Η εκμετάλλευση της νεανικής ορμής – Τάσου λιγνάδη.

Ηθικοί αυτουργοί της βίας των νέων

ΚΑΤΑ ΚΑΝΟΝΑ, ΜΙΛΩΝΤΑΣ για την παιδική και την εφηβική ηλικία, την εξιδανικεύουμε ηθικολογικά, παραποιώντας μια φυσική πραγματικότητα, που κάθε άλλο παρά σύμφωνη είναι με τους χαρακτηρισμούς μας. Λέμε ότι το παιδί είναι καλό, είναι αθώο, είναι ειλικρινές κλπ. ΄Οσο κι αν φανεί παράξενο, τίποτ απ όλα αυτά τα κοινωνικά κατηγορήματα δεν απεικονίζει την πραγματική φάση μιας ηλικίας, στην όποια η φύση και η προσωπικότης βρίσκονται υπό συνεχή ανάπτυξη. Το παιδί ή ο έφηβος, πριν ενταχθεί στους μηχανισμούς και τους ρυθμούς οιουδήποτε κοινωνικού στάτους, είναι πέραν του καλού και του κακού. Είναι ηθικά ουδέτερο. Εκείνο που μας παραπλανά, ως προς τις εκδηλώσεις της ήβης, είναι κάποιο άλλο γνώρισμα εντελώς φυσιολογικό. Το έξης: Το παιδί δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό. Είναι απόλυτο. Και κάθε ον απόλυτο έχει τις ίδιες σχέσεις αναφοράς με συστήματα άξιων, είτε περί δικαιοσύνης είτε περί αδικίας πρόκειται. Το παιδί είναι το πιο σκληρό πλάσμα ενός κοινωνικού συνόλου, ακριβώς λόγω της απολυτότητάς του. Η νιτσεϊκή υπερεκτίμηση του παιδιού εξηγείται από την διάγνωση αυτής της σκληρής απολυτότητας: η ευγένεια του διαμαντιού και του παιδιού είναι η αστραφτερή ιδιότης της σκληρότητας.

Επειδή λοιπόν αυτή είναι η φύση του παιδιού που αναπτύσσεται, εάν εξοπλισθεί, για να επιτύχει στόχους που θέτει μια παιδεία, στην ευρύτερη έννοια, ή μια αντιπαιδεία, επίσης στην ευρύτερη έννοια, τότε τα φαινόμενα μιας κοινωνικής ή μιας αντικοινωνικής συμπεριφοράς είναι και φυσιολογικά και ερμηνεύσιμα και ή (ηθική) αυτουργία των μεγάλων αποκαλύπτει η όχι το μέγεθος της ευθύνης της. Ηθική αυτουργία όμως δεν είναι τόσο η αμέλεια για την ψυχική και πνευματική τροφοδοσία της κρίσιμης ηλικίας, όσο το είδος και η κατεύθυνση μιας εγκληματικής επιμέλειας. Όταν ταΐζεις με δηλητήριο πεινασμένες ψυχές υπό διαμόρφωση, θα ισχύσει ό,τι ισχύει με την τροφή και την θρέψη. Η δεύτερη είναι συνέπεια της πρώτης. Σε μια τέτοια τροφοδοσία υλικό βέβαια είναι οι ιδέες. Και τις ιδέες, η απολυτότης του εφήβου, τείνει να τις οδηγεί ως το άκρο ενδεχόμενο, δηλαδή τον θάνατο, εφ όσον η εφηβική ηλικία είναι εκ περιγραφής μια ηλικία θανάτου. Ο κίνδυνος με το μηχανάκι και ο κίνδυνος με την εξέγερση κατά της κοινωνίας υπακούουν στην ηδονή του ίδιου παιχνιδιού: του παιχνιδιού με τον θάνατο. ΄Ετσι, ο ήρωας και ο φονιάς καταντούν, μέσα στην υστερία του παιχνιδιού, καταστάσεις δυσδιάκριτες και η συμπεριφορά εξαγιάζεται, εάν θεωρηθεί ότι υπηρετεί ανώτερους ηθικούς σκοπούς! Ο χουλιγκανισμός που μεταμφιέζεται σε επανάσταση είναι ένα ιδεολογικό ποδόσφαιρο, στο όποιο τα παιδία παίζει την σωτηρία του κόσμου, λακτίζοντας τους πάντας και, τα πάντα. Θα εξηγηθώ.

