Λόγος ηθικός δεύτερος (Γ’) «Η φυσική θεώρηση για τον Αδάμ και την Εύα»: – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Ανακεφαλαίωση όσων ειπώθηκαν στον πρώτο λόγο1 για τη φυσική θεώρηση σχετικά με τον Αδάμ και την Εύα, τις επτά μέρες και τους επτά αιώνες και τον παράδεισο.

Ο Θεός λοιπόν δημιούργησε τον ουρανό και τη γη, και όλα όσα υπάρχουν στον ουρανό και στη γη – για να εξετάσουμε πάλι τα κρυμμένα νοήματα της θείας Γραφής – και έπειτα έπλασε τον άνθρωπο, που πλάσθηκε κατ’ εικόνα του και καθ’ ομοίωση,2 μόνο δηλαδή τον ίδιο τον Αδάμ. Μέσα σε έξι μέρες δημιούργησε όλα αυτά και την εβδόμη μέρα αναπαύθηκε,3 χωρίς να εργασθεί τίποτε σ’ αυτή τη μέρα και χωρίς να ονομάσει όγδοη μέρα την επόμενη, για να μη λέγονται οι μέρες της εβδομάδας οκτώ, αλλά μόνο επτά, και έτσι, με το να επαναλαμβάνονται αυτές, να ολοκληρώνουν τον αριθμό των εβδομάδων. Διότι μ’ αυτές τις μέρες φαίνεται ότι συμβόλισε ο Δημιουργός τους επτά αιώνες.
Λοιπόν, αφού ο Δεσπότης των όλων δημιούργησε έτσι αυτά, επειδή προγνώριζε, καθώς ήταν Θεός, ότι ο άνθρωπος πρόκειται να παραβεί την εντολή του και να παραμείνει αμετανόητος – είναι άλλωστε απόλυτη ανάγκη, εκείνος που δεν μετανοεί, και να τιμωρείται ο ίδιος και να καταδικάζεται, – ο Θεός δεν άφησε τον άνθρωπο να είναι σ’ αυτό τον κόσμο, που κτίσθηκε μέσα στις έξι μέρες μαζί μ’ εκείνον τον ίδιο τον Αδάμ, αλλά την έβδομη μέρα, μετά την ανάπαυσή του, και μετά τη συμπλήρωσή της, τότε, τελευταία, φύτεψε τον παράδεισο προς τα ανατολικά.4
Με ποιό τρόπο τον φύτεψε και γιατί; Για να εισαχθεί ο Αδάμ από τον κόσμο αυτό στον παράδεισο, σαν μέσα σε κάποιο παλάτι και σε κάποια ξακουστή πόλη, όπως δηλαδή ένας βασιλιάς˙ όταν όμως θα παραβεί την εντολή του Θεού, και γι’ αυτό θα πρόκειται να εκπέσει από τη βασιλεία και να διωχθεί και να πεταχτεί έξω από τα βασιλικά ανάκτορα, τότε να καταδικασθεί να ζει πάλι σ’ αυτό τον κόσμο με την ελπίδα της επιστροφής. Διότι, αν ο Θεός δεν τα έκανε αυτά έτσι, αλλά άφηνε τον κόσμο μόνο του, και έβαζε τον άνθρωπο στον κόσμο, όταν αυτός θα γινόταν παραβάτης και δεν θα ομολογούσε το αμάρτημά του και δεν θα μετανοούσε, πού αλλού θα μπορούσε να τον διώξει; Πού άλλωστε έπρεπε και να ζει και να πεθαίνει ο Αδάμ, και πάλι να επιστρέφει στη γη, από την οποία ελήφθη, μετά από την καταδίκη του; Ασφαλώς πουθενά, αλλά μόνο έπρεπε να καταδικασθεί ο ίδιος να είναι ζωντανός στον άδη, χωρίς να έχει έκτοτε καμία ανάκληση στη σωτηρία˙ αλλά και στο εξής ούτε δημιουργία θα υπήρχε ούτε πλήθυνση του κόσμου, και θα χανόταν ο άνθρωπος, αυτό το τόσο σπουδαίο και τόσο μεγάλο έργο της σοφίας του Θεού.
