Για ποιό λόγο ο νους δημιουργήθηκε απλός και ασχημάτιστος – Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.

Ο νους πλάσθηκε έτσι απλός και ασχημάτιστος για να είναι κατ’ εικόνα και ομοίωσι του απλού, χωρίς μορφή και σχήμα, δημιουργού του˙ «Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και ομοίωσί του» (Γέν. 1, 27). Και στη συνέχεια, για να ενωθή μέσω αυτής της ομοιώσεως με το αρχέτυπο˙ γι’ αυτό, όπως όλος ο αγώνας των εξωτερικών και κοσμικών φιλοσόφων είναι να μορφώσουν τον νου τους με διάφορες ιδέες και φαντασιώδεις γνώσεις των φυσικών και ανθρωπίνων πραγμάτων, (γιατί σε αυτό συνίσταται όλο το κράτος της κοσμικής φιλοσοφίας), έτσι αντίθετα, όλος ο αγώνας και η φροντίδα και η τελειότητα των εναρέτων, είναι να εξαλείψουν από το νου τους κάθε σχήμα, είδος και νόημα που τυπώθηκε σε αυτόν και να τον καταστήσουν απλό, άμορφο, χωρίς σχήμα και μορφή˙ και έτσι μέσω αυτής της απλότητας, να ενωθούν με τον Θεό και να εγγραφούν σε εκείνη την πρώτη και νηπιακή κατάστασι. Γιατί αυτή είναι εκείνη η επιστροφή για την οποία είπε ο Κύριος: «Σας βεβαιώ ότι αν δεν μετανοήσετε και δεν γίνετε σαν τα παιδιά, δεν θα μπήτε στην βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 18, 2). Γι’ αυτό και ο σοφός Νείλος είπε: «Μακάριος είναι ο νους που κατά την προσευχή έχει αποκτήσει τέλεια αμορφία» (Κεφ. ριζ’ περί προσευχής). Και ο μέγας Βασίλειος λέει: «Όπως ακριβώς ο Κύριος δεν κατοικεί στους χειροποίητους ναούς, έτσι δεν κατοικεί και σε κάποιες διαμορφώσεις στα νοητά πλάσματα». Και ο θείος Διάδοχος λέει: «Τότε λάμπει στην καρδιά το μακάριο φως της θεότητος, όταν ελευθερωθή από όλα και γίνη ασχημάτιστη. Εάν βέβαια η λαμπρότητα εκείνης φανερώνεται στον καθαρό νου μετά την στέρησι όλων των νοημάτων» (Κάλλιστος Ξανθόπουλος, κεφ. ξε’). Και αν βέβαια ο λόγος αναφέρεται στα κακά, επιμένω ότι το αξίωμα είναι με κάθε τρόπο αληθές γιατί το κακό είναι κάτι αντίθετο στη φύσι και παρείσακτο και ξένο προς τη φύσι του νου, η οποία δημιουργήθηκε αγαθή˙ και από πουθενά αλλού αυτό δεν μπορεί να εισέλθη στο νου, παρά μόνο από έξω μέσω των αισθήσεων˙ και σύντομη απόδειξι γι’ αυτό και έμπιστος μάρτυρας αυτού που λέγεται, είναι ο ίδιος ο Αδάμ, εκείνος ο απλούστατος και πρωτόπλαστος άνθρωπος που πλάσθηκε από το χέρι του Θεού. Γιατί στο νου αυτού, το κακό και η ιδέα της αμαρτίας εισήλθε όχι από μέσα, δια μέσου των λογισμών, αλλά από έξω, δια μέσου των αισθητηρίων και αφού τον πρόσβαλε ο διάβολος με την πονηρή συμβουλή για το φυτό.1
Με ποιό τρόπο αποκλείει κανείς τις αισθήσεις του από τις ηδονές και με τί μοιάζουν τα πάθη.
