Το θαυματουργικό Χάρισμα του Μακαριστού Ιερομ. Αθανασίου Χαμακιώτη – Μητροπ. Αργολίδος Νεκταρίου.

«Σημεία δε τοις πιστεύσασι ταύτα παρακολουθήσει…»

Ο μακαριστός γέροντας είχε απ’ το Θεό και το χάρισμα της θαυματουργίας. Τα πνευματικά του παιδιά έχουν να διηγηθούν αρκετά «σημεία», που επετέλεσε όντας στη ζωή αλλά και μετά θάνατον. Ο λόγος του Κυρίου είναι αψευδής. «Αμήν αμήν λέγω υμίν, ο πιστεύων εις εμέ, τα έργα α εγώ ποιώ κακείνος ποιήσει, και μείζονα τούτων ποιήσει». Σταχυολογούμε μερικά θαύματά του από ανθρώπους που τα έζησαν και τα κατέγραψαν.
Ένας από τους συγγενείς του, ο κ. Α., διηγείται:
«Όλοι στο χωριό μας την Τουρλάδα, τον εκτιμούσαμε, τον σεβόμαστε και τον αγαπούσαμε. Και μεις οι συγγενείς του ήμασταν ευτυχείς που είχαμε έναν άγιο θείο. Όταν ερχόταν στο χωριό μας η χαρά μας ήταν απερίγραπτη. Κάποτε ήλθε στο χωριό και αντιμετωπίζαμε σοβαρότατο πρόβλημα, λόγω παρατεταμένης ανομβρίας. Τον παρακαλέσαμε και δέχθηκε ολοπρόθυμα να κάνουμε λιτανεία. Η προσευχή του ήταν τόσο δυνατή, που δεν άργησε ο Θεός να ανταποκριθεί και να μας στείλει την πολυπόθητη βροχή».

Κοντά στη Νερατζιώτισσα ζούσε ένας αγροφύλακας. Ήταν φιλάσθενος και αυτός και η γυναίκα του. Μια μέρα έρχεται στον π. Αθανάσιο και του λέει με πόνο:
-Παππούλη μου, η γυναίκα μου υποφέρει πολύ από το αυτί της. Σήμερα όλη νύχτα δεν κοιμήθηκε από τους αφόρητους πόνους. Σε παρακαλώ, έλα σπίτι να της διαβάσεις κάποια ευχή.
-Πήγαινε σπίτι και θα έλθω σε λίγο, απάντησε ο γέροντας και μπήκε στην εκκλησία να προσευχηθεί. Ο αγροφύλακας πήγε σπίτι. Εκείνη την ώρα το αυτί της γυναίκας είχε ανοίξει˙ έτρεχε υγρό και ανακουφίστηκε από τους πόνους. Ο αγροφύλακας θαύμασε για τη δύναμη της προσευχής του γέροντα έτρεξε γρήγορα στη Νερατζιώτισσα. Βρήκε το γέροντα και του είπε χαρούμενος:
-Παππούλη μου, μην κάνεις τον κόπο. Η γυναίκα μου έγινε καλά. Σ’ ευχαριστώ…

Στην κ. Β. είχε εμφανιστεί όγκος στο στήθος. Οι γιατροί συνέστησαν εγχείρηση με αμφίβολο το αποτέλεσμα. Κατέφυγε στον π. Αθανάσιο. Ο γέροντας προσευχήθηκε θερμά. Τη σταύρωσε στο στήθος. Ο όγκος, προς μεγάλη έκπληξη των γιατρών, εξαφανίστηκε.
Πριν από τον πόλεμο η κ. Π. Σ. ήταν άρρωστη και καθημερινά υπέφερε από υψηλό πυρετό. Οι γιατροί δεν μπορούσαν να την βοηθήσουν. Κάποια μέρα πήγε στο Μητροπολιτικό ναό του Αμαρουσίου, που ήταν και η ενορία της. Προσκύνησε όλες τις εικόνες. Σ’ ένα σημείο στον τοίχο είδε την εικόνα του αγίου Παντελεήμονα. Με οικειότητα του είπε:
-Α! εσύ εδώ και εγώ υποφέρω; Ο Κύριός μου σου έδωσε τη χάρη. Κάνε με καλά. Δεν είναι κρίμα να τρέχω στους γιατρούς;
Έκλαψε μπροστά στον άγιο και επέστρεψε σπίτι της. Το βράδυ είδε ένα όνειρο, ότι βρισκόταν στην εκκλησία για να προσευχηθεί. Εκεί της φάνηκε ότι γινόταν ομιλία. Πλησίασε να δει ποιος είναι ο ομιλητής. Ήταν ένας νέος και της έκανε νόημα να πλησιάσει.
-Γιατί παραπονιέσαι ότι υποφέρεις; Της είπε. τη Νερατζιώτισσα δεν την ξέρεις; Τον πατέρα Αθανάσιο δεν τον γνωρίζεις; Πήγαινε να σε σταυρώσει να γίνεις καλά!
Το πρωί ξεκίνησε για τη Νερατζιώτισσα. Βρήκε τον π. Αθανάσιο και του είπε το όνειρο που είδε. Ο γέροντας προσευχήθηκε, τη σταύρωσε και ο πυρετός έπεσε. Έζησε άλλα 43 χρόνια, χωρίς ποτέ να εμφανιστεί πυρετός.

