Κυριακή ΚΖ’ Επιστολών: Πόλεμος! – Μακαριστού Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτου.

Εφ. 6,10-17

«Ουκ έστιν ημίν η πάλη προς
αίμα και σάρκα, αλλά προς τας
αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου»
(Εφ. 6,12)

Μη δειλιάσετε, μη φοβηθήτε, αλλά πάρτε τα όπλα και χτυπάτε αλύπητα τον εχθρό! Έτσι ακούγεται σήμερα να φωνάζη ο Απόστολος. Μας καλεί σε πόλεμο όλους.
Σε πόλεμο; Θεός φυλάξοι! Θα πη κάποιος από τους ηλικιωμένους ακούγοντας τη λέξι πόλεμος, γιατί έχει πικρή πείρα του πολέμου. Μικρός ήταν, σχολείο πήγαινε, όταν χτύπησαν οι σειρήνες και είδε τα αεροπλάνα να πετούν, να ρίχνουν βόμβες και να σκοτώνουν ανθρώπους. Το σχολείο έκλεισε, Ο δάσκαλος επιστρατεύτηκε. Ο πατέρας του επίσης, και όλοι πήγαν στο μέτωπο. Αγωνία στο σπίτι· άραγε θα γυρίση ο πατέρας;… Με λαχτάρα περίμεναν κάθε μέρα τον ταχυδρομικό διανομέα, που ερχόταν στο χωριό για να μοιράση τα γράμματα. Όταν έπαιρναν γράμμα από τον πατέρα που ήταν στρατιώτης, κ’ έγραφε ότι εκεί ψηλά στα βουνά ο στρατός νικά και συνεχώς προχωρεί και καταλαμβάνει ελληνικά χωριά και πόλεις που ήταν σκλαβωμένες στον εχθρό, η χαρά του μικρού ήτανε μεγάλη. Ο πόλεμος εκείνος τελείωσε. Ο μικρός μεγάλωσε, έγινε νέος, και ενώ περίμενε ν’ αποκατασταθή κοινωνικώς, να παντρευτή, να κάνη οικογένεια και να ζήση σαν τίμιος οικογενειάρχης, ξαφνικά χτυπούν και πάλι οι σειρήνες και καλούν σε πόλεμο. Ο πατέρας του είνε τώρα πια γέρος και τον χρειάζεται για τις γεωργικές δουλειές. Αλλ’ ο νέος δεν μπορεί να μείνη· τον καλεί η πατρίδα. Και με δάκρυα στα μάτια αφήνει γέροντες γονείς και πηγαίνει στο μέτωπο. Σκληρός είνε ο πόλεμος. Τα βόλια πέφτουν χαλάζι. Τα βουνά σείονται. Τα κορμιά πέφτουν νεκρά σαν τα στάχυα που τα θερίζει το λεπίδι της θεριστικής μηχανής. Επί τέλους ο πόλεμος τελειώνει και πηγαίνει στο σπίτι του. Παντρεύεται, δημιουργεί οικογένεια, και βλέπει τα παιδιά του να μεγαλώνουν και να γίνωνται νέοι. Αλλά και πάλι σειρήνες ακούγονται· κι αυτός, που μικρό παιδί είδε τον πατέρα του να πηγαίνη στρατιώτης, κι όταν ήταν νέος πήγε κι ο ίδιος στρατιώτης,
κι όταν ήταν νέος πήγε κι ίδιος στρατιώτης, τώρα που πέρασαν τα χρόνια κι άρχισαν ν’ ασπρίζουν τα μαλλιά και ήθελε κι αυτός υστέρα από τόσα βάσανα και περιπέτειες ν’ απολαύση μια ήσυχη ζωή, να κι ακούει να χτυπούν οι σειρήνες για τρίτη φορά. Πόλεμος! Και αυτός, που ξέρει από προσωπική πείρα τι σκληρό πράγμα είνε ο πόλεμος, βλέπει τώρα το παιδί του να πηγαίνη στον πόλεμο και η πατρική του καρδιά τρέμει και μόνο με τη σκέψι πως δεν θα το ξαναδή…

