Καλλιτεχνικές σπουδές – Αγίου Λουκά, Αρχιεπισκόπου Συμφερουπόλεως της Κριμαίας.

Αγιος Λουκάς ο ιατρός, Συμφερουπόλεως – Κριμαίας, Saint Luke the physician, Symferoupoleos – Crimea, Святой Лука врач, Крым

Ἀπό τήν παιδική μου ἤδη ἡλικία, ἥμουν παθιασμένος μέ τή ζωγραφική. Τελείωσα ταυτόχρονα τίς γυμνασιακές σπουδές μου στό κολλέγιο καί τίς καλλιτεχνικές, στή σχολή Τεχνῶν τοῦ Κιέβου ὅπου ἐκδηλώθηκαν τά χαρίσματά μου. Ἡ κλίση μου στή ζωγραφική ἦταν τόσο φανερή, ὥστε ἀποφάσισα νά εἰσαχθῶ στή σχολή Καλῶν Τεχνῶν τῆς ἁγίας Πετρούπολης. Ὅμως, κοντά στίς ἐξετάσεις εἰσαγωγῆς μέ κυρίεψε ἀμφιβολία: αὐτός ἦταν ὁ δρόμος πού ἔπρεπε νά διαλέξω; Ὕστερα ἀπό σύντομο δισταγμό, συμπέρανα ὅτι δέν εἶχα τό δικαίωμα νά κάνω αὐτό πού μ’ εὐχαριστοῦσε, ἀλλά ὅτι ὄφειλα ν’ ἀφιερωθῶ σ’ ἐκεῖνο πού θά βοηθοῦσε ν’ ἀνακουφιστοῦν οἱ ἄνθρωποι ἀπό τά βάσανά τους. Ἀπό τήν Ἀκαδημία, ἔστειλα στή μητέρα μου ἕνα τηλεγράφημα γιά νά τῆς ἀναγγείλω τήν ἀπόφασή μου νά εἰσαχθῶ στήν ἰατρική σχολή. Καθώς δέν ὑπῆρχε ἐκεῖ πλέον θέση, μοῦ πρότειναν νά περάσω στή σχολή φυσικῶν ἐπιστημῶν καί νά συνεχίσω ἀργότερα στήν ἰατρική. Ἀρνήθηκα διότι ἀντιπαθοῦσα τίς φυσικές ἐπιστήμες: τή θεολογία, τή φιλοσοφία καί τήν ἱστορία. Γι’ αὐτό προτίμησα νά γραφτῶ στή νομική σχολή ὅπου γιά ἕνα ἔτος μελέτησα μέ ἐνδιαφέρον τήν ἱστορία καί τή φιλοσοφία τοῦ δικαίου καί τό ρωμαϊκό δίκαιο.
Μετά ἀπό ἕνα χρόνο, αἰσθάνθηκα καί πάλι τήν ἀκατανίκητη ἕλξη γιά τή ζωγραφική. Ἔφυγα γιά τό Μόναχο θέλοντας νά γνωρίσω τήν ἰδιωτική σχολή τοῦ καθηγήτή Κνίρ. Ὅμως τρεῖς ἑβδομάδες ἀργότερα, ἡ νοσταλγία τῆς πατρίδας μ’ ἔκανε νά ἐπιστρέψω στό σπίτι χωρίς νά μπορῶ ν’ ἀντισταθῶ· γιά μιά χρονιά ἀκόμη, μέ μία ὁμάδα φίλων, ἐξασκήθηκα μέ ἐπιμέλεια στό σχέδιο καί τή ζωγραφική.
Ἔχοντας ἐπιστρέψει ἀπό τό Μόναχο, ἡ θρησκευτικότητά μου ἐκδηλώθηκε γιά πρώτη φορά. Διαπότισε βαθειά τήν καλλιτεχνική μου δουλειά. Σύχναζα σέ ἐκκλησίες τοῦ Κιέβου, εἰδικότερα στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων ὅπου πήγαινα καθημερινά, συχνά μάλιστα δυό φορές τήν ἡμέρα. Ἐπιστρέφοντας στό σπίτι, σχεδίαζα ὅ,τι εἶχα δεῖ. Ἔφτιαξα πολλά ὅμορφα σχέδια καί σκίτσα ἀνθρώπων πού προσεύχονται, σχέδια προσκυνητῶν πού ἦρθαν ἀπό πολύ μακριά στή Λαύρα.
Ἐκεῖ πῆρε μορφή ὁ καλλιτεχνικός προσανατολισμός πού θά εἶχα ἄν τελικά δέν θά ἐγκατέλειπα τή ζωγραφική. Θά εἶχα ἀκολουθήσει τά ἴχνα τοῦ Βασνέτσοφ καί τοῦ Νεστέροφ*, γιατί ὁ τύπος θρησκευτικότητάς τους φαινόταν ἤδη πολύ καθαρά στή δουλειά μου. Παντοῦ, στούς δρόμους καί τά τραμ, στίς πλατεῖες καί τίς ἀγορές, παρατηροῦσα μέ ἀκρίβεια τά πράγματα, ἐντυπώνοντας ὅλες τίς γραμμές καί τά χαρακτηριστικά, τίς σιλουέτες, τίς κινήσεις. Ἐπιστρέφοντας στό σπίτι μου, σχεδίαζα τά πάντα. Τά σχέδιά μου κέρδισαν βραβεῖο σέ μιά ἔκθεση τῆς σχολῆς Καλῶν Τεχνῶν. Συμμετεῖχα ἐπίσης σέ ἔκθεση τῶν Περιοδευόντων ** καλλιτεχνῶν μέ ἕνα μικρό πίνακα πού παρουσίαζε κάποιον περιπλανώμενο, ἕνα γερο-ζητιάνο πού ἔτεινε τό χέρι.