Τί συμπεραίνουμε λοιπόν από αυτό; Ότι κάθε ιδέα κακού και κάθε τύπος πάθους εισέρχεται στην ψυχή με τη μεσολάβησι και την υπηρεσία των αισθητηρίων. Και αν δεν αποκλεισθούν τα αισθητήρια, ούτε τα κακά και τα πάθη μπορούν να αποκλεισθούν. Και με ποιό τρόπο αποκλείονται αυτά; Άκουσέ το. Τα παράθυρα του ναού του Σολομώντα ήταν περιφραγμένα με πλέγματα, για ν μη μπαίνουν μέσα τα ακάθαρτα ζωύφια˙ γιατί έτσι έχει γραφή: «Τα παράθυρα ήταν καλυπτόμενα» (Ιεζ. 41, 16) και αυτό ήταν αλληγορικό˙ δηλαδή, όποιος θέλει να μη μπαίνουν στην ψυχή του οι ακάθαρτες ηδονές των αισθήσεων, πρέπει να έχη περιφραγμένα με πλέγματα τα παράθυρα των αισθητηρίων του. Και ποιά είναι τα πλέγματα; Είναι η μνήμη του θανάτου, η απολογία την ώρα της φοβερής κρίσεως και η μνήμη των αιωνίων κολάσεων˙ μέσω αυτών λοιπόν μπορεί ο άνθρωπος να αποβάλη τις ηδονές και τις αμαρτίες, όταν παρουσιασθούν μπροστά στα μάτια του και άλλα αισθητήρια. Ότι αυτά έτσι είναι, το βεβαιώνει ο σοφός Νείλος λέγοντας: «Αυτοί που θέλουν να διατηρούν την διάνοιά τους ως ναό καθαρό, όπως εκεί αυτός κατασκευάσθηκε με πλέγματα στα παράθυρα, για να μην εισέρχεται κάποιο από τα ακάθαρτα ζωύφια, με τον ίδιο τρόπο πρέπει και στις αισθήσεις να υπάρχουν τα προστατευτικά κωλύματα των λογισμών, δηλαδή τα δυσχερή της μελλούσης κρίσεως και να απομακρύνουν έτσι την είσοδο στις ακάθαρτες μορφές που πρόκειται να διεισδύσουν» (Λόγ. Ασκητ. Σελ. 190. Φιλοκαλία).
Και ο θείος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης, διδάσκοντας με ποιό τρόπο πρέπει να φυλάη κανείς τις αισθήσεις του από τις ηδονές, λέει ότι ο νους του ανθρώπου πρέπει να στέκεται ως βασιλιάς και αυτοκράτορας και να έχη λογισμούς φοβερούς και ωπλισμένους σαν στρατιώτες για να φυλάνε τις θύρες των αισθήσεων και να φρουρούν εκεί για να εμποδίζουν τους εχθρούς να εισβάλλουν˙ γιατί αν δεν εισβάλλουν, ο πόλεμος και η νίκη είναι εύκολη˙ αν όμως συμβή το αντίθετο, τότε ο πόλεμος γίνεται δύσκολος και η νίκη αμφίβολη: «Ο νους, σαν βασιλιάς και αυτοκράτορας, πρέπει να έχη λογισμούς φοβερούς και προφυλαγμένους από παντού με όπλα, για να τους στείλη στις πύλες των αισθήσεων, ώστε να προϋπαντούν και να στήνουν ενέδρα, και να εμποδίζουν τους εχθρούς και να αναμένουν αμφίβολη μάχη, αν επιτρέψουν στην αρχή την είσοδο, η οποία πολλές φορές μπορεί να κλίνη προς την άλλη πλευρά δίνοντας το τρόπαιο σε αυτούς που εκστρατεύουν εναντίον του». (Επιστ. ρζ’ προς Ευτόνιο Διάκονο). Γι’ αυτό και συ, αδελφέ, αν αποκλείσης τα παράθυρα των αισθητηρίων σου με αυτούς τους τρόπους και με παρόμοιες προφυλάξεις, εύκολα θα μαραθούν όλα τα ενεργά πάθη, τα οποία κοινώς λέγονται σωματικά και εξωτερικά. Αλλά γιατί λέω μόνο τα εξωτερικά και σωματικά; Και αυτά ακόμη τα πάθη των επιθυμιών, που κοινώς ονομάζονται εσωτερικά και ψυχικά, όταν σταματήσουν να εισέρχωνται οι ηδονές των αισθητηρίων, και αυτά σιγά σιγά μαραίνονται και ατονούν και με τον καιρό νεκρώνονται. Γι’ αυτό και ο αββάς Ποιμήν έλεγε ότι: «Όπως τα φίδια, όταν κλεισθούν μέσα σε ένα αγγείο χωρίς να λαμβάνουν τροφή, μετά από λίγο πεθαίνουν˙ έτσι και τα πάθη, τα οποία είναι μέσα στην καρδιά μας, όταν αποκλεισθούν και δεν λαμβάνουν την βρωμερή τροφή τους από έξω, μέσω των αισθητηρίων του σώματος, από την πολυκαιρία εξασθενούν και νεκρώνονται» (Εις το Γεροντικόν).2
Ο διάβολος όταν δεν απολαμβάνη τις ηδονές των αισθήσεων πεθαίνει. Γιατί ονομάζεται μυρμηκολέων.
