Ο Μέγας Βασίλειος γράφει στον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο περί των Μοναχικών Κανόνων – Αρχιμ. Συμεών Κραγιόπουλου.

(Μέρος πρώτον)

Ο Μ. Βασίλειος είναι θεμελιωτής και οργανωτής του κοινοβιακού μοναχισμού. Οι κανόνες του, με τη μεταρρύθμιση που έκανε σ’ αυτούς ο Άγ. Θεόδωρος ο Στουδίτης, ισχύουν μέχρι σήμερα. Βέβαια ο Μ. Βασίλειος δεν ασχολήθηκε με το μοναχισμό κατά ερασιτεχνικό τρόπο. Ο ίδιος έγινε μοναχός και έζησε επί αρκετά χρόνια τον μοναχικό βίο. Ακόμα από την εποχή που σπούδαζε στην Αθήνα, σχεδίαζε μαζί με το φίλο του Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο να αποσυρθεί στην έρημο μετά τις σπουδές του. Αργότερα θα θεωρήσει σαν απώλεια χρόνου όλο τον καιρό που διέθεσε για τις σπουδές.

Γράφει σε μια επιστολή του προς τον Ευστάθιο Σεβαστείας: «Εγώ δαπάνησα πολύν χρόνο στην ματαιότητα και αφάνισα όλη σχεδόν τη νέοτητά μου στην ματαιοπονία, στην οποίαν υποβλήθηκα ασχολούμενος με την πρόσληψη των διδαγμάτων της υπό του Θεού μωρανθείσης σοφίας. Όταν δε κάποτε σαν να σηκώθηκα από βαθύ ύπνο, κοίταξα μεν προς το θαυμαστό φως της αληθείας του Ευαγγελίου, είδα δε το άχρηστο της σοφίας των αρχόντων του αιώνος τούτου των καταργουμένων, θρήνησα για την ελεεινή μου ζωή και ευχήθηκα να μου προσφερθεί χειραγωγία, για να εισαχθώ στα δόγματα της ευσεβείας. Και πριν από όλα φρόντισα να διορθώσω κάπως το ήθος μου, το οποίον είχε διαστραφεί, από την συναναστροφή μου με τους φαύλους.

Αφού διάβασα λοιπόν το Ευαγγέλιο και συνάντησα εκεί τη διδασκαλία ότι η σπουδαιότερη προϋπόθεση για την τελείωση είναι η πώληση των υπαρχόντων και διάθεσή τους στους πτωχούς αδελφούς και γενικά η αμεριμνησία για τον παρόντα βίον και η έλλειψη συμπαθείας της ψυχής προς τα πράγματα του κόσμου τούτου, προσευχόμουν να βρω κάποιον από τους αδελφούς, ο οποίος να είχε εκλέξει αυτήν την οδόν τις ζωής, ώστε να διαπεράσω μαζί με αυτόν την σύντομη αυτή τρικυμία του βίου».

Και επειδή ο φίλος του Γρηγόριος, παρά τη συμφωνία που είχαν, δεν τον ακολούθησε στην έρημο, αυτός μόνος, αφού μοίρασε στους πτωχούς το μεγαλύτερο μέρος τις περιουσίας του, έφυγε το 360 στον Πόντο, στο πατρικό κτήμα όπου ασκήτευαν η αδελφή του και η μητέρα του, στον Ίρι ποταμό. Εκεί είχαν δημιουργηθεί δύο μικρές μοναστικές αδελφότητες, μία γυναικεία και μία ανδρική. Ο φίλος του Γρηγόριος ζήτησε να πληροφορηθεί πώς διάγουν εκεί στην έρημο, και ο Μ. Βασίλειος του απάντησε με την επιστολή που φέρει τον αριθμό 2. Η επιστολή αυτή, μπορούμε να πούμε, περιέχει τους πρώτους μοναχικούς κανόνες του Αγίου. Γι’ αυτό και θεωρούμε σκόπιμο να είναι ένα από τα κείμενα που θα παρουσιάσουμε.

