την εις τοιαύτην εποχήν εξάσκησιν τοιούτων φρικτών και απανθρώπων μέτρων, τα οποία πασαν αρχήν δικαιωσύνης, πάντα θείον και ανθρώπινον νόμον εξυβρίζουσι και καταπατοΰσιν». ο Ιωσήφ Μομφερράτος δε δίστασε να δημο¬σιεύσει και το τραγικό γεγονός της εκτελέσεως των τριών αθώων χωρικών στα Τρωιανάτα, του προεστού του χωρίου Σπινα Θεοτοκάτου, του Σωτήρη Βασιλάτου και του Σπυρίδωνος μπουρλα (22 Αυγούστου 1849) και να διαψεύσει την επίσημη ανακοίνωση, που αποσκοπούσε στην παραπλάνηση της κ γνώμης. η θαρραλέα φωνή του Ιωσήφ Μομφερράτου επόμενο ήταν να εξοργίσει τον αρμοστή, που διέταξε τη σύλληψη και τον εκτοπισμό του στη νησίδα Οθωνούς στα βόρεια της Κέρκυρας (30 Σεπτεμβρίου 1849), με την πρόθεση, όταν κρίνει η βρετανική κυβέρνηση, να τον επαναφέρει, για να δικαστεί από το στρατοδικείο. Αλλά τόσο ο Ί Ζερβός Ιακωβάτος, όσο και ο Ιωσήφ Μομφερράτος ανακλήθηκαν από την εξορία όταν εξελέγησαν από το λαό της Κεφαλονιάς εκπρόσωποι του στο Ιόνιο Κοινοβούλιο (Φεβρουάριος 1850).

Τα πολιτικά κόμματα

Με τη διοργάνωση του πολιτικού βίου στα Ιόνια νησιά, εμφανίστηκαν τρεις διαφορετικές τάσεις, που εξέφραζαν τις πολιτικές αντιλήψεις των διαφόρων κοινωνικών ομάδων.

Οι οπαδοί της Βρετανικής Προστασίας, γνωστοί με την επωνυμία «Προστασιανοί», ή όπως τους αποκαλούσε ο λαός «Καταχθόνιοι», υπήρξαν στοιχεία πολύ συντηρητικά και αντιδραστικά. Στενοί συνεργάτες και μιμητές των κατακτητών, προσπάθησαν να καταπνίξουν κάθε φιλελεύθερη κίνηση, αντέδρασαν στην παραχώρηση συνταγματικών μεταρρυθμίσεων και ιδιαίτερα πολέμησαν την ιδέα της ενώσεως των νησιών με το ελληνικό κράτος.

Παράλληλα υπήρχαν οι μετριοπαθείς – προοδευτικοί που δέχονταν την αναγκαιότητα της Βρετανικής Προστασίας και πίστευαν ότι οι Ιόνιοι έπρεπε να σεβαστούν και να τηρήσουν τις διεθνείς συνθήκες που είχαν επιβληθεί, αφού ούτε οι καιροί, ούτε οι δικές τους δυνάμεις επέτρεπαν να έχουν ελπίδες για την κατάργησή της. Το αίτημα της ενώσεως των νησιών με την Ελλάδα δεν το απέριπταν, αλλά, πιστεύοντας ότι κάθε σχετική ενέργεια θα ήταν πρόωρη και θα έβλαπτε το συμφέρον ολόκληρου του Έθνους, περιορίζονταν στην έκφραση ευχών για μια μελλοντική εθνική αποκατάσταση. Βασική τους επιδίωξη ήταν να επιτύχουν απ’ την Προστάτιδα Δύναμη την παραχώρηση περισσότερων συνταγματικών ελευθεριών, με τη μεταρρύθμιση του Συντάγματος του 1817. Για το λόγο αυτό είχαν ονομαστεί «Μεταρρυθμιστές».

