Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου – κατηχήσεις. Λόγος 20-ος: Για την απάρνηση και την αποκοπή του θελήματος.

Για την απάρνηση και την αποκοπή του θελήματος. Προς εκείνους που ζήτησαν να τους γράψω πως πρέπει να διανύσει κάποιος την ασκητική ζωή. Και ότι για το σκοπό αυτό είναι καλό και ωφέλιμο να έχει κανείς έμπειρο οδηγό, δηλαδή πνευματικό πατέρα, για να μάθει τα σχετικά με την αρετή και τη δυσκολοκατόρθωτη εργασίας της ασκητικής τέχνης˙ και για την εμπιστοσύνη προς τους πνευματικούς πατέρες, και για τη θέαση του φωτός, από το οποίο κάθε ψυχή, που φωτίζεται, προοδεύει στην αγάπη του Θεού.

Αγαπητοί μου και περιπόθητοι αδελφοί, πολλές φορές θελήσατε να ακούσετε ωφέλιμο λόγο από την ταπεινότητά μου, αλλά, επειδή αναχωρούσατε σύντομα, δεν θέλησα, αποβλέποντας στο συμφέρον σας, να σας πω προφορικά σαν δευτερεύοντα αυτά που έπρεπε. Γι’ αυτό προθυμοποιήθηκα εύλογα να γράψω τώρα στην αγάπη σας, όπως ζητήσατε, όχι αυτά που αφορούν στη νουθεσία (διότι είμαι ανάξιος να νουθετώ), αλλά να γράψω, επειδή σας αγαπώ πολύ, όσα αφορούν στη συμβουλή και στην υπόμνηση, και όσα γνωρίζω ότι ωφελούν και βοηθούν την ψυχή στη φυγή της από τον κόσμο και στην αποξένωσή της από τα πάθη και στην αγάπη του Θεού και στην τέλεια απάθεια.
Γι’ αυτό λοιπόν και δεν θεώρησα σωστό να αρχίσω από αλλού το λόγο για άνθρωπο, που διψά την ψυχική σωτηρία, παρά από την ίδια την αστείρευτη πηγή, από τον Σωτήρα Χριστό και Θεό μ ας, για τον οποίο γίνεται ο λόγος μου και κάθε εγχείρημα, και αποβλέπει κάθε φροντίδα, που συνοδεύεται από καλή ελπίδα, και κάθε σκέψη. Διότι ο Χριστός είναι και γι’ αυτούς που αρχίζουν τη μοναχική ζωή ακλόνητο θεμέλιο και γι’ αυτούς που έφθασαν στο μέσο ακαταίσχυντη ελπίδα και γι’ αυτούς που βρίσκονται στο τέλος αχόρταγη αγάπη και ατελεύτητη ζωή. Εγώ άκουσα την άγια φωνή του να λέει σε όλους χωρίς εξαίρεση. «Όποιος δεν θα αφήσει πατέρα και μητέρα και αδελφούς, και όλα τα υπάρχοντά του, και δεν θα σηκώσει το σταυρό του, και δεν θα με ακολουθήσει, δεν είναι άξιός μου».1
Και από την Γραφή λοιπόν διδάχθηκα και από την ίδια την πείρα έμαθα ότι για κανένα άλλο λόγο δεν ανέφερε το σταυρό στο τέλος παρά για την υπομονή των θλίψεων και των πειρασμών και για τον ίδια τελικά την εκούσιο θάνατο, που πολλοί και στους τότε καιρούς, που επικρατούσαν οι αιρέσεις, προτίμησαν με το μαρτύριο και με τα διάφορα βασανιστήρια, αλλά και τώρα με τη χάρη του Χριστού βεβαιώθηκα, σε καιρό απόλυτης και τέλειας ειρήνης, ότι ο σταυρός και ο θάνατος δεν είναι τίποτε άλλο παρά μόνο η ολοκληρωτική νέκρωση του θελήματός μας. Διότι αυτός, που κάνει έστω και λίγο το δικό του θέλημα, δεν θα μπορέσει ποτέ να τηρήσει το πρόσταγμα του Σωτήρα Χριστού.
