Για το ότι δεν πρέπει να κρίνουμε τον πλησίον μας (μέρος Β’) – Αββά Δωροθέου.

Όσοι όμως θέλουν να σωθούν, δεν προσέχουν καθόλου τα ελαττώματα του πλησίον, αλλά προσέχουν πάντοτε τις δικές τους αδυναμίες και έτσι προκόβουν. Σαν εκείνον που είδε τον αδελφό του να αμαρτάνει και στενάζοντας βαθιά είπε: «Αλλοίμονό μου, γιατί σήμερα πέφτει αυτός, οπωσδήποτε αύριο θα πέσω εγώ». Βλέπεις με ποιο τρόπο επιδιώκει τη σωτηρία του, πώς προετοιμάζει την ψυχή του; Πώς κατάφερε να ξεφύγει αμέσως από την κατάκριση του αδελφού του; Γιατί, λέγοντας ότι «οπωσδήποτε θα αμαρτήσω και εγώ αύριο», έδωσε την ευκαιρία στον εαυτό του να ανησυχήσει και να φροντίσει για τις αμαρτίες που επρόκειτο δήθεν να κάνει. Και μ’ αυτό τον τρόπο ξέφυγε την κατάκριση του πλησίον. Και δεν αρκέσθηκε μέχρις εδώ, αλλά κατέβασε τον εαυτό του χαμηλότερα απ’ αυτόν που αμάρτησε, λέγοντας: «Και αυτός μεν μετανοεί για την αμαρτία του, εγώ όμως δεν είναι σίγουρο ότι θα μετανοήσω, δεν είναι σίγουρο ότι θα τα καταφέρω, δεν είναι σίγουρο ότι θα έχω τη δύναμη να αλλάξω ζωή».

Βλέπεις το φωτισμό της θείας αυτής ψυχής; Γιατί, όχι μόνο κατάφερε να ξεφύγει από την κατάκριση του πλησίον, αλλά έβαλε τον εαυτό της πιο κάτω από αυτόν. Και εμείς οι άθλιοι, εντελώς αδιάκριτα, κατακρίνουμε, αποστρεφόμαστε, εξευτελίζουμε, αν δούμε ή αν ακούσουμε ή αν υποψιαστούμε κάτι. Και το χειρότερο είναι ότι δεν σταματάμε μέχρι τη ζημιά που κάνουμε στον εαυτό μας, αλλά συναντάμε και άλλον αδελφό και αμέσως του λέμε: «Αυτό και αυτό έγινε». Και του κάνουμε κακό, βάζοντας στην καρδιά του αμαρτίες. Και δεν φοβόμαστε τον προφήτη Αββακούμ που είπε: «Αλλοίμονο σ’ εκείνον που ποτίζει τον αδελφό του με κρασί που θολώνει το μυαλό» (Αβ. 2, 15). Αλλά, ενώ κάνουμε διαβολικό έργο, δεν ανησυχούμε κιόλας. Γιατί, τι άλλο έχει να κάνει ο διάβολος από το να ταράζει και να βλάπτει; Και γινόμαστε συνεργάτες των δαιμόνων και για τη δική μας καταστροφή και για του πλησίον. Γιατί αυτός που βλάπτει μια ψυχή, βοηθά στο έργο των δαιμόνων. Όπως ακριβώς και αυτός που ωφελεί μια ψυχή, συνεργάζεται με τους αγίους Αγγέλους.

