Όναγρος και λιοντάρια υπηρετούν τους πατέρες της ερήμου – Σίμωνος μοναχού του Αγιορείτου.

Ο όναγρος και το φορτίο

Ο Αββάς Ελλήν επισκέφθηκε κάποτε τους αδελφούς του και, αφού τους έδωσε πολλές συμβουλές, επέστρεφε στην έρημο, κουβαλώντας μερικά εφόδια. Βλέποντας κάποιους όναγρους να βόσκουν, τους είπε:
-Εν ονόματι του Χριστού, ας έρθη ένας από σας να σηκώση το φορτίο μου.
Τα γαϊδουράκια, παρ’ όλη την αγριάδα τους – διότι όναγρος σημαίνει άγριος όνος – υπάκουσαν στο κάλεσμα του Γέροντα.

Αμέσως ένα απ’ αυτά ξέκοψε από την αγέλη και τον πλησίασε. Ο Αββάς τότε φόρτωσε τα πράγματά του, κάθησε κι αυτός επάνω του και έτσι σε μία ημέρα έφτασε στο σπήλαιό του.
ΛΑΥΣΑΪΚΟΝ
Μακάριοι οι σπείροντες επί παν ύδωρ,
ου βους και όνος πατεί.
ΗΣΑΪΑΣ 32:20

Ο Όσιος Γεράσιμος και το λιοντάρι
Ο Όσιος Γεράσιμος ο Αναχωρητής – ο αποκαλούμενος Ιορδανίτης – ήταν υιός ευπόρων γονέων. Γεννήθηκε στην Λυκία της Μ. Ασίας κατά τα τέλη του 4ου μ. Χ. αιώνα. Από νωρίς εγκατέλειψε τα εγκόσμια και πήγε στην έρημο του Ιορδάνη, όπου έχτισε μεγάλη Λαύρα και Κοινόβιο, γιατί πολλοί μοναχοί και αναχωρητές του εμπιστεύθηκαν την ζωή τους.
Μία ημέρα ο Όσιος Γεράσιμος συνάντησε στις όχθες του ποταμού Ιορδάνη ένα λιοντάρι. Μόλις τον αντίκρυσε το θηρίο άρχισε να φωνάζη δυνατά και να ωρύεται, γιατί ένα μεγάλο και αιχμηρό κομμάτι καλάμου είχε μπει στο πόδι του και του προξενούσε αφόρητους πόνους.
Ο Όσιος, από τους μορφασμούς που του έκανε το θηρίο, κατάλαβε τι του συνέβαινε και το συμπόνεσε. Με πολλή προσοχή του σήκωσε το πόδι, που είχε ήδη αρχίσει να πρήζεται, και του έβγαλε το καλάμι. Το λιοντάρι τότε ηρέμησε και ημέρευσε και, παρά τον πόνο, που δεν είχε σταματήσει τελείως, ακολούθησε τον Όσιο Γεράσιμο σαν πρόβατο, όχι γιατί άλλαξε η φυσική κατάστασι του ζώου, αλλά από ευγνωμοσύνη που το είχε γιατρέψει ο Όσιος.
Το θαυμαστό αυτό γεγονός είχε μια πιο θαυμαστή συνέχεια.
Η Μονή του Οσίου Γερασίμου ήταν κοντά στον Ιορδάνη και από εκεί έπαιρναν νερό οι μοναχοί για τις ανάγκες τους. Για την μεταφορά του χρησιμοποιούσαν ένα γαϊδουράκι. Σκέφθηκαν λοιπόν, πώς αφού το λιοντάρι ακολουθούσε ήρεμα τον Όσιο, θα μπορούσαν να του αναθέσουν να φυλάη το γαϊδουράκι, που τους έφερνε νερό μέσα στην ερημιά. Έτσι, επί πολύ καιρό το λιοντάρι πηγαινοερχόταν στο ποτάμι ακολουθώντας το γαϊδουράκι και προστατεύοντάς το, σαν καλός υποτακτικός. Άλλοτε καθόταν κοντά του και άλλοτε, όταν το γαϊδουράκι έβοσκε, επέβλεπε τους δρόμους γύρω, όπως ο μικρός βοσκός φυλάει τα πρόβατά του.
Αυτή την υπηρεσία την έκανε το λιοντάρι για αρκετό καιρό. Κάποια ημέρα όμως αυτό αποκοιμήθηκε και το γαϊδουράκι, καθώς έβοσκε, απομακρύνθηκε. Κάποιοι Άραβες έμποροι, που περνούσαν με τις καμήλες τους, το είδαν μόνο του και το έκλεψαν. Το λιοντάρι, όταν ξύπνησε, αναζήτησε το γαϊδουράκι, αλλά δεν το βρήκε. Γύρισε σκυθρωπό και στενοχωρημένο στην Λαύρα με κατεβασμένο το κεφάλι έως την γη. Βλέποντάς το σ’ αυτή την κατάστασι ο Όσιος υποπτεύθηκε, ότι το ίδιο είχε κατασπαράξει το γαϊρουράκι. Τότε, με ύφος χαμογελαστό αλλά και με πολλή σοβαρότητα, λέει στο λιοντάρι:
-Τί συμβαίνει και ήρθες μόνο σου; Φαίνεται ότι κυριάρχησε η φύσι επάνω στη θέλησί σου να ημερέψης και να υπηρετής την Μονή μας. Φαίνεται ότι θυμήθηκες την αγριότητά σου, την αλαζονεία σου και την υπεροχή σου απέναντι στα άλλα ζώα. Γι’ αυτό, αν θέλης να μείνης μαζί μας, θα ταπεινωθής! Στο εξής δεν θα είσαι λιοντάρι, αλλά όνος αχθοφόρος και θα μας φέρνης τώρα εσύ το νερό.
Έτσι το λιοντάρι έγινε και νεροκουβαλητής και εκτελούσε την διακονία αυτή, όχι μόνο ακούραστα, αλλά και με ευχαρίστησι.
Ύστερα από αρκετό καιρό οι Άραβες έμποροι, που είχαν κλέψει το γαϊδουράκι, ξαναπέρασαν από την περιοχή. Το λιοντάρι, μόλις είδε το γαϊδουράκι ανάμεσα στις καμήλες, το αναγνώρισε και χάρηκε. Μ’ ένα τρομερό βρυχηθμό ώρμησε εναντίον του καραβανιού και οι Άραβες έντρομοι τράπηκαν σε φυγή. Άρπαξε μετά το σχοινί με το οποίο ήταν δεμένο το γαϊδουράκι και το ωδήγησε πίσω στην Μονή, χοροπηδώντας από την χαρά του και καμαρωτό, σαν στρατιώτης που γυρίζει νικητής από μία μάχη, γεμάτος τρόπαια.
Ο Όσιος Γεράσιμος και οι Πατέρες χάρηκαν πολύ. Απάλλαξαν το λιοντάρι από τα καθήκοντα του νεροκουβαλητή και το έκαναν και πάλι φύλακα. Το ωνόμασαν Ιορδάνη και από τότε έμενε μέσα στην Μονή.
Πέρασαν τρία χρόνια και ο Όσιος Γεράσιμος ο Ιορδανίτης εκοιμήθη. Το λιοντάρι, που δεν τον έβλεπε πλέον, άρχισε ν’ ανησυχή, να τριγυρίζη νευρικά και να βρυχάται. Μάταια οι μοναχοί προσπαθούσαν να το ηρεμήσουν. Εκείνο όμως, όσο δεν έβλεπε τον ευεργέτη του, τόσο σκυθρώπαζε και δεν έτρωγε τίποτα από τη στενοχώρια του. Οι ημέρες περνούσαν και η κατάστασι πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Τότε ο Αββάς Σαββάτιος αποφάσισε να οδηγήση το λιοντάρι στον τάφο του Οσίου. Όταν έφτασαν εκεί, ο Αββάς έκανε μετάνοια και είπε:
-Ο Γέροντας μας εκοιμήθη και μας άφησε όλους ορφανούς. Μην τον ζητάς πλέον. Να, εδώ τον θάψαμε. Εδώ είναι ο τάφος του.
Τότε το λιοντάρι έγειρε το κεφάλι προς την γη, σαν να έκανε κι αυτό μετάνοια, και έμεινε έτσι γερμένο επάνω στον τάφο έως ότου απέθανε.
ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Ο φύλακας του Οσίου Ιωάννου
Οι Πατέρες της Λαύρας του Οσίου Σάββα παρήγγειλαν κάποτε στον Πατέρα Ιωάννη τον Ησυχαστή, να διακόψη την παραμονή του στην περιοχή του Ρουβά και να επιστρέψη στην Λαύρα του, για να γλυτώση από τις επιθέσεις των βαρβάρων.
Ο Όσιος Ιωάννης ωστόσο χαιρόταν την ησυχία και δεν ήθελε να την στερηθή.
-Αν δεν φροντίζη για μένα ο Θεός, γιατί να ζω τότε; Αναρωτιόταν.
Ο Θεός, που πάντοτε φροντίζει για τους δούλους Του, δεν τον άφησε έτσι. Θέλοντας να τον πληροφορήση για την πρόνοιά Του, του έστειλε αισθητό φύλακα: ένα τεράστιο και φοβερό λιοντάρι, για να τον προστατεύη ημέρα και νύχτα από τον κίνδυνο των βαρβάρων.
Την πρώτη νύχτα, όταν είδε το λιοντάρι να κοιμάται κοντά του, ο Όσιος Ιωάννης δείλιασε λίγο, όπως διηγήθηκε ο ίδιος αργότερα. Όταν όμως το έβλεπε ημέρα και νύχτα να τον ακολουθή ακατάπαυστα και να τον προστατεύη από τους βαρβάρους, δόξαζε τον Θεό για τον φύλακα που του έστειλε.
ΒΙΟΙ ΤΩΝ ΟΣΙΩΝ