Διαμετρικά αντίθετες υπήρξαν οι πολιτικές θέσεις των «Ριζοσπαστών», που επιδίωκαν οριστική λύση του πολιτικού ζητήματος των Ιονίων νησιών, με την κατάργηση του καθεστώτος Προστασίας και την ένωση τους με το ελληνικό κράτος. Οι ριζοσπάστες θεωρούσαν παράνομο το καθεστώς αυτό, γιατί είχε επιβληθεί στα νησιά χωρίς τη συγκατάθεση του κυριάρχου λαού. Παράλληλα δέχονταν ότι με την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, έπαυε η ανάγκη της προστασίας των νησιών από άλλη δύναμη. Σύμφωνα με τις απόψεις των ριζοσπαστών, ο επτανησιακός λαός δεν έπρεπε να επιδιώκει συνταγματικές μεταριθμίσεις, γιατί αυτό ουσιαστικά θα ισοδυναμούσε με αναγνώριση του καθεστώτος της Προστασίας. Ωσπου να επιτευχθεί ο τελικός σκοπός, δηλαδή η ένωση των νησιών με το ελληνικό κράτος, έπρεπε το Ιόνιο Κοινοβούλιο να προβαίνει στην ψήφιση νόμων πού, χωρίς να θίγουν το Σύνταγμα, να βελτιώνουν την κατάσταση του λαού. Με τον τρόπο αυτό, αντί για «μεταρρυθμίσεις» οι ριζοσπάστες πρότειναν «βελτιώσεις» οι οποίες θα ήταν προσωρινά κυβερνητικά μέτρα πού, χωρίς να έχουν το χαρακτήρα συναλλαγής με την Προστάτιδα Δύναμη, θα αποσκοπούσαν στη θεραπεία των εσωτερικών πολιτικών και κοινωνικών ζητημάτων. Αλλά ο Ριζοσπαστισμός δεν υπήρξε πολιτικό κίνημα με περιορισμένη τοπική σημασία. Στόχοι του ήταν η αποκατάσταση της εθνικής ανεξαρτησίας ολόκληρου του Ελληνικού έθνους, η εγκαθίδρυση πολιτεύματος καθαρά δημοκρατικού και η απόδοση κοινωνικής δικαιοσύνης. η ένωση των νησιών με το ελληνικό κράτος δεν αποτελούσε το μοναδικό, αλλά ούτε και τον τελικό σκοπό του Ριζοσπαστισμού. Ήταν μόνο η απαρχή της πραγματοποιήσεως των στόχων του και βασική προϋπόθεση για την ευρύτερη διάδοση και εφαρμο¬γή των δημοκρατικών του αρχών. Κάτω από αυτό το πρίσμα, ο Ριζοσπαστισμός εμφανίζεται σαν η ώριμη ελληνική έκφραση του μεγάλου ευρωπαϊκού δημοκρατικού κινήματος του 19ου αιώνα. Φυσικά, όταν αργότερα τα Ιόνια νησιά ενώθηκαν με το ελληνικό κράτος, οι αρχές του Ριζοσπαστισμού, ενισχυμένες από την πείρα των πολιτικών αγώνων στο Ιόνιο, μεταλαμπαδεύτηκαν στον ελλαδικό χώρο.

Σύμφωνα λοιπόν με τις παραπάνω τάσεις, διαμορφώθηκαν στο Ιό¬νιο κράτος τρία πολιτικά κόμματα: το κόμμα των Προστασιανών, το «Μεταρρυθμιστικό» και το «Ριζοσπαστικό». Το κόμμα των Προστασιανών («κόμμα» ή «φατρία των Καταχθόνιων») το αποτελούσαν οι κυβερνητικοί, έχοντας αρχηγό στην Κέρκυ¬ρα τον γραμματέα της Γερουσίας Αντώνιο Δούσμανη Λευκόχειλο και στην Κεφαλλονιά το Δημήτριο Καρούσο, που