Τα Λειτουργικά αναγνώσματα της Παρασκευής της β. εβδομάδος των νηστειών.

Εις την Τριθέκτην

Προφητείας Ησαϊου το ανάγνωσμα
Ησαϊας Ζ. 1 – 14.

ΚΑΙ εγένετο εν ταις ημέραις Άχαζ του Ιωάθαμ, του υιού Οζίου βασιλέως Ιούδα, ανέβη Ρασείμ βασιλεύς Αράμ, και Φακεέ υιός Ρομελίου βασιλεύς Ισραήλ επι Ιερουσαλήμ πολεμήσαι αυτήν” και ουκ ηδυνήθησαν πολιορκήσαι αυτήν. Και ανηγγέλη εις τον οίκον Δαυίδ λέγων, συνεφώνησεν Αράμ προς τον Εφραίμ, και εξέστη η ψυχή αυτού και η ψυχή του λαού αυτού, όν τρόπον εν δρυμώ ξύλον υπό πνεύματος σαλευθή. Και είπε Κύριος προς Ησαϊαν, έξελθε εις συνάντησιν Άχαζ σύ και ο καταλειφθείς Ιασούβ, ο υιός σου, προς την κολυμβήθραν της άνω οδού του αγρού του κναφέως, και ερείς αυτώ, φυλάξαι του ησυχάσαι και μή φοβού, μηδέ η ψυχή σου ασθενείτω απο των δύο ξύλων των δαλών των καπνιζομένων τούτων’ όταν γάρ οργή του θυμού μου γένηται, πάλιν ιάσομαι. Και ο υιός του Αράμ και ο υιός του Ρομελίου, ότι εβουλεύσαντο βουλήν πονηράν περι σού λέγοντες” αναβησόμεθα εις την Ιουδαίαν και συλλαλήσαντες αυτοίς, αποστρέψομεν αυτούς προς ημάς και βασιλεύσομεν αυτοίς τον υιόν Ταβεήλ. Τάδε λέγει Κύριος σαβαώθ” ου μή μείνη η βουλή αύτη ουδέ έσται, αλλ’ η κεφαλή Αράμ Δαμασκός και η κεφαλή Δαμασκού Ρασείμ ~ αλλ’ έτι εξήκοντα και πέντε ετών εκλείψει η βασιλεία Εφραίμ απο λαού ~ και η κεφαλή Εφραίμ Σομόρων, και η κεφαλή Σομόρων υιός του Ρομελίου, και εάν μή πιστεύσητε, ουδέ μή συνιήτε. Και προσέθετο Κύριος λαλήσαι τω Άχαζ λέγων, αίτησαι σεαυτώ σημείον παρά Κυρίου Θεού σου εις βάθος ή εις ύψος. Και είπεν Άχαζ, ου μή αιτήσω ουδ’ ου μή πειράσω Κύριον. Και είπεν, ακούσατε δή, οίκος Δαυίδ, μή μικρόν υμίν αγώνα παρέχειν ανθρώποις? και πώς Κυρίω παρέχετε αγώνα? Δια τούτο δώσει Κύριος αυτός υμίν σημείον.

Απόδοση.

