Ότι δίχως πίστη, ούτε ο άπιστος ζει – Αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου.

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Με τόλμη λέγω πως δίχως πίστη ούτε ο άπιστος ζει. Γιατί εάν θελήσω να ρωτήσω αυτόν τον άπιστο ποιον έχει πατέρα ή ποιάν μητέρα, αμέσως απαντάει: «Εκείνον κι εκείνην». Αν ξανά τον ρωτήσω μήπως κατάλαβε πότε συνελήφθη, ή είδε πότε γεννήθηκε, θα ομολογήσει πως κανένα από αυτά ούτε κατάλαβε ούτε είδε, και όμως αυτό που δεν είδε το πιστεύει. Πράγματι χωρίς καμμία αμφισβήτηση βεβαιώνει πως είχε εκείνον πατέρα και εκείνην μητέρα.
ΠΕΤΡΟΣ. Ομολογώ πως μέχρι τώρα αγνοούσα πως και ο άπιστος έχει πίστη.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Έχουν ακόμα και οι άπιστοι πίστη, αλλά μακάρι να την είχαν στον Θεό. Εάν γινόταν κάπως να την έχουν, δεν θα ήταν άπιστοι. Αλλά από εδώ είναι που πρέπει να ελεγχθούν για την δυσσέβειά τους, από εδώ πρέπει να κληθούν στην Χάρη της πίστεως: Εάν πιστεύουν για αυτό το ορατό σώμα τους κάτι που δεν είδαν, γιατί δεν πιστεύουν στα αόρατα, τα οποία σωματικά δεν μπορούν να συλληφθούν με την όραση;
Τα λέγω αυτά, γιατί για το ότι μετά τον θάνατο της σάρκας ζει η ψυχή, απαιτείται προφανής εκλογίκευση, αλλά αναμεμιγμένη με πίστη.

Ότι τρία ζωτικά πνεύματα έχουν δημιουργηθεί.
Τρία πράγματι ζωτικά πνεύματα δημιούργησε ο Παντοδύναμος Θεός: ένα που δεν καλύπτεται με σάρκα˙ άλλο που καλύπτεται με σάρκα, αλλά δεν πεθαίνει μαζί με τη σάρκα˙ τρίτο που καλύπτεται με σάρκα και πεθαίνει μαζί με τη σάρκα. Πνεύμα που δεν καλύπτεται με σάρκα είναι των αγγέλων˙ πνεύμα που καλύπτεται με σάρκα, αλλά δεν πεθαίνει μαζί με τη σάρκα, είναι των ανθρώπων˙ πνεύμα που καλύπτεται με σάρκα και πεθαίνει μαζί με τη σάρκα είναι των κτηνών και όλων των αλόγων ζώων.
Ο άνθρωπος επομένως, όπως έχει δημιουργηθεί στη μέση, κατώτερος του αγγέλου, ανώτερος του κτήνους, έτσι έχει κάτι κοινό με το ανώτερο, κάτι κοινό με το κατώτερο: την αθανασία δηλαδή της ψυχής με τον άγγελο, την θνητότητα της σάρκας με το κτήνος, έως ότου και αυτήν την θνητότητα της σάρκας να την απορροφήσει η δόξα της αναστάσεως, και η σάρκα, προσκολλημένη στο πνεύμα, να διατηρηθεί στον αιώνα, γιατί και το ίδιο το πνεύμα, προσκολλημένο στον Θεό, φυλάσσεται μέσα σε Αυτόν. Αλλά ούτε και των κολασμένων η σάρκα δεν εκλείπει τελείως μέσα στις τιμωρίες, γιατί, αν και φθίνει συνεχώς, όμως πάντοτε υφίσταται, ούτως ώστε αυτοί που αμάρτησαν με το πνεύμα και με τη σάρκα, ζώντας υποστατικώς πάντοτε, και κατά την σάρκα και κατά το πνεύμα να πεθαίνουν χωρίς τέλος.
