Κυριακή Θ΄ Ματθαίου: Ολιγόπιστοι – Μακαριστού Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτου.

Ματθ. 14, 22-34

«Ευθέως δε ο Ιησούς εκτείνας τήν
χείρα επελάβετο αυτού καί λέγει αυτώ·
Ολιγόπιστε! εις τι εδίστασες;»

Είπαμε, αγαπητοί μας, είπαμε και άλλοτε για τη λίμνη της Γεννησαρέτ, όπου χύνεται ο Ιορδάνης. Από τα γύρω χωριά της ο Χριστός πήρε τους πρώτους μαθητάς του. Στην Καπερναούμ, που ήταν η μεγαλύτερη πόλι της περιοχής, συχνά έμενε ο Χριστός. Από ’κει ξεκινούσε και πήγαινε στα διάφορα χωριά. Μέσο συγκοινωνίας ήταν οι βάρκες των ψαράδων. Οι ψαράδες αγαπούσαν τόσο πολύ το Χριστό, ώστε χαρά τους ήταν να τον παίρνουν στις βάρκες τους και να τον μεταφέρουν μαζί με τους μαθητάς του όπου ήθελε. Πολλές φορές ο Χριστός με την ιερή του συνοδεία, τους μαθητάς, ταξίδευαν στη λίμνη αυτή. Ταξίδευαν όλοι μαζί σαν μιά οικογένεια. Ήταν η πιό ιερή οικογένεια που γνώρισε ποτέ ο κόσμος.

***

Όπου ο Χριστός, εκεί και οι μαθηταί. Αχώριστη συντροφιά. Αλλά μιά φορά ο Χριστός, για να δοκιμάση την πίστι των μαθητών, τους άφησε να ταξιδέψουν χωρίς αυτόν. Βέβαια οι μαθηταί δεν το ήθελαν, αλλ’ αφού ήθελε εκείνος, δεν μπορούσαν παρά να υπακούσουν. Έτσι ο Χριστός έμεινε στην ξηρά, ανέβηκε σ’ ένα βουνό, κ’ εκεί έμεινε όλη τη νύχτα και προσευχόταν. Προσευχόταν για όλο τον κόσμο, αλλά ιδιαίτερα προσευχόταν για τους μαθητάς του.

Οι μαθηταί ταξιδευαν στη θάλασσα. Η θάλασσα ήταν ήρεμη. Ενώ όμως το πλοίο βρισκόταν στη μέση της θαλάσσης, άρχισε να φυσάη δυνατός άνεμος. Η θάλασσα ταράχτηκε. Κύματα άγρια σηκώθηκαν. Οι μαθηταί όλη τη νύχτα πάλευαν με τη θάλασσα. Είχαν περάσει τα μεσάνυχτα. Πλησίαζε πιά να διαλύθή το σκοτάδι της νύχτας, όταν πάνω στ’ αγριεμένα κύματα φάνηκε να περπατάη κάποιος. Σαν φάντασμα φαινόταν. Οι μαθηταί τρόμαξαν. Και πώς να μην τρομάξουν; Είνε δυνατόν άνθρωπος να περαπατάη πάνω στα κύματα; Από το φόβο τους άρχισαν να φωνάζουν. Τότε ακούνε μιά φωνή· «Θαρσείτε, εγώ ειμι· μη φοβείσθε». Έχετε θάρρος, μή τρομάζετε, εγώ είμαι ο Χριστός (Ματθ. 14, 27).

Ο Πέτρος, άμα άκουσε τη φωνή, λέει· «Κύριε, αν είσαι συ, διάταξέ με να περπατήσω πάνω στα κύματα και να έρθω κοντά σου». Ο Χριστός του το επέτρεψε. Κι ο Πέτρος κατεβαίνει από το πλοίο και αρχίζει να περπατάη πάνω στα κύματα. Περπατούσε ο Πέτρος στη θάλασσα και συνεχώς πλησίαζε. Κι όσο πλησίαζε έβλεπε το Χριστό πιό καθαρά, και η καρδιά του γέμιζε από χαρά καί αγαλλίασι. Αλλά σε κάποια στιγμή ο Πέτρος έρριξε μιά ματιά στη θάλασσα, και βλέποντάς την αγριεμένη τα έχασε. Τα πόδια του δεν πατούσαν πιά όπως πρώτα. Άρχισε να βυθίζεται. Η θάλασσα ήταν έτοιμη να τον καταπιή. Τότε ο Πέτρος τρόμαξε και με δυνατή φωνή λέει· «Κύριε, σώσόν με». Και ο Χριστός άπλωσε το χέρι του, έπιασε τον Πέτρο, και του λέει· «Ολιγόπιστε! εις τι εδίστασες;». Σε λίγο ο Χριστός μαζί με τον Πέτρο ανέβηκαν στο πλοίο, και μόλις ο Χριστός πάτησε το πόδι το στο πλοίο, ο άνεμος σταμάτησε. Όλοι όσοι ήταν μέσα στο πλοίο ήρθαν και τον προσκύνησαν λέγοντας· «Είσαι αληθινά ο Υιός τού Θεού!» (Ματθ. 14, 28-33).

