Ομιλία περί εξομολογήσεως – Μακαριστού Ηλία Μηνιάτη.

….Και συ που συνηθίζεις να πηγαίνης στον πνευματικό, χωρίς καμμία προετοιμασία, παραμέρισε για λίγη ώρα, άφησε κάθε άλλη φροντίδα, περιμάζεψε τους σκορπισμένους σου λογισμούς, προσευχήσου για λίγο, παρακάλεσε τον Θεό ώστε να σε φωτίση να θυμηθής τις αμαρτίες σου. Εάν γνωρίζης ότι δεν θυμάσαι και καλά, γράψε τες σ’ ένα μικρό χαρτί. Λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος πως οι μοναχοί της εποχής του «πτυχίον μικρόν εν τη ζώνη κρεμάμενον είχον, εν ώ εσημείουν τους καθ’ εκάστην λογισμούς και τω προεστώτι εξήγγελλον».
Βάλε εμπρός στα μάτια σου τις δέκα εντολές του Θεού, και δες ποιαν παρέβεις. Βάλε τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, και σκέψου καλά σε ποια έπεσες. Εξέτασε καλά την συνείδησί σου, σε τι έφταιξες με τον νου, με τα λόγια, με τα έργα. Σε τι έσφαλες στον Θεό, στον πλησίον, στον εαυτό σου. Αν έχης έχθρα με κάποιον, συγχώρεσέ τον με όλη σου την ψυχή. Αν έχης ξένο πράγμα επίστρεψαί το. Αν έθιξες κάποιου την τιμή, διόρθωσαι το κακό που του έκαμες. Πόνεσαι, κατανύξου, αναστέναξε, κλάψε πικρά! Και πάνω απ’ όλα κατηγόρησε τον εαυτό σου. Κατάργησε τις προηγούμενες αμαρτίες. Αποφάσισε με σταθερή απόφασι να μη τις επαναλάβης άλλη φορά.
Με τέτοια διάθεσι και τέτοια προετοιμασία πήγαινε στον πνευματικό να εξομολογηθής, και να είσαι βέβαιος ότι θα λάβης την συγχώρησι, διότι «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην, ο Θεός ουκ εξουδενώσει».

