Ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης τοποτηρητής της ιεράς μητροπόλεως Νευροκοπίου – Αθανασίου Μπιλιανού.

«Ο έχων βαλλάντιον αράτω, ομοίως και πήραν, και ο μη έχων πωλησάτω το ιμάτιον αυτού και αγορασάτω μάχαιραν»
(Λουκ. κβ’ 36)
Τον Αύγουστο του 1903, «αποφάσει συνοδική», ο Χρυσόστομος αναλαμβάνει Αρχιερατικός επίτροπος της ιεράς Μητροπόλεως Νευροκοπίου1 μετά την παραίτηση και αναχώρηση για την Κωνσταντινούπολη του μητροπολίτη πρώην Νευροκοπίου Νικόδημου Χατζηχρήστου (1900-1903)2. Στα υψηλά αρχιερατικά του καθήκοντα στην εκτεταμένη Μητρόπολη Δράμας, Φιλίππων και Ζιχνών, του ανατέθηκε η ποιμαντορική εποπτεία της πιο ευαίσθητης εθνικά και εκκλησιαστικά επαρχίας στην Ανατολική Μακεδονία.
Η ορεινή περιφέρεια Νευροκοπίου εκτείνεται στα βορειοδυτικά του νομού Δράμας και καθώς βρίσκεται στα σύνορα με τη Βουλγαρία αποτελούσε το φυσικό οχύρωμα στην κατερχόμενη βουλγαρική εθνικιστική επέλαση. Το 1882, θέλοντας το πατριαρχείο να προστατεύσει τους πατριαρχικούς πληθυσμούς από τις βουλγαρικές αξιώσεις, ιδρύει την αρχιεπισκοπή Νευροκοπίου, μέχρι τότε επαρχία της μητροπόλεως Δράμας, η οποία το 1887 ανυψώθηκε σε Μητρόπολη.3
Στις 2 Οκτωβρίου 1903 ο Χρυσόστομος αναχωρεί από την έδρα της μητροπόλεως και κατευθύνεται προς τη νέα του διακονία, συνοδεία ομάδας κληρικών και λαϊκών από τη Δράμα και αποσπάσματος Οθωμανών χωροφυλάκων. Μετά από διήμερη οδοιπορία έφτασε στο ορεινό Άνω Νευροκόπι.4 Εκεί, αφού έγινε δεκτός μετά πολλών ενδείξεων τιμής και σεβασμού, κάλεσε τους προεστούς της ελληνορθόδοξης κοινότητας για να ενημερωθεί για την κατάσταση και τις ανάγκες της επαρχίας. Ύστερα, ξεκίνησε περιοδείες στα χωριά της περιοχής. Πρώτος σταθμός της περιοδείας του ήταν το Ζύρνοβο (Κάτω Νευροκόπι), η μεγαλύτερη σε πληθυσμό κοινότητα της επαρχίας. Οι κάτοικοι του Ζυρνόβου, που αριθμούσαν πεντακόσιες οικογένειες, ήταν διχασμένοι σε δύο στρατόπεδα, των Πατριαρχικών και των Εξαρχικών. Η εκκλησία του χωριού, αφιερωμένη στη μνήμη του αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, αφού παρέμεινε κλειστή για αρκετά χρόνια, είχε ανοίξει ένα χρόνο πριν με το καθεστώς του εκ περιτροπής εκκλησιάζεσθαι, εβδομάδα παρ’ εβδομάδα, για τις δύο κοινότητες.
Όταν έφθασε ο ιεράρχης στο Ζύρνοβο, ζήτησε να δει τοςυ προκρίτους της βουλγαρικής πλευράς και τους παρακάλεσε να προσέλθουν στην πίστη των πατέρων τους, την οποία εξέφραζε το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Τους μίλησε για το φως της αληθείας και το σκοτάδι του ψεύδους, για τη γλυκύτητα της ορθοδοξίας και το αδιέξοδο του σχίσματος. Οι Εξαρχικοί κάτοικοι του Ζυρνόβου, που είχαν να δουν στον τόπο τους ορθόδοξο επίσκοπο δέκα χρόνια, μεταστράφηκαν και δήλωσαν πίστη στην ορθόδοξη εκκλησία. Αφού άκουσαν τους λόγους του Χρυσοστόμου, πείσθηκαν να υπογράψουν αναφορά προς τον καϊμακάμη Νευροκοπίου με την οποία αποκήρυσσαν τη Βουλγαρική εξαρχία και ενώνονταν με το οικουμενικό πατριαρχείο. Ο άγιος είχε πετύχει άλλη μία νίκη. Το Ζύρναβο, που για δεκαετίες ήταν διχασμένο, τώρα βρισκόταν υπό την καθοδήγησή του σε πλήρη ενότητα.