Επειδή όμως ο Θεός γνώριζε προαιώνια ότι ο άνθρωπος πρόκειται να γίνει παραβάτης, και προόρισε την ανάπλασή του με την αναγέννηση, γι’ αυτό και ο ίδιος, μετά από τη δημιουργία όλων των δημιουργημάτων και την ανάπαυση και την προσήμανση, με τρόπο μυστικό, μέσα στις επτά μέρες των καιρών και των αιώνων, έλαβε αργότερα από καθένα από τα έργα του, σαν ζύμη και σαν σπόρο και σαν μερίδα, τους αρραβώνες της ανάπλασης, ώστε, αφού λάβει τις μερίδες από τα έργα, που δημιουργήθηκαν μέσα στις επτά μέρες, να προεικονίσει τον μέλλοντα αιώνα όχι μέσα σ’ αυτές τις μέρες, αλλά μέσα στην όγδοη μέρα, με τη δημιουργία που έγινε μέσα στη μέρα αυτή, χωρίς να την περιλάβει μέσα στις επτά μέρες και χωρίς να την κάνει φανερή, αλλά την άφησε να είναι ολότελα άγνωστη σ’ αυτούς που έζησαν πριν από το Νόμο, ενώ την έκανε να αποκαλυφθεί και να αναγγελθεί κάπως αμυδρά στους προφήτες, που έζησαν στην εποχή του Νόμου, να φανερωθεί όμως σ’ εμάς τους πιστούς και να λάμψει όπως λάμπει ο ήλιος το πρωί, καθώς μάλιστα και περιμένομε τον άδυτο ήλιο της δικαιοσύνης5 να ανατείλει σε λίγο. Είπα μάλιστα ότι ο ίδιος έλαβε μερίδες, από όλη τη γη μία έκταση, στην οποία φύτεψε τον παράδεισο, από όλο όμως το σώμα του Αδάμ μία πλευρά, ένα μέλος δηλαδή, ενώ από τις μέρες δεν έλαβε τίποτε. Για ποιό λόγο; Επειδή οι μερίδες αυτές ελήφθησαν για να ανανεωθούν μ’ αυτές τα δημιουργήματα, που ήταν συγγενικά και όμοιά τους, και έπρεπε να ενωθούν με τα ουράνια, οι μέρες όμως αφέθηκαν, διότι δεν πρόκειται να ανανεωθούν, αλλά να καταργηθούν εντελώς από τη μέρα εκείνη,6 και γι’ αυτό δεν έλαβε ο Θεός απ’ αυτές μερίδα για την ανανέωσή της, από τους αιώνες όμως έλαβε. Με ποιό τρόπο; Άκουσε.
Έπρεπε να συμπληρωθούν επτά αιώνες, σύμφωνα με τον αριθμό των επτά ημερών. Οι έξι βέβαια αιώνες πέρασαν πια, ο έβδομος αιώνας όμως δεν ολοκληρώθηκε,7 αλλά ο Θεός λαμβάνει απ’ αυτό τον αιώνα τη μερίδα και την επισυνάπτει στον αιώνιο και ατέλειωτο αιώνα. Αλλά, πόσο προόρισε να λάβει η πότε πρόκειται να φθάσει το τέλος αυτών των ημερών, κανείς δεν γνωρίζει, παρά μόνο η Αγία Τριάδα, η μία και αδιαίρετη Θεότητα. Διότι αυτό που ειπώθηκε από τον Σωτήρα Ιησού Χριστό, ότι δηλαδή ούτε ο Υιός γνωρίζει αυτή τη μέρα και την ώρα,8 εννοούσε ότι δεν γνωρίζει ως προς τη φύση της ανθρωπότητάς του, όχι ως προς τη φύση της θεότητάς του.
