Ασματικός εσπερινός – Ιωάννου Φουντούλη.

Στο άρθρο αυτό θα μιλήσωμε για την πρώτη από τις ασματικές ή βυζαντινές ενοριακές ακολουθίες, την ακολουθία του εσπερινού ή του λυχνικού. Η αναδρομή στις ακολουθίες αυτές δεν έχει βέβαια το άμεσο πρακτικό ενδιαφέρον, που είχε η εξέτασις των εν χρήσει μοναχικών ακολουθιών της Εκκλησίας μας, γιατί πρόκειται για λειτουργικά «νεκρές» ακολουθίες.
Η εξέτασίς των όμως δεν παύει να είναι από πολλές απόψεις χρήσιμη. Και πρώτα – πρώτα για την ιστορία της λατρείας μας. Γιατί βλέπομε σ’ αυτές πως οι πατέρες μας λάτρευαν τον Θεό κατά τις τακτές ώρες του νυχθημέρου. Δεύτερο η μελέτη των διαφωτίζει σε πολλά σημεία την σημερινή μας ακολουθία, γιατί πολλά σημεία της έχουν διαμορφωθή κατ’ επίδρασιν της ασματικής ακολουθίας ή και αυτούσια έχουν μεταφερθή σ’ αυτήν.
Τέλος, σήμερα απασχολεί πολύ την Εκκλησία μας, και πολύ ορθώς, η αναζήτησις τρόπων συμμετοχής του λαού στις ακολουθίες μας. Πέρασε πια η εποχή που ο λαός ικανοποιείτο να στέκεται παθητικά μέσα στον ναό και να απολαμβάνη τα ψαλλόμενα από άλλους. Αίτημα της εποχής μας είναι η συμμετοχή όλου του εκκλησιάσματος στην ακολουθία.
Η ζωντανή εκπροσώπησίς σου σ’ όλες τις λατρευτικές εκδηλώσεις. Στην εποχή της ακμής η συμμετοχή του ήταν ενεργός. Σαν ένα σώμα, με ένα στόμα και μία καρδιά συνέψαλλε και συνδοξολογούσε τον Θεό. Αυτό ακριβώς το βρίσκομε στην αρχαία ασματική ακολουθία. Με μερικές απόπειρες που έγιναν κατά το παρελθόν έτος τελέσεως ωρισμένων ασματικών ακολουθιών σε μερικούς ναούς της Θεσσαλονίκης, φάνηκε πόσο εύκολη είναι η συμμετοχή του λαού σ’ αυτές. Μετά από την πρώτη τέλεσί των ο λαός ήταν σε θέσι να συμψάλλη και να συμμετέχη ζωντανά σ’ αυτές.
Είναι η φύσις των τέτοια, γιατί είναι λαϊκές ακολουθίες. Ενώ οι μοναστηριακές είναι λόγιες, δύσκολες, απρόσιτες πολλές φορές στον λαό, γιατί προϋποθέτουν ένα άλλου τύπου εκκλησίασμα και μιας άλλης μορφής συμμετοχή. Είναι δηλαδή γραμμένες από μοναχούς για μοναχούς, που ζουν μέσα σ’ ένα ειδικό πνευματικό κλίμα, έχουν ιδιαίτερες γνώσεις και ειδικά ενδιαφέροντα, που εκκλησιάζονται συνεχώς, σε μικρούς ναούς και σε μικρές ομάδες και όλοι μετέχουν κατ’ εναλλαγήν στην ψαλμωδία ή στην διακονία κατά την ώρα της λατρείας. Από τις ασματικές λοιπόν ακολουθίες έχομε πολλά να διδαχθούμε ειδικά ως προς τον παραδεδομένο τρόπο και ως προς τις δυνατότητες της συμμετοχής του λαού στην λατρεία μας.
Άλλ’ άς έλθωμε στην ακολουθία του ασματικού εσπερινού. Πριν από την έναρξι της ακολουθίας ο ναός επληρούτο από θυμίαμα. Αυτό, κατά τον Συμεών Θεσσαλονίκης, που εκτός των άλλων ακολουθιών υπεμνημάτισε και τις ασματικές, υπενθύμιζε την δόξα του Θεού, που υπό μορφήν νεφέλης κατέβηκε στην σκηνή του μαρτυρίου και στον ναό των Ιεροσολύμων κατά τα εγκαίνιά των.1 Έτσι άρχιζαν όλες οι ασματικές ακολουθίες.
Και σήμερα προ των μυστηρίων, όπως της θείας λειτουργίας, του γάμου, του βαπτίσματος, του ευχελαίου κλπ. προσφέρεται θυμίαμα. Είναι ακριβώς η αρχαία αυτή συνήθεια που επεβίωσε μέχρι σήμερα. Αλλά και πριν από τον μεγάλο εσπερινό των μοναχικών ολονυκτιών θυμιάται όλος ο ναός από τον ιερέα. Πρόκειται και εδώ για μία επίδρασι της ενοριακής λειτουργικής πράξεως.
Η έναρξις της ακολουθίας, όπως και όλων των ασματικών ακολουθιών δεν εγίνετο με το «Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός…», με δοξολογία της αγίας Τριάδος. Αυτό έκαμε τον Συμεών να θεωρή τις ασματικές ακολουθίες ως εκτυπούσας «εμφαντικώτερον» την οικονομίαν του Χριστού, γιατί ήδη με την έναρξί των κήρυτταν την χάρι και την επίγνωσι και ομολογία του εν Τριάδι Θεού.2
