Mors in tebula – Hans Killians.

Mors in tabula. Ο Θάνατος του αρρώστου πάνω στο χειρουργικό τραπέζι, είναι ο φόβος των χειρουργών. Ποτέ δεν νιώθουμε περισσότερο πόσο αμφίβολη είναι η αξία της ιατρικής τέχνης, από τις στιγμές που ο μεγάλος Κύριος της ζωής και του θανάτου ξεπροβάλλει από πίσω μας, μέσα από την σκιά, σηκώνει το χέρι, στάματα τις δραστήριες προσπάθειές μας, και καλεί τον άρρωστο που βρίσκεται μέσα στα χέρια μας, σ’ εκείνο το Βασίλειο, από όπου κανείς δεν ξαναγυρίζει πια.
Κάποιο βράδυ, ύστερα από μια διάλεξι σε μια μεγάλη πόλι της Δυτικής Γερμανίας, με πλησίασαν δυό νεαροί γιατροί. Μου συστήθηκαν σαν παλαιοί ακροαταί των παραδόσεών μου, και μου φανέρωσαν γελώντας, ότι αυτοί ήταν εκείνοι που μου είχαν κάποτε εκφράσει κατά έναν περίεργον τρόπον τον θαυμασμό τους : Ύστερα από μια εγχείρησι ενώπιον όλων των φοιτητών, κατά την οποίαν είχα αφαιρέσει έναν όγκο του νεφρού, μεγέθους κεφαλής εμβρύου, είχαν βάλει στα κρυφά μιαν ολόκληρη δάφνη με τη γλάστρα της στο μικρό μου κόκκινο αυτοκινητάκι.
Θυμήθηκα πράγματι το γεγονός εκείνο και ακόμη μέσα στην ανάμνησί μου ένιωσα εκείνη την πικρή γεύσι που μου είχε αφήσει τότε αύτη η πομπώδης εκδήλωσις των φοιτητών μου.
Το Σάββατο άρχισε στην κλινική, όπως πάντα, με το μάθημα μετά επιδείξεως ασθενών. Ο καθηγητής θα εγχείριζε ο ίδιος δυό ολόκληρες ώρες, μπροστά στους φοιτητάς μερικές ιδιαίτερα εντυπωσιακές περιπτώσεις. Συγκατελέγετο μεταξύ των χειρουργών της παλαιάς σχολής, που δεν εφοβούντο να κάνουν κοινωνούς τους φοιτητάς τους των δραματικών γεγονότων που περικλείει μια εγχείρησις. Χρειαζόταν βέβαια γι’ αυτό αρκετό θάρρος. Γιατί ο άνθρωπος που στεκόταν δίπλα στο χειρουργικό τραπέζι, έπρεπε να εγγυηθή για την ορθότητα της διαγνώσεως, που είχε τεθή προηγουμένως, ενώ εκατοντάδες από προσεκτικά νεανικά μάτια παρακολουθούν άγρυπνα κάθε μια του κίνησι και καταγράφουν κάθε ατύχημα, κάθε δυσκολία, κάθε αργοπορία, κάθε λάθος.
Θεωρώ ακόμη και τώρα ως υποδειγματική την άμεση παρακολούθησι μιας εγχειρήσεως από τους φοιτητάς, αν και τα χειρουργικά φιλμς εν τω μεταξύ έχουν επιφέρει αρκετές αλλαγές. Βέβαια, η επίδειξις μιας κινηματογραφημένης εγχειρήσεως έχει τα μεγάλα πλεονεκτήματα της : μπορεί κανείς με φωτογραφίες εκ του πλησίον να κάμη πιο καθαρές μερικές φάσεις της εγχειρήσεως, αλλά μπορεί και να κόψη τα μέρη όπου γίνονται λανθασμένοι χειρισμοί ή παρεμβάλλονται απρόβλεπτα ενδιάμεσα γεγονότα. απ’ αυτό προέρχεται η εντύπωσις μιας τελειότητος, που εκείνη την ώρα καταπλήσσει βέβαια τον αρχάριο, όμως αργότερα, όταν ο ίδιος βρεθή μπροστά στο χειρουργικό τραπέζι και δη ότι εκτίθεται σε απρόβλεπτες συμπτώσεις κατά την διάρκεια της εγχειρήσεως, μπορεί να τον φέρη σε δύσκολη θέσι. Στην χειρουργική σχολή από όπου προήλθα εγώ, επέμεναν στην βασική ιδέα ότι: ο διδάσκων οφείλει να εμφανίζεται εμπρός στους φοιτητάς του και να χειρουργή. Αυτό θα παρείχε το βίωμα της εγχειρήσεως. Αυτήν την βασική αντίληψι αντιπροσώπευε και ο καθηγητής μου.