Τον καιρό που ο βασιλιάς του Ιούδα ήταν ο Άχαζ, ο γιος του Ιωάθαμ και εγγονός του Οζία, ξεκίνησαν με στρατό ο Ρασείμ, ο βασιλιάς των Αραμαίων, και ο Φακεέ, ο γιος του Ρομελία και βασιλιάς του Ισραήλ, να πολεμήσουν ενάντια στην Ιερουσαλήμ, αλλά δεν μπόρεσαν να την αναγκάσουν να παραδοθεί.
Έφτασε, λοιπόν, μήνυμα στον βασιλικό οίκο του Δαυίδ που έλεγε: «Οι Αραμαίοι συμμάχησαν με τους Εφραιμίτες». Και ταράχτηκε ο Άχαζ και ο λαός του, όπως ταρακουνιούνται τα δέντρα στο δάσος από τον άνεμο. Τότε είπε ο Κύριος στον Ησαΐα: «Πήγαινε να συναντήσεις τον Άχαζ, εσύ και ο γιος σου, ο Καταλειφθείς-Ιασούβ, κοντά στη δεξαμενή που βρίσκεται στον πάνω δρόμο του Αγρού του Λευκαντή. Και θα του πεις: ‘‘Διατήρησε την ψυχραιμία σου και μη φοβάσαι, ούτε να δειλιάσεις εξαιτίας αυτών των δύο δαυλών που καπνίζουν• γιατί όταν ο μεγάλος μου θυμός περάσει, πάλι θα σε αποκαταστήσω’’. Επειδή ο απόγονος του Αράμ και ο γιος του Ρομελία σκέφτηκαν πονηρά για σένα, και είπαν: ‘‘Θα εκστρατεύσουμε εναντίον της Ιουδαίας και, αφού συνομιλήσουμε μαζί τους, θα τους πάρουμε με το μέρος μας, και τότε θα τους επιβάλουμε για βασιλιά τον γιο του Ταβεήλ’’, ο Κύριος Σαβαώθ λέει τα εξής: ‘‘Δε θα ισχύσει η απόφαση αυτή ούτε θα πραγματοποιηθεί. Πρωτεύουσα των Αραμαίων είναι η Δαμασκός και ηγέτης της Δαμασκού ο Ρασείμ- αλλά μετά από εξήντα πέντε χρόνια ο λαός του Εφραίμ θα χάσει την κυριαρχία του. Πρωτεύουσα των Εφραιμιτών είναι η Σαμάρεια και ηγέτης της Σαμάρειας ο γιος του Ρομελία. Αλλ’ αν εσείς δεν πιστέψετε, δε θα κατανοήσετε».
Ο Κύριος έστειλε με τον Ησαΐα στον Άχαζ κι άλλο μήνυμα που έλεγε: «Ζήτησε για σένα ένα σημείο από τον Κύριο τον Θεό σου, είτε από τα βάθη της γης είτε από το ύψος του ουρανού».
Ο Άχαζ όμως απάντησε: «Δεν θα ζητήσω, και δεν πρόκειται να προκαλέσω τον Κύριο».
Τότε είπε ο Ησαΐας: «Ακούστε, λοιπόν, εσείς που ανήκετε στον βασιλικό οίκο του Δαυίδ: Δεν σας αρκεί που τα βάζετε με τους ανθρώπους; Θέλετε να τα βάλετε και με τον Κύριο; Γι’ αυτό ο ίδιος ο Κύριος θα σας δώσει ένα σημείο».

Εν τω Εσπερινώ

Γενέσεως το ανάγνωσμα
Γένεσις Ε. 32 – Σ. 8.

Και ήν Νώε ετών πεντακοσίων και εγέννησε τρείς υιούς, τον Σήμ, τον Χάμ, και τον Ιάφεθ.
ΚΑΙ εγένετο ηνίκα ήρξαντο οι άνθρωποι πολλοί γίνεσθαι επι της γής, και θυγατέρες εγεννήθησαν αυτοίς. Ιδόντες δέ οι υιοί του Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων ότι καλαί εισίν, έλαβον εαυτοίς γυναίκας απο πασών, ών εξελέξαντο. Και είπε Κύριος ο Θεός, ου μή καταμείνη το πνεύμά μου εν τοις ανθρώποις τούτοις εις τον αιώνα, δια το είναι αυτούς σάρκας” έσονται δέ αι ημέραι αυτών εκατόν είκοσιν έτη. Οι δέ γίγαντες ήσαν επι της γής εν ταις ημέραις εκείναις, και μετ’ εκείνο, ως άν εισεπορεύοντο οι υιοί του Θεού προς τας θυγατέρας των ανθρώπων, και εγεννώσαν εαυτοίς, εκείνοι ήσαν οι γίγαντες οι απ’ αιώνος, οι άνθρωποι οι ονομαστοί.
Ιδών δέ Κύριος ο Θεός, ότι επληθύνθησαν αι κακίαι των ανθρώπων επι της γής και πάς τις διανοείται εν τη καρδία αυτού επιμελώς επι τα πονηρά πάσας τας ημέρας, και ενεθυμήθη ο Θεός ότι εποίησε τον άνθρωπον επι της γής, και διενοήθη. Και είπεν ο Θεός, απαλείψω τον άνθρωπον, όν εποίησα απο προσώπου της γής, απο ανθρώπου έως κτήνους και απο ερπετών έως πετεινών του ουρανού, ότι μετεμελήθην ότι εποίησα αυτούς. Νώε δέ εύρε χάριν εναντίον Κυρίου του Θεού.