Μετά ἀπό αὐτές τίς ἐπίμονες καί τακτικές ἀσκήσεις μέ ὁμάδα συμμαθητῶν, περπατοῦσα καθημερινά κατά μῆκος τοῦ Δνείπερου: δύο χιλιόμετρα, σκεπτόμενος πολύπλοκα θεολογικά καί φιλοσοφικά ζητήματα. Ἀλλά οἱ συλλογισμοί μου κατέληγαν στό κενό, λόγω ἐλλείψεως ἐπιστημονικῆς προετοιμασίας.
Ἐκείνη τήν ἐποχή, εἶχα παθιαστεῖ μέ τήν ἠθική διδασκαλία τοῦ Τολστόι. Ἔγινα μάλιστα θερμός ὀπαδός του, καί κοιμόμουν καταγής, πάνω σ’ ἕνα χαλί. Ὅταν τό καλοκαίρι πήγαινα στήν ἐξοχή, ἔκοβα σανό καί θέριζα τή σίκαλη μαζί μέ τούς ἀγρότες, γρήγορα ὅσο κι αὐτοί.
Ὡστόσο, ὁ θαυμασμός μου γιά τόν Τολστόι ξεθώριασε ὅταν διάβασα τό ἀπαγορευμένο του ἔργο, πού ἐκδόθηκε στό ἐξωτερικό: Τι πιστεύω. Ἡ ὕβρίς κατά τῆς ὀρθόδοξης πίστης μέ ἀπώθησε διαμιᾶς. Ἀμέσως κατάλαβα ὅτι ὁ Τολστόι ἦταν ἕνας αἱρετικός πολύ ἀπομακρυσμένος ἀπ’ τόν ἀληθινό χριστιανισμό.
Λίγο πρωτύτερα, εἶχα πλάσει μιά σωστή ἰδέα περί τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας, διαβάζοντας μέ ἐπιμέλεια τήν Καινή Διαθήκη: σύμφωνα μ’ ἕνα ὄμορφο παλαιό ἔθιμο, τήν εἶχα παραλάβει ἀπό τά χέρια τοῦ λυκειάρχη μαζί μέ τό ἀπολυτήριό μου τοῦ λυκείου, γιά νά μέ συνοδεύει στό μονοπάτι τῆς ζωῆς.
Πολλά ἀποσπάσματα ἀπ’ αὐτό τό ἅγιο βιβλίο –τό ὁποῖο ἐπρόκειτο νά φυλάξω γιά δεκαετίες- μέ ἐντυπωσίασαν βαθιά. Τά εἶχα ὑπογραμμίσει μέ κοκκινο μολύβι. Τίποτε ὅμως δε μέ εἶχε ἀγγίξει περισσότερο ἀπό τά λόγια τοῦ Ἰησοῦ πρός τούς μαθητές του, καθώς κοιτοῦσε τά ὥριμα σιτάρια: «Ὁ μέν θερισμός πολύς, οἱ ἐργάται ὀλίγοι· δεηθήτε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τόν θερισμόν αὐτοῦ» (Μτθ. 9,37-38).
Διαβάζοντας αὐτά τά λόγια, ἡ καρδιά μου σκίρτησε καί ἀναφώνησα μέσα μου: «Ἀλήθεια, Κύριε, ἔχεις λίγους ἐργάτες;»
Πολύ ἀργότερα, ὅταν ὁ Κύριος μέ κάλεσε νά γίνω ἕνας ἀπό τούς θεριστάδες Του, εἶχα τή βεβαιότητα ὅτι τό κείμενο αὐτό τοῦ Εὐαγγελίου ἦταν γιά μένα ἡ πρώτη κλίση τοῦ Θεοῦ γιά νά Τόν ὑπηρετήσω.
Ἔτσι πέρασε ἀκόμη μιά παράξενη χρονιά. Θά μποροῦσα νά ἔχω εἰσαχθεῖ στή ἰατρική σχολή, ἀλλά οἱ λαϊκίστικες ἐκτίμήσεις μου τό ἐμπόδισαν: μέ τή νεανική μου ζέση, ἀποφάσισα νά καταπιαστῶ τό συντομότερο δυνατό μέ μιά δουλειά χρήσιμη γιά τόν ἁπλό λαό. Ὀνειρευόμενος νά γίνω νοσοκόμος ἤ ἐπαρχιακός δάσκαλος, πῆγα νά βρῶ τόν διευθυντή δημοσίων σχολείων τῆς περιοχῆς τοῦ Κιέβου γιά νά τοῦ ζητήσω κάποια θέση. Ἄνθρωπος εὐφυής καί διορατικός, ἐκτίμησε τίς προσδοκίες μου, ἀλλά μέ ἀπέτρεψε πολύ ἔντονα ἀπό τά σχέδιά μου, πείθοντάς μέ νά μπῶ στήν ἰατρική σχολή.