Για μια τέτοια εγχείρησι επίδειξι στην παράδοσι η σε ένα συνέδριο είναι αναγκαία μια φροντισμένη οργάνωσις. Το δύσκολο είναι να καθορίση κανείς τα χρονικά όρια της εγχειρήσεως από πριν. Γιατί κανείς δεν μπορεί να καθορίση ακριβώς από πριν την διάρκεια μιας εγχειρήσεως. Φυσικά υπάρχουν ωρισμένοι κανόνες για κάθε εγχείρησι, αλλά μπορούν πάντοτε να παρουσιαστούν απρόοπτα.
Όταν τελειώσουν τα προκαταρκτικά της αναπτύξεως του θέματος, τότε ξετυλίγονται επάνω στην σκηνή της χειρουργικής αιθούσης τα γεγονότα, σύμφωνα με ένα καθορισμένο τυπικό. Κάθε φορά είναι το ίδιο θέαμα, αλλά αν και πολύ γνωστό, νιώθεις κάθε φορά να σε απορροφά το αισθητικό θέλγητρο της σκηνής.
Στην αρένα, κάτω από το εκτυφλωτικό φως των προβολέων, στέκεται ο καθηγητής, περιστοιχιζόμενος από το επιτελείο των πιο στενών του συνεργατών. Όλοι φορούν λευκές μπλούζες. Γενικά ολόκληρη η πελώρια αίθουσα λάμπει σ’ ένα εκτυφλωτικό άσπρο. Είναι η «αποστειρωμένη ατμόσφαιρα της χειρουργικής», που περιβάλλει τους νεαρούς ακροατάς και δεν υπάρχει σχεδόν κανένας που να ξεφεύγη από την επίδρασι αυτής της εντυπώσεως. Οι φοιτηταί κάθονται στα καθίσματα τους, στριμωγμένοι ο ένας κοντά στον άλλον, σχηματίζοντας ημικύκλιο μέχρι την κορυφή του αμφιθεάτρου, ακριβώς αντίκρυ από το χειρουργικό τραπέζι.
Κατόπιν φέρνουν μέσα τον ασθενή. Ο καθηγητής του παρουσιάζει, εξηγεί την περίπτωσι και περιγράφει την εγχείρησι που θα επακολούθηση. Αυτό γίνεται με μια σχετική άνεσι. Ο καθηγητής πλένεται, ενώ μιλά προς τους ακροατάς του που ακούνε με έντασι. Στο μεταξύ, παίρνουν πάλι έξω τον άρρωστο και του προετοιμάζουν στην προπαρασκευαστική αίθουσα που είναι δίπλα στο αμφιθέατρο.
Ο καθηγητής διδάσκει ακόμη, όταν τα λευκά θυρόφυλλα ανοίγουν και φέρνουν για δεύτερη φορά τον ασθενή μέσα. Τώρα είναι ξαπλωμένος στο χειρουργικό τραπέζι, είναι ναρκωμένος και το σώμα του έχει σκεπαστή με λευκά πανιά.
Μια πομπή αδελφών και βοηθών με λευκές μπλούζες, λαστιχένια παπούτσια, λαστιχένιες ποδιές, λαστιχένια γάντια αποτελούν την συνοδεία του ναρκωμένου άρρωστου.
Κατόπιν ακολουθούν τα τραπέζια με τα εργαλεία, τα τολύπια, τις γάζες και το υλικό ραφής. Τοποθετούνται έτσι, ώστε ο καθηγητής θα χρειαστή μόνον να πλησίαση για να αρχίση την εγχείρησι. Το δυνατό φως των χειρουργικών προβολέων στρέφεται στο μικρό ελεύθερο εγχειρητικό πεδίο. Βοηθοί και αδελφές παραμερίζουν για να μπορούν οι φοιτηταί από τα καθίσματα του αμφιθεάτρου να βλέπουν ελεύθερα το εγχειρητικό πεδίο.
