19-21 Φεβρουαρίου 1913, η τελική Επίθεση στο Μπιζάνι – Δημητρίου Γ. Θαλασσινού.

Στην απραξία και τα κρυοπαγήματα που καταπονούσαν τον ελληνικό στρατό, ο χρόνος δεν μετρούσε σε όφελός του, λόγω των διπλωματικών εξελίξεων που καθιστούσαν την κατάληψη της Ηπείρου αναγκαία. Αθρόες ενισχύσεις και εφοδιασμός σε πυρομαχικά (κυρίως οβίδες) μέσω του λιμανιού της Πρέβεζας, ενίσχυαν συνεχώς το μέτωπο. Μια ακόμα μοίρα Πεδινού Πυροβολικού έφτασε και ενώθηκε με το Πυροβολικό της Στρατιάς που είχε 26 πυροβολαρχίες (οι 14 πεδινές).
Στις 9 Φεβρουαρίου, τρεις ημέρες μετά την επίσκεψη του Βενιζέλου στο μέτωπο, κοινοποιήθηκαν από το Γενικό Στρατηγείο σε όλες τις μονάδες οι οδηγίες για την προπαρασκευή της επιχείρησης. Στη μάχη θα ρίχνονταν τρεις μεραρχίες (ΙΙ, VI, VIII) με το Απόσπασμα Ολίτσικα και την ΙV Mεραρχία για πλευρική υποστήριξη της κύριας προσπάθειας που θα στρεφόταν στα υψώματα και στη στενωπό της Μανολιάσας (Μπιζάνι – Κουτσελιό – Καστρίτσα). Σημασία είχε και το ανατολικό κομμάτι του μετώπου.
Το υπουργείο Στρατιωτικών ενίσχυσε τον ανατολικό τομέα (Μέτσοβο) με το 4ο Σύνταγμα, ένα Τάγμα από τα έμπεδα της Αθήνας, το πρώην Απόσπασμα Μήτσα και μια ταχυβόλο πυροβολαρχία που σχημάτισαν την Ταξιαρχία Μετσόβου. Αντικειμενικός σκοπός η διάβαση του Αράχθου, η επίθεση στα χωριά Δαφνούλα και Δρίσκος και η εκκαθάριση του τομέα. Γενική, εφεδρεία ορίστηκαν το 15ο Σύνταγμα Πεζικού, το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων και ένα τάγμα του 17ου Συντάγματος στα χωριά Αετοράχη και Ελληνικό.
Στις 15 Φεβρουαρίου το σχέδιο τροποποιήθηκε και αποφασίστηκε η κύρια επίθεση να πραγματοποιηθεί στο δυτικό τμήμα της οχυρωμένης τοποθεσίας, στη Μανολιάσα. Να εφαρμοστεί δηλαδή ένας υπερκερωτικός ελιγμός που είχε προταθεί πρόσφατα, μετά την αποτυχία του Νοεμβρίου. Έτσι, αφήνοντας στο κέντρο (ύψωμα Αυγό, χωριό Θεριακήσιο) μόλις 4 τάγματα της ΙΙ Μεραρχίας με τρεις πεδινές πυροβολαρχίες και 8 πολυβόλα και δεξιά τις Μεραρχίες VI, VIII και τη Μεικτή Ταξιαρχία Μετσόβου να αναλάβουν μια γνωστή σε αυτούς αποστολή, ο λεπτομερέστερος σχεδιασμός έγινε στο δυτικό τομέα.
Εκεί θα δρούσε το «Β’ Τμήμα Στρατιάς» (όπως είχε μετονομασθεί για μια ακόμα φορά) του Κωνσταντίνου Μοσχόπουλου με την ΙΙ και την VI Mεραρχία που χωρίστηκαν σε τρία σώματα ανάλογα με το σημείο εξόρμησης, στα νότια της Μανολιάσας (1η φάλαγγα), στη στενωπό της Μανολιάσας (2η φάλαγγα) και τους Μπαουστούς (3η φάλαγγα).
Κάθε φάλαγγα διέθετε κατά μέσο όρο 8 τάγματα 2-3 ορειβατικές πυροβολαρχίες. Η κύρια δύναμη των κανονιών (Πυροβολικό Στρατιάς) 6 πεδινές και 2 βαριές πυροβολαρχίες, παρέμειναν στην Κανέτα και ξεκίνησε βολή προπαρασκευής στα οχυρά του Μπιζανίου και της Καστρίτσας με ημερήσιο ρυθμό 150 βολές ανά πυροβόλο. Σταθμός Διοίκησης, αποθήκες τροφίμων, πυρομαχικών, εφεδρικά ζώα και χειρουργεία ορίστηκε το Χάνι Εμίν Αγά.