Για ποιό λοιπόν λόγο δεν έλαβε μερίδα από τις μέρες, αλλά λαμβάνει μερίδα από τους αιώνες; επειδή αυτοί βέβαια οι αιώνες, με το να υπολογίζονται από τις μέρες και τις εβδομάδες, ονομάζονται αιώνες, ο μέλλοντας όμως και αιώνιος αιώνας δεν είναι μετρητός από τις μέρες, αλλά και είναι και θα είναι αμέτρητος και ατελείωτος˙ εφόσον λοιπόν δεν πρόκειται να υπάρχουν μέρες, αλλά αιώνας, λαμβάνει μερίδα όχι από τις μέρες αλλά από τους αιώνες και τη συνάπτει στον μέλλοντα αιώνα. Η μερίδα βέβαια της γης, ο ίδιος δηλαδή ο παράδεισος, ήταν σύμβολο της ουράνιας Ιεουραλήμ,9 εννοώ της βασιλείας των ουρανών, μέσα στον οποίο ο Θεός έβαλε και τον άνθρωπο, για να οδηγηθεί με την πρόοδό του από το σύμβολο και από τη σκιά στην αλήθεια. Το δέντρο της ζωής, που βρισκόταν στο μέσο του παραδείσου, ήταν εικόνα της αιώνιας ζωής, που είναι ο Θεός. Η πλευρά άλλωστε του Αδάμ, η οποία οικοδομήθηκε σε γυναίκα, ήταν σύμβολο της Εκκλησίας, αποτελώντας και αυτό πάλι άλλο μυστήριο της οικονομίας, ώστε, όταν ο άνθρωπος θα εκπέσει από την εικόνα, που έγινε για να είναι σύμβολο της βασιλείας των ουρανών, αυτό δηλαδή που ήταν ο παράδεισος, και από τη ζωή που θα χορηγούσε το δέντρο της ζωής, τότε να ενωθεί δια μέσου της πλευράς με τον Χριστό και Θεό και να ανυψωθεί πάλι σ’ εκείνη την αρχαία και πρωταρχική ωραιότητα.
Επειδή όμως η Εύα, αφού απατήθηκε πρώτη, παρέβη την εντολή και γεύθηκε από τον καρπό, έπειτα έδωσε στον Αδάμ και έφαγε εκείνος, αλλά δεν θέλησαν διόλου να μετανοήσουν και να προσπέσουν στον Δεσπότη, εξορίσθηκαν από εκεί και καταδικάσθηκαν να κατοικούν σ’ αυτό τον κόσμο. Πρόσεχε όμως και την ανέκφραστη αγαθότητα της πρόνοιας του Θεού για τον Αδάμ. Επειδή δηλαδή οδηγήθηκε μία φορά από την αμαρτία στην φθορά, για να μη φάει πρόωρα από το δέντρο της ζωής και γίνει αθάνατος (και τότε θα είναι, από τη μία,. Φθαρτός, από την άλλη, αθάνατος, και το κακό θα γίνει έτσι αθάνατο), ο Θεός έβαλε τη φλογίνη ρομφαία να φυλάγει την είσοδο του δέντρου της ζωής.10
Για τον κατακλυσμό, και για ποιά πράγματα ήταν σύμβολα όσα βρίσκονταν μέσα στην κιβωτό˙ και για τον Αβραάμ και το εκλεκτό λήμμα˙ και τί είναι αυτό το λήμμα˙ και για τον Ισραήλ και για την περιτομή.
Λοιπόν, με το να συνευρεθούν ο Αδάμ και η Εύα,11 τεκνοποίησαν και απέκτησαν γιους και θυγατέρες, και «ο Αδάμ ονόμασε την Εύα, τη γυναίκα του, Ζωή, διότι αυτή ήταν μητέρα όλων των ζώντων».12 Αλλά όμως, επειδή πλήθυναν οι άνθρωποι,13 και έπεσαν σε βάθος κακών και σε μεγάλο πλήθος αμαρτημάτων, καθώς ο Θεός επρόκειτο να καλύψει τον κόσμο με το νερό του κατακλυσμού και να εξαφανίσει τον άνθρωπο από τη γη, δεν εγκατέλειψε και πάλι την μερίδα, αλλά διέσωσε τον Νώε και τους γιους και τις θυγατέρες του μέσα στην κιβωτό. Η κιβωτός πάλι ήταν σύμβολο της Θεοτόκου και ο Νώε του Χριστού, οι άνθρωποι ωστόσο που ήταν μαζί με τον Νώε, η απαρχή του λήμματος από τους Ιουδαίους, ήταν σύμβολο αυτών, που επρόκειτο να πιστέψουν στον Χριστό, ενώ τα θηρία και όλα τα κτήνη και τα πτηνά και τα ερπετά ήταν σύμβολο των εθνών. Γι’ αυτό βέβαια και η κιβωτός ύστερα από τον κατακλυσμό είχε τον Νώε, ενώ η Θεοτόκος Μαριάμ είχε τον σαρκωθέντα Θεό και άνθρωπο˙ αλλά η κιβωτός βέβαια διέσωσε μόνο τον Νώε μαζί με τους δικούς του, ο σαρκωθείς όμως Θεός και άνθρωπος έσωσε και την κιβωτό (την Θεοτόκο) και όλο τον κόσμο από τον κατακλυσμό της αμαρτίας και από τη δουλεία του νόμου και του θανάτου.
