Του Οσίου πατρός ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου – ομιλία ΛΗ’, (Πράξεις Αποστόλων ΙΖ, 16 – 31), Α. Μέρος ομιλίας Απ. Παύλου στον Άρειο Πάγω.

«Εν δε ταις Αθήναις εκδεχομένου αυτούς του Παύλου, παρωξύνετο το πνεύμα αυτού εν αυτώ, θεωρούντι κατείδωλον ούσαν την πόλιν. Διελέγετο μεν ουν εν τη συναγωγή τοις Ιουδαίοις και τοις σεβομένοις, και εν τη αγορά κατά πάσαν ημέραν προς τους παρατυγχάνοντας».

Όρα αυτόν μείζους έχοντα πειρασμούς παρά Ιουδαίοις, ή παρ’ Έλλησιν. Εν γουν Αθήναις ουδέν πάσχει τοιούτον, αλλά μέχρι γέλωτος το παν προυχώρησε, καίτοι γε έπεισεν˙ εν δε Ιουδαίοις πολλά τα δεινά˙ ούτως ήσαν εκπεπολεμωμένοι μάλλον. Διο και φησίν˙ «Εν δε ταις Αθήναις εκδεχομένου αυτούς του Παύλου, παρωξύνετο το πνεύμα αυτού εν αυτώ, θεωρούντι κατείδωλον ούσαν την πόλιν». Εικότως παροξύνεται˙ ου γαρ ην αλλαχού τοσαύτα ιδείν είδωλα.
«Διελέγετο μεν ουν εν τη συναγωγή τοις Ιουδαίοις και τοις σεβομένοις, και εν τη αγορά κατά πάσαν ημέραν προς τους παρατυγχάνοντας». Όρα, πάλιν Ιουδαίοις διαλέγεται, πανταχόθεν επιστομίζων τους καταλιπείν αυτούς λέγοντας, δια το προς τα έθνη επιστραφήναι. Θαυμαστόν πως ου κατεγέλασαν οι φιλόσοφοι, ούτως αυτού φθεγγομένου, υβριστικώς ευθέως, ουδέ απεπήδησαν από του κηρύγματος˙ ειπόντες˙ «Μακρόν τούτο φιλοσοφίας». Ότι ουδένα τύφον είχεν, άλλως δε ότι ουκ ενόουν, ουδέ συνίεσάν τι των λεγομένων˙ πώς γαρ οι μεν σώμα τον Θεόν λέγοντες, οι δε ηδονήν την μακαριότητα;…

«Ενώ ο Παύλος τους περίμενε στην Αθήνα, το πνεύμα του αναστατωνόταν επειδή έβλεπε την πόλη να είναι γεμάτη από είδωλα. Συνομιλούσε λοιπόν στη συναγωγή με τους Ιουδαίους και τους θεοσεβείς, καθώς και στην αγορά καθημερινά με εκείνους που τύχαινε να συναντά εκεί»

Πρόσεχε αυτόν που έχει μεγαλύτερους πειρασμούς από τους Ιουδαίους παρά από τους Έλληνες. Στην Αθήνα βέβαια δεν παθαίνει κάτι παρόμοιο με τα προηγούμενα, αλλά η όλη αντίδραση έφθασε μέχρι το χλευασμό, αν και βέβαια τους έπεισε, ενώ κηρύττοντας στους Ιουδαίους πολλά ήταν τα κακά που έπαθε˙ τόσο πολύ περισσότερο τον πολεμούσαν αυτοί. Γι’ αυτό και λέγει˙ «Βρισκόμενος δε ο Παύλος στην Αθήνα και ενώ περίμενε αυτούς, αναστατωνόταν το πνεύμα του, επειδή έβλεπε την πόλη να είναι γεμάτη από είδωλα». Πολύ δίκαια εξοργίζεται˙ διότι δεν ήταν δυνατό να δει κανείς αλλού τόσα πολλά είδωλα.
«Συνομιλούσε λοιπόν στη συναγωγή με τους Ιουδαίους και τους θεοσεβείς και καθημερινά στην αγορά με εκείνους που τύχαινε να συναντά εκεί». Πρόσεχε πάλι με Ιουδαίους συνομιλεί, αποστομώνοντας με κάθε τρόπο εκείνους που λένε ότι εγκατέλειψε αυτούς, επειδή είχε στραφεί προς τα έθνη. Είναι άξιο θαυμασμού πως δεν τον χλεύασαν οι φιλόσοφοι, που μιλούσε έτσι, κατά τρόπο υβριστικό από την πρώτη στιγμή, ούτε απομακρύνθηκαν από το κήρυγμα, λέγοντας, ¨Αυτό βρίσκεται μακριά από τη φιλοσοφία¨. Διότι δεν περιείχε καμιά αλαζονεία, άλλωστε δε δεν καταλάβαιναν τα λεγόμενα ούτε αντιλήφθηκαν κάτι από αυτά˙ διότι πώς μπορούσε να γίνει αυτό τη στιγμή που άλλοι μεν έλεγαν ότι ο Θεός είναι σωματικός, άλλοι δε ονόμαζαν την μακαριότητα ηδονή;…

Του Οσίου πατρός ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου – ομιλία ΛΗ’, (Πράξεις Αποστόλων ΙΖ, 16 – 31), Α. Μέρος ομιλίας Απ. Παύλου στον Άρειο Πάγω.rar

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.