Το πρώτο μέρος του ασματικού εσπερινού περιελάμβανε την ψαλμωδία οκτώ αντιφώνων ψαλμών. Κάθε ομάς αντιφώνου περιελάμβανε αίτησι του ιερέως, δηλαδή τα ειρηνικά στο πρώτο και την μικρά αίτησι («Έτι και έτι…») στα άλλα , ευχή και εκφώνησι. Ύστερα εψάλλετο αντιφωνικώς ο ψαλμός με το εφύμνιό του. Ο ψαλμός του πρώτου αντιφώνου ήταν σταθερός, ο 85ος ψαλμός «Κλίνον, Κύριε, το ούς σου και επάκουσόν μου, ότι πτωχός και πένης ειμί εγώ…», με εφύμνιο σε κάθε στίχο το «Δόξα σοι, ο Θεός».
Ο ψαλμός εθεωρείτο κατάλληλος για τον εσπερινό, γιατί έχει υπαινιγμούς στο τέλος της ημέρας και στην δύσι του ηλίου. Τα εξ επόμενα αντίφωνα ήσαν κινητά. Τα ελάμβαναν δηλαδή από τον πίνακα κατανομής των αντιφώνων των ψαλμών του Ψαλτηρίου, έτσι, ώστε κάθε δύο εβδομάδες να ψάλλωνται όλοι οι ψαλμοί διαδοχικά στον εσπερινό και στον όρθρο.
Το όγδοο αντίφωνο ήταν επίσης κινητό, αλλά δεν ακολουθούσε την σειρά των αντιφώνων του Ψαλτηρίου, άλλ’ ελαμβάνετο ψαλμός σχετικός προς το θέμα της εορτής της ημέρας. Π. χ. των Κυριακών ήταν ο ψαλμός «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού…», που ανεφέρετο προφητικώς στην ανάστασι του Χριστού (ψαλμός 67ος ), των αποστόλων ο ψαλμός που περιείχε στο στίχο «Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών» (ψαλμός 18ος ), στους ιεράρχας το «Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος των οσίων αυτού» (ψαλμός 115ος ) κλπ.
Στο όγδοο αντίφωνο, χωρίς ιδιαίτερη συναπτή, επισυνήπτετο η ψαλμωδία του ψαλμού του λυχνικού (140ου ) «Κύριε εκέκραξα προς σε… Κατευθυνθήτω η προσευχή μου…» με υπόψαλμα σε κάθε στίχο ειδικό τροπάριο, που ενηλλάσετο κατά το θέμα της ημέρας.
Επί παραδείγματι των Κυριακών ήσαν «Την ζωηφόρον σου έγερσιν, Κύριε, δοξάζομεν» και «Την σωτήριόν σου έγερσιν, Κύριε, δοξάζομεν», των Χριστουγέννων «Θεόν εκ σου σαρκωθέντα έγνωμεν, Θεοτόκε Παρθένε…», των εορτών «Εσπερινήν θυσίαν προσφέρομέν σοι, ο Θεός, ήν πρόσδεξαι δια της Θεοτόκου (ή δια των ασωμάτων, του ιεράρχου, του αποστόλου, του προδρόμου κλπ.) και ελέησον ημάς». Περί το τέλος του ψαλμού εγίνετο η είσοδος του εσπερινού, ανεγενώσκετο η ευχή της εισόδου «Εσπέρας και πρωί και μεσημβρίας…», που εμπνέεται ακριβώς από τον ψαλμό που τότε εψάλλετο, εψάλλοντο ως εισοδικόν οι τελευταίοι στίχοι του ψαλμού και το προκείμενον, όπως περίπου στο μοναχικό εσπερινό.
Το δεύτερο μέρος του ασματικού εσπερινού περιελάμβανε την εκτενή δέησι («Είπωμεν πάντες εξ όλης ψυχής…») με την ευχή της και την εκφώνησι «Ότι ελεήμων…», τα τρία μικρά αντίφωνα, τα αναγνώσματα, αν υπήρχαν, τις ευχές υπέρ των κατηχουμένων και των πιστών, την απολυτική ευχή της κεφαλοκλισίας και την απόλυσι με την σύντομο αρχαϊκή μορφή «Εν ειρήνη προέλθωμεν».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα τρία «μικρά αντίφωνα». «Μικρά» ελέγοντο, εν αντιθέσει προς τα «μεγάλα», γιατί αυτά δεν περιελάμβανον την ψαλμωδία ολοκλήρων ψαλμών όπως εκείνα, αλλά τέσσαρας στίχους κατ’ εκλογήν από τον κάθε ένα ψαλμό. Το πρώτο είχε εφύμνιο το «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου, Σώτερ, σώσον ημάς», το δεύτερο «Σώσον ημάς, Υιέ Θεού, ο αναστάς εκ νεκρών (ή το εν αγίοις θαυμαστός κλπ.) ψάλλοντάς σοι˙ Αλληλούϊα» και το τρίτο τον τρισάγιο ύμνο «Άγιος ο Θεός…».
Οι ευχές των αντιφώνων είναι τα μόνα στοιχεία του ασματικού εσπερινού που περιεσώθησαν και στην σημερινή μοναχική ακολουθία του εσπερινού. Οι ευχές των μεγάλων λέγονται όλες μαζί κατά την ώρα της αναγνώσεως του προοιμιακού ψαλμού σε κάθε εσπερινό. Οι ευχές των μικρών διετηρήθησαν μόνο στην ακολουθία του εσπερινού της γονυκλισίας της Πεντηκοστής. Είναι οι τρεις δεύτερες ευχές, οι σύντομες, που ακούομε τότε, μία σε κάθε γονυκλισία, δηλαδή το «Ευλογητός εί, Κύριε, δέσποτα παντοκράτωρ, ο φωτίσας την ημέραν…» στην πρώτη, «Κύριε , Κύριε, ο ρυσάμενος ημάς…» στην δευτέρα, και «Ο Θεός ο μέγας και αιώνιος…» στην τρίτη.
Θα επιχειρήσωμε να δώσωμε μερικά δείγματα της ακολουθίας του ασματικού εσπερινού. Και πρώτο μερικούς στίχους από το πρώτο μέγα αντίφωνο με το εφύμνιό του, ψαλμός 85ος :