————————————-

*Ὁ Βίκτωρ Μιχαήλοβιτς Βασνέτσοφ (1848-1926) ζωγράφισε κυρίως τίς τοιχογραφίες τοῦ ἁγίου Βλαδίμηρου στό Κίεβο (1885-1896). Ὁ Μιχαήλ Βασίλιεβιτς Νεστέροφ (1862-1942) εἶναι ὁ δημιουργός ἑνός κύκλου εἰκόνων ἀπό τή ζωή τοῦ ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ κι ἑνός πίνακα πού παρουσίαζε τόν Παῦλο Φλορένσκι (ἥδη ἱερέα) καί τό Σέργιο Μπουλγκάκοφ (ἀκόμη λαϊκό), ὁ ὁποῖος ἐκτέθηκε στή γκαλερί Τρετιακόφ τῆς Μόσχας. Οἱ δύο αὐτοί καλλιτέχνες, βαθιά πιστοί, δέν εἶχαν καμιά ἰδέα ἀπό παραδοσιακές εἰκόνες καί ζωγράφιζαν θρησκευτικά θέματα μέ νατουραλιστικό τρόπο.
**Ζωγράφοι στά τέλη τοῦ 19ου αἰ. πού ἔκθεταν τήν ἴδια σειρά ἀπό πίνακές τους σέ πολλές πόλεις διαδοχικά, μέ σκοπό νά γίνει γνωστή ἡ τέχνη τους σέ ὅσο γινόταν πιό πλατύ κοινό.

Από το βιβλίο: Ταξιδεύοντας μέσα στον πόνο: Αυτοβιογραφικές αφηγήσεις, του Αγίου Λουκά (Αρχιεπ. Συμφερουπόλεως και Κριμαίας).
Εκδότης «ΕΝ ΠΛΩ». Ιούλιος 2021. Επιμέλεια, ΜΠΟΥΓΑ ΣΟΦΙΑ

Η/Υ επιμέλεια Αικατερίνας Κατσούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.