χρη¬μάτισε βουλευτής (1848), έπαρχος της Κεφαλλονιάς (18501857), γερουσιαστής από το 1857 και τελικά πρόεδρος της Γερουσίας από το 1863 και ως την ένωση. Δημοσιογραφικά όργανα του κόμματος αυτού ήταν οι εφημερίδες: «ο Φίλος του Λαού» (Κέρκυρα 18501853) και «ο Πέλεκυς» (Κεφαλλονιά 18501851). Τα δύο άλλα κόμματα αποτελούσαν την αντιπολίτευση. Το «Μεταρρυθμιστικό» κόμμα εξέφραζε τις πολιτικές αντιλήψεις της φιλελεύθερης μερίδας του δημοκρατικού στοιχείου. Οπωσδήποτε η τακτική του υπήρξε μετριοπαθής. Μέλη του κόμματος αυτού υπήρξαν άνδρες επιφανείς, όπως ο Πέτρος Βράιλας Αρμένης, ο Σωκράτης Κουρής, ο Ανδρέας Μουστοξύδης, ο Στέφανος Ροδοβας, ο Σπυρίδων και ο Ναπολέων Ζαμπέλης, ο Ιωάννης Μαρίνος, ο Νικόλαος Βαλιέρης, ο Νικόλαος Χωραφάς, ο Αντώνιος Γαήτας, ο Κανδιάνος Ρώμας και άλλοι. Από τις μεταρρυθμιστικές εφημερίδες κορυφαία υπήρξε η «Πατρίς», που εκδιδόταν στην Κέρκυρα (18491851) με συντάκτες εξαίρετες προσωπικότητες, τον Πέτρο Βράιλα Αρμένη, τον Ναπολέοντα και τον Σπυρίδωνα Ζαμπέλη, τον Ανδρέα Κάλβο και τον Ιωάννη Πετριτσόπουλο. Στην Κεφαλλονιά εκδιδόταν η «Ένωσις» (18491850) από τον Νικόλαο Βαλιέρη, τον Δημήτριο Μηλιαρέση, τον Κωνσταντίνο Φωκά και τον Νικόλαο Χωραφά. Στη Ζάκυνθο εκδιδόταν «Το Μέλλον» (18491851) από τον Αντώνιο Γαήτα, τον Γ. Διαμαντόπουλο και τον Κανδιάνο Ρώμα. Αλλες μεταρρυθμιστικές εφημερίδες ήταν ο «Σπινθήρ» (Ζάκυνθος 18491850), η «Ελλάς» (Κέρ¬κυρα, 18501851) και ο «Φιλαλήθης», που εξέδιδε ο Ανδρέας Μουστοξύδης (Κέρκυρα, 18511852). Το «Ριζοσπαστικό» κόμμα υπήρξε κόμμα λαϊκό και επαναστατικό. Θεμελιωμένο πάνω στις δημοκρατικές αρχές που είχε διακηρύξει η γαλλι¬κή επανάσταση, ακολούθησε εθνική πολιτική που απέβλεπε στην ανασυγκρότηση του Ελληνισμού, με τη ριζική αλλαγή του πολιτικού και του κοινωνικού καθεστώτος σε όλη την Ελλάδα. Μέσα στα πλαίσια αυτά, εντασσόταν και ο αγώνας για την εθνική αποκατάσταση της Επτανήσου. Υπήρξε λοιπόν κόμμα με συγκεκριμένη πολιτική ιδεολογία, «το πρώτον κόμ¬μα αρχών εις τον Νεοελληνικόν πολιτικόν βίον». Εκφράζον¬τας τις ελπίδες του ελληνικού λαού για την εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική δικαιοσύνη, βρήκε μεγάλη ανταπόκριση στους κατοίκους των νησιών. οι πρώτοι πυρήνες του κόμματος σχη¬ματίστηκαν στην Κεφαλλονιά, που υπήρξε και το λίκνο της ριζοσπαστικής ιδεολογίας. Αλλά και στα άλλα νησιά, ιδιαίτερα στη Ζάκυνθο και στην Ιθάκη, δημιουργήθηκε σημαντική κίνηση. Από τους επιφανέστερους ριζοσπάστες υπήρξαν ο Ηλίας