Αλλά όμως μετά από τον κατακλυσμό,14 επειδή οι άνθρωποι έπεσαν και πάλι σε άγνοια του Θεού και ύψωσαν επίσης πάλι με υπερηφάνεια τον τράχηλό τους, διότι είχαν ένα στόμα, δηλαδή μία γλώσσα και μία διάλεκτο, άρχισαν να οικοδομούν πύργο και επιχειρούσαν να ανεβούν στους ουρανούς, διότι φαντάσθηκαν και πάλι μέσα τους να γίνουν ίσοι με τον Θεό. Και καθώς λοιπόν ο Θεός σκόπευε να να ανακατέψει τις γλώσσες τους, και να τους διαχωρίσει μ’ αυτό, και να τους διασκορπίσει σε όλη τη γη, επειδή έγιναν από την πλευρά του Αδάμ πολλά μέλη και αποτελούσαν με τη μία διάλεκτο ένα σώμα, έλαβε πάλι απ’ αυτούς τη μερίδα του, την πλευρά δηλαδή, και το υπόλοιπο σώμα, χωρίζοντάς το σε πολλές μερίδες μελών, το διασκόρπισε, και τους ονόμασε έθνη, επειδή είχαν εντελώς άγνοια του Θεού. Αυτή λοιπόν τη μερίδα του ο Θεός την ονόμασε Ισράηλ, δηλαδή αυτός που βλέπει τον Θεό15 και αυτή η μερίδα ήταν ο Αβραάμ, μέσα στον οποίο υπήρχε από την αρχή, από γενεά σε γενεά, το σπέρμα της πίστης και της θεογνωσίας, που διασώθηκε. Και σ’ αυτόν εμφανίσθηκε ο Θεός, λέγοντας: «Βγες από τη χώρα σου και από τη συγγένειά σου, και έλα στη χώρα που θα σου δείξω, και θα σε κάνω μεγάλο έθνος».16 Και σ’ αυτόν έδωσε την περιτομή, κάνοντάς την γνωστή σαν ένα σημάδι και σαν μία σφραγίδα17˙ και υποσχέθηκε σ’ αυτόν με όρκο να πληθύνει τους απογόνους του σαν τα άστρα του ουρανού και σαν την άμμο, που υπάρχει στο χείλος της θάλασσας.18 Μετά απ’ αυτά μάλιστα εμφανίσθηκε σ’ αυτόν πάλι ο Θεός και είπε, «Να γνωρίζεις ότι οι απόγονοί σου θα ζήσουν πάροικοι σε ξένη χώρα»,19 προμηνύοντας την κάθοδο του Ιωσήφ και του πατέρα του Ιακώβ και των αδελφών του στην Αίγυπτο. Απ’ αυτούς λοιπόν και πλήθυνε εκεί αυτή η μερίδα, και έγινε αυτή μεγάλο έθνος, και τους έβγαλε από εκεί ο Θεός με τον Μωυσή, αφού προηγουμένως είπε σ’ αυτούς να φάνε τον αμνό,20 που ήταν προεικόνιση του αληθινού αμνού.21 Έπειτα, και αφού έσχισε στα δύο τη θάλασσα και τους πέρασε στην άλλη όχθη22 και τους οδήγησε στην έρημο και τους έθρεψε εκεί σαράντα χρόνια,23 έγινε «μερίδα του Κυρίου ο Ιακώβ, ο λαός του, ο Ισραήλ, μέρος της κληρονομίας του».24
