Οι άνθρωποι ξεχνούν αυτούς που υποφέρουν – Αγίου Παισίου του Αγιορείτου..

– Γέροντα, έχετε πει ότι όσο αποφεύγεις την ανθρώπινη παρηγοριά, τόσο λαμβάνεις την θεία. Γι’ αυτό καταλαβαίνεις περισσότερο την προσευχή, αν είσαι νηστικός;

– Ναί, αλλά και ένας νηστικός καταλαβαίνει και τον νηστικό. Ένας χορτάτος δεν τον καταλαβαίνει. Άκουσα ότι κάπου πετούν τά φαγητά καί λίγο πιο κάτω υπάρχουν Ρωσοπρόσφυγες πού δεν έχουν νά φάνε. Ζουν οι καημένοι μέσα στά θερμοκήπια, σέ κάτι παράγκες άπό λαμαρίνες. Άς πούμε οτι δεν ξέρουν πώς εκεί κοντά υπάρχουν άνθρωποι πού έχουν ανάγκη. Καλά, δεν ρωτούν νά μάθουν; Νά τά πετούν! Έμεϊς καί αυτό τό άχρηστο πού έχουμε, δεν τό δίνουμε. Είναι αμαρτία άλλος νά δυσκολεύεται νά άγοράση κάτι πού τού χρειάζεται καί άλλος νά έχη πράγματα πού δέν τά χρησιμοποιεί καί νά μην τά δίνη σ’ αυτόν πού τά έχει ανάγκη! Αυτό γιά μένα είναι η μεγαλύτερη κόλαση. Στην Κρίση θά μας πή ο Χριστός: «Έπείνασα καί ουκ έδώκατέ μοι φαγεϊν»

Μερικοί πού τά έχουν ολα λένε: «Δέν υπάρχει φτώχεια σήμερα». Δεν σκέφτονται τον άλλο. Δεν μπαίνουν στην θέση του άλλου, γιά νά μην ενοχληθούν καί χάσουν τήν ησυχία τους. Έτσι όμως πώς νά βρουν τον φτωχό; Άν σκέφτεται κανείς τον άλλο, βρίσκει τόν φτωχό καί βρίσκει καί από τί έχει ανάγκη. Υπάρχουν τόσα ορφανά πού δεν έχουν έναν άνθρωπο νά χαϊδέψη λίγο τό κεφαλάκι τους. Οι άνθρωποι ξεχνούν όσους υποφέρουν. ο νους τους είναι σε όσους καλοπερνούν καί συγκρίνουν μ’ αυτούς τόν εαυτό τους καί όχι με εκείνους πού υποφέρουν. Αν σκέφτονταν λιγάκι λ.χ. μερικούς Βορειοηπειρώτες, οί οποίοι, επειδή έκαναν τόν σταυρό τους, είναι οι καημένοι είκοσι χρόνια στην φυλακή, σέ έναν χώρο ένα επί ένα, θά έβλεπαν αλλιώς τά πράγματα. Φοβερό! Ούτε κάν μπορούμε νά τό σκεφθούμε. Ξέρετε τί θά πή ένα επί ένα; Ούτε καθιστός ούτε ξαπλωτός ούτε όρθιος. Καί παράθυρο;… άν έχη καμμιά τρύπα.

– Δηλαδή, Γέροντα, σέ τάφους!

– Στον τάφο τουλάχιστον είσαι τεντωμένος. Καί τί μαρτύρια! Πολλή δυστυχία πάντως υπάρχει σήμερα, γιατί φτιάχνουν πυρομαχικά καί εγκατέλειψαν τόν κόσμο. Στην Αφρική είχα δει νά τρώνε κοπριές άπό γκαμήλες. Οί άνθρωποι εκεί έχουν κάτι σώματα, πού δεν μοιάζουν με σώματα. Σάν βατράχια είναι. Καί δ θώρακας είναι σάν ένα καλαθάκι μέ βέργες. Γιατί πονάω; Έμεϊς τά έχουμε όλα, γι’ αυτό δεν πονούμε τους άλλους καί θέλουμε νά πάμε καί στον Παράδεισο…