Από ποιον άλλο λόγο τα παθαίνουμε αυτά, παρά από το ότι δεν έχουμε αγάπη; Γιατί, αν είχαμε αγάπη και συμπαθούσαμε και πονούσαμε τον πλησίον μας, δεν θα είχαμε το νου μας στα ελαττώματα του πλησίον, όπως ακριβώς λέει ο απόστολος Πέτρος: «Η αγάπη σκεπάζει πλήθος αμαρτιών». (Α’ Πέτρ. 4, 8). Και όπως λέει επίσης ο απόστολος Παύλος: «Η αγάπη δεν βάζει στο νου της το κακό, όλα τα σκεπάζει» κ.τ.λ. (Α’ Κορ. 13, 5-6). Και εμείς λοιπόν, όπως είπα, αν είχαμε αγάπη, η ίδια η αγάπη θα σκέπαζε κάθε σφάλμα, όπως ακριβώς κάνουν οι άγιοι όταν βλέπουν τα ελαττώματα των ανθρώπων. Γιατί μήπως είναι τυφλοί οι άγιοι και δεν βλέπουν τα αμαρτήματα; Και ποιος μισεί τόσο πολύ την αμαρτία όσο οι άγιοι; Και όμως δεν μισούν εκείνον που αμαρτάνει, ούτε τον κατακρίνουν, ούτε τον αποστρέφονται, αλλά υποφέρουν μαζί του, τον συμβουλεύουν τον παρηγορούν, τον γιατρεύουν ως άρρωστο μέλος του σώματός τους. Κάνουν τα πάντα για να τον σώσουν. Όπως ακριβώς κάνουν οι ψαράδες.

Όταν ρίχνουν το αγκίστρι στη θάλασσα και πιάνουν μεγάλο ψάρι και καταλαβαίνουν ότι χτυπιέται δυνατά και κουνιέται πέρα – δώθε, δεν το τραβάνε αμέσως και απότομα – γιατί κόβεται η πετονιά και χάνεται τελείως το ψάρι – αλλά με εξυπνάδα χαλαρώνουν την πετονιά και το αφήνουν να πάει όπου θέλει. Και όταν καταλάβουν ότι εξαντλήθηκαν οι δυνάμεις του και ησύχασε η ορμή του, τότε αρχίζουν πάλι σιγά – σιγά να το τραβούν. Έτσι και οι άγιοι. Με τη μακροθυμία και την αγάπη τραβούν τον αδελφό και δεν τον απωθούν, ούτε τον σιχαίνονται. Και όπως η μητέρα που έχει άσχημο παιδί, δεν το σιχαίνεται, ούτε το αποφεύγει, αλλά με ευχαρίστηση το στολίζει και κάνει ό,τι μπορεί για να το ομορφύνει, έτσι κάνουν πάντα και οι άγιοι: Σκεπάζουν, στολίζουν, φροντίζουν, ώστε και αυτόν που αμαρτάνει να διορθώσουν, την κατάλληλη στιγμή, και να μην αφήσουν να πάθει και κανένας άλλος κακό εξαιτίας του, αλλά και οι ίδιοι να προκόψουν περισσότερο στην αγάπη του Χριστού.

Τί έκανε ο αββάς Αμμωνάς όταν ήλθαν εκείνοι οι αδελφοί ταραγμένοι και του είπαν «έλα να δεις, γέροντα, ότι βρίσκεται γυναίκα στο κελλί αυτού εδώ του αδελφού»; Πόσο μεγάλη ευσπλαχνία έδειξε! Πόση αγάπη είχε η αγία εκείνη ψυχή! Επειδή βέβαια κατάλαβε ότι έκρυψε ο αδελφός τη γυναίκα μέσα στο πιθάρι, πήγε και κάθισε πάνω απ’ αυτό και τους είπε να ψάξουν σ’ όλο το κελλί. Και αφού δεν την βρήκαν, τους λέει: «Ο Θεός να σας συγχωρέσει». Και τους ντρόπιασε και τους βοήθησε να μην πιστεύουν εύκολα κατηγορίες για τον πλησίον. Και επιπλέον συνέτισε και εκείνον, επειδή όχι μόνο κάλυψε, μετά τον Θεό, την αμαρτία του, αλλά και επειδή τον διόρθωσε, μόλις βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία. Γιατί μόνο που του κράτησε το χέρι, αφού έβγαλε όλους τους άλλους έξω, και του είπε «φρόντισε για την ψυχή σου, αδελφέ μου», αμέσως ντράπηκε, ήρθε σε συναίσθηση και κατανύχθηκε ο αδελφός. Αμέσως επέδρασε στην ψυχή του η φιλανθρωπία και η συμπάθεια του γέροντα.