Στην αρχή, ο Μ. Βασίλειος, από ταπεινοφροσύνη, λέγει ότι ντρέπεται να γράψει τι κάνει στην έρημο, γιατί άφησε μεν τον κόσμο, αλλά όχι και τον εαυτό του. Γράφει χαρακτηριστικά: «Εγώ ά μεν ποιώ αυτός επί της εσχατιάς ταύτης, νυκτός και ημέρας, γράφειν αισχύνομαι. Κατέλιπον μεν γαρ τας εν άστει διατριβάς, ως μυρίων κακών αφορμάς, εμαυτόν δε ούπω απολιπείν ηδυνήθην». Ωστόσο στη συνέχεια τονίζει ότι ο σκοπός τους είναι να ακολουθήσουν τα ίχνη του Χριστού, που έδειξε το δρόμο της σωτηρίας με το να πει: «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Ματθ. 16,24). Για το λόγο αυτό ο ίδιος και η συνοδεία του προσπαθούν να εφαρμόσουν όλα εκείνα που θα τους καταστήσουν ικανούς να ακολουθήσουν το Χριστό. Και αυτά είναι:

1) Ο νους πρέπει να κρατείται στην κατάσταση της ησυχίας. Όπως το μάτι, για να δει καθαρά εμπρός, δεν επιτρέπεται να περιφέρεται εδώ και εκεί, έτσι και ο νους, όταν περισπάται από μύριες κοσμικές φροντίδες είναι ανίκανος να ατενίσει την αλήθεια. Όλες αυτές οι φροντίδες μπορούν να αποφευχθούν, μόνο με την αναχώρηση από τον κόσμο. Και αναχώρηση από τον κόσμο δεν σημαίνει απλώς σωματική μετακίνηση απ’ αυτόν, αλλά απόσπαση της ψυχής από τη συμπάθεια προς το σώμα, τόσο ώστε να γίνει κανείς άπολις, άοικος, άφιλος, ακτήμων, χωρίς προσωπική περιουσία, χωρίς μέσα συντηρήσεως, αμαθής κατά τα ανθρώπινα διδάγματα, έτοιμος να δεχθεί στην καρδιά του τη θεία διδασκαλία. Και ετοιμασία της καρδίας είναι η απομάθηση των πονηρών διδαγμάτων.

Γιατί ούτε στην κηρόπλακα είναι δυνατόν να γράψει κανείς, αν δεν ισοπεδώσει τα γράμματα που είναι από πιο μπροστά γραμμένα σ’ αυτή, ούτε στη ψυχή είναι δυνατό να εναποθέσει κανείς τα θεία δόγματα, αν δεν βγάλει απ’ αυτή τις από τη συνήθεια προλήψεις της. Για το σκοπό αυτό, η ερημία ωφελεί πολύ, γιατί κατευνάζει τα πάθη και δίνει στο λογικό την ευχέρεια να τα ξεριζώσει εντελώς απ’ τη ψυχή. Γιατί όπως τα θηρία είναι ευκατάβλητα όταν ημερωθούν, έτσι και οι επιθυμίες, οι οργές και οι λύπες, τα ιοβόλα κακά της ψυχής, όταν με την ησυχία κατευνασθούν και παύσουν να εξαγριώνονται με τον συνεχή ερεθισμό, γίνονται ευκαταγώνιστα με τη δύναμη της λογικής. Επομένως ο τόπος πρέπει να είναι ακριβώς σαν τον δικό μας εδώ, λέγει ο Μ. Βασίλειος, απαλλαγμένος από την επικοινωνία με ανθρώπους, ώστε η συνοχή της ασκήσεως να μη διακόπτεται από κανένα εξωτερικό περισπασμό.

Η πνευματική αυτή άσκηση, συνεχίζει ο Μ. Βασίλειος, τρέφει τη ψυχή με θεία διανοήματα. Γιατί τι είναι μακαριότερο από το να μιμείται κανείς στη γη τους αγγέλους; Αμέσως με την αυγή να ορμά σε προσευχή, για να υμνήσει τον Κτίστη με ύμνους και ωδές; Ακόμα και τις εργασίες της ημέρας να τις αρτύει με ύμνους, σαν με άλας; Γιατί οι παρηγοριές των ύμνων δημιουργούν στη ψυχή κατάσταση χαράς και όχι λύπης.

