«Βλέπω τι μας περιμένει, γι’ αυτό πονάω» – Αγίου Παισίου του Αγιορείτου.

Περνούν τα χρόνια και τι δύσκολα χρόνια! Δεν τελείωσαν τα θέματα. Βράζει το καζάνι. Αν δεν είναι λίγο δυναμωμένος κανείς, πώς θα μπορέση να αντιμετωπίση μιά δύσκολη κατάσταση; ο Θεός δεν έκανε ανεπρόκο¬πους ανθρώπους. Πρέπει να καλλιεργήσουμε το φιλότι¬μο. Αλήθεια, Θεός φυλάξοι, αν γίνει ένα τράνταγμα, πό¬σοι θα σταλθούν όρθιοι; Πριν από τον πόλεμο του ’40, στην Κόνιτσα, εκεί πού είχα το μαραγκούδαδικο ήταν η αγορά και έφερναν οι χωρικοί καλαμπόκι, σιτάρι κ.λπ. Μερικοί πλούσιοι – τι πλούσιοι, αυτοί δηλαδή πού έπαιρ¬ναν κάποιους τόκους από τις Τράπεζες, όταν πήγαι¬ναν οι καημένοι οι χωρικοί το καλαμπόκι στην αγορά, για να το πουλήσουν, αυτοί το κλωτσούσαν με το πόδι και ρωτούσαν πόσο έχει. Όταν ήρθε ο πόλεμος και ανα¬γκάσθηκαν να τα πουλήσουν όλα, «καλημέρα» έλεγε ο ένας, «έχεις καλαμπόκι;» ρωτούσε ο άλλος. Γι’ αυτό τώρα να ευχαριστείτε τον Θεό για όλα. Κοιτάξτε να ανδρωθείτε. Σφιχτήτε λιγάκι. Βλέπω τι μας περιμένει, γι’ αυτό πο¬νάω. Μην αφήνετε τον εαυτό σας χαλαρό.

Ξέρετε τι τραβάνε αλλού οι Χριστιανοί; Στην Ρωσία μέσα στα κάτεργα. Τι δυσκολίες! Που πνευματικά βιβλία! Αφήστε την Αλβα¬νία. Δυστυχία! Δεν έχουν να φάνε. Ούτε Εκκλησίες άφη¬σαν ούτε μοναστήρια. τα ονόματα τους τα άλλαξαν και αυτά, γιατί δεν ήθελαν να ακούγονται χριστιανικά ονό¬ματα. και στην Αμερική ακόμη, οι Ορθόδοξοι είναι λί¬γοι, σκορπισμένοι σε διάφορα μέρη, και ξέρετε τι τραβάνε; Να μην υπάρχει ορθόδοξη κοινότητα, να πηγαίνουν με το τραίνο ώρες μακριά, για να εκκλησιασθούν, να έρχονται στο Άγιον Όρος να συμβουλευθούν για ένα θέμα! Είναι μεγάλη αχαριστία αυτό το χαλαρό πνεύμα πού υπάρχει στην Ελλάδα.

Πόσους Αγίους θα παρουσιάση ο Θεός στα κράτη πού υπήρχε κομμουνισμός! Μάρτυρες! Εκείνοι είχαν αποφασίσει τον θάνατο. Είχαν μεγάλες θέσεις και δεν συμφωνούσαν με τους νόμους, όταν ήταν αντίθετοι με τον νόμο του Θεού. «Δεν συμφωνώ- σκοτώστε με, κλείστε με φυλακή», έλεγαν, για να μην παρασυρθούν και οι άλλοι. Εδώ πολλοί, χωρίς να ζορίζονται, δείχνουν τέτοια αδιαφορία! Λίγο αν περνούσαν μιά δυσκολία, έναν πόλεμο ή δύσκολα χρόνια, θα ήταν διαφορετικά. Γιατί τώρα είναι σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Είναι – πώς να το πει κανείς; – σαν ένας να έρχεται από την Αυστραλία με το αεροπλάνο την άνοιξη στην Ελλάδα και να φεύγει από ‘δω το φθινόπωρο για την Αυστραλία, οπότε φθάνει εκεί πάλι άνοιξη. Από άνοιξη σε άνοιξη, και χειμώνα δεν βλέπει• δεν ξέρει ούτε τι γίνεται τον χειμώνα ούτε από κακο¬καιρίες ούτε τίποτε.