Ας αποκτήσουμε λοιπόν και εμείς αγάπη, ας αποκτήσουμε ευσπλαχνία για τον πλησίον. Και έτσι θα αποφεύγουμε να καταλαλούμε, να κατακρίνουμε, να εξουδενώνουμε τους άλλους. Ας βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον σαν να είμαστε μέλη του ίδιου σώματος. Ποιός είναι εκείνος που, επειδή έχει μια πληγή στο χέρι του ή στο πόδι του ή σε κάποιο άλλο μέλος του σώματός του, σιχαίνεται τον εαυτό του ή κόβει το μέλος του, έστω και αν ακόμα σαπίσει, και δεν προσπαθεί μάλλον να το καθαρίσει, να το πλύνει, να βάλει έμπλαστρα, να το σταυρώσει, να το ραντίσει με αγιασμό, να προσευχηθεί, να παρακαλέσει τους Αγίους να μεσιτεύσουν γι’ αυτόν, όπως ακριβώς έλεγε ο αββάς Ζωσιμάς; Και με λίγα λόγια, δεν εγκαταλείπει, δεν σιχαίνεται το μέλος του, ούτε τη βρωμιά του, αλλά κάνει όλα όσα μπορεί για να το γιατρεύσει; Έτσι έχουμε και εμείς χρέος να υποφέρουμε με όσους υποφέρουν, να τους συμπαραστεκόμαστε, όσο μπορούμε – και εμείς οι ίδιοι και με τη βοήθεια άλλων πιο δυνατών στην πνευματική ζωή – να επινοούμε και να μεταχειριζόμαστε όλα τα μέσα,
για να βοηθήσουμε και τους εαυτούς μας και τους αδελφούς μας. Γιατί είμαστε ο ένας μέλος του άλλου, όπως λέει ο απόστολος (Ρωμ. 12, 5).

Και αφού «είμαστε όλοι ένα σώμα, και καθένας μέλος του άλλου, τότε αν υποφέρει ένα μέλος, υποφέρουν ταυτόχρονα όλα» (Α’ Κορ. 12, 26). Τί νομίζετε ότι είναι τα κοινόβια; Δεν καταλαβαίνετε ότι είναι ένα σώμα όλοι και ο καθένας μέλος του άλλου; Εκείνοι μεν που ασχολούνται με τη διοίκηση της μονής, είναι το κεφάλι. Εκείνοι που προσέχουν και διορθώνουν, είναι τα μάτια. Όσοι ωφελούν τους άλλους με το λόγο, είναι το στόμα. Τα αυτιά είναι εκείνοι που κάνουν υπακοή. Τα χέρια είναι αυτοί που εργάζονται. Πόδια είναι οι αποκρισάριοι και όσοι έχουν διακονήματα. Είσαι κεφάλι; Διοίκησε. Είσαι μάτι; Πρόσεχε, κατάλαβε καλά. Είσαι στόμα; Μίλησε, ωφέλησε. Είσαι αυτί; Κάνε υπακοή. Είσαι χέρι; Δούλεψε. Είσαι πόδι; Κάνε το διακόνημά σου. Καθένας ας υπηρετήσει το σώμα ανάλογα με τη δύναμή του. Και φροντίστε πάντοτε να βοηθά ο ένας τον άλλον, είτε διδάσκοντας και βάζοντας το λόγο του Θεού στην καρδιά του αδελφού, είτε παρηγορώντας, όταν ο άλλος είναι λυπημένος, είτε δίνοντας ένα χέρι και βοηθώντας τον αδελφό.

Και με λίγα λόγια, όλοι μαζί και καθένας χωριστά, όπως είπα, ανάλογα με τη δύναμή του, φροντίστε να ενωθείτε μεταξύ σας. Γιατί, όσο ενώνεται κανείς με τον πλησίον, τόσο περισσότερο ενώνεται με τον Θεό.