Ζερβός Ιακωβάτος, ο Γεράσιμος Λιβαδάς, ο Ιωσήφ Μομφερράτος, ο Σταματέλος Πυλαρινός, ο Γεώργιος Τυπάλδος Ιακωβάτος, ο Ιωάννης Τυπάλδος Καπελέττος Δοττοράτος, ο Γεώρ¬γιος Βερύκιος, ο Ναθαναήλ και ο Φραγκίσκος Δομενεγίνης, ο Δημήτριος Καλλίνικος, ο Τηλέμαχος Παϊζης, ο Χριστόδουλος Ποφάντης, ο Ανδρέας Σαντριβίλης, ο Αγγελος Σιγούρος Δεσύλλας και άλλοι. η πρώτη ριζοσπαστική εφημερίδα που κυκλοφόρησε υπήρξε «Ο Φιλελεύθερος», που εκδιδόταν στην Κεφαλλονιά (18491851) με συντάκτη τον Ηλία Ζερβό Ιακωβάτο. Επίσης στην Κεφαλλονιά εκδιδόταν η «Αναγέννησις» (1849 1859), που είχε τον χαρακτηριστικό υπότιτλο «Εφημερίς εθνική και δημοκρατική» και συντασσόταν από τον Ιωσήφ Μομφερράτο, «Ο Χωρικός» (18501852) με τον υπότιτλο «Εφημερίς δημοτική», όργανο της νεολαίας του «Δημοτικού Καταστήματος» με αρχισυντάκτη τον Δημήτριο Δαυή, «Ό Κεραυνός» (18551878), που εϊχε αρχισυντάκτη τον Παναγιώτη Πανά, και «Ο Αληθής Ριζοσπάστης» (18621863), που εκδιδόταν από τον Ιωσήφ Μομφερράτο. Το 1850 εκδόθηκε στην Κέρκυρα «Ο Ριζοσπάστης», που συντασσόταν από την κοινοβουλευ¬τική ομάδα του ριζοσπαστικού κόμματος στο Ιόνιο Κοινοβούλιο, αλλά η έκδοση της εφημερίδας αυτής διακόπηκε σύν¬τομα. Ριζοσπαστική εφημερίδα της Ζακύνθου ήταν ο «Ρήγας» που είχε συντάκτες τον Γεώργιο Βερύκιο, τον Δημήτριο Καλλίνικο και τον Παύλο Ταβουλάρη. Ορισμένες ριζοσπαστικές εφη¬μερίδες ανέγραφαν μπροστά από τον τόπο εκδόσεως τη λέξη «Ελλάς», υπογραμμίζοντας με τον τρόπο αυτό τον εθνικό χώρο του οποίου μέρος του αναπόσπαστο, ήταν τα Ιόνια νησιά. Την πράξη αυτή μιμήθηκαν και άλλες εφημερίδες. Ο ριζοσπαστικός τύπος ακολούθησε, όπως ήταν φυσικό, ενιαία γραμμή, σύμφωνη με την πολιτική θεωρία του κόμματος. Χρησιμοποιώντας απο¬κλειστικά την ελληνική γλώσσα — αντίθετα με άλλες εφημερίδες που υπήρξαν δίγλωσσες — και ύφος σαφές και μαχητικό οι ριζοσπαστικές εφημερίδες μετέδιδαν στο λαό τις αρχές του ριζοσπαστισμού, έκριναν με θάρρος την πολιτική κατάσταση και κατήγγελλαν ανοικτά τις αυθαιρεσίες του καθεστώτος. Οπως ήταν επόμενο, η τακτική αυτή του ριζοσπαστικού τύπου προκαλούσε την οργή των παραγόντων της Προστασίας. οι κορυφαίοι συντάκτες των ριζοσπαστικών εφημερίδων διώκονταν αμείλικτα και καταδικάζονταν σε αλλεπάλληλες εξορίες. Με τον τρόπο αυτό, το καθεστώς ανάγκαζε τις ανεπιθύμητες ριζοσπαστικές εφημερίδες να αναστείλουν ή να σταματήσουν οριστικά την έκδοσή τους, με το σκοπό να εκμηδενίσει κάθε αντί¬σταση και να καταβάλει το φιλελεύθερο εθνικό φρόνημα του επτανησιακού λαού.