Επομένως και ο διάβολος, επειδή έχει ως τροφή του τα πάθη και τις ηδονές των αισθήσεων, όταν στερηθή την παρόμοια τροφή, πεθαίνει και αυτός, όπως έλεγε ο Ιώβ: «Ο μυρμηκολέων πεθαίνει όταν δεν βρίσκη πια τροφή» (Ιώβ 4, 11)˙ διότι έτσι και ο σοφώτατος Νείλος ερμήνευσε αυτό τον λόγο αλληγορικά, λέγοντας ότι ο διάβολος λέγεται μυρμηκολέων και το ίδιο και κάθε πάθος˙ γιατί στην αρχή φαίνονται μικρά σαν μυρμήγκια, αλλά ύστερα θεριεύουν και γίνονται μεγάλα σαν λιοντάρια: «Θέλοντας ο μέγας Ιώβ να δείξη την δολιότητα του πάθους, βρήκε την επωνυμία από το θαρραλέο λιοντάρι και από το ευτελέστατο απ’ όλους μυρμήγκι και συνέθεσε το όνομα˙ γιατί ο προσβολές των παθών ξεκινούν από τις ασήμαντες φαντασίες που έρπουν κρυφά σαν μυρμήγκι˙ όμως στο τέλος μεγαλώνουν σε όγκο, ώστε μπορεί να προξενή σε οποιονδήποτε κίνδυνο όχι μικρότερο από την επιδρομή λέοντος˙ γι’ αυτό ο αγωνιστής, τότε πρέπει να παλεύη προς τα πάθη, όταν πλησιάζουν σαν μυρμήγκια προβάλλοντας σαν δέλεαρ την ευτέλειά τους˙ γιατί όταν φτάσουν να γίνουν δυνατά σαν λιοντάρια, είναι δύσκολο να αντιμετωπισθούν˙ και τροφή τους, όπως πολλές φορές έχει λεχθή, είναι οι εικόνες των αισθητών που εισέρχονται μέσω των αισθήσεων˙ γιατί αυτές τρέφουν τα πάθη οπλίζοντας διαδοχικά κάθε είδωλο εναντίον της ψυχής» (Λόγ. ασκητικός, σελ. 190, της Φιλοκ.). Βλέπεις, φίλτατε, ποιούς μεγάλους εχθρούς έχεις να νικήσης; Βλέπεις ότι και τα πάθη και τον διάβολο πρόκειται να θανατώσης, αν αποκόψης τις ηδονές από τα αισθητήριά σου; αχ! Αλλά αυτή την αποκοπή και τη νίκη δεν πρόκειται να την κερδίσης χωρίς πόλεμο˙ καθώς ούτε στους εξωτερικούς πολέμους μπορεί κανείς να νικήση χωρίς προηγουμένως να πολεμήση. Είναι βέβαιο ότι έχεις να δοκιμάσης μεγάλο αγώνα σε κάθε σου αισθητήριο και από την συνήθεια και από τον εχθρό˙ γιατί από την μια η κακή συνήθεια πρόκειται να προσελκύη κάθε αισθητήριο για να απλώση στο ηδονικό αντικείμενό του, όταν είναι παρόν˙ και από την άλλη και ο εχθρός πρόκειται να προξενήση μεγάλο πόλεμο στην ενθύμησι και στην φαντασία του νου, για να συγκατανεύση στην απόλαυσι εκείνης της ηδονής, ώστε να απολαύση και αυτός μαζί την ίδια ηδονή. Αλλά αντιστάσου με γενναιότητα και μη συγκατανεύσης στο θέλημα του εχθρού, λέγοντας στον εαυτό σου εκείνο το ιαμβικό απόφθεγμα του θεολόγου Γρηγορίου: «Κανείς δεν αρίστευσε από ολοφάνερη δειλία˙ γιατί οι νίκες εισπράττουν τις επευφημίες».