ΠΕΤΡΟΣ. Ικανοποιούν την ανθρώπινη λογική των πιστών1 όλα όσα λέγεις. Αλλά σε παρακαλώ, εφόσον διακρίνεις με τόση διαφοροποίηση τα πνεύματα των ανθρώπων και των κτηνών, τί είναι αυτό που λέγει ο Σολομών: «Είπα εγώ εν καρδία μου περί λαλιάς υιών του ανθρώπου, ότι διακρινεί αυτούς ο Θεός, και του δείξαι ότι αυτοίι κτήνη εισί. Και γε αυτοίς συνάντημα (=τέλος, θάνατος) υιών του ανθρώπου και συνάντημα του κτήνους, συνάντημα εν αυτοίς»; Και ακόμη αναπτύσσοντας λεπτομερώς αυτήν του την ρήση, προσθέτει: «Ως ο θάνατος τούτου, ούτως και ο θάνατος τούτου, και πνεύμα εν τοις πάσι˙ και τί επερίσσευσεν ο άνθρωπος παρά το κτήνος; Ουδέν». Και σε αυτούς πάλι τους λόγους επισυνάπτει ως γενικό ορισμό: «Τα πάντα ματαιότης˙ τα πάντα εις τόπον ένα˙ τα πάντα εγένετο από του χοός, και τα πάντα επιστρέψει εις τον χουν».2

Το ζήτημα που θέτει ο Σολομών, εκεί όπου λέγει:
«Ένα είναι το τέλος ανθρώπου και κτηνών».
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Το βιβλίο του Σολομώντος, στο οποίο είναι γραμμένα αυτά, ονομάζεται Εκκλησιαστής, και «Εκκλησιαστής» θα πει στην κυριολεξία δημηγόρος.3 Στην σύναξη λοιπόν εκφέρεται η ρήση, με την οποία καταστέλλεται η θορυβώδης διχογνωμία του πλήθους και, ενώ οι πολλοί φρονούν διάφορα, με την εκλογίκευση του εκκλησιάζοντος καθοδηγούνται όλοι σε μία κοινή γνώμη. Αυτό λοιπόν το βιβλίο λέγεται «δημηγόρος», απλώς γιατί σε αυτό ο Σολομών είναι σαν να αναδέχεται τις αντιλήψεις ενός στασιάζοντος πλήθους: Υπό τύπον αναζητήσεως λέγει αυτά, που τυχόν φρονεί ο αδόκιμος νους υπό τύπον δοκιμής. Δηλαδή τόσες γνώμες ανακινεί ως υπό τύπον αναζητήσεως, όσα διαφορετικά πρόσωπα υποδύεται ως τον εαυτό του.
Αλλά ο αληθινός δημηγόρος σηκώνει, τρόπος του λέγειν, το χέρι του, κατασιγάζει τους θορύβους όλων και τους ανακαλεί σε μία κοινή γνώμη, όταν στο τέλος αυτού του βιβλίου λέγει: «Τέλος λόγου, πάντες ομού ακούσωμεν˙ τον Θεόν φοβού και τας εντολάς αυτού φύλασσε ότι τούτο πας ο άνθρωπος».4 Πράγματι αν στο βιβλίο αυτό κατά τον μονόλογό του δεν είχε υποδυθεί πολλών πρόσωπα, γιατί παρότρυνε όλους μαζί με αυτόν να ακούσουν το τέλος του λόγου; Όταν λοιπόν στο τέλος του βιβλίου λέγει: «Πάντες ομού ακούσωμεν», ο ίδιος γίνεται μόνος του μάρτυρας, πως υποδύθηκε πρόσωπα πολλών και γιαυτό είναι σαν να μη μίλησε μόνο αυτός.
