Από την αδικία, στη σωτηρία! «χαρά και ειρήνη πάντα νούν υπερέχουσα» – Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής.

Συνήθως, η ζωή αντιμετωπίζει την τραγικότητά της με το φάρμακο της λήθης. Επισκεπτόμαστε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο. Χιλιάδες κόσμος τρέχουν βιαστικά, λαίμαργα και ξεχασμένα. Χωρίς να το συνειδητοποιούμε, όλοι μας θέλουμε να ξεχαστούμε και να αναβάλουμε κάθε φιλοσοφική ενασχόληση. Για κάποιον λόγο φοβούμαστε μήπως, αντί για ανακούφιση, μας προκαλέσει θλίψη και απογοήτευση. Και επινοούμε συνέχεια τρόπους διαφυγής από την πραγματικότητα. Η μέριμνα για τα ψώνια σε κάνει να ξεχνάς. Το ίδιο οι σπουδές στα πανεπιστήμια, ο χρόνος στα κέντρα αναψυχής και διασκέδασης, οι χώροι εργασίας. Όλα αυτά βοηθούν να ξεχαστείς και να ξεγελαστείς. Στρέφουν αλλού τη σκέψη και το ενδιαφέρον σου. Και καλά κάνουν. Αλλιώς δεν αντέχεται η ζωή.

Υπάρχουν όμως άλλοι χώροι που σε υποχρεώνουν σε σκέψεις. Χώροι μυστηριώδεις, παράξενοι˙ αλλά πολύ διεισδυτικοί. Σε ένα αεροδρόμιο, για παράδειγμα, γίνονται αφίξεις και αναχωρήσεις πλήθους ανθρώπων με συμβατικότητα, γίνονται όμως χωρισμοί και συναντήσεις με πολύ βαθύ νόημα. Χωρισμοί που κρύβουν τον πόνο της αγωνίας και του αγνώστου ή συναντήσεις που εκφράζουν την ανείπωτη χαρά ενός ξανανταμώματος, μιας επιτυχίας ή μιας γνωριμίας. Εκεί έχεις χρόνο να περιμένεις. Έχεις τη δυνατότητα να συγκινηθείς, να ενθουσιαστείς, να πονέσεις, να σκεφτείς.
Μια επίσκεψη σε ένα αστεροσκοπείο, μία παρατήρηση με ένα τηλεσκόπιο, δεν μπορούν να σε αφήσουν ασυγκίνητο, δίχως παραγωγικές σκέψεις. Βλέπεις αυτό που ποτέ δεν είχες αντικρίσει. Το βλέπεις όπως ποτέ δεν μπόρεσες να φανταστείς. Καταλαβαίνεις τι θα πει μεγάλο και μακρινό. Πλησιάζεις έννοιες όπως το άπειρο ή το αιώνιο. Ταυτόχρονα, αισθάνεσαι αφάνταστα μικρός. Κοιτάς μακρυά και γνωρίζεις το μέσα σου˙ πολύ μέσα σου. Ίσως όσο ποτέ άλλοτε. Συγκρίνεσαι με το απέραντο, το άγνωστο, το σχεδόν αιώνιο. Νοιώθεις το τίποτά σου ψηλαφητό, τη θνητότητά σου δίπλα σου, τη μικρότητά σου πειστική και επίμονη. Θέλεις από κάπου να γαντζωθείς. Σκέπτεσαι και δεν τα καταφέρνεις. Προσπαθείς να ξεχάσεις και δεν μπορείς.

