Γ Στόχος η ελληνική παράδοση
ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΕΜΠΡΗΣΜΟΥΣ και εμπρηστές, μεταφορικά έστω, δεν πρέπει να μην υπολογίζουμε τις μυστικές τους διαδικασίες, που κάθε άλλο παρά μεταφορικές είναι. Δεν ξέρω πως μου ήλθε στον νου ο εφιάλτης της πύρας της Ιωάννας της Λωραίνης και ακόμα οι μυστικές της φωνές που είναι πάντα μια επικίνδυνη αντίστιξη στην άλλη φωνή ενός άλλου Κυρίου. Η ιστορία της πυράς δεν έχει τελειωμό κατά την διάγνωση του Μπερνάρ Σω και εδώ διαπιστώνω μια παράδοξη κοινή αρτηρία συνειρμού. Ο συνειρμός έχει σχέση με κάτι καφκικά τοπία ζόφου, όπου τελούνται συνέδρια.
Κάτι άλλο φοβούνται οι• εντεταλμένοι. ΄Οχι την παράδοση. Γιατί ποιά παράδοση; Η παράδοση στο νεοελληνικό κρατίδιο δεν υπήρξε ποτέ ιδεολογική κατάσταση ή θεσμός της ισχυρής τάξεως. Η παράδοση ήταν και εξακολουθεί να είναι ΕΝΑ ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ, ένα σαφές εθνικοαπελευθερωτικό αίτημα. Μια οχύρωση αυτοάμυνας. Η παράδοση δεν υπήρξε ποτέ επιχείρημα η βιωματικός τρόπος της κοινωνικά κυρίαρχης ιδεολογίας. Ακραιφνώς διαφωτιστικό σάλπισμα του προοδευτισμού, παραμένει ο εξευρωπαϊσμός, ο οποίος εννοήθηκε και εννοείται πάντα σαν άντι-παράδοση. Πάνω σ αυτό το όχημα που προεξοφλεί το προοδευτικό άλλοθι, μπορεί να διακινηθεί ευχερέστερα η συνωμοσία της αντεθνικής πλεκτάνης και να εξασφαλισθεί η αποδυνάμωση του ελληνικού λαού. (Η παρένθεση άκρως σχετική και συσχετική κι ας μη το δείχνει. Αναρωτιέται κανείς που βρίσκουν τους πόρους κάποιοι άγνωστοι, συνήθως οργανωτές συνεδρίων. Ποιος τους επιχορηγεί; Ποιό είναι το αντίτιμο; Και γιατί αυτός ο φανατισμός; Ποιους εξυπηρετεί;) Ποιά είναι η μελλοντική φυσιογνωμία, ποιό είναι το
υπόδειγμα, που επικαλούνται στις μεταφυσικές εισηγήσεις τους οι εμπρηστές; Θαυμάστε την πρωτεύουσα της ασυναρτησίας, για να καταλάβετε το όραμα, το πρόσωπο και το χέρι. Το πρακτικό πνεύμα της ακρότητας που υποβαθμίζει κάθε φυσικότητα, κάθε εντόπια χάρη, κάθε γνησιότητα, με άλλα λόγια δηλαδή κάθε παράδοση και κάθε καλαισθησία, μας έφτιαξε αυτή την πόλη – τέρας αυτή την πόλη του αργού σωματικού και ψυχικού θανάτου.
Κι όμως, πριν πολλές δεκαετίες, όταν φωτισμένοι άνθρωποι προσπαθούσαν να αντιδράσουν στις διαφωτισμένες βλακείες της κακοχωνεμένης τεχνολογίας, αντιμετωπίζονταν από τους τελάληδες του Τύπου ως οπισθοδρομικοί. Και να το αποτέλεσμα. Ενδεικτικό και ανοιχτό σε κάθε αντιστοιχία. Κατασκευάσαμε στις μέρες μας το τσιμεντένιο μας φέρετρο και οι αρχιτέκτονες -οι ίδιοι άνθρωποι ουσιαστικά-εκδηλώνουν μετά το έγκλημα τον αποτροπιασμό τους. Λες και εμείς φτιάξαμε το Σχέδιο Πόλεως. Κι όμως δεν φταίει βέβαια το τσιμέντο αλλά η μορφή που δίνει στο υλικό η τερατομανία μας. Και οι τερατομανείς είναι συνήθως οι απόφοιτοι μιας κακοφορεμένης παιδείας. Τέτοιοι είναι οι σοφοί των δανείων.
Εμείς περιοριζόμαστε στο να επικοινωνούμε στο δήθεν, στο σύνθημα.
Κάποιος δημοσιογράφος μου εξομολογήθηκε κάποτε ότι όταν γράφει, του έρχονται επίμονα στην σκέψη οι στίχοι του Μπωντλαίρ
Ω υποκριτή αναγνώστη, όμοιε μου, αδελφέ μου.