Ως εκ τούτου υπάρχουν άλλα στο βιβλίο αυτό, τα οποία ανακινούνται υπό μορφήν αναζητήσεως, και άλλα, τα οποία ικανοποιούν το μυαλό υπό μορφήν εκλογικεύσεως˙ άλλα τα οποία εκφέρει από ψυχή ανθρώπου πειραζομένου και παραδομένου ακόμη στις απολαύσεις αυτού του κόσμου, άλλα πάλι στα οποία εκθέτει τα πράγματα σύμφωνα με την συνετή λογική και συγκρατεί την ψυχή μακριά από την απόλαυση. Γιατί λέει εκεί: «Ιδού είδον εγώ αγαθόν, ο εστί καλόν, του φαγείν και του πιείν και του ιδείν αγαθωσύνην επί παντί μόχθω αυτού».5 Και πολύ παρακάτω προσθέτει: «κρείττον πορευθήναι εις οίκον πένθους ή ότι πορευθήναι εις οίκον πότου».6
Αν πράγματι είναι καλό να φάγει κανείς και να πιεί, θα φαινόταν καλύτερο να πορευθεί σε οίκο συμποσίου παρά σε οίκο πένθους. Από αυτό δεικνύεται ότι εκείνο το εξέφρασε ως εκ προσώπου των αδυνάτων, ενώ αυτό το προσέθεσε ως ορισμό της συνετής λογικής. Γιατί αμέσως μετά διευκρινίζει την ίδια την αιτιολογία αυτής της λογικής, και δεικνύει ποια είναι η ωφέλεια στον οίκο του πένθους, λέγοντας: «Εν αυτώ γαρ τέλος παντός ανθρώπου μιμνήσκει και ο ζων δώσει εις καρδίαν αυτού τι γενήσεται».7
Πάλι εκεί είναι γραμμένο: «Ευφραίνου, νεανίσκε, εν νεότητί σου».8 Και σε λίγο μετά διαβάζουμε: «Η νεότης γαρ και η άνσια ματαιότης».9 Όταν εκ των υστέρων ελέγχει ως μάταιο το ίδιο, που προηγουμένως φαινόταν να το εκθειάζει, με αυτό σαφώς δηλώνει πως εκείνους τους λόγους τους ανάφερε ως εκ μέρους της επιθυμίας των σαρκικών ανθρώπων, ενώ αυτούς τους προσέθεσε εκ μέρους της κατά αλήθειαν κρίσεως.
Έτσι λοιπόν εκφράζοντας καταρχάς την απόλαυση των σαρκικών ανθρώπων, εξαγγέλλει πως είναι καλό να το ρίξει έξω κανείς και να φάγει και να πιεί, πράγμα το οποίο λίγο μετά αποδοκιμάζει εκ μέρους της κρίσεως κατά την συνετή λογική, όταν λέγει ότι είναι καλύτερο να πορευθεί κανείς σε οίκο θρήνου παρά σε οίκο συμποσίου. Παρόμοια προτείνει πως οφείλει ο νεανίσκος να ευφραίνεται κατά τη νεότητά του ως εκ μέρους των διαβουλιών των σαρκικών ανθρώπων, και όμως λίγο μετά εκ μέρους οριστικού αποφθέγματος ελέγχει την νεότητα και την άνοια ως μάταια. Παρόμοια επίσης ο δημηγόρος μας ως εκ μέρους του βάλλει μια ρήση της επιφανειακής αντίληψής τους, όταν λέγει: «Εν τω τέλος ανθρώπου και κτηνών, και συνάντημα εν αυτοίς˙ ως ο θάνατος τούτου και ο θάνατος τούτου, και πνεύμα εν τοις πάσι˙ και τι επερίσσευσεν ο άνθρωπος παρά το κτήνος; Ουδέν».10
Ωστόσο λίγο μετά εκφέρει την δική του ρήση ως ορισμό κατά την συνετή λογική, λέγοντας: «τίς περισσεία τω σοφώ υπέρ τον άφρονα, και τίς τω πτωχώ, ειμή ότι οίδε πορευθήναι ένθα η ζωή εστί;».11 Αυτός επομένως που είπε: «ουδέν επερίσσευσεν ο άνθρωπος παρά το κτήνος», ο ίδιος πάλι ορίζει πως έχει κάτι ο σοφός όχι μόνο παραπάνω από το κτήνος, αλλά ακόμη και από τον άφρονα άνθρωπο, δηλαδή «ότι πορεύεται, ένθα η ζωή εστί». Με αυτούς τους λόγους καταρχάς δηλώνει πως η ζωή των ανθρώπων δεν είναι εδώ, εφόσον μαρτυρεί πως είναι κάπου αλλού. Άρα έχει αυτό ο άνθρωπος παραπάνω από τα κτήνη, ότι δηλαδή εκείνα μετά τον θάνατο δεν ζουν, ενώ αυτός τότε αρχίζει να ζει, όταν με τον θάνατο της σάρκας τερματίζει αυτήν την ορατή ζωή.