Το Θ’ Κοινοβούλιο

Μετά την επικύρωση των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων από το Στέμμα και σύμφωνα με το νέο εκλογικό νόμο, έγιναν στα Ιόνια νησιά οι εκλογές για την ανάδειξη του Θ’ Κοινοβουλίου (Φεβρουάριος του 1850). Ανάμεσα σ’ αυτούς που αναδείχτηκαν βουλευτές ήταν, όπως αναφέρθηκε, και οι εξόριστοι ριζοσπάστες Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος και Ιωσήφ Μομφερράτος, που τους εξέλεξε βουλευτές ο λαός της Κεφαλλονιάς. η εκλογή αυτή έλυσε τα δεσμά των εξόριστων. ο αρμοστής αναγκάστηκε από τα πράγματα να διατάξει την ανάκληση των δύο αγωνιστών από την εξορία. Στο Θ’ Κοινοβούλιο μετείχαν έγκριτοι άνδρες εκ¬πρόσωποι του «Μεταρρυθμιστικού» και του «Ριζοσπαστικού» κόμματος. Με φιλελεύθερο πνεύμα, το νέο Κοινοβούλιο άρχιζε αγώνα για τον περιορισμό των αυθαιρεσιών, την κατοχύρωση των δικαιωμάτων των πολιτών, την επίλυση των πολλών προβλημάτων που είχε κληροδοτήσει το παρελθόν και την πραγματοποίηση της εθνικής αποκαταστάσεως των Επτανησίων. Από τα πρώτα που νομοθετήθηκαν ήταν η καθιέρωση της 25ης Μαρτίου ως εθνικής γιορτής, έπειτα από πρόταση του ριζοσπάστη βουλευτή της Κεφαλλονιάς Γεωργίου Τυπάλδου Ιακωβάτου. Επίσης αποφασίστηκε να ανεγερθεί ανδριάντας στον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδος, Επτανήσιο Ιωάννη Καποδίστρια.

Από την άλλη μεριά, οι μεταρρυθμιστές βουλευτές Ναπολέων Ζαμπέλης και Σωκράτης Κουρής εισηγήθηκαν σχέδιο νόμου για την κατοχύρωση των ατομικών ελευθεριών των πολιτών, απέναντι στις αυθαιρεσίες της εξουσίας. Με το ϊδιο πνεύμα, το Κοινοβούλιο συνέχισε να ψηφίζει φιλελεύθερα νομοθετήματα, αλλά συχνά βρισκόταν αντιμέτωπο με τη Γερουσία ή τον Αρμοστή, που εμπόδιζαν την εφαρμογή των αποφάσεων του. Ετσι, η Γερουσία αρνήθηκε να δεχθεί την απόφαση του Κοινοβουλίου, που όριζε την άμεση καθιέρωση της ελληνικής σαν μόνης επίσημης γλώσσας του κράτους. Το Κοινοβούλιο δεν άργησε να αντιληφθεί, ότι το καθεστώς που ίσχυε εξουδετέρωνε τη νομοθετική του εξουσία. Ήταν λοιπόν απαραίτητο να μεταρρυθμιστεί ριζικά το Σύνταγμα. η πρόταση της μεταρρυθμίσεως του Συντάγματος βρήκε αντίθετους τους ριζοσπάστες βουλευτές, που διακήρυτταν ότι η μοναδική σωτηρία της Επτανήσου ήταν η ένωση της με την ελεύθερη Ελλάδα. Αλλά οι μεταρρυθμιστές, που διέθεταν την πλειοψηφία, επέβαλαν την άποψη τους. Οπωσδήποτε το Κοινοβούλιο συνέχισε τϊς εργασίες του με την εξέταση άλλων ζητημάτων, όπως η κα¬θιέρωση της καθολικής ψηφοφορίας για την εκλογή των βουλευτών καϊ η αναγνώριση της βουλευτικής ασυλίας, αλλά πάντοτε στις αποφάσεις του αντιδρούσε η Γερουσία. Οταν πάλι συζητήθηκε το νομοσχέδιο για τις ατομικές ελευθερίες, που καθόριζε τα δικαιώματα των πολιτών καϊ τη δικαιοδοσία της Υ¬ψηλής Αστυνομίας, το Κοινοβούλιο αντιμετώπισε δυσχέρειες από το μέρος του αρμοστή, που τελικά ανέστειλε τη λειτουργία του για ένα εξάμηνο.
Στις 20 Νοεμβρίου το Κοινοβούλιο άρχισε και πάλι τις εργασίες του. ο αρμοστής κάλεσε το σώμα να ασχοληθεί με τα ζητήματα που έπρεπε να επιλυθούν, χωρίς να επιζητεί αλλαγή της πολιτικής καταστάσεως, με τον ισχυρισμό ότι ο λαός δεν ενδιαφερόταν για πολιτικές θεωρίες, αλλά ήθελε καλή κυβέρνηση. οι Ιόνιοι έδειχναν ενδιαφέρον για το εθνικό τους θέμα, αλλά επιθυμία της Προστασίας ήταν να στραφεί το Κοινοβούλιο αποκλειστικά σε ό,τι ήταν δυνατό για την ώρα να πραγματοποιηθεί. Ετσι ο αρμοστής απέκλειε κάθε δυνατό¬τητα για οποιαδήποτε καθεστωτική αλλαγή.