Και το πρωί εκείνου του Σαββάτου είχε για μένα η κλινική μας την συνηθισμένη εικόνα μιας «μεγάλης ημέρας εγχειρήσεων». Ο καθηγητής είχε ορίσει για πρώτη μιαν εγχείρησι στομάχου. Η αιτία των πόνων, από τους οποίους ο ασθενής προ πολλού καιρού υπέφερε, δεν ήταν σαφής, και μόνον αφού ανοίχτηκε η κοιλιακή χώρα στη μέση γραμμή, ανεκάλυψαν έναν άβαθη εκτεταμένο καρκίνο στην περιοχή της εξόδου του στομάχου. Αυτό πράγματι δεν το είχε κανείς υπολογίσει. Επειδή, ούτε οι ακτινογραφίες ούτε και οι χημικές εξετάσεις είχαν δώσει ακριβή σημεία αυτής της καταστάσεως.
Ο καρκίνος έπρεπε εξάπαντος να αφαιρεθή ριζικά, μια επέμβασις, που το συντομώτερο διαρκεί μιάμιση ώρα. Έτσι όμως ανατρεπόταν ολόκληρο το πρόγραμμα μας, έφ’ όσον η δεύτερη εγχείρησις, που βρισκόταν δίπλα, ήταν η αφαίρεσις ενός υπερνεφρώματος, ενός μεγάλου κακοήθους όγκου του νεφρού, που θα χρειαζόταν και αυτή αρκετή ώρα.
Η χειρουργική των νεφρών ήταν η ιδιαίτερη συμπάθεια του καθηγητού. Είχε κρατήσει ο ίδιος αυτή την εγχείρησι και την είχε διαλέξει για τις παραδόσεις. Ο ασθενής ήταν μερικές ημέρες στην κλινική μας και ο καθηγητής είχε από το προηγούμενο μάθημα μιλήσει στους φοιτητάς του επί της εικόνος της νόσου και για τα διάφορα αποτελέσματα των εξετάσεων. Είχε επιδείξει και τις ακτινογραφίες. Γιατί μπορούμε να κάνουμε ορατά την πύελο και τους κάλυκας των νεφρών με μια σκιερά ουσία που δεν διαπεράται από τις ακτίνες και έτσι μπορούμε να καταλάβουμε πολλές νοσηρές αλλοιώσεις.
Τώρα λοιπόν οι φοιτηταί έπρεπε να παρακολουθήσουν και την αφαίρεσι του όγκου. Αλλά για τις παραδόσεις στην αίθουσα των εγχειρήσεων διετίθεντο μόνον δυό ώρες και με τις απρόβλεπτες περιπλοκές, στην πρώτη περίπτωσι, ο καθηγητής δεν προλάβαινε. Σύντομα απεφάσισε : «Το υπερνέφρωμα θα το χειρουργήση ο επιμελητής». Και αυτός ο επιμελητής ήμουν εγώ.
Είπε να με φωνάξουν. Από την αίθουσα της προπαρασκευής μπήκα στο κατάμεστο αμφιθέατρο και με υποδέχτηκαν οι φοιτηταί με χαρούμενα αλλά πνιγμένα ποδοκροτήματα, διότι τέτοιου είδους εκδηλώσεις αισθημάτων των ακροατών, είναι απηγορευμένες στο χειρουργείο για να μην σηκώνεται σκόνη.
Ο καθηγητής με ρώτησε αμέσως:
—Θα θέλατε σε ένα δεύτερο τραπέζι να εγχειρήσετε τον όγκο του νεφρού ; Δεν μπορώ να τελειώσω σύντομα από την περίπτωσί μου!
Συγκατένευσα όπως ήταν αυτονόητο με χαρά. Εξαφανίστηκα αμέσως, πλύθηκα και είπα να ετοιμάσουν τον άρρωστο για την εγχείρησι. Ύστερα από είκοσι λεπτών προετοιμασία, τον ωδηγούσαν βαθιά ναρκωμένο και με μια ικανοποιητική χαλάρωσι, στο αμφιθέατρο.