Θα σας πως ένα παράδειγμα από τους Πατέρες, για να καταλάβετε καλά τη δύναμη που έχει αυτός ο λόγος. Ας υποθέσουμε ότι είναι ένας κύκλος πάνω στη γη, σαν ένα στρογγυλό χάραγμα, γινωμένο με διαβήτη και έχοντας ένα κέντρο. Κέντρο ονομάζεται το μέσον του κύκλου. Προσέξτε τι εννοώ: Ας υποθέσουμε ότι αυτός ο κύκλος είναι όλος ο κόσμος. Το κεντρικό σημείο του κύκλου είναι ο Θεός, οι δε ευθείες γραμμές που ξεκινούν από την περιφέρεια του κύκλου προς το κέντρο είναι οι δρόμοι, δηλαδή οι τρόποι ζωής των ανθρώπων. Εφόσον λοιπόν προχωρούν οι άγιοι προς το κέντρο, θέλοντας να πλησιάσουν τον Θεό, ανάλογα με το πόσο προχωρούν, πλησιάζουν και τον Θεό και μεταξύ τους. Και όσο πλησιάζουν τον Θεό, πλησιάζονται μεταξύ τους και όσο πλησιάζονται, πλησιάζουν τον Θεό. Κατά τον ίδιο τρόπο εννοήστε και το χωρισμό. Γιατί, όταν απομακρύνονται οι άνθρωποι από τον Θεό και γυρίζουν πίσω, προς τα έξω, είναι ολοφάνερο ότι, όσο βγαίνουν προς τα έξω και απομακρύνονται από τον Θεό, τόσο απομακρύνονται και μεταξύ τους˙ και όσο
απομακρύνονται μεταξύ τους, τόσο απομακρύνονται και από τον Θεό.

Αυτή λοιπόν είναι η φύση της αγάπης. Όσο μεν βρισκόμαστε έξω και δεν αγαπάμε τον Θεό, τόσο απομακρυνόμαστε ο ένας από τον άλλο. Αν όμως αγαπήσουμε τον Θεό, όσο πλησιάζουμε τον Θεό με την αγάπη μας σ’ Αυτόν, σε ανάλογο βαθμό, ενωνόμαστε με την αγάπη του πλησίον˙ και όσο ενωνόμαστε με τον πλησίον, τόσο ενωνόμαστε με τον Θεό.

Ο Θεός ας μας αξιώσει να προσέχουμε όσα μας συμφέρουν πνευματικά και να τα εφαρμόζουμε. Γιατί, όσο φροντίζουμε και ενδιαφερόμαστε να εφαρμόσουμε όσα ακούμε, τόσο περισσότερο μας φωτίζει ο Θεός πάντοτε και μας διδάσκει το θέλημά Του.

Περί του μη κρίνειν τον πλησίον. Μέρος δεύτερο.

Οι δε θέλοντες σωθήναι ουδέ προσέχουσιν ελαττώμματι του πλησίον, αλλά τοις ιδίοις πάντοτε και προκόπτουσιν. Οίος ην εκείνος ο ιδών τον αδελφόν αυτού αμαρτάνοντα, και στενάξας και ειπών˙ Ουαί μοι, ότι σήμερον ούτος, πάντως καγώ αύριον. Βλέπεις ασφάλειαν; Βλέπεις ετοιμασίαν ψυχής; Πώς ηύρεν ευθέως φυγείν το κατακρίναι τον αδελφόν αυτού; δια γαρ το ειπείν ότι˙ Πάντως καγώ αύριον, έδωκεν εαυτώ φόβον και μέριμναν περί ων ήμελλε δήθεν αμαρτήσαι˙ και ούτως εξέφυγε το κατακρίναι τον πλησίον. Και ουκ ηρκέσθη έως τούτου, αλλά και εαυτόν έβαλεν υποκάτω αυτού λέγων ότι˙ Και ούτος μεν μετανοεί περί της αμαρτίας αυτού, εγώ δε ου πάντως μετανοώ, ου πάντως φθάνω, ου πάντως ότι ισχύω μετανοήσαι.