Την Κυριακή 19 Οκτωβρίου 1903 ο μητροπολίτης Δράμας λειτούργησε στον ιερά ναό του αγίου Δημητρίου Ζυρνόβου με τη συμμετοχή όλων των κατοίκων. Στο τέλος της πανηγυρικής θείας λειτουργίας ο άγιος εκφώνησε λόγο κατά των εχθρών της εκκλησίας και του γένους. Θέλοντας δε να εμψυχώσει και να ενθαρρύνει τους πατριαρχικούς στον αγώνα της πνευματικής και φυσικής τους επιβίωσης, επικαλέσθηκε τον λόγο του Κυρίου προς τους μαθητάς Του, λέγοντας: «ο έχων βαλλάντιον αράτω, ομοίως και πήραν, και ο μην έχων πωλησάτω το ιμάτιον αυτού και αγορασάτω μάχαιραν» (Λουκ. κβ’ 36). Τόνισε, δηλαδή, στους κατοίκους της επαρχίας Νευροκοπίου, πως ευρισκόμενοι σε κατάσταση άμυνας και άμεσου κινδύνου δεν θα έπρεπε να διστάσουν να πουλήσουν και το «ιμάτιόν» τους για να αγοράσουν μάχαιραν, προκειμένου να οπλισθούν και να αντιμετωπίσουν «θανατηφόρους επιβουλάς, και εχθρότητας».5
Μετά το Ζύρνοβο ο Χρυσόστομος επισκέφθηκε το επίσης σλαβόφωνο χωριό Τσερέσοβο (Παγονέρι) Δράμας, που αριθμούσε διακόσιες οικογένειες, η πλειοψηφία των οποίων ήταν σχισματικές. Η εκκλησιά του χωριού, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, είχε κλείσει ένα χρόνο πριν λόγω των διαφορών μεταξύ πατριαρχικών και εξαρχικών. Ο άγιος, αφού πέτυχε και εκεί τη συμφιλίωση των δύο πλευρών, άνοιξε την εκκλησία και τέλεσε τη θεία λειτουργία, στην οποία έλαβαν μέρος όλοι οι κάτοικοι της κοινότητας.6
Τα ίδια έπραξε ο Χρυσόστομος και στο χωριό Στάρτσιστα (Περιθώρι) Δράμας, όπου τόνωσε το εκκλησιαστικό και εθνικό φρόνημα των πατριαρχικών κατοίκων και τέλεσε πάνδημη αρχιερατική θεία λειτουργία.7
Η μαζική μεταστροφή των κατοίκων της επαρχίας αυτής αποδίδεται αποκλειστικά στη χαρισματική και πληρωθική προσωπικότητα του Χρυσοστόμου. Σύμφωνα με τον μετέπειτα μητροπολίτη Νευροκοπίου Θεοδώρητο,8 οι σχισματικοί «εκπλαγέντες ίσως εκ του επιδεικτικού μεγαλείου του αγίου Δράμας»,9 αποποιούνταν την εξαρχία και ενσωματώνονταν στο οικουμενικό πατριαρχείο.