Το 1951 ο κ. Δ. Κ. με τη σύζυγό του Μ. και το παιδί τους που ήταν τότε δέκα μηνών, έμεναν στο Μαρούσι. Η σπιτονοικοκυρά τους είχε την κακή συνήθεια να βλαστημάει και να στέλνει όλους στο διάβολο. Μια μέρα η κ. Μ. διαμαρτυρήθηκε πως θα ξυπνήσει το παιδί της που κοιμόταν. Πράγματι, το παιδί σε λίγο ξύπνησε και άρχισε να κλαίει σαν κάποιος να το ενοχλεί. Παρά τις προσπάθειες της μητέρας το παιδί δεν ησύχαζε. Πέρασε κλαίγοντας τη νύχτα και το πρωί η μητέρα θυμήθηκε ότι το παιδί είχε από το μεσημέρι να ουρήσει. Το πήγαν στο γιατρό, του έκαναν ενέσεις, χωρίς αποτέλεσμα. Έτρεξαν στο νοσοκομείο των παίδων, άρχισαν τις εξετάσεις, του έδωσαν φάρμακα δίχως καμιά βελτίωση. Την επόμενη μέρα το παρέδωσαν στους γονείς, μη μπορώντας να προσφέρουν κάτι. Πέρασαν δυόμισυ μερόνυχτα. Καμιά θεραπευτική αγωγή δεν έφερε αποτέλεσμα. Οι γονείς περίμεναν πλέον το μοιραίο. Τότε βρέθηκε η κ. Ξ. και τους είπε:
-Δεν το πάτε στον π. Αθανάσιο να το σταυρώσει; Ο Θεός είναι μεγάλος.
Οι γονείς την άκουσαν κι έτρεξαν στη Νερατζιώτισσα. Ο γέροντας μόλις είχε τελειώσει την παράκληση, γιατί ήταν μέρες του Δεκαπενταύγουστου. Οι γονείς έδειξαν το παιδί στο γέροντα. Ήταν αναίσθητο και με φουσκωμένη την κοιλιά. Ο γέροντας σύντομα έκανε τη διάγνωση.
-Κάτι σατανικό συνέβη στο παιδί.
Αμέσως είπε σε όσους ήταν εκεί να γονατίσουν και να προσευχηθούν. Πήρε το παιδί, μπήκε στο ιερό κι έκανε τρεις φορές το γύρο της Αγίας Τράπεζας. Βγήκε και το έδωσε στους γονείς. Ήταν ακόμη αναίσθητο. Τους είπε τότε να γονατίσουν μπροστά στην Ωραία Πύλη. Μαζί τους γονάτισε και ο γέροντας. Έκανε θερμή προσευχή εξορκίζοντας το ακάθαρτο πνεύμα. Και το θαύμα έγινε. Το παιδί, εκεί που ήταν σαν νεκρό, τινάχτηκε στην αγκαλιά του πατέρα του και αυτός ένιωσε κάτι ζεστό να τον περιχύνει. Το παιδί ούρησε! Και γέμισε τον πατέρα και τον γύρω χώρο. Ο π. Αθανάσιος δακρυσμένος μαζί με τους γονείς ευχαρίστησαν το Θεό. Το παιδί σήμερα είναι υγιέστατο και οικογενειάρχης.
Στην περιοχή της Πεύκης ζούσε η μοναχή Μ. Είχε γίνει μοναχή στην Κάλυμνο σε μοναστήρι που τελούσε υπό την πνευματική εποπτεία του μακαριστού π. Αμφιλοχίου Μακρή. Μια ασθένεια την ανάγκασε να έλθει στην Αθήνα για θεραπεία στο νοσοκομείο Αλεξάνδρα. Ο π. Αθανάσιος την επισκεπτόταν και την εξομολογούσε. Βγαίνοντας από το νοσοκομείο, οι γιατροί αλλά και ο πνευματικός της της σύστησαν να μείνει στο Μαρούσι. Τα πολλά φάρμακα που έπαιρνε της δημιούργησαν σοβαρό ερεθισμό στα χείλη. Αυτό που ενέπνεε ανησυχία στους γιατρούς ήταν ένα μεγάλο σπυρί που είχε δημιουργηθεί στο πάνω χείλος. Ο π. Αθανάσιος όταν το πληροφορήθηκε, πήρε ένα σταυρό μαζί του και ξεκίνησε για το κελλί της. Αφού της είπε λόγια παρηγοριάς κι ελπίδας, γονάτισε, προσευχήθηκε και με το σταυρό σταύρωσε το σπυρί. Ακούμπησε το σταυρό και όπως θυμόταν η μοναχή Μ. πόνεσε. Ο γέροντας αποχαιρέτησε και έφυγε. Το βράδυ, το σπυρί ξεκόλλησε τελείως και έπεσε σαν λέπι ψαριού, χωρίς να αφήσει ίχνη. Η μοναχή συγκινημένη ξεκίνησε να πάει στη Νερατζιώτισσα για να ευχαριστήσει το γέροντα.
-Γέροντα, του είπε, με την προσευχή σου το σπυρί έπεσε κι έγινε καλά.
Και ο π. Αθανάσιος πολύ απλά και ταπεινά, απάντησε:
-Ε, παιδί, ήταν να περάσει και έγινε.
Η μοναχή έζησε αρκετά χρόνια. Παρόλο που ήταν μακριά από το μοναστήρι της, τηρούσε το μοναχικό της κανόνα κι εργαζόταν ως ιεροράπτρια. Πάντα δε διηγείτο με συγκίνηση τη θαυματουργική θεραπεία της, ευγνωμονώντας τον Θεό και τον άξιο λειτουργό του π. Αθανάσιο.