Για να μιλήσω λοιπόν σαν να απευθύνομαι σε έναν, λέω σ’ εσάς αυτά: Αδελφέ, παρακάλεσε ολόψυχα τον Θεό, ώστε να σου δείξει άνθρωπο, που μπορεί να σε ποιμάνει καλά, στον οποίο και οφείλεις να υπακούσεις, όπως στον ίδιο τον Θεό, και να εκτελέσεις χωρίς δισταγμό αυτά που σου λέει, και αν ακόμη αυτά που προστάζει φαίνονται κατά τη γνώμη σου αντίθετα και βλαβερά. Και αν βέβαια η καρδιά σου πληροφορείται από τη θεία χάρη για τον πνευματικό πατέρα, που ήδη έχεις, κάνε αυτά που εκείνος σου λέει, και θα σωθείς˙ διότι είναι προτιμότερο να ονομάζεσαι μαθητής ενός μαθητή και να μη ζεις με ιδιορρυθμία˙ και να μην τρυγάς τους ανώφελους καρπούς του δικού σου θελήματος. Αν όμως το Άγιο Πνεύμα σε στείλει σε άλλον πνευματικό πατέρα, τότε να μη διστάσεις διόλου να πας˙ διότι ακούμε ότι και ο Παύλος φύτεψε και ο Απολλώς πότισε και ο Χριστός αύξησε.3
Κάνε λοιπόν και εσύ, αδελφέ, όπως είπαμε, και πήγαινε σε άνθρωπο, που ο Θεός θα σου δείξει, ή μυστικά με τον εαυτό του, ή φανερά με κάποιον δούλο του. Και έτσι να τον σεβαστείς και έτσι να διδαχθείς απ’ αυτόν εκείνα που συμφέρουν, σαν να βλέπεις και να μιλάς με τον ίδιο τον Χριστό. Διότι, αν ακούσεις απ’ αυτόν να σου πει: «Απομακρύνσου από τη χώρα του θελήματός σου και από τη συγγένεια του φρονήματός σου»,4 να μη διστάσεις, ούτε να αντιδράσεις, επειδή νικήθηκες από την κενοδοξία. Αν σου πει: «Έλα στη χώρα της υπακοής, που θα σου δείξω»,5 τρέξε, αδελφέ μου, με όση δύναμη έχεις. Μη δώσεις ύπνο στα μάτια σου,6 ούτε να λυγίσεις τα γόνατά σου, εξαντλημένος από την οκνηρία ή τη ραθυμία˙ διότι ίσως θα σου φανερωθεί εκεί ο Θεός, που πρόκειται να σε αναδείξει πατέρα πολλών πνευματικών τέκνων7 και να σου δωρίσει τη γη της επαγγελίας, που θα κληρονομήσουν μόνοι οι δίκαιοι.8 Αν σε ανεβάσει στο όρος, ανέβα με προθυμία˙ διότι θα δεις, γνωρίζω καλά, τον Χριστό να μεταμορφώνεται και να λάμπει με το φως της θεότητάς του περισσότερο και από τον ήλιο, και θα πέσεις ίσως κάτω στη γη, επειδή δεν αντέχεις να βλέπεις αυτά που ποτέ δεν είδες, και θα ακούσεις από ψηλά την φωνή του Πατέρα, και θα δεις τη νεφέλη να σε σκεπάζει με τη σκιά της, και τους προφήτες να παρίστανται και να βεβαιώνουν ότι αυτός είναι Θεός και Κύριος ζώντων και νεκρών.9 Αν σε προτρέψει να τον ακολουθήσεις, περιόδευσε μαζί του με θάρρος τις πόλεις˙ και μάλιστα, αν έχεις στραμμένο το βλέμμα του σ’ αυτόν και μόνο, θα ωφεληθείς πάρα πολύ. Αν τον δεις να τρώει μαζί με πόρνες και τελώνες και αμαρτωλούς,10 μη σκεφθείς τίποτε το αισχρό και αμαρτωλό, αλλά όλα να τα θεωρήσεις απαλλαγμένα από τα πάθη και άγια˙ και να έχεις στο νου σου το λόγο «έγινα σε όλους τα πάντα, για να κερδίσω όλους»,11 όταν τον βλέπεις να δείχνει συγκατάβαση στα ανθρώπινα πάθη. Αλλά ούτε, αν δεις με τα μάτια σου, να πιστέψεις εντελώς σ’ αυτά˙ διότι και τα μάτια πλανώνται, όπως έχω μάθει στην πράξη. Ακολουθώντας τον μάλιστα και πειθαρχώντας στα λόγια του, μη στρέψεις το βλέμμα σου σ’ αυτούς που είναι μαζί σου, ούτε να πεις για κάποιον: «Κύριε, αυτός, τί θα γίνει;»,12 αλλά να προσέχεις πάντοτε τον εαυτό σου, και να έχεις μπροστά στα μάτια σου το θάνατο, και να εξετάζεις προσεκτικά με ποια αρετή θα δοξάσεις τον Θεό.