Η συνολική δύναμη του ελληνικού στρατού ανερχόταν σε 40. 647 οπλίτες με 93 πυροβόλα. Είχαν να αντιμετωπίσουν 30.000 Τούρκους με την εξής διάταξη: Η 23 Μεραρχία ενεργού στρατού (Nizam) στα υψώματα της Μεγάλης Τσούκας, Αγίου Νικολάου και μέσα στο Μπιζάνι, η 2η Έκτακτη Μεραρχία στα υψώματα της Μανολιάσας, η 3η Έκτακτη Μεραρχία στην Αετοράχη μέχρι το χωριό Ελληνικό και η Μεραρχία Εφέδρων Ιωαννίνων με 12 τάγματα σκορπισμένα από Μπιζάνι, μέχρι Δαφνούλα και φρούρηση της ίδιας της πόλης των Ιωαννίνων. Το σχέδιο προέβλεπε αιφνιδιαστική υπερκέραση του Μπιζανίου από τα δυτικά με το πρώτο φως της 20ης Φεβρουαρίου, με ταυτόχρονη εκδήλωση μετωπικής επίθεσης και προπαρασκευής πυροβολικού από την προηγούμενη. Στο κεντρικό και ανατολικό μέτωπο οι επιχειρήσεις θα ήταν επιχειρήσεις απασχόλησης και αντιπερισπασμού, ώστε οι Τούρκοι να πιστέψουν πως η κύρια επίθεση θα γίνει στα ανατολικά (Δρίσκος).
Τα ξημερώματα της προκαθορισμένης ημέρας η 3η φάλαγγα (Τάγμα Δέγλερη, διλοχία του 7ου Συντάγματος, Σύνταγμα Διαλέτη) έκαναν την επίθεση στον Άγιο Νικόλαο και την Τσούκα. Στην Τσούκα οι άνδρες έφτασαν 60 βήματα από τα τουρκικά χαρακώματα. Οι σκοπιές εκεί εξουδετερώθηκαν αμέσως και τα πυροβόλα δεν πρόφτασαν να βάλλουν ούτε τέσσερις βολές. Στον Άγιο Νικόλαο δεν επιτεύχθηκε ο αιφνιδιασμός και η αντίσταση έσπασε στις 10.00. Την ίδια ώρα, κάτω από τον καταιωνισμό του Πυροβολικού Στρατιάς, σιγούσαν οριστικά τα τρομερά πυροβολεία που είχαν καταπονήσει τόσα συντάγματα επί μήνες.
Μετά την εξουδετέρωση του πυροβολικού (καταλήφθηκαν 12 πυροβόλα), εγκαταστάθηκε στα φρεσκοκατειλημμένα υψώματα το ελληνικό ορειβατικό κι άρχισε να σφυροκοπά τους Τούρκους που υποχωρούσαν από Μανολιάσα και Άγιο Νικόλαο με εκρηκτικές οβίδες. Η 1η φάλαγγα (συνταγματάρχης Δημήτριος Αντωνιάδης) κατέλαβε τα υψώματα Μεγάλη Ράχη – Προφήτης Ηλίας – Καστρί παρά το τραχύ έδαφος και τα δραστικά πυρά των αμυνομένων. Οι Τούρκοι συμπτύχθηκαν προς τα Ιωάννινα. Μεγαλύτερη απόσταση κάλυψε η 2η φάλαγγα (συνταγματάρχης Ιωάννης Γιαννακίτσας) με επιθετική αιχμή το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων (8ο και 9ο Τάγμα). Μετά την κατάληψη του υψώματος Πράσινο και τον αυχένα ανατολικά του χωριού Μελιγγοί, το Σύνταγμα συγκεντρώθηκε στην περιοχή της Δωδώνης.
Όταν ο αντισυνταγματάρχης Διονύσιος Παπαδόπουλος πληροφορήθηκε πως «έσπασε» ο Άγιος Νικόλαος, διέταξε ταχεία προώθηση προς Ιωάννινα από την ημιονική οδό. Τα δύο ευζωνικά τάγματα που αποτελούσαν την εμπροσθοφυλακή όλης της φάλαγγας, κατέλαβαν την Πεδινή και συνέχισαν ακάθεκτα την πορεία προς Ιωάννινα. Διαταγή της φάλαγγας να σταματήσει η προέλαση – δεν ήταν σίγουρο πόσες και ποιες τουρκικές δυνάμεις βρίσκονταν μπροστά – και να εγκατασταθεί το Σύνταγμα στα υψώματα της Πεδινής δεν έφτασε στον Σταθμό Διοίκησης (ορισμένοι αναφέρουν πως αγνοήθηκε σκόπιμα, από τους «φρενιασμένους» Ευζώνους) και τα δύο τάγματα συνέχισαν, ώσπου πέρασαν ανατολικά της Κοσμεράς και έφτασαν 800 μέτρα από τον δημόσιο δρόμο.
Στις 18.00 συνεπλάκησαν με δυνάμεις του τουρκικού Στρατηγείου σε λόφο, 3 χιλιόμετρα έξω από την πόλη. Εκεί σκοτώθηκαν ο μάγειρας, ο τηλεγραφητής και ένας υπηρέτης του Εσάτ Πασά.