Βλέπεις θείας ψυχής φωτισμόν ότι ου μόνον ηδυνήθη εκφυγείν το κατακρίναι τον πλησίον, αλλά και εαυτόν έδωκεν υποκάτω αυτού; Και ημείς οι άθλιοι αδιαφόρως κατακρίνομεν, αηδιζόμεθα, εξουδενούμεν, ει τι δήποτε εάν ίδωμεν η ακούσωμεν ή υπονοήσωμεν˙ το δεινότερον ότι ούτε μέχρι της ιδίας βλάβης ιστάμεθα, αλλά απαντώμεν άλλω αδελφώ και ευθέως λέγομεν αυτώ˙ Τόδε και τόδε εγένετο˙ και βλάπτομεν κακείνον βάλλοντες εις την καρδίαν αυτού αμαρτίας. Και ου φοβούμεθα τον ειπόντα˙ Ουαί, ο ποτίζων τον πλησίον αυτού ανατροπήν θολεράν˙ αλλά ποιούμεν έργον δαιμόνων, και ου μέλλει ημίν. Τί γαρ άλλο έχει ποιήσαι δαίμων, ει μη ταράξαι και βλάψαι; Και ευρισκόμεθα συνεργούντες τοις δαίμοσιν εις απώλειαν εαυτών και του πλησίον. Ο γαρ βλάπτων ψυχήν τοις δαίμοσι συνεργεί και βοηθεί. Ώσπερ και ο ωφελών συνεργεί τοις αγίοις αγγέλοις.

Πόθεν δε πάσχομεν ταύτα, εις μη εκ το υμη έχειν ημάς αγάπην, ει γαρ είχομεν αγάπην μετά συμπαθείας και πόνου, ημελούμεν βλέπειν τα ελαττώματα του πλησίον, καθώς λέγει ότι˙ Η αγάπη καλύπτει πλήθος αμαρτιών και πάλιν˙ Η αγάπη ου λογίζεται το κακόν, πάντα στέγει, και τα εξής. Και ημείς ουν, ως είπον, ει είχομεν αγάπην, αυτή η αγάπη εσκέπασεν έκαστον σφάλμα˙ ώσπερ και οι άγιοι βλέποντες τα ελαττώματα; Τις δε και μισεί ούτως την αμαρτίαν, ως οι άγιοι; Και όμως ου μισούσε τον αμαρτάνοντα, ουδέ κατακρίνουσιν, ουκ αποστρέφονται, αλλά συμπάσχουσι, νουθετούσι, παρακαλούσι, θεραπεύουσιν ως μέλος ασθενούν˙ πάντα ποιούσι δια το σώσαι αυτόν. Ώσπερ οι αλιείς˙ ότε βάλλουσιν άγκιστρον εις την θάλασσαν και κρατήσουσι μέγαν ιχθύν και αίσθονται ότι ταράσσεται και ατακτεί, ουκ ευθέως και επεχθώς έλκουσιν αυτόν, επεί κόπτεται το ράμμα και τελείως απόλλυται˙ αλλά ενδιδούσιν αυτώ ευφυώς το ράμμα και αφιάσιν αυτόν απελθείν όπου θέλει˙ και όταν μάθωσιν ότι ητόνησεν και ησύχασεν εκ της ορμής αυτού, τότε άρχονται πάλιν κατά
μικρόν σύρειν αυτόν. Ούτως και οι άγιοι τη μακροθυμία και τη αγάπη έλκουσιν τον αδελφόν και ουκ απολακτιούσιν απ’ αυτού, ουδέ αηδίζονται αυτόν˙ άλλ’ ώσπερ μήτηρ εάν έχη υιόν άμορφον, ουκ αηδίζεται αυτόν, ουδέ αποστρέφεται, αλλά και ηδέως κοσμεί αυτόν και ει τι δήποτε ποιεί δια το χαριτώσαι αυτόν˙ ούτως αεί σκέπουσι, κοσμούσιν, αντιλαμβάνονται, ίνα και τον πταίοντα κατά καιρόν διορθώσωνται και μήτε άλλον εάσωσι βλαβήναι εξ αυτού, και ίνα και αυτοί μειζόνως προκόψωσιν εις την αγάπην του Χριστού.