Το κέρασμα του λιονταριού
Ο Όσιος Συμεώνης δέχθηκε κάποτε στην σπηλιά του επισκέπτες. Ενώ συνωμιλούσαν, εμφανίστηκε από μακριά ένα λιοντάρι, που κάτι κρατούσε στο στόμα του. Πάγωσαν από τον φόβο τους οι επισκέπτες. Ο Όσιος όμως, γνωστός για το χάρισμά του να ημερεύη και τα αγριώτερα θηρία, σηκώθηκε από την θέσι του και έκανε νόημα στο λιοντάρι να πλησιάση.
Πράγματι το λιοντάρι τον πλησίασε και του έδωσε ένα τσαμπί χουρμάδες. Έπειτα απομακρύνθηκε λίγο από την σπηλιά, ξάπλωσε κάτω και αποκοιμήθηκε.
Ο Όσιος κέρασε με τους χουρμάδες τους επισκέπτες του, κι έπειτα προσευχήθηκε και έψαλε μαζί τους.
ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ Α’

Από το βιβλίο: Η Ζωοφιλία των Αγίων και η Αγιοφιλία των ζώων.
Επιμέλεια, Σίμωνος μοναχού.
Εκδόσεις «Ο Αγιος Στέφανος»
ΑΘΗΝΑΙ 2006

Τη Σεπτή ευλογία του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου
κ. κ. Βαρθολομαίου

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.