Απόδοση.

Ο Νώε ήταν πεντακοσίων ετών, όταν απέκτησε τρεις γιους• τον Σημ, τον Χαμ και τον Ιάφεθ.
Όταν οι άνθρωποι άρχισαν να γίνονται πολλοί στη γη, απέκτησαν και κόρες. Οι γιοι του Θεού είδαν ότι οι κόρες των ανθρώπων ήταν όμορφες και πήραν για γυναίκες τους εκείνες που διάλεξαν ανάμεσα σε όλες. Τότε ο Κύριος ο Θεός είπε: «Το πνεύμα μου δεν θα μείνει σ’ αυτούς τους ανθρώπους για πάντα, γιατί δεν είναι παρά σάρκες• θα ζουν, λοιπόν, μόνον εκατόν είκοσι χρόνια». Εκείνον τον καιρό υπήρχαν γίγαντες στη γη. Μετά, δηλαδή, από το παραπάνω γεγονός, κάθε φορά που οι γιοι του Θεού επισκέπτονταν τις κόρες των ανθρώπων, εκείνες αποκτούσαν παιδιά απ’ αυτούς. Εκείνοι ήταν οι αρχαίοι γίγαντες, οι άνθρωποι οι ξακουστοί.
Όταν ο Κύριος ο Θεός είδε ότι αυξήθηκαν οι αμαρτίες των ανθρώπων στη γη και ότι όλοι σκέφτονταν συνειδητά το κακό κάθε μέρα, λυπήθηκε κατάκαρδα που έπλασε τον άνθρωπο πάνω στη γη. Τότε ο Θεός είπε: «Θα εξαφανίσω από το πρόσωπο της γης τον άνθρωπο που έπλασα• τα πάντα, από τον άνθρωπο ως τα ζώα, από τα ερπετά ως τα πουλιά του ουρανού, γιατί μετάνιωσα που τα δημιούργησα». Ο Νώε όμως είχε την εύνοια του Κυρίου του Θεού.

Παροιμιών το ανάγνωσμα
Παροιμίαι Σ. 20 – Ζ. 1.

Υιέ, φύλασσε νόμους πατρός σου και μή απώση θεσμούς μητρός σου, άφαψαι δέ αυτούς επι σή ψυχή διαπαντός, και εγκλοίωσαι περι σώ τραχήλω. Ηνίκα άν περιπατής, επάγου αυτήν και μετά σού έστω, ως δ’ άν καθεύδης, φυλασσέτω σε, ίνα εγειρομένω συλλαλή σοι. Ότι λύχνος εντολή νόμου και φώς, οδός ζωής και έλεγχος και παιδεία του διαφυλάσσειν σέ απο γυναικός υπάνδρου και απο διαβολής γλώσσης αλλοτρίας. Μή σε νικήση κάλλους επιθυμία, μηδέ αγρευθής σοίς οφθαλμοίς, μηδέ συναρπασθής απο των αυτής βλεφάρων’ τιμή γάρ πόρνης όση και ενός άρτου, γυνή δέ ανδρών τιμίας ψυχάς αγρεύει. Αποδήσει τις πύρ εν κόλπω, τα δέ ιμάτια ου κατακαύσει? Ή περιπατήσει τις επ’ ανθράκων πυρός, τους δέ πόδας ου κατακαύσει? Ούτως ο εισελθών προς γυναίκα ύπανδρον, ουκ αθωωθήσεται, ουδέ πάς ο απτόμενος αυτής. Ου θαυμαστόν εάν αλώ τις κλέπτων’ κλέπτει γάρ ίνα εμπλήση την ψυχήν πεινών, εάν δέ αλώ, αποτίσει επταπλάσια και πάντα τα υπάρχοντα αυτού δούς ρύσεται εαυτόν. Ο δέ μοιχός δι’ ένδειαν φρενών, απώλειαν τη ψυχή αυτού περιποιείται” οδύνας τε και ατιμίας υποφέρει, το δέ όνειδος αυτού ουκ εξαλειφθήσεται εις τον αιώνα. Μεστός γάρ ζήλου θυμός ανδρός αυτής, ου φείσεται εν ημέρα κρίσεως. Ουκ ανταλλάξεται ουδενός λύτρου την έχθραν, ουδέ μή διαλυθή πολλών δώρων.
ΥΙΕ, φύλασσε εμούς λόγους, τας δέ εμάς εντολάς κρύψον παρά σεαυτώ. υιέ, τίμα τον Κύριον, και ισχύσεις, πλήν δέ αυτού μή φοβού άλλον.