Τί εποίησεν ο άγιος Αμμωνάς, ότε ήλθον οι αδελφοί εκείνοι ταρασσόμενοι και λέγουσιν αυτώ˙ Δεύρο βλέπε, αββά, ότι γυνή εστίν εις το κελλίον τούδε του αδελφού; Πόσην ευσπλαγχνίαν ενεδείξατο; Πόσην αγάπην έσχεν η αγία ψυχή εκείνη; Γνους γαρ ότι έκρυψεν ο αδελφός την γυναίκα υποκάτω του πιθαρίου, απελθών εκάθισεν επάνω αυτού και είπεν αυτοίς ζητήσαι εις όλον το κελλίον˙ και ως ουχ εύρον, λέγει αυτοίς˙ Ο Θεός συγχωρήση υμίν˙ και φησίν ήσχυνεν αυτούς και εβοήθησε και αυτοίς ίνα μη πιστεύσωσιν ευχερώς κατά του πλησίον. Κακείνον δε εσωφρόνισεν, μη μόνον σκεπάσας μετά Θεόν, αλλά και διορθωσάμενος αυτόν, ως εύρε τον καιρόν επιτήδειον. Ως γαρ μόνον εκράτησε την χείρα αυτού μεθ’ ο εξέβαλε πάντας, και είπεν αυτώ ότι˙ Φρόντισον σεαυτού, αδελφέ ευθέως εδυσωπήθη και κατενήγη ο αδελφός, ευθέως ενήργησεν εις την ψυχήν αυτού η φιλανθρωπία και η συμπάθεια του γέροντος.

Και ημείς ουν κτησώμεθα αγάπην, κτησώμεθα ευσπλαγχνίαν εις τον πλησίον, ίνα φυλαχθώμεν από της δεινής καταλαλιάς και το κατακρίναι η εξουδενώσαί τινά. Βοηθήσωμεν αλλήλοις ως ιδίοις μέλεσι. Τις έχων τραύμα εις την χείρα αυτού ή εις τον πόδα ή εις εν των λοιπών μελών αυτού, αηδίζεται εαυτόν ή κόπτει το ίδιον μέλος, καν ποιήση σήψιν, και ου μάλλον καθαρίζει, αποπλύνει, βάλλει εμπλάστρους, κατασφραγίζει, παρέχει αγίασμα, εύχεται, παρακαλεί τους αγίους εύξασθαι υπέρ αυτού, ώσπερ έλεγε και ο αββάς Ζωσιμάς, και απλώς ου παραχωρεί, ουκ αποστρέφεται το ίδιον μέλος, ουδέ την δυσωδίαν αυτού, αλλά πάντα ποιεί ίνα υγιάνη; Ούτως οφείλομεν και ημείς συμπάσχειν αλλήλοις, αντιλαμβάνεσθαι δι’ εαυτών, δι’ άλλων δυνατωτέρων, και πάντα επινοείν και ποιείν εις το βοηθήσαι και εαυτοίς και αλλήλοις. Μέλη γαρ εσμέν αλλήλων, ως λέγει ο απόστολος˙ Ει γαρ πάντες εν σώμά εσμέν, ο δε καθ’ εις αλλήλων μέλη, και ει τι πάσχει εν μέλος, συμπάσχει πάντα τα μέλη. Τι δοκούσιν υμίν είναι τα κοινόβια; Ου δοκούσιν υμίν είναι εν σώμα και μέλη
αλλήλων; Οι μεν διοικούντές εισίν η κεφαλή˙ οι δε προσέχοντες και διορθούμενοι εισίν οι οφθαλμοι οι δια λόγου ωφελούντές εισί το στόμα˙ τα δε ώτά εισίν οι υπακούοντες αι χείρές εισίν οι εργαζόμενοι˙ οι πόδες εισίν οι αποκρισιάριοι και οι έχοντες τας διακονίας. Κεφαλή ει; Διοίκησον˙ Οφθαλμός εί; Πρόσχες, κατανόησον. Στόμα εί; Λάλησον, ωφέλησον. Ους εί; Υπάκουσον. Χειρ εί; Έργασαι. Πούς ει; Διακόνησον. Έκαστος υπουργήσει εις το σώμα προς την δύναμιν αυτού, και σπουδάσσατε αεί βοηθείν αλλήλοις είτε δια του διδάξαι και δούναι λόγον Θεού εις την καρδίαν του αδελφού, είτε δια το παρακαλέσαι εν καιρώ θλίψεως ή δούναι χείρα εις έργον και βοηθήσαι. Έκαστος απλώς, ως είπον, προς την δύναμιν αυτού, σπουδάσσατε ενωθήναι αλλήλοις όσον γαρ ενούταί τις τω πλησίον, τοσούτον ενούται τω Θεώ.