Οι Ψύλλοι, έθνος Λυβικό, τότε μόνο αναγνώριζαν τα τέκνα τους ως γνήσια, αν εκείνα έπιαναν με ανδρεία και χωρίς φόβο μια οχιά, την οποία οι γονείς έβαζαν μπροστά τους˙ και εσύ αγαπητέ, κάνε τον εχθρό σου να αναγνωρίση πως είσαι στα αλήθεια γνήσιο τέκνο του Χριστού, του ουράνιου Πατέρα σου, που νίκησε τα πάθη και τον διάβολο, με την ανδρεία την οποία πρόκειται να δείξης κατά των ηδονών των αισθητηρίων σου. Και αν αυτός στέκεται και σε πολεμά, μη φοβηθής να του πης εκείνο το οποίο είπε στον Ξέρξη, εκείνος ο ανδρείος Σπαρτιάτης: «Μπόρεσες, βασιλιά, να διαβής την θάλασσα και να διαπεράσης το όρος του Άθωνα, αλλά δεν θα μπορέσης να διαπεράσης την πλευρά ενός Σπαρτιάτη αρματωμένου»˙ και με όλα αυτά, δείξε στον εχθρό ότι δεν είσαι δούλος των αισθήσεών σου, αλλά κύριος και βασιλιάς˙ δείξε ότι δεν είσαι μόνο σάρκα και αίμα, αλλά νους λογικός, διωρισμένος από τον Θεό να είσαι ηγεμόνας και κυρίαρχος πάνω στα παράλογα πάθη του σώματος. Πες στον εαυτό σου για την κακή συνήθεια εκείνο το σοφό γνωμικό: «Είναι άριστο μάθημα για τους ανθρώπους το να ξεχνούν τα κακά». Και αν εγώ κακώς έμαθα να δίνω στα αισθητήριά μου τα ηδονικά αντικείμενά τους και η κακή συνήθεια έγινε κακή έξι˙ γιατί τώρα να μη μάθω το εντελώς αντίθετο, ώστε και η καλή μάθησις να γίνη καλή συνήθεια και η καλή συνήθεια να γίνη καλή έξι; Αλά θα δοκιμάσω στην αρχή πικρότητα και δυσκολία; Ας δοκιμάσω˙ για να μπορώ μετά να δοκιμάσω και ευκολία και ηδονή. Γιατί όπως το δένδρο που ονομάζεται Λωτός (δηλαδή το ζαχαροκάλαμο) έχει τις πιο πικρές ρίζες από κάθε άλλο, ώστε η γλυκύτητά του υπήρξε άλλη Εχενηίς των πλοίων του Οδυσσέα και κράτησε αυτούς που έπλεαν στο Τυρρηνικό πέλαγος κοντά στη Λιβύη, όπως λέει ο Όμηρος˙ έτσι και οι πρώτες πράξεις και μαθήσεις των αρετών, οι οποίες γεννούν και την έξι τους, είναι πάρα πολύ πικρές και πολύ δύσκολες στην αίσθησι˙ αλλά οι πράξεις που γεννιούνται έπειτα από τις αποκτημένες έξεις των αρετών είναι γλυκύτατες και ευκολώτατες.