Οι ορμές της ηλικίας

Ας προσπαθήσουμε να δούμε τις ορμές αυτής της ηλικίας, με όσο γίνεται περισσότερη ψυχραιμία, χωρίς να υπολογίσουμε τους κοινωνικούς φραγμούς των απαγορεύσεων και των ποινών. Ας δούμε την καθαρή λειτουργία τους πέραν και πριν από την εγκληματικότητα. Οι ορμές αυτές είναι:

Η ορμή προς κτήσιν: Το παιδί οικειοποιείται εκείνο που του αρέσει και συνεπώς μπορεί να κλέβει.

Η ορμή προς φανταστική παραπλάνηση: Το παιδί καταργεί μια δυσάρεστη πραγματικότητα με μια φανταστική, την οποία υπερασπίζεται πειστικά και συνεπώς μπορεί να ψεύδεται.

Η ερωτική ορμή: Η εμφάνιση, η ένταση και συχνά η αδυναμία επιλύσεως προβλημάτων του σεξ (παρά την κακώς εννοούμενη σύγχρονη ευκολία των σχέσεων), ωθούν σε εκδικητικές συμπεριφορές, φαινομενικά ανεξήγητες. Ωστόσο, ο εμπρησμός ή τα εγκλήματα της τροχαίας, πέραν των άλλων ερμηνειών, έχουν βαρύνουσα την εξήγηση μιας υποσυνείδητης ερωτικής ορμής.

Η ορμή προς βίαν: Ο έφηβος είναι περήφανος για την σωματική του ανάπτυξη και επιδειξιομανής ως προς αυτήν. Και συνεπώς, όταν προσβάλλεται, χρησιμοποιεί αυτήν κατά κανόνα. Το ένστικτο της επιθετικότητας μαζί με το ερωτικό, είναι τα επικρατέστερα στην ψυχή του.

Η ορμή προς φυγήν: Μια δυσάρεστη συμβίωση στο στενό ή το ευρύτερο περιβάλλον και μια αδυναμία ή άρνηση εντάξεως σ’ αυτό, ωθεί τον έφηβο στο να δραπετεύσει από κάθε αντίξοη εστία και να ζητήσει στον δρόμο ό,τι δεν βρήκε στο σπίτι του ή στην κοινωνική ομάδα. Η αλητεία είναι μια λύση απογνώσεως που ζητεί υποκατάστατα ελευθερίας.

Η ορμή προς το καινό και η ορμή προς το κενό: Ερμηνεύουν, νομίζω, την τάση του εφήβου να αφήνει την ψυχή του ανοιχτή στην επίσκεψη των ναρκωτικών. Από την μια η τάση να συμμορφωθεί στην ομοείδεια των τολμηρών (μόδα) και από την άλλη να αδειάσει την ψυχή του από το βάρος ενός ακατανόητου εγώ, τον ωθούν στον μοιραίο εκμηδενισμό της ζωής του.

΄ Ολες αυτές οι ορμές που προσπάθησα ν’ απαριθμήσω αναφέρονται φυσικά σε μια κατηγορία παιδιών, που δεν μπόρεσαν ή που δεν δέχθηκαν να τις προσαρμόσουν στους αγωγούς των κοινωνικών εντάξεων. Και οπωσδήποτε οι αντικοινωνικές επιπτώσεις περιγράφουν κάτι που δεν διαφέρει από μια ζωντανή κόλαση. Όμως οι πρωταγωνιστές της κατηγορίας που μας ενδιαφέρει, θα μπορούσαν να επιχειρηματολογήσουν όπως ο Εωσφόρος, ο ωραιότατος των Αγγέλων που εξεγέρθηκαν στον Απολεσθέντα Παράδεισο του Μίλτωνος Κάλλιο στην Κόλαση και λεύτερος παρά στον Ουρανό και σκλάβος.