Και λέγω υμίν υπόδειγμα εκ των Πατέρων, ίνα νοήσητε την δύναμιν του λόγου. Υπόθεσθέ μοι κύκλον είναι εν τη γη˙ οίον, χάραγμά τι ποτέ στρογγύλον από διαβήτου και κέντρου. Κέντρον λέγεται αυτό ιδικώς το μεσώτατον του κύκλου έως του κέντρου. Θέτε τον νουν ημών εις το λεγόμενον. Τούτον τον κύκλον νομίσατέ μοι είναι τον κόσμον, αυτό δε το μέσον του κύκλου τον Θεόν, τας δε ευθείας τας από του κύκλου επί το μέσον τας οδούς ήτοι τας πολιτείας των ανθρώπων. Εφ’ όσον ουν εισέρχονται οι άγιοι επί τα έσω επιποθούντες εγγίσαι τω Θεώ κατά αναλογίαν της εισόδου, πλησίον γίνονται του Θεού και αλλήλων˙ και όσον πλησιάζουσι τω Θεώ, πληριάζουσιν αλλήλοις, και όσον πλησιάζουσιν αλλήλοις, πλησιάζουσι τω Θεώ. Ομοίως νοήσατε και τον χωρισμόν. Όταν γαρ αφιστώσιν εαυτούς από του Θεού και αποστρέφωσιν επί τα έξω, δήλόν εστίν ότι όσον εξέρχονται και μακρύνουσιν εαυτούς από του Θεού, τοσούτον μακρύνονται απ’ αλλήλων, και όσον μακρύνονται απ’ αλλήλων, τοσούτον μακρύνονται και από του Θεού.

Ιδού τοιαύτη εστίν η φύσις της αγάπης. Εφ’ όσον μεν εσμέν έξω και ουκ αγαπώμεν τον Θεόν, επί τοσούτον έχομεν διάστασιν έκαστος προς τον πλησίον εάν δε αγαπήσωμεν τον Θεόν, όσον εγγίζομεν τω Θεώ δια της εις αυτόν αγάπης, τοσούτον ενούμεθα τη αγάπη του πλησίον, και όσον ενούμεθα τω πλησίον, τοσούτον ενούμεθα τω Θεώ.

Ο Θεός αξιώση ημάς ακούειν τα συμφέροντα ημίν και ποιείν αυτά. Όσον γαρ αν φροντίσωμεν και σπουδάσωμεν ενεργείν α ακούομεν, τοσούτον και ο Θεός αεί φωτίζει ημάς και διδάσκει το θέλημα αυτού.

Από το βιβλίο: Αββά Δωροθέου – Εργα Ασκητικά.
Εκδόσεις, Ετοιμασία. Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Καρέα. Δεκέμβριος 2014.

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Παράβαλε και:
Για το ότι δεν πρέπει να κρίνουμε τον πλησίον μας (μέρος Α’) – Αββά Δωροθέου.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.