Πώς μπορούμε να σωθούμε από τις πονηριές του εχθρού;

Αυτός ο Θεόδουλος μου διηγήθηκε και τούτο, ότι κοντά στον Φάρο, ανάμεσα στον ναό της αγίας Σοφίας και του αγίου Φαύστου της Αλεξάνδρειας βρισκόταν ένα ξενοδοχείο,1 στο οποίο πηγαίνοντας μία ημέρα, βρήκα κάποιον μοναχό από την Συρία να διαμένει εκεί, ο οποίος δεν είχε τίποτε άλλο παρά μόνο το πανωφόρι του, τρίχινο και παλιό, και λίγο άρτο. Καθόταν σε μια γωνία, ημέρα και νύχτα, απάγγελνε στίχους χωρίς να μιλήσει σε κανέναν.

Όταν έφτασε η αγία Κυριακή πήγα προς το μέρος του και του είπα: «Έρχεσαι, αββά, στην αγία Σοφία να κοινωνήσουμε;». Εκείνος μου απάντησε: «Εγώ είμαι από την αίρεση του Σεβήρου και δεν κοινωνώ με σας». Όταν άκουσα αυτό, γνωρίζοντας την ενάρετη ζωή του, έκλαψα και πήγα στο κελλί μου, όπου έκλεισα την πόρτα και έριξα το πρόσωπό μου καταγής, παρακαλώντας τον Θεό τρεις μέρες, με δάκρυα, να μου φανερώσει με το μέγα έλεος, ποιοί πιστεύουν το ορθότερο, οι Ορθόδοξοι ή οι Σεβηριανοί;

Τότε άκουσα μία φωνή την τρίτη ημέρα που μου έλεγε: «Πήγαινε, Θεόδουλε και θα δεις την πίστη εκείνου». Την άλλη μέρα πήγα και τον βρήκα να απαγγέλει στίχους στα συριακά και αφού κάθισα κοντά του, είδα επάνω στο κεφάλι του ένα περιστέρι, μαυρισμένο από κάπνα, όπως αυτή στο μαγειριό, ταπεινωμένο και άσχημο, του πονηρού ακαθάρτου πνεύματος. Και τότε κατάλαβα ότι το περιστέρι εκείνο ήταν η κακή του πλάνη. Αυτά μας διηγήθηκε ο γέροντας με δάκρυα.

Μια ημέρα, εγώ ο Ιωάννης Ευκρατάς και ο Σωφρόνιος ο σοφιστής, πήγαμε στην Λαύρα του Οκτωκεδεκάτου στην Αλεξάνδρεια, σε κάποιον άγιο ενάρετο γέροντα Αιγύπτιο και τον ρωτήσαμε: «Πες μας, αββά, » Αυτός μας είπε: πώς μπορούμε να σωθούμε από τις πονηριές του εχθρού;

«Καλά κάνετε, τέκνα, και φροντίζετε για την σωτηρία των ψυχών σας. Αλλά, αν θέλετε να σωθείτε, να φεύγετε μακριά από τους ανθρώπους, γιατί εμείς οι φιλόκοσμοι δεν παύουμε να χτυπάμε την θύρα πάντοτε και να περιδιαβαίνουμε κάθε τόπο και χώρα, ζητώντας να βρούμε φαγητά και ποτά, επιδιώκοντας φιλαργυρία και κενοδοξία, καθώς τρεφόμαστε μέσα στον κόσμο και χορταίνουμε από τα μάταια λόγια και τις φλυαρίες. Γι’ αυτό ας αποφεύγουμε τους ανθρώπους, επειδή ο καιρός της ζωής μας είναι πολύ μικρός. Αλλοίμονο σε εμάς, γιατί ούτε, όταν μας εγκωμιάζουν, φυλαγόμαστε από την έπαρση ούτε, όταν μας κατηγορούν, υπομένουμε, διότι το ένα γεννά την φιλοδοξία, ενώ το άλλο προξενεί την λύπη και όπου υπάρχει λύπη και κενοδοξία, εκεί δεν υπάρχει καλό.

Είπε πάλι ο ίδιος ότι η εργασία των δαιμόνων είναι να ρίξουν την ψυχή στην πτώση της αμαρτίας και έπειτα να την φέρουν σε απόγνωση απελπισμού ότι δεν σώζεται, για να την καταστρέψουν τελείως. Και πάντοτε λένε για αυτήν πότε να πεθάνει και να καταστραφεί το μνημόσυνό της εντελώς. Αν τυχόν ξυπνήσει η ψυχή και σηκωθεί, τότε λέει σε αυτούς: «Δεν θα πεθάνω, αλλά θα ζήσω και θα διηγηθώ τα θαυμαστά του Κυρίου». Οι αναίσχυντοι δαίμονες, αντικρούοντας πάλι την ψυχή, της λένε: «Φύγε στα όρη και στα σπήλαια σαν μοναχικό πουλί». Τότε και αυτή πρέπει να τους απαντήσει: «Δεν θα σαλευτώ περισσότερο, διότι ο Κύριος θα με φροντίσει και δεν θα φοβηθώ».

Έλεγε και αυτό, ότι μία ημέρα ανέβηκε αυτός ο γέροντας στην κωμόπολη Τερμούθιον, για να πουλήσει το εργόχειρό του, όταν κάποιος νέος, ερχόμενος προς το μέρος του, τον παρακαλούσε να πάει στο σπίτι του, για να ευχηθεί στον Θεό για την γυναίκα του που ήταν στείρα. Ο γέροντας επειδή πιέστηκε, πήγε σε αυτήν και, αφού προσευχήθηκε, με την βοήθεια του Θεού αυτή συνέλαβε. Κάποιοι όμως αθεόφοβοι και πονηροί άνδρες κατηγόρησαν τον γέροντα ότι κοιμήθηκε με την γυναίκα. Μόλις το άκουσε ο γέροντας, ζήτησε από τον νέο, όταν γεννήσει η γυναίκα του να τον ενημερώσει. Όταν, λοιπόν, γεννήθηκε το παιδί, ενημέρωσε ο πατέρας τον γέροντα ότι δι’ ευχών του γεννήθηκε το παιδί. Ήλθε, λοιπόν, ο γέροντας στον νέο και του είπε να καλέσει τους συγγενείς και τους φίλους του. Όταν κάθισαν στο τραπέζι, καθώς έτρωγαν, πήρε το γέροντας το παιδί στα χέρια του και μπροστά σε όλους του είπε: «Ποιος είναι ο πατέρας σου;» Και το παιδί, δείχνοντας τον πατέρα του, απάντησε: «Αυτός είναι». Το βρέφος ήταν μόλις πέντε ημερών.

Υποσημείωση.

1. Ξενοδοχείον – πανδοχείον, ξενώνας ιδιαίτερα για αρρώστους και πτωχούς.

Από το βιβλίο: Λειμωνάριον το παλαιόν – ιωάννου Μόσχου. Ητοι, Τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου. Διηγήματα των Οσίων πατέρων. βιβλίον ψυχωφελέστατον Ιωάννου Ευκρατά και Σωφρονίου του σοφιστού.
Εκδότης, Η Αγία Αννα, Φεβρουάριος 2005

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.