Μην υπερηφανευθείς, επειδή τιμάσαι από τους μεγαλύτερους για τον διδάσκαλό σου, ούτε επειδή έχεις πολλούς να υπακούουν σ’ εσένα για το όνομα εκείνου, αλλά να χαίρεσαι περισσότερο, αν το όνομά σου θα γραφεί στον ουρανό13 της ταπείνωσης. Αν βλέπεις ότι οι δαίμονες τρέμουν ακόμα και τη σκιά σου, μην αποδίδεις αυτό διόλου στον εαυτό σου, αλλά στην πρεσβεία του πνευματικού σου πατέρα, και θα σε φοβηθούν ακόμη περισσότερο.
Όταν σε προτρέψει να καθίσεις στην τράπεζα, αν βέβαια πει να καθίσεις κοντά του, να δεχθείς τη θέση με ευγνωμοσύνη και να δείξεις σ’ αυτόν, σιωπώντας, σεβασμό και τιμή, και να μην αγγίξεις χωρίς την ευχή του κανένα από εκείνα που έχουν παρατεθεί, ούτε και να δώσεις σε άλλον, ούτε και να τολμήσεις να προτιμήσεις κάποια απ’ αυτά, που έχουν παρατεθεί χωρίς τη συγκατάθεση και την προσταγή εκείνου˙ αν όμως σε καλέσει τελευταίο από όλους, μην πεις, «Να καθίσω από τα δεξιά ή από τα αριστερά», γνωρίζοντας ότι αυτές οι θέσεις έχουν ετοιμασθεί για άλλους,14 και έχοντας ακούσει ότι «αυτός που θέλει να είναι πρώτος από όλους, ας είναι τελευταίος»,15 να δεχθείς την κατώτερη θέση σαν αιτία για την ανώτερη, και να αγαπήσεις τον διδάσκαλό σου σαν να σου εξασφαλίζει το σωστό τρόπο με τα ασήμαντα πράγματα τα σπουδαιότερα αγαθά. Αλλά να μην βουτήξεις μαζί του από θρασύτητα πρώτος το χέρι σου στο ζωμό του πιάτου˙ διότι γνωρίζεις τίνος είναι αυτό το τόλμημα.16 Αν θελήσει να πλύνει τα πόδια σου, να τον σεβασθείς σαν Κύριο και Διδάσκαλο, και να αποτρέψεις την πραγματοποίηση. Αν όμως ακούσεις, «Δεν έχεις θέση μαζί μου, αν δεν σου πλύνω τα πόδια»,17 να προσφέρεις με προθυμία για πλύσιμο και όλο σου το σώμα, για να μάθεις απ’ αυτά που γίνονται σ’ εσένα το μεγάλο ύψος της ταπείνωσης, που θεώνει τον άνθρωπο, και τότε, αν έχεις συναίσθηση, θα ωφεληθείς πολύ περισσότερο από όσο, όταν θα έπλενες εσύ τα πόδια του πνευματικού σου πατέρα. Αν πει, κατά την ώρα της τράπεζας, «Ένας από σας θα με προδώσει»,18 ή πει, «Ένας από σας γίνεται σ’ εμένα εμπόδιο»,19 εσύ να μην κρύψεις την απάτη, αλλά, αν έχεις συναίσθηση γι’ αυτήν, ομολόγησέ την˙ αλλιώς, αφού πέσεις με το πρόσωπο στα πόδια του, ρώτησέ τον με δάκρυα: «Μήπως εγώ είμαι, δέσποτα;»20˙ διότι πάρα πολλές φορές σφάλλουμε και από άγνοια. Αλλά όμως δεν σε συμφέρει να γείρεις επάνω στο στήθος του πνευματικού σου πατέρα˙ διότι, αν και ο Ιωάννης, από πολλή αγάπη στον Χριστό, έγειρε με θάρρος στο στήθος του,21 όπως κάνουν σε έναν άνθρωπο, αλλά όμως και αυτός προστάχθηκε μαζί με όλους, όταν τα τηρήσει όλα, να ονομάζει τον εαυτό του ανάξιο δούλο.22