«Κλίνον, Κύριε, το ούς σου και επάκουσόν μου,
ότι πτωχός και πένης ειμί εγώ.
Δόξα σοι, ο Θεός.
Φύλαξον την ψυχήν μου, ότι όσιός ειμί.
Δόξα σοι, ο Θεός.
Σώσον τον δούλον σου, ο Θεός μου,
τον ελπίζοντα επί σε.
Δόξα σοι, ο Θεός.
Ελέησόν με, Κύριε,
ότι προς σε κεκράξομαι όλην την ημέραν.
Δόξα σοι, ο Θεός.

Και από τα μικρά αντίφωνα:

Από το πρώτο, ψαλμός 114ος :
«Ηγάπησα, ότι εισακούσεται Κύριος
της φωνής της δεήσεώς μου».
«Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου,
Σώτερ, σώσον ημάς».
«Ότι έκλινε το ούς αυτού εμοί
και εν ταις ημέραις μου επικαλέσομαι».
«Ταίς πρεσβείαις της Θεοτόκου…».
«Περιέσχον με ωδίνες θανάτου,
κίνδυνοι Άδου εύροσάν με˙
θλίψιν και οδύνην εύρον
και το όνομα Κυρίου επεκαλεσάμην».
«Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου…».
«Ώ Κύριε, ρύσαι την ψυχήν μου».
«Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου…».

Από το δεύτερο, ψαλμός 115ος :
«Επίστευσα, διο ελάλησα˙
εγώ δε εταπεινώθην σφόδρα».
«Σώσον ημάς, Υιέ Θεού, ο αναστάς εκ νεκρών,
ψάλλοντάς σοι˙ Αλληλούϊα».
«Εγώ δε είπα εν τη εκστάσει μου˙
πάς άνθρωπος ψεύστης».
«Σώσον ημάς, Υιέ Θεού…».
«Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι
και το όνομα Κυρίου επικαλέσομαι».
«Σώσον ημάς, Υιέ Θεού…».
«Τας ευχάς μου τω Κυρίω αποδώσω
εναντίον παντός του λαού αυτού».
«Σώσον ημάς, Υιέ Θεού…».

Από το τρίτο, ψαλμός 116ος :
«Αινείτε τον Κύριον, πάντα τα έθνη,
επαινέσατε αυτόν, πάντες οι λαοί».
«Άγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός,
άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς».
«Ότι εκραταιώθη το έλεος αυτού εφ’ ημάς
και η αλήθεια του Κυρίου μένει εις τον αιώνα».
«Άγιος ο Θεός…».
«Δόξα … και νύν…».
«Άγιος ο Θεός…».

(5 Δεκεμβρίου 1970).

Υ Π Ο Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

1. Εξόδ. 40, 28 – 29. Γ΄Βας. 8, 10 -11.
2. Διάλογος…, κεφ. 345.

(Από το βιβλίο “Λογική Λατρεία”, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1984).

Κατηγορίες: Άρθρα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.