Η κ. Σ. αναφέρει μια άλλη θαυματουργική επέμβαση που ο Θεός επετέλεσε στον αδελφό της Σ. μέσω του π. Αθανασίου. Έμενε στην Αθήνα. Είχε ψυχονευρωτικά προβλήματα και ειδικότερα έπασχε από φοβίες. Φοβόταν να μείνει μόνος, φοβόταν τα παιδιά του, φοβόταν την εργασία του, δεν ήθελε να τρώει κ.λπ. Ήλθε στο Μαρούσι και φιλοξενήθηκε στην αδελφή του, που ήταν πνευματικό παιδί του π. Αθανασίου. Η ίδια τον ειδοποίησε για την κατάσταση του αδελφού της και τον παρακάλεσε να κάνει ευχέλαιο. Την άλλη μέρα ξεκίνησαν για τη Νερατζιώτισσα. Ο γέροντας, μόλις είδε τον ασθενή, τον καλωσόρισε:
-Καλώς τον κ. Σ.
Ο Σ. ευχαριστήθηκε ακούγοντας το όνομά του και ο γέροντας του πρότεινε να εξομολογηθεί. Πράγματι δέχθηκε. Έπειτα ο γέροντας τέλεσε το μυστήριο του ευχελαίου κι έχρισε τον ασθενή Σ. Φεύγοντας από τη Νερατζιώτισσα διαπίστωσε ότι είχε αποκατασταθεί η υγεία του και επέστρεψε στο σπίτι του χωρίς προβλήματα πλέον.
Ο κ. Γ. Κ. διηγείται:
«Το 1948 ήμουν 2 χρονών και η μητέρα μου παραλίγο να πεθάνει. Έπαθε πλευρίτιδα, και εν συνεχεία υδρωπικία. Ήταν σε άθλια κατάσταση. Ο τότε δήμαρχος και γιατρός Τ. ήλθε να την δει και την «ξέγραψε». Δεν έδωσε καμιά ελπίδα. Το έμαθε ο π. Αθανάσιος και ήλθε γρήγορα σπίτι. Προσευχήθηκε και κανόνισε ο ίδιος να την στείλει στο νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού. Παρότι δεν έδωσαν κι εκεί ελπίδες, με τις προσευχές του γέροντα, ανήμερα της Υπαπαντής, άρχισε να βελτιώνεται. Θεραπεύτηκε τελείως και ζει μέχρι σήμερα».
Το επόμενο περιστατικό αφηγείται η κ. Κ. Δ.:
«Ήταν αρχές Ιουνίου του 1962, ημέρα Πέμπτη, εορτή της Αναλήψεως, όταν ξαφνικά αρρώστησε η μητέρα μου από σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο.
Ο γιατρός που την επισκέφθηκε επανειλημμένως, έκανε ό,τι μπορούσε, αλλά δυστυχώ η κατάστασή της ολοένα επεδεινούτο. Όταν άρχισε να βραδιάζει, η μητέρα μου έπεσε σε κώμα. Ο γιατρός μας είπε να την μεταφέρουμε επειγόντως σε νοσοκομείο και μας άφησε να καταλάβουμε ότι δεν υπήρχαν ελπίδες. Στην απελπισία μου σκέφθηκα τον π. Αθανάσιο. Τον ειδοποίησα και αμέσως έσπευσε να έλθει σπίτι μας.
Προσευχήθηκε, τη σταύρωσε και αφού γονάτισε και γονατίσαμε και μεις όλοι οι συγγενείς, έκανε ευχέλαιο. Και τότε έγινε θαύμα. Όταν διάβαζε το έβδομο Ευαγγέλιο, η μητέρα μου, η οποία όπως προανέφερα βρισκόταν σε βαθύ κώμα, άνοιξε τα μάτια της, κοίταξε γύρω γύρω, προσπάθησε να μιλήσει και μάλιστα έριξε ένα μαξιλάρι στον π. Αθανάσιο να ακουμπήσει τα γόνατά του, πράγμα που εμείς μέσα στην ταραχή μας δεν είχαμε σκεφθεί. Από εκείνη τη στιγμή άρχισε να βελτιώνεται η κατάστασή της και την άλλη μέρα έγινε τελείως καλά».