Μετά τη δεκαπενθήμερη περιοδεία του σε πόλεις και χωριά της μητροπόλεως Νευροκοπίου, ο Χρυσόστομος ενημέρωσε τον Πατριάρχη για την κατάσταση που επικρατούσε στην περιοχή. Ο άγιος ανέφερε «ότι ο διορισμός Αρχιερατικού Επιτρόπου αντί του τακτικού και κανονικού μητροπολίτου έσται ολεθριώτατος». Η πολύπαθη επαρχία Νευροκοπίου ήταν έδρα σχισματικού μητροπολίτη της Βουλγαρικής εξαρχίας, γεγονός που καθιστούσε απαραίτητη την ύπαρξη και παρουσία εκεί ιεράρχη του οικουμενικού θρόνου. Ο Χρυσόστομος πρόσθεσε πως δεν θα μπορούσε να ασκεί για πολύ ακόμα την εποπτεία της μητροπόλεως αυτής, «διότι μακρόθεν ουδέν δύναμαι να ωφελήσω». Γι’ αυτό, κάλεσε το πατριαρχείο να εκλέξει και να αποστείλει άμεσα νέο μητροπολίτη, «άνδρα ζηλωτήν, νηφάλιον και ικανόν και τους ημετέρους να στηρίξη και τους υπεναντίους να φωτίση»,10 προτείνοντας ως καταλληλότερους για τη θέση αυτή τον Πρωτοσύγκελλο της ιεράς μητροπόλεως Σερρών Λεόντιο ή τον ιεροκήρυκα Θεοδώρητο Βασματζίδη.11
Ωστόσο, η δράση του Χρυσοστόμου προξενεί την οργή και το θανάσιμο μίσος της βουλγαρικής πλευράς. Λίγες μέρες μετά την επικράτηση της ειρήνης και της ομόνοιας στο Ζύρνοβο, ομάδα «ανθρωπομόρφων αιμοχαρών θηρίων του καταράτου Βουλγαρικού κομιτάτου»12 σκόρπισαν τον θάνατο και τον θρήνο στην κοινότητα. Στις 26 Οκτωβρίου 1903, ανήμερα της εορτής το αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, ημέρα που το χωριό πανηγύριζε τόσο τη μνήμη του αγίου όσο και τη συμφιλίωση των κατοίκων του, πενήντα κομιτατζήδες έφτασαν πάνοπλοι στο χωριό, μπήκαν στον πανηγυρίζοντα ιερό ναό και απήγαγαν τα τέσσερα πιο επιφανή μέλη της κοινότητας Ζυρνόβου. Τα θύματα της βουλγαρικής θηριωδίας ήταν ο καπνομεσίτης και πρόκριτος Ζαφείριος Ιωάννου, ο επίτροπος της εκκλησίας Νικόλαος Γερμανού με τον πρεσβύτερο γιο του Γεώργιο και ο διδάσκαλος Κωνσταντίνος Χρηστίδης. Τελουμένη της θείας Λειτουργίας, την ώρα που ψαλλόταν η Δοξολογία, οι λησταντάρτες έβγαλαν έξω από τον ναό τους δυστυχείς εθνομάρτυρες και τους αποκεφάλισαν, αφού προηγουμένως είχαν ακρωτηριάσει τα σώματα δύο εξ αυτών.13
Εν τω μεταξύ, η σύνοδος του πατριαρχείου εξέλεξε, στις 13 Οκτωβρίου 1903 νέο μητροπολίτη Νευροκοπίου τον αρχιμανδρίτη Θεοδώρητο Βασματζίδη.14 Ωστόσο, μέχρι την τέλεση της χειροτονίας του στις Σέρρες (16 Νοεμβρίου 1903)15 και τη μετάβαση στην έδρα της επαρχίας του (29 Δεκεμβρίου 1903)16, ο Χρυσόστομος διατηρούσε ακόμη την εποπτεία της μητροπόλεως Νευροκοπίου. Έτσι, με αφορμή την άγρια δολοφονία των τεσσάρων προκρίτων του Ζυρνόβου ανήμερα της εορτής του αγίου Δημητρίου, ο μητροπολίτης Δράμας απέστειλε δραματική επιστολή στον οικουμενικό πατριάρχη Ιωακείμ Γ’. Αφού εξιστορούσε τα γενόμενα, κατέληγε:
«Ιδού εν μέσω οίων ολοθρευτών και ανιέρων τεράτων διαβιούμεν, Παναγιώτατε! Ιδού οίων απανθρώπων μέσων και εν οία ιερά στιγμή γίνεται χρήσις παρά τοις ανθρώποις του Βουλγαρισμού προς παντελή εξολόθρευσιν και εξαφανισμόν του ευσεβούς ημών Γένους! Το ποτήριον των πικρών θανάτων, ους καθ’ εκάστην θανατούμεθα, δεν εξηντλήθη και δεν εκενώθη έτι, Παναγιώτατε; Και επέπρωτο άρα οι ποιμένες του ορθοδόξου λαού ουδέν άλλο να έχωμεν ενταύθα καθήκον, ει μη να θρηνώμέν τα καθ’ εκάστην προ των ποδών μας ασπαίροντα θύματα, και να θάπτωμεν τους κατά πάσαν ώραν δολοφονουμένους και κατακρεουργουμένους νεκρούς των προκρίτων του Γένους! Ει τις αγάπη εν Χριστώ, ει τι παραμύθιον, ει τινά σπλάγχνα οικτιρμών, ευδοκήσατε, Παναγιώτατε, και δια σεβασμίας Πατριαρχικής επιστολής παραμυθήσατε τους απέλπιδας και απεγνωσμένους χριστιανούς Ζιρνόβου, οίτινες μόλις έναγχος μετά δεκαετείς βαρείς αγώνας συναποτελέσαντες μίαν ποίμνην και δοξάσαντες τον Θεόν επί τη επελθούση ομοφροσύνη, δοκιμάζονται τόσον βαρείαν και ανύποιστον συμφοράν».17
Ανταποκρινόμενος στην προτροπή του μητροπολίτη Δράμας, ο Ιωακείμ Γ’, απέστειλε στους κατοίκους της κωμοπόλεως Ζυρνόβου πατριαρχικό γράμμα, με το οποίο αφ’ ενός συμπαρίστατο στο βαρύ πένθος της ελληνορθόδοξης κοινότητας, αφ’ ετέρου παρείχε διαβεβαιώσεις για τις ενέργειες που επρόκειτο να κάνει η Μεγάλη Εκκλησία προς την αυτοκρατορική κυβέρνηση, για την ασφάλεια και προστασία των δοκιμαζομένων νομοταγών υπηκόων του οθωμανικού κράτους.18

Υποσημειώσεις.
1. ΕΑ ΚΓ (1903) 367
2. ΕΑ ΚΓ (1903) 339-340
3. Τάσος Αθ. Γριτσόπουλος, «Νευροκοπίου και Ζιχνών, μητρόπολις», Θρησκευτική και ηθική εγκλυκλοπαίδεια, τόμος 9ος, έκδοσις Αθ. Μαρτίνος, Αθήναι 1966, στ. 435-437
4. Πόλη στη σημερινή Νότια Βουλγαρία. Με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913), το Νευροκόπι περιήλθε στο κράτος της Βουλγαρίας και ο ελληνικός πληθυσμός της πόλης μετακινήθηκε νοτιότερα, στο Ζύρνοβο, το οποίο μετονομάστηκε Κάτω Νευροκόπι.
5. Παν. Ν. Τρεμπέλα, η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ» Αθήναι 1991, σ. 349
6. Το αρχείον, τ. Α’, σ. 51
7. Ό. π., σσ’. 51- 52
8. Ο μητροπολίτης Νευροκοπίου Θεοδώρητος Βασματζίδης (1867 – 1907) ήταν απόφοιτος της θεολογικής σχολής της Χάλκης και διακόνησε από διάφορες θέσεις στην αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως. Επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τις Σέρρες, ως ιεροκήρυκας, απ’ όπου εξελέγη με εισήγηση του Χρυσοστόμου Μητροπολίτης Νευροκοπίου. Εκοιμήθη τον Αύγουστο του 1907, βλ. ΕΑ ΚΖ (1907) 476
9. Αθανάσιος Ε. Καραθανάσης, ο Ελληνισμός και η Μητρόπολη του Νευροκοπίου κατά τον Μακεδονικό αγώνα, ίδρυμα Μελετών χερσονήσου του Αίμου, Θεσσσλονίκη 1991, σ’. 59
10. Το αρχείον, τ. Α’, σ’. 50
11. Καραθανάσης, ό. π., σ’. 58
12. Το αρχείον, τ. Α’, σσ’. 52, 63
13. ΕΑ ΚΓ (1903) 491
14. ΕΑ ΚΓ (1903) 451-452
15. ΕΑ ΚΓ (1903) 489
16. Καραθανάσης ό. π., σσ’. 59-60
17. Το αρχείον, τ. Α’, σσ’. 52-53
18. ΕΑ ΚΓ (1903) 477-478

Από το βιβλίο του Αθανασίου Μπιλιανού: Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Από τον Μακεδονικό Αγώνα στη Μικρασιατική καταστροφή.

Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, Αθήναι, Σεπτέμβριος 2021.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Μελέτες - εργασίες - βιβλία. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.