Και για να μιλήσω με συντομία, να, παρίστανται αόρατα άγγελοι από πάνω κρατώντας στα χέρια στεφάνια˙ να, που ο Χριστός κάθεται στεφανωτής και όσες φορές πρόκειται να νικήσης σε αυτόν τον πόλεμο και δεν αποδεχθής στις ηδονές των αισθητηρίων σου, τόσες φορές πρόκειται να στεφανωθής με αοράτους θριάμβους. Γιατί ο μέγας Βασίλειος λέει: «Οι κόποι γεννούν δόξα και οι κάματοι στεφάνους». Αλλά και αν νικηθής, (που μακάρι να μη γίνη!) μια και δυο φορές, μην καταπέσης εντελώς. Στάσου με γενναιότητα επικαλούμενος την βοήθεια του Θεού˙ αν κάνης έτσι, αμέσως θα έρθη η χάρις του Θεού για βοήθειά σου και δεν θα σε αφήση να νικηθής τελείως από τον εχθρό. Θέλεις να βεβαιωθής γι’ αυτό; Ακολούθησέ με να πάμε στα Σόδομα. Έφθασες; Να εδώ οι πέντε βασιλιάδες των Σοδόμων, για τους οποίους η θεία Γραφή αναφέρει (Γέν. κεφ. 14), ότι ήταν υποταγμένοι στον βασιλιά των Ασσυρίων που ονομαζόταν Χολοδογόμορ και στους τρεις βασιλιάδες που ήταν μαζί με αυτόν, για διάστημα δέκα χρόνων και του έδιναν φόρο˙ ύστερα όμως, τον δέκατο τρίτο χρόνο, αποστάτησαν και δεν θέλησαν να πληρώσουν τον συνηθισμένο φόρο στον Ασσύριο βασιλιά και τους άλλους που ήταν μαζί του˙ ωργίσθηκε πολύ με αυτό ο Χολοδογόμορ˙ συγκεντρώνει μεγάλη δύναμι και πολεμά τους πέντε βασιλείς˙ τον δέκατο τέταρτο χρόνο φάνηκε ότι τους νίκησε προς το παρόν και τους αιχμαλώτισε˙ αλλά τότε τί έγινε; Όταν άκουσε το γεγονός ο Αβραάμ, λόγω της αγάπης του προς τον ανεψιό του τον Λώτ, τρέχει, πηγαίνει, πολεμά, νικά και τους απελευθερώνει.

Υποσημειώσεις.
1. Αυτό βεβαιώνει και ο μέγας Μακάριος που είπε για τον Αδάμ: «Ο Αδάμ πλάσθηκε από τον Θεό καθαρός, για να τον διακονή… Αλλά ο πονηρός τον πλησίασε και του μίλησε και αυτός τον υποδέχθηκε πρώτα μέσω της ακοής˙ και έπειτα εισέβαλε σ’ αυτόν μέσω της καρδιάς και κατέλαβε όλη του την υπόστασι». (Ομιλ. ια’ κεφ. ε’).
2. Και με άλλο τρόπο παρομοιάζονται τα πάθη με τα μικρά σκουλήκια που βρίσκονται μέσα στον βούρκο και στο βάθος κάποιας λίμνης και τα οποία όσο δεν έχουν να φάνε μένουν ήσυχα και αδρανή˙ αν όμως τύχη και ρίξη κάποιος στη λίμνη λίγα ψίχουλα ψωμιού ή κάτι άλλο, αμέσως βλέπεις ότι κινούνται και ανεβαίνοντας από το βάθος τρέχουν προς την τροφή˙ με τον ίδιο τρόπο και τα πάθη, όταν δεν λαμβάνουν απ’ έξω, μέσω των αισθητηρίων, καμμιά τροφή και ηδονή, ησυχάζουν στο βάθος της καρδιάς και ηρεμούν˙ όταν όμως τύχη να εισέλθη μέσω των αισθητηρίων κάποια ηδονή και μάλιστα μέσω των οφθαλμών, αμέσως κινούνται από εκείνο το βάθος και τρέχουν προς την τροφή˙ και όχι μόνο αυτό, αλλά και κάθε πάθος αποτυπώνει την κίνησί του στην επιφάνεια του προσώπου και δίνει να το καταλάβουν και αυτοί που το βλέπουν. Για παράδειγμα, το πάθος του φόβου, αμέσως μόλις ανακινηθή στην καρδιά από κάποιο φοβερό θέαμα, χύνει κάποια ωχρότητα στο πρόσωπο˙ έτσι και το πάθος του μίσους, κάνει το πρόσωπο κατηφές στην παρουσία αυτού που μισεί έτσι και το πάθος της ντροπής κοκκινίζει το πρόσωπο και το πάθος του έρωτα αλλοιώνει την όψι στην θέα του ερωτευμένου προσώπου˙ και στη συνέχεια κάθε πάθος προξενεί την δική του αλλοίωσι.

Από το βιβλίο: Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο ή περί φυλακής των πέντε αισθήσεων, του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.

Εκδότης: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Αγίου Ορους. Μάιος 2013. Επιμέλεια: Ιερομόναχος Βενέδικτος (Αγιορείτης).

Η/Υ επιμέλεια: Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Θαυμαστά γεγονότα, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.