Ο κ. Ι. Λ. διηγείται:
«Η μητέρα μου το 1950 προσβλήθηκε από καρκίνο και την μεταφέραμε στο αντικαρκινικό νοσοκομείο. Για 40 μέρες της έκαναν ακτινοβολίες και ράδιο. Ο καθηγητής Π. έδωσε περιθώριο το πολύ δύο μήνες ζωής. Ο π. Αθανάσιος εκτιμούσε τη μητέρα μου και όταν το έμαθε έτρεξε στο νοσοκομείο. Την παρηγόρησε, της έδωσε θάρρος. Σε κάποια στιγμή που δεν βρισκόταν κανείς στο θάλαμο, γονάτισε και άρχισε να προσεύχεται με δάκρυα. Την ώρα εκείνη πέρασε μια νοσοκόμα. Όταν είδε το γέροντα γονατιστό να προσεύχεται και να κλαίει, τάχασε και της έπεσε ο δίσκο που κρατούσε! Αφού τελείωσε την προσευχή του, ο π. Αθανάσιος σηκώθηκε, ευλόγησε την άρρωστη μητέρα μου κι έφυγε.
Η υγεία της ετοιμοθάνατης μητέρας μου άρχισε από κείνη την ώρα να βελτιώνεται. Ο πυρετός έπεσε και σε δύο μέρες πήρε εξιτήριο. Ο γιατρός είπε πως αν τρώει κρέας, ψάρια, αυγά κ.λπ. θα ζήσει πιθανόν και έξι μήνες. Αν όχι, πολύ λιγότερο. Αυτή όμως δεν ακολούθησε ούτε στο ελάχιστο τη συβμουλή του γιατρού. Συνήθιζε να τρώει πολύ λιτά. Μετά από 15 μήνες την πήγανε στο νοσοκομείο για να την εξετάσει. Ο γιατρός εξεπλάγη.
-Η Λ. ζει ακόμη; Θα ακολούθησε φαίνεται πιστά τις οδηγίες. Αλλά και πάλι.
-Όχι, γιατρέ, του απαντήσαμε. Το εντελώς αντίθετο.
-Είναι αδύνατο! Και να ζει έτσι;
Ο καρκίνος είχε εξαφανιστεί. Ο γιατρός δεν μπορούσε να το πιστέψει. Τελικά η μητέρα μου έζησε με τις προσευχές του γέροντα 17 χρόνια και έφυγε σε μεγάλη ηλικία, όχι από καρκίνο αλλά από την καρδιά της».