– Γέροντα, πώς μπορούμε να βοηθήσουμε έναν άνθρω¬πο αδιάφορο;

– Να του βάλουμε την καλή ανησυχία, να τον προβλη¬ματίσουμε, για να θελήση ο ίδιος να βοηθηθεί. Με το ζόρι δεν γίνεται. Πρέπει να διψάει ο άλλος, για να του δώσεις να πιει νερό. Δώσε σε έναν πού δεν έχει όρεξη, να φάει μέ τό ζόρι• θα το κάνη εμετό. Όταν ο άλλος δεν θέλει, δεν μπορώ να του στερήσω την ελευθερία, το αυτεξούσιο.

Άγνοια δεν δικαιολογείται.

-Μήπως, Γέροντα, μερικοί είναι αδιάφοροι, επειδή έχουν άγνοια;

-Τι άγνοια; Να σού πω μιά άγνοια; Φιλόλογος από την Χαλκιδική δεν ήξερε τι είναι το Άγιον Όρος. Ένας Γερ¬μανός δάσκαλος του μίλησε για το Άγιον Όρος και ήρθαν μαζί. ο Γερμανός ήξερε ακόμη και πόσα μονα¬στήρια υπάρχουν στο Άγιον Όρος. Και παρόλο πού ήταν Προτεστάντης, ήξερε και τι άγια Λείψανα υπάρ¬χουν, πού βρίσκονται κ.λπ. Αυτή η άγνοια δικαιολογείται; Άλλος από την Αμερική είπε σε κάποιον από την Χαλκιδική να’ρθει για ένα πρόβλημα του να τον βοηθήσω. Από την Αμερική! Να σας πω και κάτι ακόμη. Ήρθε ένας στο Καλύβι πού ήταν από την Φλώρινα. «Μέσα από την Φλώρινα, του λέω, είσαι;». «Ναι, από μέσα», μού λέει. «Εσείς εκεί έχετε και καλό μητροπολίτη», του λέω. «Σε ποια ομάδα παίζει;», μου λέει. Αυτός νόμιζε ότι ήταν πο¬δοσφαιριστής! Ήταν προσηλωμένος στο ποδόσφαιρο. Ούτε τον δεσπότη ήξερε τουλάχιστον τον Καντιώτη τον ξέρουν. Αυτα δεν δικαιολογούνται.

Όχι, άγνοια δεν δικαιολογείται σήμερα στον κόσμο. Λείπει η καλή διάθεση, το φιλότιμο. Εκείνος πού έχει καλή διάθεση για να γνωρίσει τον Χριστό, θα Τον γνωρίσει. Θα πάρει στροφή. Και αν δεν βρεθεί ούτε ένας θεολόγος ούτε ένας καλόγερος, και δεν ακούσει τον λόγω του Θεού, άμα έχει καλή διάθεση, θα πάρει στροφή ή από ένα φίδι ή από ένα θηρίο ή από μια αστραπή, από έναν κατακλυσμό, ή από κάποιο άλλο γεγονός. Θα τον οικονομήσει ο Θεός. Ένα παιδί αναρχικό είχε πάει στην Γερμανία. Εκεί το έκλεισαν σε αναμορφωτήριο, γιατί είχε μπλέξει με ναρκωτικά κ.λπ. Δεν είχε βοηθηθεί από πουθενά. Στο αναμορφωτήριο του έδωσε κάποιος ένα Ευαγγέλιο. Το διά¬βασε και άλλαξε αμέσως. «Θα πάω στην Ελλάδα, είπε• εκεί είναι η Ορθοδοξία». Γύρισε στο χωριό του. Οι συγγενείς του βάλθηκαν να τον παντρέψουν. Τον πάντρεψαν απέκτησε και ένα παιδάκι. Διάβαζε το Ευαγγέλιο, πήγαινε στην Εκκλησία, τηρούσε τις αργίες. Οι άλλοι πού τον έβλεπαν να ζει έτσι έλεγαν: «Αυτός, για να διαβάση Ευαγ¬γέλιο, πάσχει, τρελλάθηκε»!