Όταν είχα πάει στην Ιερά Μονή Στομίου τό 1958, ήταν στην Κόνιτσα ένας Προτεστάντης πού τόν ενίσχυσαν οικονομικά άπό τήν Αμερική καί είχε προσηλυτίσει ογδόντα οικογένειες. Είχε χτίσει μάλιστα καί ένα οίκημα, γιά νά συγκεντρώνωνται. Οί καημένοι οί άνθρωποι είχαν μεγάλη ανάγκη καί άπό τήν μεγάλη φτώχεια άναγκάζονταν νά γίνουν Προτεστάντες, γιατί εκείνοι τους βοηθούσαν οικονομικά. Μια μέρα μου είπε κάποιος: «Έγώ όχι μόνον Προτεστάντης αλλά καί Εβραίος γίνομαι, γιατί έχω ανάγκη». Όταν το άκουσα αυτό, είπα «κάτι πρέπει νά γίνη». Μάζεψα μερικούς πού είχαν κάποια οικονομική άνεση καί μπορούσαν νά βοηθήσουν καί τους μίλησα. Τότε οί καημένοι ήταν τελείως κοσμικοί, αλλά είχαν καλή διάθεση. Μιά ψυχή συγκεκριμένα, παρόλο πού καί αυτή ήταν τότε τελείως κοσμική, είχε μεγάλη καρδιά. Όταν τήν είδα για πρώτη φορά, είπα: «Άπ’ εξω φαίνεται σάπιο ξύλο, αλλά μέσα είναι δαδί». Αποφασίσαμε λοιπόν νά συγκεντρώνουμε μερικά χρήματα καί νά τά δίνουμε σε φτωχές οικογένειες.

Όσα συγκεντρώναμε, τους έλεγα νά πηγαίνουν νά τά δίνουν οί ϊδιοι στους φτωχούς, γιά νά συγκινηθούν καί νά βοηθηθούν πνευματικά. Έτσι καί πέτρινη νά είναι η καρδιά τους, μαλακώνει, γίνεται ανθρώπινη, καί θά τους άνοιχθή καί η πύλη τού Παραδείσου. Σε λίγο όλοι αυτοί άλλαξαν, γιατί έβλεπαν τήν δυστυχία πού υπήρχε καί δεν τους έκανε καρδιά νά πάνε στά κέντρα νά διασκεδάσουν. «Μας έχεις αφοπλίσει, μου έλεγαν. Πώς νά πάμε τώρα νά διασκεδάσουμε;». Ήρθαν καί κοντά στην Εκκλησία. Ένας μάλιστα έμαθα αργότερα ότι είχε γίνει καί ψάλτης. αλλά καί οί ογδόντα οικογένειες, μέ τήν Χάρη τού Θεού, η μιά μετά τήν άλλη επέστρεψαν στην Όρθοδοξία. Όταν αργότερα ήρθαν Αμερικανοί Προτεστάντες νά δουν τό έργο τού Προτεστάντη πού τις είχε προσηλυτίσει, τον πέρασαν άπό δίκη, γιατί δεν είχε πιά οπαδούς!

– Γέροντα, άλλοι ζητούν εύκολα βοήθεια, όταν έχουν ανάγκη, καί άλλοι δεν λένε τίποτε.

– Πολλοί ντρέπονται καί δεν θέλουν νά εκτεθούν. Αυτοί έχουν περισσότερη ανάγκη. Έκεϊ πιάνεται πιο πολύ η βοήθεια. Ξέρω δύο γιατρούς πού κάτι τους συνέβη καί δεν είχαν χρήματα ούτε μιά ασπιρίνη νά πάρουν. ο άνθρωπος πού έχει αγάπη δεν αρκείται στο νά δώση μόνο σε οποιον του ζήτηση ελεημοσύνη, αλλά ψάχνει νά βρη ανθρώπους πού έχουν ανάγκη, για νά τους συμπαρασταθη. η μητέρα μου φρόντιζε πολύ νά βρη τέτοιες περιπτώσεις.

Από το βιβλίο: Λόγοι του Γέροντος Παισίου Β’. Πνευματική αφύπνιση.
Έκδοση: Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος. Σουρωτή Θεσσαλονίκης. 1999.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.