Η εγκληματική μας επιμέλεια

Οι ορμές όμως αυτές είναι το γνώρισμα όχι μόνο μιας ενδεχόμενης εγκληματικότητας, αλλά μιας ηλικίας που μας άφορα άμεσα. Κι αυτό έπρεπε να το είχαμε προσέξει πριν να καρποφορήσει η εγκληματική μας… επιμέλεια. Με τα τραγικά και οδυνηρά επεισόδια των τελευταίων ήμερων, με νεκρούς στους δρόμους, στ’ αυτοκίνητα και στον αέρα, με άοπλους αστυνόμους να πληρώνουν αυτοί τα σπασμένα τα δικά μας, έχουμε το θράσος να ζητούμε τους ηθικούς αυτουργούς. Και δεν διαφωνώ ότι υπάρχουν και σχέδια και ξένα και ντόπια κέντρα αποφάσεων και κυρίως αισχρή εκμετάλλευση μιας ηλικίας. Όμως όλα αυτά δεν συνιστούν ηθικούς αυτουργούς. Ηθικοί αυτουργοί είμαστε εμείς, ως πολιτεία, ως πολιτική ηγεσία, ως πνευματική ευθύνη. Επιτρέψαμε να πολιτικολογούν και να κομματίζονται μέσα στα σχολεία παιδιά, που η ηλικία τους, τα προβλήματα της ήβης, τα αιτήματα της μόρφωσης, η αθλητική άσκηση, το παιχνίδι, η ψυχαγωγία, απαιτούν τις προυποθέσεις της αγάπης, της στοργής, της φιλαλληλίας. Κι εμείς με τις ιδεολογίες μας, με τις μισαλλοδοξίες και τους φανατισμούς, εσπείραμε σε επικίνδυνα άγουρες ψυχές το μίσος σε μια ποικιλία πολιτικών εκφάνσεων.

Μόνο όσοι δεν διαθέτουν μυαλό, γνώση και φαντασία δεν θα μπορούσαν να προβλέψουν πριν από κάμποσα χρόνια τα συμπτώματα των ήμερων. Η παιδεία, στην ευρύτερη σημασία του όρου, που εφαρμόσαμε στον τόπο μας, με άσκοπες απομιμήσεις χρεωκοπημένων εκπαιδευτικών συστημάτων, με νεοελληνικής εφαρμογής τεχνολογικές ασυναρτησίες, αντί να διδάξει το πρότυπο του ελεύθερου και παραγωγικού πολίτη, έδιωξε τον Άνθρωπο από το ελληνικό σχολείο και έβαλε στην θέση του μια αλειτούργητη μηχανή, αφήνοντας την εκπαίδευση κενή από τα υποκείμενα της: τον Δάσκαλο και τον Μαθητή και τον διάλογο τους, χωρίς τον όποιο δεν υπάρχει δοσοληψία Παιδείας. Στα σχολεία μας πια η μόνη παραγωγική παρουσία που γεμίζει αυτό το κενό είναι η κομματικοποίηση, ο συνδικαλισμός, η απεργία. Κι έτσι, τα παιδιά μαθαίνουν έξω από το σχολείο, έξω από την ζαλισμένη οικογένεια, ό,τι ακριβώς ταιριάζει στις ορμές και στα ένστικτα της ήβης: την άσκηση της βίας, που την συγχέουν με πνευματικό και κοινωνικό δικαίωμα και που την εκλαμβάνουν ως διαδικασία ελευθερίας. Οι συνέπειες είναι μοιραίες και φοβούμαι ανίατες πια: Τα παιδιά μας, εν ονόματι της ανθρωπότητος, μισούν τους ανθρώπους και εν ονόματι μιας ακαθόριστης μέσα τους δικαιοσύνης, καταστρέφουν την πατρίδα τους μέρα με την μέρα όλο και πιο πολύ.

Το να αναζητούμε λοιπόν τους ηθικούς αυτουργούς έξω από την δική μας εξουσία, σημαίνει ότι δεν πρόκειται ν’ αντιμετωπίσουμε ριζικά το πρόβλημα. Γιατί μπορεί να μη δημιουργήσαμε εμείς το πρόβλημα, αλλά οπωσδήποτε εξασφαλίσαμε τους ευνοϊκούς όρους για να υπάρξει.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 1 Δεκεμβρίου 1985

Από το βιβλίο: «Καταρρέω», του μακαριστού Τάσου Λιγνάδη. Επιλογή επιφυλλίδων. Εκδόσεις Ακρίτας,Αθήνα, Ιούλιος του 1989.

Κατηγορίες: Άρθρα, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.