Ο Πέτρος στην προκειμένη περίπτωσι έδειξε ολιγοπιστία. Δεν θα έπρεπε όμως να δείξη. Αφού ο Χριστός ήταν κοντά τους, τι είχε να φοβηθεί; Το Χριστό έπρεπε να βλέπη, και όχι την αγριεμένη θάλασσα. Και όσο είχε τα μάτια του προσηλωμένα στο Χριστό, δεν αισθανόταν κανένα φόβο, καμμιά ανησυχία. Ήταν ασφαλής. Αλλά μόλις έπαψε να κοιτάζη το Χριστό κι άρχισε να κοιτάζη τα κύματα, τρόμαξε, έχασε την ισορροπία του και κινδύνεψε να πνιγή μέσα στα βαθειά νερά της λίμνης. Δίκαια ο Χριστός τον παρατήρησε και τον ήλεγξε.

***

Αλλ’ εκείνο που έπαθε ο Πέτρος κινδυνεύουμε να πάθουμε κ’ εμείς, αγαπητοί. Γιατί κ’ εμείς ταξιδεύουμε μέσα σε μια θάλασσα, που είνε χειρότερη από κάθε άλλη θάλασσα. Θάλασσα, που σηκώνει πελώρια και άγρια κύματα. Θάλασσα, που όχι μόνο βαρκούλες, αλλά και καράβια, και μεγάλα υπερωκεάνεια συντρίβει, και πνίγει τους ανθρώπους. Θάλασσα, που κρύβει κάτω από τα νερά της επικίνδυνα βράχια. Θάλασσα, που σπάνια έχη γαλήνη, ενώ τις περισσότερες φορές είνε αγριεμένη. Ποιά είνε η θάλασσα αυτή; Είνε η ζωή τού ανθρώπου. Η ζωή που αρχίζει με τη γέννησι και τελειώνει με το θάνατο. Αχ αυτή η ζωή, πόσες θλίψεις, πόσα βάσανα, πόσα μαρτύρια δεν έχει! Αυτά είνε τα άγρια κύματα, που χτυπούν τον άνθρωπο απ’ όλες τις μεριές, και ο άνθρωπος ζαλίζεται, χάνει την πίστι και το θάρρος του σαν τον Πέτρο κινδυνεύει να πνιγή μέσα στα μαύρα νερά της απελπισίας.

Να μετρήσουμε τώρα τις θλίψεις, τα βάσανα, τα μαρτύρια τού ανθρώπου; Πιο εύκολο είνε να μετρήση κανείς τα κύματα της αγριεμένης θαλάσσης, παρά να μετρήση τις θλίψεις της ανθρώπινης ζωής. Ο ένας θέλει να δουλέψη, μα δουλειά δεν βρίσκει. Ο άλλος δεν πηγαίνουν καλά οι δουλειές του και στενοχωριέται. Ο τρίτος αρρώστησε και είνε τώρα μόνος στο νοσοκομείο. Ο τέταρτος έκανε γάμο, αλλά τι γάμο; ο σύντροφός του καθημερινώς τον πληγώνει με τα λόγια και τη συμπεριφορά του. Ο πέμπτος έχει παιδιά ανάποδα. Ο έκτος έχει κορίτσια ανύπαντρα και γαμπρός δεν φαίνεται. Ο έβδομος υποπτεύεται ότι η γυναίκα του δεν είνε τίμια. Ο όγδοος, ό,τι κέρδισε επί χρόνια πολλά στα ξένα, του τα έφαγαν οι απατεώνες συγγενείς του. Ο ένατος έχει παιδιά στα ξένα, μα ένα γράμμα δεν του στέλνουν. Ο δέκατος πέθαναν όλοι οι συγγενείς τους, έμεινε μόνος, και δεν έχει κανένα στον κόσμο να τον κοιτάξη. Ο ενδέκατος είνε στη φυλακή, όχι γιατί έκανε κανένα έγκλημα, αλλά γιατί κακοί άνθρωποι πήγαν στο δικαστήριο και έδωσαν ψεύτικο όρκο και τον κατηγόρησαν άδικα. Ο δωδέκατος… μα δεν έχουν τέλος οι θλίψεις των ανθρώπων.