Αλλά στις 26 Νοεμβρίου 1850 ο ριζοσπάστης βουλευτής Ιωάννης Τυπάλδος Καπελέττος Δοττοράτος, εκπροσωπώντας και τους άλλους ριζοσπάστες βουλευτές, πρότεινε στο Κοινοβούλιο το ακόλουθο ψήφισμα:
« Επειδή η ανεξαρτησία, η κυριαρχία και η εθνικότης εκάστου λαού είναι δικαιώματα φυσικά και απαράγραπτα», επειδή ο λαός της Επτανήσου, απαρτίζων μέρος αναπόσπαστον της Ελληνικής φυλής, στερείται σήμερον της πραγματικής απολαυής και εξασκήσεως των τοιούτων δικαιωμάτων», επειδή προς τοις άλλοις, εξέλειψαν πλέον αι αφορμαί, ένεκα των οποίων ετέθη υπό την Αγγλικήν Προστασίαν, δυνάμει συνθήκης εις την οποίαν ουδεμίαν ποτέ έδωκε συγκατάθεσιν», επειδή τέλος μερίς τις της Ελληνικής φυλής, εις την οποίαν ανήκει, δηλαδή η απελευθερωμένη Ελλάς, ανέκτησε τα κυριαρχικά και εθνικά αυτής δικαιώματα», Δι’ όλα ταύτα η πρώτη ελευθέρα Βουλή των αντιπροσώπων της Επτανήσου διακηρύττει:
Οτι η ομόθυμος στερεά και αμετάτρεπτος θέλησις του Επτανησιακού λαού, είναι η ανάκτησις της ανεξαρτησίας του και η ένωσις αυτού με το λοιπόν έθνος του, την απελευθερωμένην Ελλάδα. Η παρούσα διακήρυξις θέλει διαβιβασθή δια Διαγγέλματος της Βουλής προς την Προστάτιδα Δύναμιν, όπως δια των αρμοδίων μέσων διακοινώση αυτήν και εις τας λοιπάς της Ευρώπης Δυνάμεις, δια να ενεργήσωσιν ομού προς ταχείαν αυτής πραγματοποίησιν.
Εν τη Βουλή των αντιπροσώπων τη 26 Νοεμβρίου 1850».

Ενώ όμως ο Ιωάννης Τυπάλδος διάβαζε το ψήφισμα αυτό, με εντολή του αρμοστή αναστέλλονταν και πάλι οι εργασίες του Κοινοβουλίου για τον επόμενο Ιούλιο. η αγόρευση του Ιωάννη Τυπάλδου και το ψήφισμα των ριζοσπαστών δόθηκαν στη δημοσιότητα και, παρά τις προσπάθειες του παράγοντα Προστασίας να διαστρέψει τα πράγματα και να μετριάσει τη σημασία τους, είχαν μεγάλη απήχηση στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Παρισινή εφημερίδα τόνιζε τη σπουδαιώτητα του ψηφίσματος, που διακήρυττε ότι οι Ιόνιοι δεν ήθελαν την βρετανική προστασία, και θεωρούσε ότι η Γαλλία έπρεπε να ενεργήσει διπλωματικά για την κατάργηση της.
Το Σεπτέμβριο του 1851 ο αρμοστής Ward επισκέφθηκε την Κεφαλλονιά, όπου επανειλημμένα αντιμετώπισε εκδηλώσεις αποστροφής και αποδοκιμασίας από το μέρος του λαού και της νεολαίας. Άρχισε τότε να κλιμακώνονται νέες διώξεις εναντίον των ριζοσπαστών, αλλά και εναντίον κάθε προσώπου που φαινόταν ύποπτο για τα εθνικά του φρονήματα. Οι των κυβερνητικών προκαλούσαν συνέχεια επεισόδια για να βρίσκει αφορμές η αστυνομία να συλλαμβάνει τους ριζοσπάστες. Με το παραμικρό επιβαλλόταν η ποινή της φυλακήσεως τριών ημερών και πρόστιμο τεσσάρων ισπανικών ταλίρων (διστήλων)! Στίς 10/22 Δεκεμβρίου 1851 κηρύχτηκε η διάλυση του θ’ Κοινοβουλίου, που με τόλμη αντιμετώπισε το καθεστώς της Προστασίας και άνοιξε το δρόμο για την ένωση.