Αν δεις αυτόν που σε οδηγεί να κάνει θαύματα και να δοξάζεται, να πιστέψεις και να χαρείς και να ευχαριστήσεις τον Θεό, διότι βρήκες τέτοιο διδάσκαλο˙ να μη σκανδαλιστείς όμως, αν τον δεις να του φέρονται ατιμωτικά εκείνοι που τον φθονούν, ή και να τον ραπίζουν23 και να τον σέρνουν, αλλά απεναντίας σαν θαρραλέος Πέτρος πάρε τη μάχαιρα και, εκτείνοντας το χέρι σου, κόψε όχι μόνο το αυτί,24 αλλά και το χέρι και τη γλώσσα εκείνου, που αποτολμά να μιλά εναντίον του πνευματικού σου πατέρα και να τον αγγίζει. Αν όμως και συμβεί να επιτιμηθείς, όπως εκείνος,25 τότε και θα επαινεθείς οπωσδήποτε περισσότερο για την πολλή αγάπη και πίστη. Αν πάλι και φοβηθείς σαν άνθρωπος και πεις, «Δεν γνωρίζω τον άνθρωπο»,26 να κλάψεις πάλι πικρά,27 μετά απ’ αυτά, γι’ αυτό που είπες, και να μη σε καταπιεί η απόγνωση˙ και είμαι βέβαιος ότι εκείνος πρώτος θα σε ελκύσει στον εαυτό σου. Αλλά και αν τον δεις να σταυρώνεται σαν κακούργος και να πάσχει από κακούργους, αν μπορείς, πέθανε και εσύ μαζί του˙ αλλιώς, να μην προστεθείς στους κακούς σαν κακός και προδότης, ούτε να γίνεις μαζί τους συνένοχος στο φόνο ενός αθώου, αλλά σαν δειλός και μικρόψυχος, εγκαταλείποντας για λίγο τον ποιμένα, φύλαξε την πίστη σου σ’ αυτόν. Αν ελευθερωθεί από τα δεσμά, να πας πάλι σ’ αυτόν, και να τον σεβασθείς περισσότερο σαν μάρτυρα˙ αν όμως πεθάνει από τα βασανιστήρια, να ζητήσεις με θάρρος το σώμα του,28 και να το τιμήσεις περισσότερο από όσο, όταν ήσουν κοντά στο ζωντανό σώμα, και αλείφοντάς το με μύρα, να το θάψεις με πολλές τιμές˙ διότι, αν και δεν θα αναστηθεί μετά από τρεις μέρες, θα αναστηθεί ωστόσο στα έσχατα μαζί με όλους τους νεκρούς. Να πιστεύεις μάλιστα ότι αυτός βρίσκεται μπροστά στον Θεό με παρρησία, και αν ακόμη έβαλες το σώμα του στον τάφο, και να επικαλείσαι την πρεσβεία του δίχως δισταγμό˙ και αυτός θα σε βοηθήσει σ’ αυτή τη ζωή και θα σε φυλάξει από όλους τους εχθρούς και θα σε υποδεχθεί κατά την αναχώρησή σου από το σώμα και θα σου ετοιμάσει αιώνια διαμονή.
Αν ύστερα από όλα αυτά, που είπαμε, σε καλέσει ιδιαίτερα, και σε προτρέψει να ησυχάσεις, και σου πει, «Κάθισε εδώ κλεισμένος, ωσότου να οπλισθείς με δύναμη από τον ουρανό»,29 να υπακούσεις σ’ αυτόν με βέβαιη ελπίδα και άμετρη χαρά. Ένας τέτοιος διδάσκαλος, αδελφέ μου, είναι αψευδής και αληθινός˙ διότι θα έρθει και τώρα σ’ εσένα η ίδια δύναμη του παναγίου Πνεύματος, όχι με μορφή φωτιάς, ορατή με τα μάτια, ούτε με πολλή βοή και ορμητικό άνεμο,30 διότι αυτά έγιναν τότε για τους άπιστους, αλλά θα φανερωθεί σ’ εσένα νοερά, με μορφή νοητού φωτός, με απόλυτη γαλήνη και χαρά˙ αυτό δηλαδή που είναι προοίμιο του αιώνιου και πρωταρχικού φωτός31 και αποτελεί λάμψη και ακτίνα της αιώνιας μακαριότητας.