Αλλά και οι φυλακές είναι χώροι που αναμορφώνουν και αναπλάθουν τη λογική. Νέα παλληκάρια, φρέσκες κοπέλες, συνάνθρωποί μας, εικόνες του Θεού, αντί να κλέψουν τη ζωή, κλέβουν από τη ζωή τους, ληστεύουν τη ζωή που δεν τους ανήκει, μεταμορφώνονται σε πηγές εκδίκησης, σε επιστήμονες της διαστροφής, σε εκφραστές αφύσικης κακότητος και αλόγιστης σκληρότητος, σε μηχανές απάνθρωπων ενστίκτων και κληρονομούν εγκλεισμό, νοσηρή συμβίωση, κοινωνική απόρριψη, ποινή, βαρύ χαρακτηρισμό, χωρισμό, κατεστραμμένο μέλλον, εξαφάνιση ελπίδων, παντελή απαξίωση. Πώς είναι δυνατόν ο «βραχύ τι παρ’ αγγέλους ηλαττωμένος» άνθρωπος να ζει κάτω από τέτοιες συνθήκες; Πώς είναι δυνατόν, μαζί με το κηλίδωμα της αιώνιας προοπτικής του, να τσαλακώνεται και το επίγειο μέλλον του; Μπορεί ένας άνθρωπος να είναι μόνο λάθος παρελθόν; Βλέπεις σε μερικούς φυλακισμένους το βλέμμα τους και έχει τόσο πόνο, τόση απορία, τόση μετάνοια, τόση αλήθεια! Στο καρφί μιας στιγμής μπορεί να ξεσχιστεί μια ολόκληρη ζωή. Γιατί ο Θεός που μας λένε ότι δίνει σε όλους ευκαιρίες, επιτρέπει την αποτυχία, την ατυχία, την αδικία, μάλιστα όταν αυτές έχουν ισόβιες συνέπειες;

Η σκέψη κάνει και έναν σταθμό στα ψυχιατρεία ή σε ιδρύματα που φιλοξενούν άτομα με νοητική υστέρηση. Δεν αντέχεται αυτό το πράγμα. Πήγα προ καιρού και επισκέφθηκα ένα τέτοιο κέντρο. Με πλησίασε ένα παλληκάρι είκοσι πέντε χρόνων. Του άρεσαν τα γένεια μου, η επισκοπική ράβδος και το εγκόλπιο. Έκανε σαν μικρό παιδί. Στην αρχή προσπάθησε να με αγκαλιάσει, η σπαστικότητά του όμως τον υποχρέωσε εντελώς άκομψα να με χτυπήσει. Μου έριξε τα γυαλιά, με έσπρωξε άθελά του και έπεσε εντελώς βίαια επάνω μου. Βλέποντας την έκφραση του πόνου στο πρόσωπό μου, άρχισε να βγάζει άναρθρες κραυγές. Ο άνθρωπος αυτός δεν μπορούσε να εκφράσει την αγάπη του, δεν μπορούσε να χαρεί τη ζωή του, δυσκολεύεται να συνειδητοποιήσει τη χαρά και τη λύπη, να διακρίνει εμφανείς διαφορές. Κλεισμένος μέσα σε ένα ίδρυμα μαζί με άλλους, δεν αποφασίζει για τίποτα στη ζωή του. Το αυτεξούσιό του είναι συμπιεσμένο στο ελάχιστο. Πόσο άνθρωπος είναι αυτός; Πόσο ανήκει στον εαυτό του και πόσο ρυθμίζεται και διαμορφώνεται από εμάς, το περιβάλλον του; Κι αν είναι λίγο από αυτό που έχει δώσει ο Θεός στον κάθε άνθρωπο, γιατί τον δημιούργησε έτσι, ώστε ο ίδιος να μην εκφράζεται, οι συγγενείς του να υποφέρουν, το κοινό αίσθημα να πάσχει και η λογική να κομματιάζεται;…

Πατήστε εδώ για να «κατεβάσετε» ολόκληρο το σχετικό κείμενο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολήτου, σε rar μορφή:

Από την αδικία, στη σωτηρία! «χαρά και ειρήνη πάντα νούν υπερέχουσα» – Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής.

Παράβαλε και:
Παύλος Κούλης. Ένας πρωταθλητής του πόνου.
«Γιατί, Θεέ μου, εγώ;» ή «Γιατί, Θεέ μου, όχι εγώ;» Μια μαρτυρία-ιστορία για …δυνατή πίστη – Μιράντας Συμεωνίδου.
Ευχαριστώ τον Θεό που μου έδωσε αυτή τη δοκιμασία.
Η θαυμαστή ιστορία του Μάρκου.
«Κι εγώ μένω στα χέρια του Θεού τώρα, για πάντα.»

Κατηγορίες: Άρθρα, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.