Η κ. Σ. Κ. γέμισε στο πρόσωπο με πολλά και μεγάλα σπυριά. Υπέφερε πολύ. Επισκέφθηκε το νοσοκομείο Συγγρού, της έδωσαν κάποια θεραπεία, αλλά δεν είδε κανένα αποτέλεσμα. Θυμήθηκε τότε τον πνευματικό της πατέρα και έτρεξε στη Νερατζιώτισσα. Ο π. Αθανάσιος προσευχήθηκε, τη σταύρωσε και μόλις έφυγε απ’ τη Νερατζιώτισσα τα σπυράκια άρχισαν να εξαφανίζονται, μέχρι που θεραπεύτηκαν εντελώς.
Δύο ακόμη θαυμαστά γεγονότα όπως τα διηγείται η κ. Σ. Ξ.
«Το 1948 αρρώστησε η μητέρα μου με σοβαρό αναπνευστικό πρόβλημα πνευμονικής ανεπάρκειας. Παρ’ όλα τα φάρμακα δεν υπήρχε βελτίωση και ο πυρετός στα ύψη. Ο γιατρός μου είπε ότι η κατάστασή της είναι σοβαρή. Είχα και τη γιαγιά μου 98 χρονών στο κρεβάτι. Εγώ έπρεπε να εργάζομαι και να περιποιούμαι και τις δύο άρρωστες. Ήμουν πολύ στενοχωρημένη. Τότε ήλθε μια φίλη μου να μας δει και της είπα:
-Τρέξε γρήγορα στον π. Αθανάσιο. Η μητέρα μου είναι πολύ σοβαρά και δεν ξέρω τι να κάνω.
Πράγματι πήγε κι εκείνος μου παρήγγειλε ότι θα έλθει την επόμενη μέρα, αλλά το βράδυ στις 11 να κάνω παράκληση και θα κάνει κι εκείνος προσευχή. Το πρωί η μητέρα μου ήταν εντελώς καλά και ο πυρετός φυσιολογικός. Ο γιατρός είπε ότι μόνον θαύμα μπορούσε να εξηγήσει τη βελτίωση.
Το 1960 είχα αρρωστήσει εγώ με παρωτίτιδα και με επιπλοκή εγκεφαλίτιδας. Είχα παραλύσει και με τάιζε η μητέρα μου. Ο π. Αθανάσιος εκείνες τις μέρες είχε έλθει να εξομολογήσει μια πνευματική αδελφή στη γειτονιά μας που ήταν ανάπηρη και τους ρώτησε για μένα και τη μητέρα μου, που είχε καιρό να μας δει. Εκείνη του είπε ότι ήμουν πολύ άρρωστη. Δεν έχασε καιρό. Φεύγοντας, ήλθε στο σπίτι μας, χτύπησε το κουδούνι και όταν άνοιξε η μητέρα μου της είπε:
-Το παιδί μου είναι άρρωστο και εσύ δεν με ειδοποίησες;
-Μα να μην σας κουράσω, πατέρα, είπε (γιατί τότε είχε αρχίσει να κάμπτεται η υγεία του, όμως ήταν πάντα ακούραστος να κάνει το καλό).
Γονάτισε κοντά στο κρεβάτι μου, έκανε τέτοια προσευχή, που πραγματικά άνοιξε τους ουρανούς. Την ίδια ώρα άρχισα να συνέρχομαι. Για πρώτη φορά απ’ τη μέρα που αρρώστησα ανασηκώθηκα και έφαγα μόνη μου. Σε δύο μήνες έγινα τελείως καλά, παρά τις αντίθετες προβλέψεις και πήγα στη δουλειά μου».