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Πεμπτουσία.gr, 1 Ιανουαρίου 2014.

(Μέρος δεύτερον)

Η ησυχία λοιπόν, προσθέτει ο Άγιος, είναι αρχή της καθάρσεως της ψυχής. Γιατί εκεί ούτε η γλώσσα συζητάει τις ανθρώπινες υποθέσεις, ούτε τα μάτια κοιτάζουν ό,τι δεν πρέπει, ούτε η ακοή προσελκύει τη ψυχή σε ανεπίτρεπτα ακούσματα. Έτσι ο νους, όταν δεν διασκορπίζεται προς τα έξω και δεν διαχέεται με τις αισθήσεις προς τον κόσμο, επιστρέφει στον εαυτό του και από τον εαυτό του ανεβαίνει στην έννοια του Θεού. Καθώς δε περιαυγάζεται και φωτίζεται από εκείνο το κάλλος, λησμονεί και τη δική του φύση.

Ας σημειωθεί εδώ ότι οι νηπτικοί Πατέρες, μεταξύ των οποίων ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, πολύ χρησιμοποιούν το τελευταίο αυτό χωρίο του Μ. Βασιλείου προκειμένου να θεμελιώσουν και να ερμηνεύσουν την κυκλική μέθοδο της νοεράς προσευχής.

2) Μετά από τα περί αναχωρήσεως και ησυχίας, ο Μ. Βασίλειος συνεχίζοντας προσθέτει ότι χρειάζεται και η μελέτη των θεόπνευστων Γραφών. Γιατί σ’ αυτές περιέχονται και οι εντολές για το τί πρέπει να κάνουμε και οι βίοι των μακαρίων ανδρών, που μας παραδίδονται με γραπτό τρόπο, σαν έμψυχες εικόνες της κατά Θεόν διαγωγής για να μιμούμαστε τα αγαθά έργα τους. Έτσι λοιπόν κάθε άνθρωπος σ’ ό,τι αισθάνεται τον εαυτό του ελλιπή, ευρίσκει, με τη μίμηση κάποιου παραδείγματος από την Αγ. Γραφή, το φάρμακο που ταιριάζει στην αρρώστια του. Μπορεί να μιμηθεί άλλος τον Ιωσήφ για τη σωφροσύνη, άλλος τον Ιώβ για την υπομονή, άλλος το Μωϋσή για την πραότητα και άλλος τον Δαυίδ για την ανδρεία και πραότητα μαζί.

3) Την ανάγνωση τη διαδέχονται οι προσευχές, με τις οποίες η ψυχή κινείται από πόθο προς το Θεό. Καλή προσευχή είναι εκείνη που εμφυτεύει στη ψυχή καθαρή την έννοια του Θεού. Ενοίκηση του Θεού είναι το να έχει κανείς το Θεό μέσα του, με τη μνήμη. Τότε γινόμαστε ναοί του Θεού, όταν η συνοχή της μνήμης δεν διακόπτεται από γήινες φροντίδες και ο νους δεν διαταράσσεται από απροσδόκητα πάθη. Ο φιλόθεος αναχωρεί στο Θεό, αποφεύγοντας όλα εκείνα που παρακινούν στην κακία, και ενδιατρίβει σ’ όλα εκείνα που οδηγούν στην αρετή.