Όταν λοιπόν φανεί αυτό το νοητό φως, τότε κάθε εμπαθής λογισμός εξαφανίζεται και κάθε ψυχικό πάθος απομακρύνεται, κάθε σωματική αρρώστια γιατρεύεται. Τότε τα μάτια της καρδιάς καθαρίζονται και βλέπουν αυτό που είναι γραμμένο στους μακαρισμούς.32 Τότε η ψυχή, βλέποντας σαν μέσα σε καθρέπτη ακόμη και τα μικρά σφάλματά της, κατεβαίνει σε άβυσσο ταπείνωσης, και κοιτάζοντας το μέγεθος της δόξας, γεμίζει από κάθε χαρά και ευφροσύνη και, κατάπληκτη από το ανέλπιστο θαύμα, αναβλύζει πηγές από δάκρυα. Και έτσι, αλλοιώνεται ολότελα ο άνθρωπος, και γνωρίζει τον Θεό, και γνωρίζεται πρώτα από τον Θεό. Διότι μόνο αυτή η δύναμη του παναγίου Πνεύματος κάνει τον άνθρωπο να καταφρονεί όλα τα επίγεια και τα ουράνια, τα παρόντα μαζί και τα μέλλοντα, τα θλιβερά και τα χαροποιά˙ και συγχρόνως τον κάνει και φίλο του Θεού και υιό του Υψίστου και θεό, όσο αυτό είναι δυνατό στους ανθρώπους.
Αυτά λοιπόν τα έγραψα στην αγάπη σου, ώστε εκείνα, που κάποτε ζητούσες να ακούσεις από την αθλιότητά μου, να τα διαβάζεις, όποτε θελήσεις, έχοντάς τα γραμμένα. Αν όμως πιστέψεις ότι αυτά σου παραγγέλλει μ’ εμένα το πανάγιο Πνεύμα από θεία οικονομία, όλα θα γίνουν με τη σειρά τους για το συμφέρον σου, όπως είπαμε, και όσα εμείς παραλείψαμε, και μάλιστα είναι πολλά, θα σου τα διδάξει με τον εαυτό του ο ίδιος ο Χριστός.
Αν όμως θα σου φανούν αυτά απίστευτα και δυσάρεστα, συγχώρησέ με, που σε συμβουλεύω αυτά που έχω μάθε, και ακολούθησε όλους αυτούς που γνωρίζεις ότι είναι ανώτεροι˙ να προσέχεις όμως, αδελφέ μου, μήπως ακολουθήσεις άθελά σου και κατώτερους˙ διότι είναι αληθινά σπάνιοι, και μάλιστα τώρα, αυτοί που γνωρίζουν να ποιμαίνουν καλά και να γιατρεύουν λογικές ψυχές. Διότι ίσως πολλοί προσποιούνται τη νηστεία και την αγρυπνία και το σχήμα της ευλάβειας,33 ή και ίσως τα απέκτησαν στην πράξη και έχουν την ευχέρεια οι περισσότεροι να αποστηθίζουν πολλά και να τα διδάσκουν με λόγια, αλλά πολύ ελάχιστοι έφθασαν σε κατάσταση να ξεριζώσουν με το κλάμα τα πάθη και να αποκτήσουν αναφαίρετες τις περιεκτικές αρετές. Περιεκτικές μάλιστα αρετές ονομάζουμε την ταπείνωση, που είναι φονευτής των παθών και πρόξενος της ουράνιας και αγγελικής απάθειας, και την αγάπη, που ποτέ δεν μένει αργή και ποτέ δεν παύει να ενεργεί,34 αλλά διαρκώς προχωρεί προς τα εμπρός, με το να προσθέτει πόθο στον πόθο και έρωτα στον έρωτα, από την οποία προσφέρεται σαν δώρο η τέλεια διάκριση, που και τον εαυτό της και αυτούς που την ακολουθούν οδηγεί με καλό τρόπο και τους διαπερνά ακίνδυνα από τη νοητή θάλασσα.35