Ο ίδιος επίσης πολύ παρακάτω λέγει: «Πάντα, όσα αν εύρη η χείρ σου του ποιήσαι, ως η δύναμίς σου ποίησον, ότι ουκ έσται ποίημα και λογισμός και γνώσις και σοφία τοις εν άδη, όπου συ πορεύη εκεί».12 Πώς επομένως ένα είναι το τέλος ανθρώπου και κτήνους και ίση η κατάσταση του καθενός, ή πως δεν έχει ο άνθρωπος τίποτα παραπάνω από τα κτήνη, τη στιγμή που τα κτήνη μετά τον θάνατο της σάρκας δεν ζουν, ενώ τα πνεύματα των ανθρώπων, οδηγημένα μετά τον θάνατο της σάρκας στον άδη εξαιτίας των κακών τους έργων, δεν πεθαίνουν ούτε μέσα στον ίδιο τον θάνατο; Αλλά με αυτές τις δύο τόσο ανόμοιες ρήσεις καταδεικνύεται, πως ο αληθινός δημηγόρος εκείνο το εισηγήθηκε εκ μέρους της πειραζομένης σάρκας, και αυτό ύστερα το όρισε εκ μέρους της πνευματικής αλήθειας.
ΠΕΤΡΟΣ. Σε καλό βγήκε που αγνοούσα αυτό που ρώτησα, εφόσον το αποτέλεσμα ήταν να μάθω με τόσο ακριβείς λεπτομέρειες αυτό που αγνοούσα. Αλλά σε παρακαλώ να με ανεχθείς με μακροθυμία, εάν και εγώ κατά τον τύπο του Εκκλησιασμού μας υποδυθώ απέναντί σου το πρόσωπο των αδυνάτων ανθρώπων, για να ωφελήσω αμεσότερα τους ίδιους τους αδυνάτους ως υπό μορφήν αναζητήσεως εκ μέρους τους.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Γιατί να μην δεχθώ με μακροθυμία να συγκαταβείς εσύ στην αδυναμία των πλησίον, όταν ο Παύλος λέγει: «Τοις πάσι γέγονα τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω»;13 Εφόσον κάνεις και εσύ το ίδιο κατά συγκατάβασιν χάριν αγάπης, σου οφείλεται ακόμη μεγαλύτερη εκτίμηση, καθόσον ακριβώς με αυτό μιμείσαι τον τύπο του εκπρεπούς κήρυκος.

Υποσημειώσεις.

1. Radio fidelium: είναι η σύζευξη πίστης και εκλογίκευσης που αναφέρθηκε προηγουμένως.
2. Εκκλησιαστής 3, 18- 19-20.
3. Concionator: αυτός που ομιλεί μπροστά στην εκκλησία, στη συνέλευση.
4. Εκκλησ’. 12, 13
5. Εκκλησ’. 5, 17
6. Εκκλησ’. 7, 2α
7. Εκκλησ’. 7, 2β
8. Εκκλησ’. 11, 9
9. Εκκλησ’. 11, 10.
10. Εκκλησ’. 3, 19
11. Εκκλησ’. 6, 8
12. Εκκλησ’. 9, 10
13. Α’ Κορ. 9, 22

Από το βιβλίο: Βίοι αγνώστων Ασκητών: Αγίου Γρηγορίου, Πάπα Ρώμης, του επικαλουμένου Διαλόγου. Εισαγωγή-μετάφραση-σημειώσεις υπό Ιωάννου Ιερομ.
Εκδότης, Ιερά Σκήτη Αγίας Αννης – Αγιον Ορος. Ιούνιος 2020.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.