Ο καθηγητής μετακινήθηκε κάπως προς το πλάι με την ομάδα του. Εμείς πήραμε θέσι δίπλα του. Έρριξα ένα τελευταίο εξεταστικό βλέμμα στο χειρουργικό πεδίο, στην δεξιά πλευρά του ασθενούς, που ήταν ξαπλωμένος προς τα αριστερά με μια ελαφρά κάμψι. Ψηλάφησα άλλη μια φορά τον μεγάλο και σκληρό όγκο, που γέμιζε ολόκληρο το χώρο μεταξύ της δωδέκατης πλευράς και της λεκάνης.
Κατόπιν πήρα πια το μαχαίρι και το έσυρα σαν αστραπή από το πλάϊ προς τα κάτω, μεταξύ των κατωτέρων πλευρών και της λεκάνης. Το κοφτερό νυστέρι χώρισε σε μήκος σχεδόν είκοσι εκατοστών το δέρμα, ξεχώρισε το λίπος και τους συνδετικούς ιστούς από κάτω και πέρασε μέσα από τις τρεις μυϊκές στοιβάδες.
Έγινε ορατή κιόλας η θέσις που βρισκόταν ο νεφρός μέσα από ένα μικρό άνοιγμα. Από μερικά αγγεία των μυών έτρεξε αίμα. Τα έπιασα με λαβίδες και τα έδεσα γρήγορα. Τώρα ο δρόμος ήταν ελεύθερος. Μπορούσα να διευρύνω αρκετά το μικρό άνοιγμα στο βάθος χωρίς να πληγώσω το περιτόναιο, να βάλω τα μεγάλα στρογγυλά άγκιστρα και να ευρύνω το εγχειρητικό πεδίο. Έτσι έφτασα κιόλας στον πελώριο όγκο. Ήταν ένας φρικτός όγκος, ηβώδης, πολύ σκληρός, προσκολλημένος σαν καρκίνος επί του φλοιού του νεφρού. Είχε άσχημη όψι.
Νεκρική σιγή στην μεγάλη αίθουσα. Όλοι κύτταζαν έντονα το τραύμα και τον πελώριο όγκο.
Από πίσω μπορούσε το χέρι να ανασηκώση πολύ καλά τον όγκο από το μυϊκό υπόστρωμα. Αλλά το ξεκόλλημά του από εμπρός, από το περιτόναιο, και κυρίως από επάνω, από την περιοχή των επινεφριδίων, κάτω από το διάφραγμα, φαινόταν δύσκολο και επικίνδυνο. Με τα χέρια μόλις μπορούσε κανείς να πιάση το πίσω μέρος αυτού του πελώριου πράγματος. Έφραζε το δρόμο, εάν μπορή κανείς να πη κάτι τέτοιο.
Σιγά και προσεκτικά έπρεπε να απελευθερώσω πολυάριθμες ισχυρές συμφύσεις. Έπρεπε διαρκώς να δένω αιμορραγούντα αγγεία. Αυτό κράτησε ίσως δέκα λεπτά. Έπειτα μπορούσα να βλέπω ελεύθερα τον μίσχο του νεφρού. Αυτό ήταν ένα μεγάλο κέρδος, γιατί σ’ αυτήν την θέσι εκβάλλουν τα μεγάλα αγγεία στα νεφρά, η νεφρική αρτηρία και οι φλέβες, που οδηγούν κατ’ ευθείαν πάλι το αίμα από τους νεφρούς στην καρδιά. Και από εδώ επίσης είναι η είσοδος προς την πύελο των νεφρών, όπου συγκεντρώνονται τα υδρά, για να τρέξουν προς την κύστη, μέσα από τους ουρητήρες.
Ο μεγάλος όγκος εκινείτο πλέον πολύ καλά. Πλησίαζε η σπουδαιότερη στιγμή της μεγάλης εγχειρήσεως. Η στιγμή, που αποφασίζει για την ζωή και τον θάνατο του άρρωστου. Είχε ο όγκος μπη μέσα σε καμμιά μεγάλη φλέβα του νεφρού, όπως δυστυχώς συμβαίνει μερικές φορές, ήη όχι;
Έπιασα το μίσχο του νεφρού. Αλλά η ψηλάφησις γινόταν δύσκολα, επειδή τα αγγεία ήταν μέσα σε μια σκληρή μάζα ιστών, που είχε σχηματιστή με την πάροδο του χρόνου γύρω από του μίσχο του νεφρού. Έπρεπε να τα απελευθέρωση πρώτα κανείς προσεκτικά, για να μπόρεση να εξετάση λεπτομερώς την κατάστασί του. Και αυτό διήρκεσε πάλι μερικά λεπτά, γιατί σ’ αυτούς τους Ιστούς υπήρχε ένα πλέγμα μικρών αγγείων που αιμορραγούσαν δυνατά, και που έπρεπε κανείς πρώτα να τα δέση, για να μην τρέχουν και εμποδίζουν την θέα.