Απόδοση.

Γιε μου, τις προσταγές φύλαγε του πατέρα σου
και μην περιφρονείς της μάνας σου τις προτροπές•
κράτα τες σφιχτά δεμένες μέσα σου για πάντα,
και τύλιξε τον τράχηλό σου ολόγυρα μ’ αυτές.
Όποτε κι αν βαδίζεις, έχε τες πάνω σου
κι ας είναι αυτές μαζί σου•
κι όταν κοιμάσαι, ας σε φρουρούν,
ώστε όταν σηκώνεσαι μαζί σου να συνομιλούν.
Γιατί η εντολή του νόμου είναι λυχνάρι και φως,
τρόπος ζωής και έλεγχος και διδαχή,
για να σε προφυλάσσει από γυναίκα παντρεμένη
κι από συκοφαντίες γλώσσας εχθρικής.
Ας μη σε καταβάλει η επιθυμία της ομορφιάς
ούτε να παγιδευτούν τα μάτια σου
ούτε τα βλέφαρά της να σε συναρπάσουν•
γιατί η πληρωμή της πόρνης είναι όση η αξία ενός ψωμιού,
ενώ η παντρεμένη σού παγιδεύει την ατίμητη ζωή.
Ποιος κρύβει στον κόρφο του φωτιά
κι όσα φοράει πάνω του δεν θα τα κάψει;
Ή ποιος θα περπατήσει πάνω σε πυρωμένα κάρβουνα
και δεν θα κάψει ολότελα τα πόδια του;
Έτσι κι αυτός που πήγε με γυναίκα παντρεμένη,
κι αυτός ακόμα που απλώς την άγγιξε: δεν θα μείνει ατιμώρητος.
Παράδοξο δεν είναι αν κάποιος συλληφθεί να κλέβει•
κλέβει για να χορτάσει την κοιλιά του, επειδή πεινάει•
αν όμως συλληφθεί, θα πληρώσει επταπλάσια
και θα χρειαστεί να δώσει όλα τα υπάρχοντα του,
για να ελευθερωθεί.
Ο μοιχός όμως, γιατί του λείπει το μυαλό,
τον εαυτό καταστρέφει,
θλίψεις περνάει κι ατιμώσεις
και η ντροπή του ποτέ δε θα σβηστεί.
Γιατί η ψυχή του άνδρα της είναι γεμάτη ζήλια•
δεν θα τον λυπηθεί τη μέρα της εκδίκησης,
και με κανένα λύτρο δεν θ’ ανταλλάξει το μίσος του,
ούτε αυτό θα εκλείψει με πολλά δώρα.
Γιε μου, φύλαγε τα λόγια μου,
και κρύψε μέσα σου τις εντολές μου.
Γιε μου, τίμα τον Κύριο και θ’ αποκτήσεις δύναμη•
έξω απ’ αυτόν μη σέβεσαι άλλον.

Επιμέλεια κειμένων, Νικολέτα – Γεωργία Παπαρδάκη.

Από το βιβλίο: Προφητολόγιο.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.