Οι προφυλακές έφτασαν 500 μέτρα από την πόλη των Ιωαννίνων, ενώ η «συγκομιδή» της ημέρας έφτανε τους 935 οπλίτες και 37 αξιωματικούς αιχμαλώτους. Ήταν εντυπωσιακό το γεγονός πως η μάχη χάθηκε για τους Τούρκους παρά το γεγονός πως τα εντυπωσιακά οχυρά του Μπιζανίου και της Καστρίτσας είχαν μείνει εντελώς ανέπαφα. Το ίδιο βράδυ τα δύο ευζωνικά τάγματα είχαν την τιμή να δεχθούν τους όρους παράδοσης του Εσάτ Πασά, όταν στις 23.00 δύο Τούρκοι αξιωματικοί που επέβαιναν σε άμαξα έφερναν στις διμοιρίες προφυλακής του 9ου Τάγματος, ένα έγγραφο με τις υπογραφές των προξένων Ρωσίας, Αυστρουγγαρίας, Γαλλίας που ζητούσε κατάπαυση των εχθροπραξιών και έναρξη συζητήσεων για την παράδοση της πόλης. Ο ταγματάρχης Βελισσαρίου οδήγησε ο ίδιος την τουρκική αντιπροσωπεία στο Χάνι Εμίν Αγά τα ξημερώματα της 21ης Φεβρουαρίου για να συζητήσουν με τον Έλληνα αρχιστράτηγο. Οι διαπραγματεύσεις ήταν σύντομες και η συμφωνία για την παράδοση της πόλης και του εκεί τουρκικού στρατού θα ετίθετο σε ισχύ από το πρωί της ίδιας μέρας. Στις 09.00, η Ταξιαρχία Ιππικού μπήκε στα Ιωάννινα, συνοδεύοντας δύο πληρεξούσιους αξιωματικούς – λοχαγοί Ιωάννης Μεταξάς και Ξενοφών Στρατηγός – για τη σύνταξη του πρωτοκόλλου παραδόσεως.
Στις 22 Φεβρουαρίου ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος με το επιτελείο και τα στρατεύματα, εισήλθαν πανηγυρικά στην πόλη των Ιωαννίνων. Η δοξολογία στον μητροπολιτικό ναό έγινε μέσα σε κλίμα ενθουσιασμού για την ενσωμάτωση στον εθνικό κορμό της ιστορικής ηπειρωτικής πρωτεύουσας. Παράλληλα άρχισαν να καταφθάνουν τα συγχαρητήρια τηλεγραφήματα από τις ηγεσίες των συμμάχων χωρών, με πρώτη τη Βουλγαρία (στην περίπτωση των Ιωαννίνων δεν συνέτρεχε λόγος αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας), και επιτροπές κατοίκων της Ηπείρου που ζητούσαν συνέχιση των επιχειρήσεων στα Βόρεια των Ιωαννίνων.

ΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Μεταξύ των υπογεγραμμένων Λοχαγού Μεταξά και Λοχαγού Στρατηγού, πληρεξουσίων της Α.Β.Υ. του Αρχιστρατήγου του Ελληνικού Στρατού Μακεδονίας και Ηπείρου, και του Βεχίπ Μπέη, αντισυνταγματάρχου και Διοικητού της οχυρωμένης τοποθεσίας των Ιωαννίνων, συνεφωνήθησαν τα εξής:
1. Η ωχυρωμένη τοποθεσία των Ιωαννίνων παραδίδεται εις τον Ελληνικόν Στρατόν.
2. Τα στρατεύματα άτινα ευρίσκονται σήμερον εις την ωχυρωμένην τοποθεσίαν παραδίδονται ως αιχμάλωτα πολέμου.
3. Άπαν το υλικόν πολέμου, όπλα, σημαία και ίπποι, ανήκοντα εις τον στρατόν, θα παραδοθώσιν εις τον Ελληνικόν στρατόν εις οίαν κατάστασιν ευρίσκονται σήμερον.
4. Πάντες οι αξιωματικοί, στρατιώται, τραυματίαι και ασθενείς υπαχθήσονται εις τον νόμον του πολέμου.
Βεχήπ Ι. Μεταξάς Ξ. Στρατηγός.

Από το βιβλίο του Δημητρίου Γ. Θαλασσινού: Α’ Βαλκανικός πόλεμος.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Μικρό ιστορικό για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων.
Στις βουνοκορφές του Δρίσκου και στου Μπιζανιού το κάστρο (1912 – 1913)!
Ο Νικολάκη Εφέντης και η απελευθέρωση των Ιωαννίνων (21 Φεβρουαρίου 1913) – Ιωάννης Φιλίστωρ.

Κατηγορίες: Άρθρα, Ιστορικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.