Τέλος ελευθέρωσα, αρκετά τα μεγάλα αγγεία. Με έκπληξί μου διεπίστωσα ότι η νεφρική αρτηρία δεξιά ήταν πολύ μικρή, αν και είχε να διαθρέψη το γιγάντιο όγκο. Ένα πολύ αξιόλογο εύρημα που εγώ, ειρήσθω εν παρόδω, το θεώρησα σαν διαβεβαίωση της θεωρίας μου ότι η προέλευσις καρκινωδών όγκων έχει σχέσι κάπως με την έλλειψι οξυγόνου στους ιστούς, με μίαν ελαττωμένη ανταλλαγή της ύλης.
Ξεχώρισα την αρτηρία, που ήταν μεν λεπτή, αλλά επάλλετο δυνατά και έφθασα σε μια τελείως αποφασιστική στιγμή : ήταν ελεύθερη η φλέβα του νεφρού ή είχε εισδύσει μέσα της ο όγκος ;
Πιάνοντας την φλέβα ανέπνευσα λυτρωμένος: έδειχνε ότι δεν υπήρχε προεκβολή εκεί μέσα. Τώρα φαίνονταν όλα πιο εύκολα. Την αρτηρία μπορούσες να την πιέσης καλά και να την δέσης με μια κλωστή. Κάποια στιγμή εννοείται παραξενεύτηκα, όπως γλίστρησε το χέρι μου επάνω από την φλέβα. Η αφή της ήταν διαφορετική απ’ ο,τι συνήθως. Αλλά σκέφθηκα ότι αυτή η ελαχίστη διαφορά θα ωφείλετο στη γενική μεταβολή που παρουσίαζαν οι ιστοί στην περιοχή αυτή. Πήρα μια ισχυρά μετάξινη κλωστή, την πέρασα γύρω στην φλέβα, στο βάθος της πληγής, όσο ήταν δυνατόν πιο κοντά στο σημείο της εκβολής, στην κάτω κοίλη φλέβα. Η κάτω κοίλη φλέβα αποτελεί ένα μεγάλο αγγείο, πάχους ενός αντίχειρος που οδηγεί και πάλι στην καρδιά το αίμα των κάτω άκρων και της περιοχής της κοιλίας. Τράβηξα τη θηλειά, κομπόδεσα την κλωστή και εκείνη τη στιγμή, έγινε το κακό!
Ξαφνικά παρετήρησα μια απροσδιόριστη μεταβολή στην πληγή. Κάτι άλλαξε! Αυτή ήταν η πρώτη μου, ακαθόριστη εντύπωσις, χωρίς να μπορώ να πω ακριβώς, τι είχε αλλάξει!
Τότε, σε πολλοστημόρια του δευτερολέπτου, είδα, πως οι μεις έγιναν κάπως ωχρότεροι. Πήραν την ωχρότερη απόχρωσι του νεκρού κρέατος. Οι ζωντανοί μεις έχουν μιαν τελείως δική τους γυαλάδα, όταν αιματώνωνται καλά. Αυτοί οι μεις εδώ έγιναν θολοί και δεν γυάλιζαν πια.
Κατάλαβα τότε ότι εδώ έπρεπε να έγινε κάτι το τελείως ξεχωριστό, που έκανε πολύπλοκη την πορεία της εγχειρήσεως. Το δεξί μου χέρι βρισκόταν ακόμη στο βάθος της πληγής, δυό δάκτυλα μου άγγιζαν το κολόβωμα της δεμένης αρτηρίας του νεφρού, και ξάφνου το ένιωσα καθαρά: η αρτηρία δεν χτυπούσε πια. Η καρδιά σταμάτησε! Ο άρρωστός μου ήταν νεκρός!
Έρριξα ένα βλέμμα στην βοηθό μου και στον ναρκωτή: δεν είχαν προσέξει τίποτε από ο,τι είχε συμβή.