Κοντολογής: Θέλεις να πας στον πνευματικό; Μη του προσφέρης λόγια και χρήματα, σαν τον Ιούδα. Προσκόμισέ του έργα και δάκρυα, όπως ο Πέτρος!
Όταν δε φθάσης επί τέλους στον πνευματικό, πρέπει οπωσδήποτε να φυλάξης επιμελώς δύο τινά: Να εξομολογηθής χωρίς ντροπή ή ενδοιασμούς και χωρίς προφάσεις.
Χωρίς ντροπή? διότι ξέρω καλά πως σ’ αυτόν τον κόσμο ζούμε όλοι με υποκρισία φαρισαϊκή. Άλλοι είμαστε και άλλοι θέλουμε να φαινώμαστε. Απ’ αυτό δημιουργείται η συστολή που έχουμε στην εξομολόγησι. Δηλαδή ντρεπόμαστε να φανερωθούμε ότι είμεθα αμαρτωλοί, καθ’ ην στιγμή στον κόσμο θέλουμε να περνούμε ως άγιοι.
Χωρίς προφάσεις: διότι γνωρίζω καλά πως στην εξομολόγησι φανερώνουμε μεν τα σφάλματά μας, αλλά τα μετασχηματίζουμε. Ομολογούμε ότι φταίξαμε άλλ’ αμέσως απολογούμεθα. Το δε χειρότερο είναι πως, για τα κακά που διεπράξαμε, ρίχνουμε την αφορμή στους άλλους. Οπότε, αντί να κατηγορήσουμε τον εαυτό μας, κατηγορούμε τους άλλους!
Και αυτό είναι το προπατορικό αμάρτημα. Έσφαλαν οι προπάτορες, ο Αδάμ και η Εύα. Παρέβησαν την θείαν εντολή και έφαγαν από το ξύλο της γνώσεως. Τους φωνάζει ο Θεός να δώσουν εξηγήσεις «Αδάμ πού εί; Εύα τί εποίησας;». Αχ! και αν ομολογούσαν με θάρρος το σφάλμα τους! Άχ! και να είχε πη ο Αδάμ: «ήμαρτον, Θεέ μου»! Αχ! και να είχε πη η Εύα: «ήμαρτον ποιητά μου»! Όμως δεν απάντησαν έτσι, επειδή τους εμπόδισεν η ντροπή και η πρόφασις. Τότε εκρύφθησαν και ο Αδάμ και η γυνή αυτού «από προσώπου Κυρίου του Θεού».
Επροφασίσθησαν και έρριξεν ο ένας στον άλλο το φταίξιμο. Απελογήθη ο Αδάμ: δεν ήμουν εγώ η αφορμή, η γυναίκα που μου έδωσες ήτο: «η γυνή, ήν δέδωκας μετ’ εμού, αυτή μοι έδωκε από του ξύλου και έφαγον». Εγώ, αποκρίθηκε από την άλλη πλευρά η Εύα, δεν έφταιξα. Με παρεπλάνησε το φίδι: «ο όφις ηπάτησέ με και έφαγον». Και ο Αδάμ και η Εύα εξωρίσθησαν – αλλοίμονο! – από τον Παράδεισο, παίρνοντας μαζί τους την θεία κατάρα!
Πηγαίνει, λοιπόν, να εξομολογηθή ένας Χριστιανός ή μία Χριστιανή και τους εξετάζει ο πνευματικός. Αδάμ πού εί; Εύα, τί εποίησας; Ντρέπονται, κρύβονται. Αλλά τα λένε μισά, άλλα τα αποσιωπούν εντελώς. Όμως, όποιος κρύβει τις αμαρτίες του, λέγει το Πνεύμα το Άγιον δια στόματος Σολομώντος, δεν πρόκειται να ωφεληθή σε τίποτε? «ο κρύπτων την εαυτού αμαρτίαν, ου χρησιμεύσει». Μα η αμαρτία, λέγει ο Μέγας Βασίλειος, είναι σαν την πληγή η οποία, αν δεν φανερωθή στα μάτια του γιατρού, σαπίζει και καταντά να γίνη ανίατος? «κακία σιωπηθείσα, νόσος ύπουλός εστίν εν τη ψυχή». Αδάμ πού εί; Εύα τί εποίησας; Αυτοί προφασίζονται προφάσεις εν αμαρτίαις. Είναι σκανδαλώδες και ντροπή να καταγράψουμε τι ακούμε στην εξομολόγησι, στα χρόνια που ζούμε, μάλιστα των γυναικών. Η μια κατηγορεί τον άνδρα της, η άλλη την πεθερά της, εκείνη την νύφη της, τούτη τον γιό της, άλλη την υπηρέτριά της. Έφταιξε, λέγει, ο όφις, ο διάβολος την επείραξε? «ο όφις ηπάτησέ με».
Τί μεγάλη υπομονή χρειάζεται ένας πνευματικός, ώστε να ακούη τα μωρολογήματα μιας γυναίκας, όταν εξομολογείται, η οποία λέγει όλα τα άσχετα, εκτός από τις αμαρτίες της! Μα όταν στην εξομολόγησι, ώ Εύα, ώ γυναίκα, όποια κι αν είσαι, εσύ κατηγορείς τους άλλους και δεν κατηγορείς τον εαυτό σου, αυτή πια δεν είναι εξομολόγησις, αυτή είναι κατάκρισις. Οπότε πας στον πνευματικό με μια αμαρτία και γυρίζεις με δύο. Πηγαίνεις αμαρτωλή και γυρίζεις αμαρτωλότερη.. .

Ομιλία περί εξομολογήσεως – Μακαριστού Ηλία Μηνιάτη.

Παράβαλε και:
Ομιλία περί μετανοίας – Μακαριστού Ηλία Μηνιάτη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.