**************
Περασμένη γενιά! Έζησες μέσα σε πολέμους και «ακοάς πολέμων» (Ματθ. 24,6· Μαρκ. 13,7). Είνε επόμενο, όταν ακούς πόλεμο ν’ ανησυχής και να ταράζεσαι. Θα ήθελες, ποτέ να μη γίνη πια πόλεμος, αλλά πάντα σ’ όλο τον κόσμο να βασιλεύη η ειρήνη.
Και όμως πόλεμος! Αλλ’ ο πόλεμος, όπου μας καλεί η σάλπιγγα του Αποστόλου, δεν είνε σαν τους πολέμους που γίνονται ανάμεσα στα κράτη. Είνε ένας πόλεμος πολύ διαφορετικός. Γιατί, όπως λέει ο Απόστολος, στον πόλεμο αυτό που μας καλεί ο Θεός δεν έχουμε να παλέψουμε με κορμιά ανθρώπων, που είνε πλασμένα από σάρκες και αίματα. Είνε πόλεμος πνευματικός, πόλεμος αόρατος· κ’ έχουμε να παλέψουμε με τους πιο φοβερούς εχθρούς που έχει ο άνθρωπος. Μη γελάσετε, παρακαλώ, όταν τώρα ακούσετε το όνομα των αόρατων αυτών εχθρών που μας πολεμούν. Γιατί μόνο άπιστοι, διεφθαρμένοι και γι’ αυτό ανόητοι άνθρωποι, νομίζουν ότι λύνουν τα ζητήματα της θρησκείας σβήνοντάς τα με μια μονοκοντυλιά. Πόσο πλανώνται, πόσο πλανώνται! Δεν υπάρχουν στον κόσμο μόνο αυτά που βλέπουμε· υπάρχουν κι άλλα πράγματα, αόρατες δυνάμεις, οι οποίες έχουν τόση κακία και μίσος εναντίον της ανθρωπότητος, ώστε αν ήταν στο χέρι τους θα κατέστρεφαν τους πάντας και τα πάντα, και μετά θα κάθονταν πάνω στα ερείπια να γελούν και να καγχάζουν για την καταστροφή. Γέλα λοιπόν, ω άπιστε και άθλιε άνθρωπε! Θα ‘ρθη ώρα, που εσύ θα κλαις απαρηγόρητα, και άλλοι θα γελούν και θα καγχάζουν για τη συμφορά σου. Κι αυτοί που θα γελούν και θα καγχάζουν-ας τους ονομάσουμε-θα είνε οι δαίμονες. Αυτοί είνε οι πιο μεγάλοι εχθροί σου, που εσύ λες πως δεν υπάρχουν. Κι αυτό που λες, ότι δεν υπάρχουν, είνε η πιο μεγάλη επιτυχία των δαιμόνων. Γιατί, αν έκανες στρατιώτης, ξέρεις πολύ καλά, ότι τότε ο εχθρός είνε πολύ επικίνδυνος, όταν κατορθώση να κρύβεται, να καμουφλάρεται. Ο στρατός τότε προχωρεί ανύποπτα, χωρίς καμμιά προφύλαξι, και ξαφνικά ο εχθρός, που δεν φαινότανε, ξεπροβάλλει απότομα κι αρχίζει να χτυπά. Οι στρατιώτες τότε αιφνιδιάζονται, χάνουν το ηθικό τους, τους πιάνει πανικός και φεύγουν. Κάτι τέτοιο δεν έπαθε και ο στρατός μας το 1912 στα υψώματα του Αμυνταίου; Κρυμμένος ο εχθρός, επετέθη ξαφνικά και μια ολόκληρη μεραρχία κινδύνευσε να διαλυθή.
Μεγάλη, λοιπόν, επιτυχία του σατανά είνε να κρύβεται. Με τα όργανά του, τους πράκτορές του, με τους δήθεν μορφωμένους επιστήμονες, διαδίδει, ότι δεν υπάρχει. Έτσι οι άνθρωποι ανύποπτοι βαδίζουν το δρόμο της ζωής, κι όταν ξαφνικά ο σατανάς τους επιτεθή, τους βρίσκει απροετοίμαστους, τους νικά και τους καταστρέφει ψυχικώς. Ενώ, αν πίστευαν πως υπάρχει διάβολος, που μισεί τον άνθρωπο μ’ ένα απερίγραπτο μίσος και σαν λιοντάρι πεινασμένο τρέχει δεξιά κι αριστερά για να αρπάξη καμμιά ψυχή, τότε οι άνθρωποι θα ελάμβαναν όλα τα μέτρα που συνιστά η αγία Γραφή για να νικήσουν τον εχθρό.