4) Και πρώτα απ’ όλα, συμπληρώνει τώρα πιο πρακτικά ο Μ. Βασίλειος, σωστό είναι να φροντίζει κανείς να μη φέρεται με αμάθεια στις συζητήσεις, αλλά να ερωτά χωρίς εριστικότητα και να απαντά χωρίς υπεροψία, να μη διακόπτει τον συνομιλητή του, ούτε να επιθυμεί να παρεμβάλλει επιδεικτικά το δικό του λόγο. Να μαθαίνει χωρίς ντροπή και να διδάσκει χωρίς φθόνο. Τόνος της φωνής να προτιμάται ο μέτριος. Να εξωτερικεύει δε το λόγο, αφού πρώτα εξετάσει μέσα του τι πρόκειται να πει. Να είναι ευπροσήγορος στις συζητήσεις και γλυκύς στις ομιλίες. Να αποβάλλει την τραχύτητα πάντοτε, ακόμα και όταν είναι απαραίτητο να επιτιμήσει. Γιατί, αν πρώτα δείξει μετριοφροσύνη και ταπεινοφροσύνη, θα γίνει ευπρόσδεκτος απ’ αυτόν που έχει ανάγκη θεραπείας. Πολλές φορές, προκειμένου να επιπλήξουμε, μας είναι χρήσιμος ο τρόπος με τον οποίο ενήργησε ο προφήτης στην περίπτωση του Δαυίδ, όταν αμάρτησε.

5) Στο ταπεινό φρόνημα ακολουθεί βλέμμα θλιμμένο και χαμηλωμένο, εμφάνιση ατημέλητη, κόμη απεριποίητη, ενδυμασία ακάθαρτη. Χιτώνας σφιγμένος με ζώνη στο σώμα. Και το βάδισμα να μην είναι νωθρό, σαν να μαρτυρεί παράλυση της ψυχής, ούτε ζωηρό και πομπώδες, ώστε να δείχνει ισχυρές τις ορμές της. Ο προορισμός του ενδύματος είναι να καλύπτει το σώμα, χειμώνα και θέρος. Να μην είναι δε ούτε λαμπρό, ούτε λεπτό, ούτε μαλακό.

6) Όπως στην ενδυμασία αρμόζει να επιδιώκει κανείς το αναγκαίο, έτσι και στην τροφή. Ψωμί, νερό και φυτικά προϊόντα είναι αρκετά για έναν υγιή άνθρωπο. Αλλά, τονίζει ο Μ. Βασίλειος, προ και μετά το γεύμα να γίνονται κατάλληλες προσευχές στο Θεό που δίνει τα υλικά αγαθά. Να είναι δε μία καθορισμένη ώρα για το γεύμα, η ίδια κάθε ημέρα. Έτσι ώστε από τις εικοσιτέσσερις ώρες μόνο αυτή να αφιερώνεται στο σώμα. Οι άλλες να είναι αφιερωμένες στις ενέργειες του νου.

7) Τελειώνοντας ο Άγιος ομιλεί και για τον ύπνο. Αυτός πρέπει να είναι σύμμετρος με την τροφή. Είναι δε καλό να διακόπτεται σκόπιμα για τη μελέτη των μεγάλων προβλημάτων. Η παράδοση στο βαρύ ύπνο οδηγεί σε πνευματικό θάνατο. Οι ασκητές εγείρονται το μεσονύκτιο, οπότε η νυκτερινή ησυχία χαρίζει στην ψυχή άνεση, γιατί τότε ούτε τα μάτια ούτε τα αυτιά μεταδίνουν στην καρδιά βλαβερά ακροάματα και θεάματα, αλλά ο νους μόνος του επικοινωνεί με το Θεό.

Αυτό είναι περίπου το περιεχόμενο της επιστολής του Μ. Βασιλείου και αναφέρεται, όπως είδαμε, στην αναχώρηση και ησυχία, στη μελέτη των Γραφών, στην προσευχή, στις πνευματικές συζητήσεις, στη λιτότητα των ενδυμάτων και της τροφής και στη συντομία του ύπνου για την τελείωση του ανθρώπου.

(«Βασιλειάς», Εόρτιος τόμος επί  τη συμπληρώσει 1600 ετών από του θανάτου του Μ. Βασιλείου, εκδ. Ι. Μ. Θεσσαλονίκης, σ. 155-159)

Η/Υ ΠΗΓΗ:
Πεμπτουσία.gr: 2 Ιανουαρίου 2014.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Άρθρα, Ιστορικά, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.