Γιατί; Διότι συνθηματολογούμε ασταμάτητα οι σύγχρονοι ΄Ελληνες, ισοπεδώνοντας το κάθε τι. Και η ισοπέδωση είναι η πιο εύκολη… ευκολία. Υπονομεύσαμε μια πόλη και την υποβαθμίσαμε στην ασχήμια. Μια πόλη, που και μόνο το όνομα της μας κάνει να ανακαλούμε την χαμένη ομορφιά. Μέσα από το Τέρας, η ανορθογραφία της Ακρόπολης, η δύσπνοια των βυζαντινών εκκλησιών και η δυσαρμονία των νεοκλασσικών κτισμάτων, είναι μια έντονη αισθητική και οικιστική εκδίκηση. Οι Ερινύες της γενοκτονίας υπογραμμίζουν την ασχήμια με τον αδυσώπητο νόμο τής αντιμετωπίας. Ποιά γλώσσα μιλάει το πρώην πασίχαρο φώς τού ου¬ρανού σ αυτή την πόλη;
Μιλάει την εφιαλτική γλώσσα των ξένων επιγραφών -παντού στους δρόμους και στην ψυχή μας- με τα άθλια φώτα του προηγμένου γαλατάδι¬κου και των διαφόρων οικιών τής γενικευμένης ανοχής. Μιά σκέτη μαντάμ Ορτάνς ή Αθήνα μας. Εκείνο το πλάσμα τής Αποκαλύψεως, πετάχτηκε από τα γιδοπρόβατά του και τις καβαλίνες αιφνιδιαστικά στο Παρίσι και επέστρεψε μάνι-μάνι στην Αθήνα, να μας συγυρίσει όλους. Καλά να πάθουμε. Λες και οι Παριζιάνοι δεν ξέρουν από τεχνοκρατία και εκσυγχρονισμό, έφ’ όσον, για να επιδιορθώσεις ένα πατζούρι στην παλιά Πόλη, πρέπει να περιμένεις καμπόσο την άδεια από την Υπηρεσία που προστατεύει την παραδοσιακή φυσιογνωμία της περιοχής.
Κι εμείς; Τι αθλιότητα, τι κακογουστιά, τι επαρχιωτισμός, τι κακοχωνεμένη Ευρώπη, τι γελοίο πρόσωπο το σύγχρονο πρόσωπο μας. Θυμίζει η Αθήνα την παλιά καρικατούρα της Λιμπερτέ του Συναδινού και της Σου-σους του Ψαθά. Και ακολουθεί πιστά το έρημο υπόλοιπο της Ελλάδος, κατά βήμα και καταϊδρωμένο, αυτόν τον απίθανο Κιγκ-Κογκ, που μας εκφράζει.
Στην…. οικιστική αυτή που τείνει να γίνει πανελλαδικής ομοείδειας, το μακρόπνοο σχέδιο της αποδυνάμωσης βρίσκει το ευνοϊκό του περιβάλλον: Διάλυση κάθε ελληνοκεντρικού στοιχείου, αποσύνδεση κάθε θεσμού, νάρκωση του πολίτη, ευνουχισμό του πατριώτη. Αυτό που συμβαίνει στις χαρτοπαιχτικές λέσχες καί στά σφαιριστή¬ρια, τα άντρα των ναρκωτικών και στις προπαρασκευαστικές δισκοθήκες, αυτό που συμβαίνει με τις πυρκαγιές και ίσως με το Νέφος, είναι το ίδιο, το ένα, το απαράλλαχτο σχέδιο του εξολοθρέμου μας.
Χιλιάδες νέοι σπουδάζουν στο εξωτερικό και πολλοί από αυτούς επιστρέφουν συνεννοημένοι φωστήρες, για να μας διαφωτίσουν. Κι αυτού του είδους ο διαφωτισμός κατάντησε ένα σίγουρο όχημα μιας άλλης, πιο ασφαλούς υποδουλώσεως. ΄Εχετε ποτέ ακούσει σ αυτό τον τόπο για κάποιον που έχει σπουδάσει στο εξωτερικό -στο οποίο εξωτερικό- να μη διαθέτει το τεκμήριο της αυθεντίας; Είναι δυνατό; Γι αυτό στον ζωολογικό κήπο οι παπαγάλοι δασκαλεύουν τις μαϊμούδες τα σωστά και τα χρήσιμα. Και να που φτάσαμε με την διδασκαλία: Να τα βγάζουμε όλα στο σφυρί.
Μέσα σ αυτές τις σπουδές δεν είναι καθόλου περίεργο να αναζητηθούν οι εμπρηστές, οι υπονομευτές και οι κήρυκες της σήψης. Πολλοί απ αυτούς, για να κερδίσουν πάση θυσία την υστεροφημία, γίνονται εύκολα οι Ηρόστρατοι του τόπου μας. Και αναλογισθήτε ότι για να μάθει κανείς να καίει τον τόπο του πρέπει οι γονείς του να ξοδεύουν περίπου 40.000 τον μήνα. Έκτος, αν το κράτος εξασφαλίζει με υποτροφίες την ναρκοθέτηση της Χώρας. Υπερβολικό το συνάλλαγμα για τέτοιο αποτέλεσμα. Φυσικά δεν αναφέρεται σ όλες τις περιπτώσεις ο συλλογισμός, αλλά στις σηματοδοτημένες, όπως λέει και η σοφή σημειολογία. Σημειολόγους η όχι βλέπουμε πάντως πολλούς τέτοιους σπουδαγμένους γύρω μας. Διαβάστε κανένα γραπτό τους στα ελληνικά. Ακούστε τους να μιλούν. Δανεισθήτε την σκέψη και την γνώση τους. Θα εκπλαγείτε από την γνωριμία. Αν αφήσουμε αυτούς τους μαθητευόμενους μάγους να εφαρμόσουν την τέχνη τους στου κασίδη το κεφάλι, τότε πάει η κασίδα μαζί με το κεφάλι.
Οι Εμπρηστές ετοιμάζουν την μεγάλη την τελική πυρκαγιά του σπιτιού μας. Τι θα κάνουμε, κύριε Μπίντερμαν; Θα μείνουμε με σταυρωμένα χέρια;
ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ, 19 Ιουνίου 1981
Από το βιβλίο: “Καταρρέω”, του μακαριστού Τάσου Λιγνάδη. Επιλογή επιφυλλίδων. Εκδόσεις Ακρίτας,Αθήνα, Ιούλιος του 1989.