Τι έπρεπε να κάμω; Στεκόμουν στη μέση της μεγάλης, της κατάμεστης αιθούσης. Τα μάτια των φοιτητών μέχρι την πιο ψηλή σειρά του αμφιθεάτρου διευθύνοντο προς έμενα, προς τον ασθενή μου, το τραύμα του, το γιγάντιο όγκο. Πολλοί παρακολουθούσαν με κιάλια το χειρουργικό τραπέζι. Και ο άνθρωπος μου ήταν νεκρός! Mors in tabula. Το χειρότερο, που μπορεί να συμβή σ’ ένα χειρουργό.
Εκείνη την στιγμή σταμάτησα να σκέπτωμαι. Άφησα τον εαυτό μου απλώς στο ένστικτό του, και εχειρουργούσα συνέχεια. Χειρουργούσα ένα νεκρό. Άρπαξα μια λαβίδα από το τραπέζι με τα εργαλεία, την έβαλα στο μίσχο του νεφρού, τον έκοψα μεταξύ της λαβίδος και του συνδέσμου και ξεκόλλησα ολόκληρον του γιγάντιο όγκο, τραβώντας τον έξω από το τραύμα.
Με το γεγονός αυτό όλα τα μάτια έφυγαν από τον ασθενή. Οι φοιτηταί μαγεμένοι έστρεψαν την προσοχή τους προς τον τεράστιο όγκο. τον πέταξα σε μια λευκή λεκάνη, έβαλα ένα μεγάλο ταμπόν με γάζα στο τραύμα της πλευράς, που δεν αιμορραγούσε πλέον, το σκέπασα γρήγορα με ένα αποστειρωμένο πανί και είπα στον πρώτο μου βοηθό τελείως ήρεμα, αλλά τόσο δυνατά, ώστε να το ακούσουν όλοι:
— Παρακαλώ, ας πάρουν τον άνθρωπο έξω και κλείστε εσείς το τραύμα.
Ολόκληρη η χειρουργική μου ομάδα μπήκε αμέσως σε κίνησι. Έσπρωξαν το χειρουργικό κρεββάτι, με τον άρρωστο και όλα τα σχετικά, στον προθάλαμο του αμφιθεάτρου. Η μεγάλη πόρτα έκλεισε πίσω τους.
Εγώ έμεινα στην αίθουσα. Χώρισα μ’ ένα μεγάλο κοφτερό μαχαίρι το γιγάντιο όγκο, τον έδειξα στον καθηγητή και σ’ όλους τους άλλους και τον έδωσα για να περάση από χέρι σε χέρι. Ύστερα επέδειξα και τις λεπτομέρειες του παρασκευάσματος. Οι φοιτηταί επεδοκίμασαν και πάλι σιγά. Δεν έπρεπε να ενοχλήσουν τον καθηγητή στην εγχείρησί του. Ο καθηγητής μου έρριξε ένα σύντομο βλέμμα επιδοκιμασίας. Ακριβώς τότε βρισκόταν στη δημιουργία μιας νέας συνδέσεως μεταξύ στομάχου και του άνω τμήματος του λεπτού έντερου. Εγώ βγήκα αργά έξω στον προθάλαμο.
— Δεν αναπνέει πια! μου φώναξε ο ναρκωτής κίτρινος απ’ το φόβο του.
Τον κύτταξα και του είπα πικρά :
—Α έτσι! το καταλάβατε επί τέλους; είναι προ πολλού νεκρός.
Όλοι ήταν σαν να τους χτύπησες στο κεφάλι. Ένας έπιασε άλλη μια φορά το σφυγμό στο χέρι για να βεβαιωθή ότι η καρδιά πράγματι είχε σταματήσει. Δεν ήθελαν και δεν μπορούσαν να το πιστέψουν. Η ντροπή τους ήταν τόσο φανερή, που άρχισα να τους λυπάμαι γι’ αυτό: είπα μονάχα :
— Ακουστέ τώρα! Συνέβη κάτι πολύ εξαιρετικό. Δεν μπορούσατε να κάνετε τίποτε! και εγώ δεν μπορούσα. Τι συνέβη δεν ξέρω ακριβώς. Όπως φαίνεται όμως θα πρόκειται για μια εμβολή καρκινωδών κυττάρων, που συνέβη ακριβώς τη στιγμή που έδεσα τη φλέβα του νεφρού.
