«Μου σκότωσαν το παιδί μου» – Μακαριστής Πορφυρίας Μοναχής.

Κλήση από το Ράδιο Ταξί. Περιοχή… για Αθήνα. Επιβιβάζω έναν κύριο, γύρω στα εξήντα πέντε. Εκείνη τη στιγμή, μιλούσα στο κινητό μου και δεν ξεκίνησα αμέσως. Ο κύριος μου λέει κάπως εκνευρισμένα: -Θα ξεκινήσουμε;
Έκλεισα αμέσως το κινητό, του ζήτησα ευγενικά συγγνώμη και ξεκίνησα.
Το πρώτο φανάρι που συνάντησα μπροστά μου ήταν πράσινο- κόβω ταχύτητα, όπως το συνηθίζω πάντα, και ευ¬τυχώς μου βγαίνει σε καλό. Γιατί ένας νεαρός τρέχοντας με ιλιγγιώδη ταχύτητα, πέρασε με κόκκινο από μπροστά μου. Πρόλαβα και σταμάτησα. Αν δεν προλάβαινα να στα¬ματήσω σε απόσταση αναπνοής, θα είχε σκοτωθεί! και μα¬ζί μ’ εκείνον κι’ εμείς! Ο κύριος, που καθόταν δίπλα μου, τρόμαξε τόσο πολύ, που έβγαλε μια κραυγή τρόμου.
-Φοβηθήκατε; τον ρώτησα.
-Φοβήθηκα, βέβαια! Αφού έτρεχε σαν τρελός!
Στο επόμενο φανάρι προλαβαίνω τον νεαρό. Πολύ ευγενικά του λέω:
-Παλληκάρι μου, κατάλαβες τι έκανες;
-Να προσέχεις, μου απάντησε αναιδέστατα. Εγώ εί¬μαι τρελός, περνάω με κόκκινο- εσύ να σταματήσεις!
-Έχεις δίκιο, λεβέντη μου! Η Ελλάδα έχει γεμίσει τρελούς. Να σε χαίρεται η μάννα σου!
Πατάει γκάζι κι εξαφανίζεται.
Ο κύριος μου λέει:
-Χαρά στην υπομονή σας! Αν ήμουν εγώ, θα τον πλάκωνα στο ξύλο!
-Δεν χρειάζεται να φερόμαστε άγρια ο ένας στον άλ¬λον… Ας προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε υπομονή. Η βία ποτέ δεν βγαίνει σε καλό.
-Ίσως να έχεις δίκιο, όμως δεν γίνεται να αντιμετω¬πίζουμε όλα τα πράγματα με ηρεμία… Είναι φορές που αναγκαζόμαστε να βγούμε έξω από τα ρούχα μας.
-Δεν χρειάζεται να βγούμε έξω από τα ρούχα μας• αυτό που μας χρειάζεται είναι να αποκτήσουμε υπομονή.
-Υπομονή ε; Μπορείς να μου πεις, αν σκότωναν το παιδί σου, τι υπομονή θα έκανες;
-Τι εννοείτε, αν σκότωναν το παιδί μου; Σε τροχαίο ή με πιστόλι; του λέω γελώντας.
-Με καραμπίνα! μου απαντάει σοβαρά.
-Με βρίσκετε απροετοίμαστη… Η ερώτηση αυτή δεν μου έχει γίνει ποτέ και δεν είμαι σε θέση να απαντήσω. Δεν έχω και παιδιά.
-Αν είχατε, τι θα κάνατε;
-Αν είχα και μου συνέβαινε κάτι τέτοιο, δεν ξέρω πώς θα αντιδρούσα. Νομίζω πως στο άκουσμα και μόνο, πως κάποιος σκότωσε το παιδί μου, θα πάγωνα.
-Για τον δολοφόνο του παιδιού σου, τι θα έκανες; Δεν θα ήθελες να του το ανταποδώσεις;
-Να τον σκοτώσω… Όχι! όμως θα τον ρωτούσα γιατί το έκανε, τι συνέβη μεταξύ τους, τι ήταν αυτό που του όπλισε το χέρι…
-Και αν σου έλεγε, πως συνέβη κατά λάθος;
-Μου κάνετε δύσκολες ερωτήσεις και δεν είμαι έτοι¬μη για ανάλογες απαντήσεις. Συνήθως δεν αντιδρώ αμέ¬σως, κάθομαι και το σκέφτομαι πρώτα, για να μην μετα¬νιώσω αργότερα, ειδικά όταν πρόκειται για κάτι κακό που μου έχουν κάνει. Αλήθεια, γιατί μου κάνετε αυτές τις ερω¬τήσεις; Τι σας συνέβη;
-Σκότωσαν το παιδί μου! μου λέει με σπασμένη φω¬νή. Ο φίλος του τον σκότωσε με καραμπίνα!
-Γιατί, είχαν διαφορές;
-Όχι, δεν είχαν διαφορές μεταξύ τους- απλά ο φίλος του νόμιζε πως η καραμπίνα ήταν άδεια. Πάτησε την σκανδάλη και η σφαίρα καρφώθηκε στην καρδιά του παι¬διού μου!
-Ετών;
-Δεκαέξι.
-Αυτό το παιδί είναι κοντά στον Θεό!