Αυτή η διάκριση εύχομαι να δοθεί από τον Θεό σαν δώρο και σ’ εσένα, και μάλιστα τώρα, για να διακρίνεις με θεάρεστο τρόπο την κατάστασή σου, και να ενεργήσεις και να φροντίσεις έτσι, ώστε να βρεις τον Χριστό, και στην παρούσα ζωή να σε βοηθά, και στη μέλλουσα να σου δωρίσει πλούσια την απόλαυση της έλλαμψης, που προέρχεται απ’ αυτόν˙ και ούτε να ακολουθήσεις σαν ποιμένα το λύκο,36 ούτε να μπεις σε ποίμνη που είναι άρρωστη, ούτε να βρεθείς απομονωμένος, ζώντας δηλαδή με τον δικό σου τρόπο, για να μην κατασπαραχθείς από τον ψυχοφθόρο λύκο,37 ή να πεθάνεις ψυχικά, αντιμετωπίζοντας τη μία νόσο ύστερα από την άλλη,38, ή να κερδίσεις το «ουαί»,39 πέφτοντας μόνος σου. Διότι εκείνος, που εμπιστεύθηκε τον εαυτό του σε καλό διδάσκαλο, δεν θα φροντίσει για κανένα απ’ αυτά, αλλά, ζώντας χωρίς τέτοια μέριμνα, θα σωθεί, στο όνομα του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.

Υποσημειώσεις.
1. Ματθ. 10, 37-38. 16, 24. 19,29. Μάρκ. 8, 34. 10, 29. Λουκ. 9, 23. 14, 26-27
2. Βλ. σ’. 130, σημ. 37
3. Πρβ. Α’ Κορ. 3, 6
4. Πρβ. Γέν. 12, 1
5. Πρβ. Γέν. 12, 1
6. Πρβ. Παροιμ. 6, 4
7. Πρβ. Γέν. 17, 4-5
8. Ψαλμ. 36, 29. Πρβ. Ματθ. 5,5
9. Πρβ. Ματθ. 17, 1-6. Μάρκ. 9, 2-7. Λουκ. 9, 28-35
10. Πρβ. Ματθ. 9, 10-11. Μάρκ. 2, 15-16. Λουκ. 15,2
11. Α’ Κορ. 9, 22 και 19
12. Πρβ. Ιω. 21,21
13. Πρβ. Λουκ. 10, 20
14. Πρβ. Ματθ. 20, 21 και 23. Μάρκ. 10, 37 και 40
15. Μάρκ. 9, 35. 10, 44
16. Αναφέρεται στον προδότη Ιούδα. Πρβ. Ματθ. 26, 23. Ιω. 13, 26
17. Πρβ. Ιω. 13, 8
18. Πρβ. Ματθ. 26, 21. Μάρκ. 14, 18. Ιω. 13, 21
19. Πρβ. 16, 23
20. Πρβ. Ματθ. 26, 22
21. Ιω. 13, 23
22. Λουκ. 17, 10
23. Πρβ. Ματθ. 26, 67
24. Πρβ. Ματθ. 26, 51. Ιω. 18, 10
25. Πρβ. Ματθ. 26, 52
26. Πρβ. Ματθ. 26, 74. Μάρκ. 14, 71
27. Πρβ. Ματθ. 26, 75. Λουκ. 22, 62
28. Πρβ. Ματθ. 27, 58. Μάρκ. 15, 43. Λουκ. 23, 52. Ιω. 19, 38
29. Πρβ. Λουκ. 24, 49
30. Πρβ. Πράξ. 2, 2-3
31. Πρβ. Αποκ. 22, 5
32. Ματθ. 5, 8
33. Σχήμα της ευλάβειας˙ το μοναχικό σχήμα.
34. Α’ Κορ. 13, 8
35. Σ’ Σολ. 10, 18 (νοητή θάλασσα˙ η παρούσα ζωή).
36. Πρβ. Ματθ. 7, 15 (λύκος˙ εδώ ο ασεβής ποιμένας).
37. Ψυχοφθόρος λύκος˙ ο διάβολος.
38. Εννοεί τα πάθη ως νόσους της ψυχής.
39. Πρβ. Εκκλ. 4, 10

Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση).

Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας. Μάιος 2017

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Γενικά, Θαυμαστά γεγονότα, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.