Αυτοί λοιπόν είχαν την περιτομή σαν σφραγίδα, και περιτέμνονταν όλοι, και η μερίδα του Κυρίου γινόταν γνωστή απ’ αυτό, όπως ακριβώς ένα ποίμνιο βασιλικών προβάτων, με το να έχει το καθένα απ’ αυτά την περιτομή, σαν σφραγίδα, στο απόκρυφο μέλος του˙ και αυτό οικονομήθηκε σοφά από τον Θεό, για να μην αναμιγνύονται με τα άλλα πρόβατα, δηλαδή με τα έθνη, που από την άγνοια του Θεού έπεσαν στην τάξη των θηρίων και των άλογων ζώων. Γιατί όμως δεν όρισε να γίνεται η σφραγίδα σε άλλο μέρος του σώματος, αλλά στο απόκρυφο μέλος; Επειδή απ’ αυτό εξέρχεται το σπέρμα και πραγματοποιείται η σαρκική δημιουργία όλου του ανθρώπου. Εκτός απ’ αυτό μάλιστα, και επειδή με την περιτομή σκιαγραφεί σ’ εμάς ότι ολόκληρος ο άνθρωπος αποβάλλει τη σάρκα, για να είναι και εκείνοι γνωστοί από την περιτομή σαν τέκνα σαρκικά και για να μη γίνει αυτή σύμβολο της πνευματικής περιτομής των πνευματικών τέκνων, που πρόκειται να αναγεννηθούν αργότερα, χωρίς ροή σπέρματος και χωρίς συνεύρεση και φθορά˙ ώστε, όταν εμφανισθεί η πνευματική περιτομή,25 τότε να καταργηθεί η σωματική περιτομή και να σφραγισθεί καθένα από τα πρόβατα αντί μ’ αυτή στην ακροβυστία της σάρκας με το αίμα του Χριστού, με την αχειροποίητη δηλαδή περιτομή, σύμφωνα με τον Παύλο,26 και με την αποβολή της σάρκας, εννοώ με την αποβολή του ίδιου του γήινου φρονήματος, με το να περιτεμνόμαστε εμείς με μυστικό βέβαια τρόπο, αποκτώντας όμως μέσα στην ψυχή μας αίσθηση και γνώση της αχειροποίητης περιτομής.

Υποσημειώσεις.
1. Ηθικός πρώτος, κεφ. 1-2
2. Γέν. 1, 26
3. Γέν. 2, 3
4. Γέν. 2, 8
5. Μαλ. 4, 2
6. Εννοεί την ογδόη μέρα.
7. Η εκκλησία δέχεται τη χρονολόγηση ¨από κτίσεως κόσμου¨, σύμφωνα με την οποία η γέννηση του Χριστού έγινε το έτος 5508. Επομένως η εποχή του αγίου Συμεών από κτίσεως κόσμου ήταν περί το έτος 6500, δηλαδή τα μέσα του έβδομου αιώνα – χιλιετίας. Βλ. και σ’. 388, σημ. 18
8. Μάρκ. 13, 32
9. Πρβ. Γαλ. 4, 26
10. Γέν. 3, 24
11. Γέν. 4, 1
12. Γέν. 3, 20
13. Γέν. 6, 1-3 και 5-7
14. Πρβ. Γέν. 11, 1-8
15. Βλ. σ’. 443, σημ. 35
16. Γέν. 12, 1-2
17. Γέν. 17, 10
18. Γέν. 15, 5. Εβρ. 11, 12
19. Γέν. 15, 13
20. Έξ. 12, 3-11
21. Αληθινός αμνός˙ ο Χριστός (πρβ. Ιω. 1, 29 και 36).
22. Έξ. 14, 29
23. Πρβ. Νεεμ. 9, 21
24. Δευτ. 32, 9
25. Πρβ. Ρωμ. 2, 29
26. Κολ. 2, 11

Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).

Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Λόγος ηθικός δεύτερος (Α’): «Όποιους ο Θεός προγνώρισε, αυτούς και προόρισε» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.
Λόγος ηθικός δεύτερος (Β’): «Ο Νέος Αδάμ» – Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Κυριακοδρόμιο (προσέγγιση στο Ευαγγέλιο και τον Απόστολο της Κυριακής και των Μεγάλων Εορτών), Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.