Μετά τη διάλυση του Κοινοβουλίου, ο αρμοστής θέλοντας να αποδυναμώσει το ριζοσπαστικό κίνημα, αποφάσισε να στραφεί προς τους Μεταρρυθμιστές. Επιδίωξη του ήταν να σχηματιστεί το νέο Κοινοβούλιο από εκπροσώπους του μεταρρυθμιστικού κόμματος, και για την επίτευξη του σκοπού αυτού, κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια. Από τα πρώτα μέτρα που εφαρμόστηκαν ήταν η αναθεώρηση των εκλογικών καταλόγων καϊ η ελάττωση του αριθμού των εκλογέων, με αποτέλεσμα να διαγραφούν πολλοί οπαδοί του ριζοσπαστικού κόμματος. Επίσης ο αρμοστής έστειλε εγκύκλιο προς τους τοποτηρητές και τους ζητούσε να φροντίσουν με κάθε τρόπο να επικρατούν οι υποψήφιοι του Μεταρρυθμιστικού κόμματος. οι κυβερνητικοί σε όλα τα νησιά, κινητοποιήθηκαν για την επιτυχία των σχεδίων του αρμοστή. Μέσα σε κλίμα βίας διενεργήθηκαν εκλογές τον Ιανουάριο του 1852. Ιδιαίτερα στην Κεφαλλονιά που ήταν το κέντρο του ριζοσπαστισμού, οι αρχές με πρώτό τον έπαρχο του νησιού Δημήτριο Καρούσο, έβαλαν σε εφαρμογή τρομοκρατικές μεθόδους και με την άσκηση βίας εξανάγκαζαν τους ψηφοφόρους να ψηφίζουν τους κυβερνητικούς. Παρόλο που, σύμφωνα με το νόμο, η ψηφοφορία ήταν μυστική, κατά τις εκλογές αυτές, οι δέκα κάλπες των υποψηφίων του Ριζοσπαστικού κόμματος τοποθετήθηκαν χωριστά απ’ τις άλλες δέκα των κυβερνητικών. Πολλοί εξαναγκάστηκαν να ψηφίσουν μόνο στις κάλπες των κυβερνητικών. Το σύστημα αυτό, χαρακτηριστικά ονομάστηκε «δεκακαλπία» και εκείνοι που ψήφισαν μόνο στις δέκα κάλπες των κυβερνητικών, ονομάστηκαν «δεκακαλπίται». Από τους 1.332 ψηφοφόρους που ήταν γραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους της Κεφαλλονιάς, οι 556 ψήφισαν αποκλειστικά στις κάλπες των υποψηφίων της κυβερνητικής παρατάξεως, που τελικά επικράτησαν, αλλά με μικρή πλειοψηφία. Ομως η Προστασία δε βρήκε παντού πρόθυμους υποστηρικτές και συνεργούς. Στη Ζάκυνθο ο έπαρχος Νικόλαος Λούντζης, που είχε λάβει από τη Γερουσία εντολή να εξαναγκάσει τους υπαλλήλους να ψηφίσουν τους κυβερνητικούς, αφού διάβασε σ’ αυτούς την εντολή της Γερουσίας, τους προέτρεψε να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα σύμφωνα με τη συνείδηση τους. Για το λόγο αυτό ο Λούντζης απαλλάχθηκε από τα καθήκοντα του. Στις 14/26 Φεβρουαρίου 1852 άρχισε τις εργασίες του το νέο Κοινοβούλιο, όπου το κόμ¬μα των Μεταρρυθμιστών διέθετε συντριπτική πλειοψηφία. οι μόνοι εκπρόσωποι του Ριζοσπαστικού κόμματος ήταν οι πέντε ριζοσπάστες βουλευτές της Ζακύνθου, Γεώργιος Βερύκιος, Ναθαναήλ Δομενεγίνης, Φραγκίσκος Δομενεγίνης, Ιωάν¬νης Λισγαρας και Γουλιέλμος Μινώτος. Αλλά και από αυτούς, μόνον