*************

Ο πόλεμος κατά του διαβόλου δεν είνε εύκολος, γιατί ο σατανάς δεν είνε μόνος του. Έχει συμμάχους ισχυρούς, που τον βοηθούν στα σχέδιά του τα καταχθόνια· είνε οι κακοί άνθρωποι, είνε οι άπιστοι και διεφθαρμένοι άνθρωποι, που ποτέ τους δεν έχυσαν ένα δάκρυ μετανοίας, αλλά κοροϊδεύουν τα πάντα, αυτοί οι έξυπνοι, και κηρύττουν, ότι σατανάς δεν υπάρχει, κόλασι δεν υπάρχει, και τέλος Θεός δεν υπάρχει.
Σύμμαχος δε του σατανά, ακόμη ισχυρότερος, είνε τα δικά μας ελαττώματα και πάθη. Τα πάθη είνε σαν φωτιά που καίει μέσ’ στην καρδιά μας. Και σ’ αυτή τη φωτιά ο σατανάς ρίχνει το λάδι του, για να φουντώση περισσότερο. Ο σατανάς πηγαίνει στον καθένα άνθρωπο και, αναλόγως με τις αδυναμίες που έχει, τον ερεθίζει για να κάνη το α ή το β κακό.
Φοβερή λοιπόν είνε η δύναμι του διαβόλου. Αλλ’ ο απόστολος Παύλος λέει, ότι οι χριστιανοί δεν πρέπει ν’ απελπίζωνται. Γιατί είνε στρατιώτες της ενδόξου στρατιάς του Χριστού. Έχουν όπλα ισχυρά, όπλα πνευματικά, όπλα που όποιος ξέρει να τα μεταχειρίζεται καλά νικά. Θέλετε να μάθετε, ποια είνε τα όπλα αυτά; Ακούστε τα, όπως τα ονομάζει ο Παύλος παίρνοντας την ονομασία από τα όπλα της εποχής του. Ζώνη στρατιωτική είνε η αλήθεια. Υποδήματα είνε η προθυμία και ο ζήλος για τη χριστιανική ζωή. Ασπίδα μεγάλη, που σκεπάζει όλο το σώμα, είνε η πίστις. Κράνος, που προφυλάσσει το κεφάλι, είνε η προσοχή για την καθαρότητα της σκέψεως. Σπαθί κοφτερό, που αν το ση ο σατανάς τρέμει και φεύγει, είνε το φλογερό κήρυγμα που πρέπει να κηρύττεται παντού. Και αν θέλετε να ονομάσουμε κ’ εμείς ένα τελευταίο όπλο με φρασεολογία της δικής μας εποχής, θα μπορούσαμε να πούμε, ότι ασύρματος είνε η προσευχή. Αυτή είνε η πανοπλία του χριστιανού. Μ’ αυτά τα όπλα ωπλισμένος, πολεμά γενναία, και νικά και θριαμβεύει εν Χριστώ Ιησού, ω η δόξα και το κράτος. Αμήν.

Από το βιβλίο: Μακαριστού Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτου: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: (Σύντομα κηρύγματα επί των Αποστολικών Περικοπών). Γ’ έκδοσις. 2000.

Παράβαλε και:
Κυριακή ΚΖ. Επιστολών: Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ., «είσαι ωπλισμένος», Λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου.

Κατηγορίες: Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.