Ο κ. Μ. αφηγείται ένα συγκλονιστικό θαύμα που έζησε το 1960.
«Ένα κοριτσάκι μου τότε έπαθε πολιομυελίτιδα και παρέλυσαν και τα δύο του πόδια. Το πήγαμε στο γιατρό. Το εξέτασε και τον ρωτήσαμε:
-Τι προβλέπεις γιατρέ;
-Είναι δύσκολη η κατάσταση. Δεν νομίζω ότι θα συνέλθει!
Το πήγαμε στο νοσοκομείο λοιμωδών νόσων. Πριν ξεκινήσουμε πήγα στο γέροντα κλαίγοντας, του είπα τι συνέβη και μου είπε:
-Μη φοβάσαι. Δεν θα πάθει τίποτα το παιδί. Θα περπατήσει. Να το ξέρεις! Κι ας λένε οι γιατροί.
-Μας πώς, παππούλη, αφού οι γιατροί είναι κατηγορηματικοί.
-Το ακούς τι σου λέω; Είπε έντονα. Θα περπατήσει το παιδί.
Έφυγα εγώ αλλά η αμφιβολία και ο φόβος με κατέτρωγαν.
Ο γέροντας δεν με ξέχασε. Με είχε στην προσευχή του και μου έστειλε με κάποιον άλλον ένα μπουκαλάκι με λάδι από ευχέλαιο με την παραγγελία:
-Πες στον Α. να πάει στο παιδί του, να πει το «πιστεύω» και να αλείψει το παιδί με το λάδι στα πόδια του, στα χέρια του, στο μέτωπό του, και να μη φοβάται τίποτα.
Το παιδί μου το είχαν σ’ ένα θάλαμο με τα βαρέως πληγέντα παιδιά. Ήταν κάπου επτά παιδιά. εγώ μπήκα διστακτικός, γιατί δεν επιτρεπόταν η είσοδος. Έκανα το σταυρό μου, είπα το «πιστεύω» ψιθυριστά, και μετά ξεσκέπασα το παιδί και το άλειψα με το αγιασμένο λάδι. Μέσα στο θάλαμο ήταν και οι μητέρες των άλλων παιδιών. Μου λένε:
-Σας παρακαλούμε, σταυρώστε και τα δικά μας παιδιά. Πράγματι σταύρωσα όλα τα παιδιά, που ήταν και αυτά παράλυτα από την ίδια αρρώστια.
Την άλλη μέρα μπήκε στο θάλαμο ο καθηγητής με τους άλλους γιατρούς. Πάει πρώτα στην κόρη μου, την κοιτάει και λέει:
-Για κοιτάξτε, αυτό σαλεύει! (Ήταν δείγμα ότι ξεπέρασε τον κίνδυνο).
Πάει στο άλλο παιδί.
-Κι αυτό σαλεύει.
Πάει στο τρίτο, τέταρτο όλα σάλευαν. Γυρίζει και λέει στους άλλους γιατρούς.
-Για κοιτάξτε, μήπως κάναμε λάθος; Δεν είναι εδώ τα βαρέως πληγέντα.
-Όχι, εδώ είναι, του απάντησαν.
-Μα εδώ όλα σαλεύουν, απάντησε έκπληκτος.
Κι εγώ ήμουν έξω κι έκλαιγα! Τελικά όλα τα παιδιά έγιναν καλά και μεις δοξάσαμε το Θεό γι’ αυτό το ανέλπιστο θαύμα. Γύρισα κι ευχαρίστησα το γέροντα. Ο πάντοτε ταπεινός π. Αθανάσιος απάντησε:
-Ο Θεός, παιδί! Του Θεού δουλειές είναι αυτές. Ας είναι δοξασμένο το όνομά Του.

Στο Μαρούσι ζούσε και ο κ. Θ. ο οποίος είχε καταληφθεί από δαιμόνιο. Πήγαινε στον π. Αθανάσιο και του διάβαζε εξορκισμούς. Ο άνθρωπος υπέφερε. Το δαιμόνιο έβριζε το γέροντα.
-Σκάσε παλιόγερε. Με καις. Με καις…
Παρόλο που ήταν ψηλός άνθρωπος, την ώρα εκείνη μαζευόταν και γινόταν σαν κουβάρι. Ο γέροντας διάβαζε με μεγάλη κατάνυξη τις ευχές κι έλεγε στους παρισταμένους να γονατίζουν και να προσεύχονται για τον άνθρωπο αυτό. Όλοι προσεύχονταν με δάκρυα, βλέποντας τον δαιμονισμένο να χτυπιέται και να υποφέρει τόσο. Σε λίγο ηρεμούσε. Το δαιμόνιο δεν μπορούσε να αντέξει την προσευχή του γέροντα κι έφευγε. Ο ίδιος ο δαιμονισμένος έλεγε όταν συνερχόταν:
-Να ξέρατε τι μου κάνει! Όταν θέλω να έλθω στη Νερατζιώτισσα μου κρύβει τα ρούχα, τα παπούτσια και μου φωνάζει: «Τι θες να πας στη Νερατζιώτισσα; Τόσες εκκλησίες υπάρχουν!»
Τελικά, με τις ευχές του γέροντα θεραπεύτηκε.

Από το βιβλίο: Ιερομόναχος Αθανάσιος Χαμακιώτης, 1891-1967. Του Αρχιμ. (και νυν Μητροπ. Αργολίδος) Νεκταρίου Αντωνοπούλου.
Εκδόσεις, Ακρίτας. Αθήναι 1998.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.