οι τρεις ήταν παρόντες στο Κοινοβούλιο. οι άλλοι δύο, ο Φραγκίσκος Δομενεγίνης και ο Ιωάννης Λισγαρας, βρίσκονταν ακόμα στην εξορία. Ο πρώτος στα Αντικύθηρα και ο δεύτερος στους Οθωνούς. Το ζήτημα της απουσίας των δύο εξόριστων βουλευτών απασχόλησε ιδιαίτερα το Κοινοβούλιο, όπου ακούστηκαν έντονες διαμαρτυρίες για τη στάση της Προστασίας και από τις δύο παρατάξεις. οι βουλευτές Ναθαναήλ Δομενεγίνης και Γουλιέλμος Μινώτος αποχώρησαν από το Κοινοβούλιο, χωρίς να δώσουν το βουλευτικό όρκο και δια¬κήρυξαν ότι η συγκρότηση του Κοινοβουλίου ήταν παράνομη και αντισυνταγματική και για το λόγο αυτό, οι αποφάσεις του θα ήταν άκυρες. Διαμαρτυρίες απέστειλαν στον πρόεδρο του Κοινοβουλίου και οι δύο εξόριστοι. Μετά την αποχώρηση των δύο ριζοσπαστών βουλευτών, διενεργήθηκαν στη Ζάκυνθο αναπληρωματικές εκλογές και αναδείχτηκαν νέοι βουλευτές: ο Λούντζης και ο Λομβάρδος, που επίσης άνηκαν στο Ριζοσπαστικό κόμμα. Το Κοινοβούλιο ασχολήθηκε επίσης με το ζήτημα των εκλογών της Κεφαλλονιάς και παρά τις αντιρρήσεις των βουλευτών Σωκράτη Κουρή και Ιωάννη Μαρίνου, η πλειοψηφία δέχτηκε την πρόταση του Στεφάνου Παδοβά, να επικυρωθούν όλες οι εκλογές και να ψηφιστεί νόμος για την κατοχύρωση της μυστικής ψηφοφορίας. Αλλά και η σύνοδος αυτή δεν έμελλε να διαρκέσει πολύ. ο εναρκτήριος λόγος του αρμοστή, που διαβάστηκε στο Κοινοβούλιο για πρώτη φορά στα ελληνικά από τον γενικό εισαγγελέα, προκάλεσε αντιδράσεις και διαφωνίες ανάμεσα στους βουλευτές. Ετσι ο αρμοστής ανέστειλε τις εργασίες του Κοινοβουλίου (Μάρτιος 1852). Τον Απρίλιο ο Βρετανός βουλευτής Hume, σταθερός υπερασπιστής των δικαίων του επτανησιακού λαού, κατήγγειλε για μια ακόμα φορά την πολιτική της Προστασίας στα Ιόνια νησιά. Συγκεκριμένα κατηγόρησε στη Βουλή των Κοινοτήτων τον αρμοστή Ward, για τον τρόπο που αντιμε¬τώπισε τα γεγονότα της Κεφαλλονιάς (1849), για τη στάση του απέναντι στο Ιόνιο Κοινοβούλιο, για την άσκηση βίας κατά τη διεξαγωγή των εκλογών, για την κατάργηση της ελευθερο¬τυπίας και τις εξορίες των δημοσιογράφων, και πρότεινε την ανάκλησύ του και την αποστολή επιτροπής στα νησιά για να προβεί σε ανακρίσεις. Αλλά τον αρμοστή υπεράσπισε ο υπουργός των Αποικιών Pakington, λέγοντας ότι τα Ιόνια νησιά δεν μπορούσαν να κυβερνηθούν με τρόπο περισσότερο φι¬λελεύθερο και ότι η ελευθεροτυπία που είχε παραχωρηθεί από τον Seaton, ήταν η αιτία για την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί…

Από την Ιστορία του Ελληνικού έθνους, τόμος ΙΓ, σελ. 202 και εξής:
Της Εκδοτικής Αθηνών.

Κατηγορίες: Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.