Έπειτα τους εξήγησα τον τρόπο που έγινε, όπως εγώ του σκεπτόμουν. Ένα πήγμα από κύτταρα του όγκου των νεφρών, όπως φαίνεται, υπήρχε στο εσωτερικό της μεγάλης φλέβας. Και αυτή η μάζα με το δέσιμο που έκανα, ξαφνικά έφθασε με το ρεύμα του αίματος πάνω στην καρδιά. Η δεξιά καρδιά το έστειλε στην κυκλοφορία των πνευμόνων και τα κύτταρα έφραξαν εκεί τα λεπτά αγγεία. Η αναπνοή δεν λειτουργούσε, η καρδιά σταμάτησε και ο άρρωστος μας πέθανε.
Αυτή ήταν υπόθεσις δική μου, αλλά έπρεπε να βεβαιωθώ. Έτρεξα στο τηλέφωνο και είπα να με συνδέσουν με τον καθηγητή της παθολογικής ανατομίας. Του διηγήθηκα τα γεγονότα ακριβώς όπως συνέβησαν και του είπα ότι υπάρχει η υποψία πως παρεσύρθησαν κύτταρα από τον όγκο στους πνεύμονας, δηλαδή έγινε ξαφνικά μια ολοκληρωτική έμφραξις των πνευμόνων.
Στο μεταξύ η παράδοσις τελείωσε, οι φοιτηταί ξεχύθηκαν από το χειρουργείο έξω, ενώ ο καθηγητής έκανε τα τελευταία ράμματα. Μετά οι βοηθοί του έκαναν τον επίδεσμο, ενώ εκείνος εσκούπιζε μ’ ένα λευκό αποστειρωμένο πανί το μέτωπο του. Αργά τον πλησίασα.
— Κύριε καθηγητά, δεν παρατηρήσατε τίποτε την ώρα που γινόταν η δική μου εγχείρησις ;
— Όχι, είπε, τι συνέβη ;
—Ο άνθρωπος πέθανε, είπα.
— Μην το κάνετε ζήτημα! Αλλά πως έγινε ;
Του είπα όσα συνέβησαν και όπως προηγουμένως, είπα πάλι την υποψία, ότι ίσως επρόκειτο για μια εμβολή.
Ο καθηγητής δέχτηκε αυτά που του είπα σχετικά ήρεμα. Μόνον είπε :
— Ναι σε τέτοια υπερνεφρώματα πρέπει κανείς να είναι προετοιμασμένος για όλα. Δώστε τον όγκο στο Παθολόγο – ανατομικό Ινστιτούτο να του εξετάσουν αμέσως.
— του έχω δώσει κιόλας.
Κούνησε το κεφάλι ήσυχος και φύγαμε μαζί σκεπτικοί.
Εξω στέκονταν ακόμη οι βοηθοί μου αναστατωμένοι. Τους έδωσα θάρρος, παρ’ όλο που εγώ είχα πιο πολλή ανάγκη. Γιατί δεν ήταν ακόμη ξεκάθαρο, αν η υπόθεσίς μου για την εμβολή στεκόταν μπροστά στο αδέκαστο μάτι του παθολογοανατόμου που δεν φέρνει χωρίς λόγο το όνομα «δήμιος».
Το βράδυ, όταν πεθαμένος απ’ την κούρασι άφηνα την κλινική, βρήκα στο αμάξι μου τη δάφνη. Μια αστεία εκδήλωσις θαυμασμού των ακροατών μου για το γενναίο μου εγχειρητικό κατόρθωμα, από την τραγική εξέλιξι του οποίου, εκτός από τους συνεργάτας μου, μέχρι σήμερα κανείς δεν έχει τίποτε πληροφορηθή.
Για μένα ήταν μια πικρή δάφνη. Και παρ’ όλον ότι η ιστολογική εξέτασις, δυό μέρες αργότερα, εβεβαίωσε την ορθότητα της διαγνώσεως μου, ακόμη μέχρι σήμερα ποτέ δεν μπόρεσε να μου φύγη απολύτως η πικρή γεύσις εκείνου του γεγονότος.

Από το βιβλίο: «Πίσω μας στέκει ο Θεός» του HANS KILLIANS.
Μετάφρασις: Δ/ρος Αγλαίας Μπιμπή – Παπασπυροπούλου. Έκδοσις δεκάτη.
Εκδόσεις «Η Δαμασκός». Αθήναι 2006.

Κατηγορίες: Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.