Μετα από λίγο τον εγκατέ¬λειψε και η γυναίκα του• πήρε μαζί της και το παιδάκι. Όταν έφυγε η γυναίκα του, εκείνος άφησε όλα όσα είχε στο χωριό, χωράφια, τρακτέρ κ.λπ. και πήγε στις σπηλιές και ασκήτευε. Ένας Πνευματικός όμως του είπε: «Πρέπει να βρεις την γυναίκα σου, να συνεννοηθείτε, και ύστε¬ρα να αποφασίσεις τι θα κάνης». Ξεκίνησε λοιπόν να πάει στην Θεσσαλονίκη, για να βρει την γυναίκα του. Πίστευε ότι, αφού έτσι του είπε ο Πνευματικός, θα του την παρουσιάση ο Χριστός. Στην Θεσσαλονίκη δεν την παρου¬σίασε την γυναίκα του ο Χριστός. Έν τω μεταξύ, βρήκε κάτι Γερμανούς, τους κατήχησε• ο ένας βαπτίσθηκε. Αυτοί του έβαλαν τα ναύλα και πήγε στην Αθήνα. Ούτε εκεί του την παρουσίασε. του έβαλαν πάλι τα ναύλα και πήγε στην Κρήτη. Έπιασε Εκεί μιά δουλειά και πήγε σε έναν Πνευματικό. Εκείνος, όταν άκουσε το πρόβλημα του, του είπε: «Μήπως η γυναίκα σου και το παιδάκι είναι έτσι και έτσι; Εδώ κάπου δουλεύει μιά γυναίκα. Δεν έχει πολύ καιρό πού ήρθε». και του περιέγραψε πώς ήταν αυτή η γυναίκα.

«Αυτή πρέπει να είναι», λέει. Την ειδοποίησε ο Πνευ¬ματικός. Εκείνη, μόλις τον είδε, τα έχασε. «Με μάγια με βρήκες, του είπε. Μάγος είσαι». και τον άφησε και έφυγε, πριν προλάβει να της μιλήσει. Την έχασε πάλι. Έμαθε και για μένα και ήρθε στο Καλύβι. Χτύπησε μια φορά και περίμενε. Τραβήχθηκε στην άκρη καί, ώσπου να ανοίξω, έκανε μετάνοιες. Φορούσε κάτι παλιά ρούχα. Μού τα διη¬γήθηκε όλα. Είχα μερικά ξερά σύκα και του έδωσα. «Θέλεις σύκα;», του λέω. «Δεν έχω δόντια», μού λέει. «και εγώ δεν έχω», του λέω. «Έσύ πονάς; με ρωτάει. Έγώ πονώ. Μέσα από τον πόνο βγαίνει η χαρά του Χριστού», μού λέει. «Θέλεις καμμιά φανέλλα;», τον ρωτάω. «Έχω δυό, μού λέει. Αν ζεστάνει ο καιρός, θα την δώσω την μία». «Κοίταξε, του λέω, μέχρι να ξεκαθαρίσεις και να συνεννοηθείς με την γυναίκα σου, να προσέξεις την υγεία σου, γιατί έχεις ευθύνη και για το παιδάκι». Τέτοια αυταπάρ¬νηση! Τέτοια πίστη! Δεν ήταν ούτε είκοσι επτα χρονών. Πού να είχε γνωρίσει αυτός την μοναχική ζωή! Άγνοια τελεία είχε, αλλά είχε καλή διάθεση και ο Θεός
τον βοήθησε και προχώρησε βαθιά ευαγγελικά.

Γι’ αυτό λέω ότι άγνοια δεν δικαιολογείται με τίπο¬τε σήμερα. Μόνον αν είναι κανείς λειψός ή μικρό παιδί, δικαιολογείται να έχει άγνοια. Αλλά και τα μικρά παιδιά σήμερα είναι σπίρτα! Άμα θέλει κανείς, υπάρχουν πολλές δυνατότητες, για να γνωρίσει την αλήθεια.

Από το βιβλίο: Λόγοι του Γέροντος Παισίου Β’. Πνευματική αφύπνιση.
Έκδοση: Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος. Σουρωτή Θεσσαλονίκης. 1999.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.