-Γιατί μου το πήρε ο Θεός τόσο νέο; Ένα το είχα!
-Δεν έχετε άλλα παιδιά;
-Έχω μια κόρη και εγγόνια.
-Να τα χαίρεστε!
Για πρώτη φορά στο ταξί βρέθηκα σε τόσο δύσκολη θέση, γιατί στη σκέψη μου πέρασαν σαν κινηματογραφική ταινία, τα επακόλουθα αυτού του τραγικού γεγονότος.
-Το παιδί, που σκότωσε τον γυιο σας, είναι τώρα φυ¬λακή;
-Όχι, είναι έξω! Δικάστηκε τρία χρόνια με αναστολή. Δεν μπήκε καθόλου φυλακή. Ο πατέρας του έχει πολλά λεφτά… Τους πλήρωσε όλους… Ο δικηγόρος του φονιά ήταν ο φίλος μου! Όταν τον είδα στο δικαστήριο, μου ανέ¬βηκε το αίμα στο κεφάλι. Του είπα πως, αν έμπαινε μέσα στο δικαστήριο να υπερασπιστεί τον φονιά του παιδιού μου, θα τον σκότωνα.
Ο Πρόεδρος, που άκουσε την φασαρία έξω από την αίθουσα, μας έδωσε αναβολή. Έμαθα πως πληρώθηκε και ο φίλος μου, και μάλιστα τα πήρε χοντρά. Όλοι τα πήρανε, γι’ αυτό δεν δικάστηκε. Πώς μπορώ να βλέπω αυτόν να κυκλοφορεί ελεύθερος και το παιδί μου να είναι στον τά¬φο; Πώς να κρατήσεις την ψυχραιμία σου και να μη σου έρχεται να τον σκοτώσεις;
-Δεν χρειάζεται να βάψετε και εσείς τα χέρια σας με αίμα… Ίσως να το έχει μετανοιώσει και να υποφέρει και αυτός γι’ αυτό που έγινε.
-Τι λες, κοπέλα μου! Έχει κάνει ακόμη δύο φόνους και είναι έξω! Ο πατέρας του πληρώνει και, όσο θα πλη¬ρώνει, αυτός θα συνεχίζει να σκοτώνει!
-Τότε δολοφόνος δεν είναι το παιδί, αλλά ο πατέρας του. Από την στιγμή που υποστηρίζει το παιδί του σε τέ¬τοια εγκλήματα, σημαίνει πως αυτός τον έκανε εγκληματία.
-Δίκιο έχετε… Έτσι είναι… Ο πατέρας του φταίει… Για ό,τι κάνουν τα παιδιά μας, εμείς οι γονείς φταίμε σχε¬δόν πάντα.
-Ήθελα να ήξερα, συνέχισα εγώ, αυτοί οι άνθρωποι δεν φοβούνται τον Θεό; Γιατί λέει μάχαιρα έδωσες, μάχαι¬ρα θα λάβεις.
-Α! άκου να σου πω τι έπαθε ο πρώην φίλος μου και δικηγόρος του φονιά. Πέθανε η κόρη του, που την είχε μο¬νάκριβη, είκοσι τριών ετών από καρκίνο! Όταν το έμαθα, πήγα στο γραφείο του, τον βρήκα και του είπα: Πρόδωσες τη φιλία μας για το χρήμα, υπερασπίστηκες τον φονιά του παιδιού μου, καλά να πάθεις! Τα βρόμικα χρήματα που πή¬ρες σου έγιναν φαρμάκι!
-Τι σας απάντησε;
-Δεν ξέρω αν απάντησε, εγώ έφυγα. Και να σου πω κάτι;
-Πέστε μου!
-Από τότε που έμαθα για την κόρη του, πίστεψα πως υπάρχει Θεός. Πίστεψα στη δικαιοσύνη Του. Όμως στη δι¬καιοσύνη της πολιτείας δεν πιστεύω.
-Δεν είναι έτσι, όπως τα λέτε- ο Θεός δεν είναι εκδι¬κητικός, ο Θεός είναι όλος αγάπη. Οι πράξεις μας μας τι¬μωρούν.
-Αυτό που έχω να πω εγώ είναι, πως, αν έχεις χρήμα, εξαγοράζεις τα πάντα. Τα πάντα, καταλαβαίνεις τι σου λέω; Ακόμη και συνειδήσεις ανθρώπων. Τους έχεις όλους στην υποταγή σου, τους παίζεις σαν κουρδιστά ανθρωπά¬κια. Αυτή είναι η δύναμη του χρήματος. Τέτοια δύναμη όμως, δεν την θέλω, να μου λείπει.. Ναι! τώρα να μου λεί¬πει, γιατί έχω πιστέψει στον Θεό.

Από το βιβλίο: «Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης», της Μακαριστής μοναχής Πορφυρίας.
ΑΘΗΝΑ 2010
Κεντρική διάθεση Νεκτάριος Δ. Παναγόπουλος.

Κατηγορίες: Γενικά, Λογοτεχνικά, Υγεία – επιστήμη - περιβάλλον. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.