Υπάρχουν ψυχές που πιστεύουν στο Θεό και δεν λυγίζουν από τις διάφορες θλίψεις της ζωής. Γνώρισα στην Αθήνα ένα τέτοιο άνθρωπο. Μέσα σ’ ένα χρόνο τον βρήκαν πολλές θλίψεις και βάσανα. Τα μάτια του έπαθαν καταρράκτη και δεν έβλεπαν. Έκανε εγχείρησι και μόλις βλέπει με το ένα μάτι. Μόλις βγήκε από το νοσοκομείο, τον πιάνε ένας πόνος στα νεφρά, τον ρίχνει στο κρεβάτι, πηγαίνει πάλι στο νοσοκομείο και σώζεται με οδυνηρή εγχείρησι. Βγαίνει από το νοσοκομείο και αρρωσταίνει η γυναίκα του. Η αρρώστια της καρκίνος. Μόλις σώζεται με μιά πολύ οδυνηρή εγχείρησι. Αλλά μόλις επιστρέφει η γυναίκα του στο σπίτι, το μεγαλύτερό του κορίτσι προσβάλλεται από περιπνευμονία και κινδύνεψε. Θλίψις η μιά πάνω στην άλλη. Τι νομίζετε, έχασε ο άνθρωπος αυτός το θάρρος του; Λύγισε; Γόγγυσε; Βλαστήμησε; Όχι. Από το στόμα του ευλογημένου αυτού ανθρώπου δεν βγήκε καμμιά λέξι γογγυσμού και απελπισίας. Η πίστι του βράχος. Δοξάζει το Θεό, και παρακαλεί να του δίνη πίστι και υπομονή μέχρι τέλους.

***

Αλλά πόσοι έχουν τέτοια πίστι; Σπάνιοι είνε οι άνθρωποι αυτοί. Οι πολλοί είνε ολιγόπιστοι. Μοιάζουν με τον Πέτρο του σημερινού Ευαγγελίου. Κλονίζονται βλέποντας τα κύματα, τις θλίψεις της ζωής. Ο Χριστός όμως, που είνε γεμάτος αγάπη και στοργή στα πλάσματά του, δεν τους αφήνει μόνους να παλεύουν. Με χίλιους δυό τρόπους τους παρηγορεί και τους ενισχύει. Απλώνει το παντοδύναμο χέρι του και τους σώζει την τελευταία στιγμή από τους διαφόρους κινδύνους. Όσοι έχουν μάτια και αυτιά της ψυχής, βλέπουν το Χριστό και σήμερα να περπατάη πάνω στα κύματα και τον ακούνε να λέη· «Ολιγόπιστε! εις τι εδίστστες;» (Ματθ. 14, 31)῞

Από το βιβλίο: Επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Μητροπολίτου Πρ. Φλωρίνης: Κυριακή. Σύντομα κηρύγματα επί των Ευαγγελικών περικοπών.
Έκδοσις Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «Ο Σταυρός»

Η/Υ επιμέλεια Αικατερίνας Κατσούρη.

Παράβαλε και:
Κυριακή Θ. Ματθαίου: η Ευαγγελική Περικοπή της Θ. Λ., ομιλία Νικηφόρου Θεοτόκη, εις το: ολιγόπιστε, εις τί εδίστασας;.
Κυριακή Θ. επιστολών: το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ., Χρυσάφι ή χόρτο; Λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου.
Κυριακή Θ’ Ματθαίου: Η ολιγοπιστία του Πέτρου – λόγος του Οσίου Πατρός ημών Νικολάου Βελιμίροβιτς.
Κυριακή Θ’ Ματθαίου: ο Ιησούς περπατάει πάνω στα νερά της λίμνης – Ιερομ. Κοσμά του Δοχειαρίτου.
Κυριακή Θ’ Ματθαίου: Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου – ομιλία Ν’ εις το κατά Ματθαίον, ο Κύριος περιπατών επί των κυμάτων.

Κατηγορίες: Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.