Ο ήρωας Παναγιώτης Καρατζάς και η πολιορκία της Πάτρας – Κώστα Δ. Παπαδημητρίου, Γιάννη Σμυρνιωτάκη. .

ΚΑΡΑΤΖΑΣ, Ο ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΑΣ

Μάρτης του 21 ήταν. Πλησίαζε το Μεγαλοβδόμαδο. Η όμορφη μεγαλούπολη του» Μοριά, η Πάτρα, ήταν από μέρες ανάστατη. Ο αέρας της λεφτεριάς κατέβαινε απ’ τα γύρω βουνά των Καλαβρύτων, δρόσιζε τα πρόσωπα των Πατρινών και τους φούσκωνε τα στήθια με ενθουσιασμό. Αναγάλλιαζε η ψυχή τους στη σκέψη πως το όνειρο ολόκληρων αιώνων θα γινόταν σε λίγο πραγματικότητα.

Από μέρες τώρα ο τσαγκάρης, Παναγιώτης Καρατζάς, έχει πάρει την τύχη της πόλης στα χέρια του. Ο αγνός και αμόλευτος πατριωτισμός του τραβάει τους Πατρινούς κοντά του. Δεν του λείπει δα και η πείρα. Τρία χρόνια έκαμε στον εγγλέζικο στρατό της Ζακύνθου, απ’ όπου έφυγε με το βαθμό του ανθυπολοχαγού. Οι Πατρινοί, που καμάρωναν τη λεβεντιά του, μολογούσαν πως επαναστατούσε η καρδιά του, μόλις έβλεπε Έλληνες να δέρνονται ή να βρίζονται απ’ τους Τούρκους.

Σαν έμαθε τις κινήσεις για ξεσηκωμό στα Καλάβρυτα και την Άγια Λαύρα, πέταξε τις φαλτσέτες και τα καλαπόδια, μάζεψε γύρω του τους πιο τολμηρούς συντοπίτες του και έστησε το στρατηγείο του σ’ ένα ταπεινό μανάβικο στην αγορά τ’ Άι-Γιώργη. Οι Τούρκοι της Πάτρας μάθαιναν τις κινήσεις του Καρατζά και ήταν γεμάτοι ανησυχία και φόβο. Από μέρες τώρα άφηναν τα κονάκια τους τα βράδια και έτρεχαν να χωθούν στο κάστρο. Απ’ τις 18 του Μάρτη δεν αλάργευαν καθόλου απ’ αυτό. Καταλάβαιναν πως κάτι κακό θα ξεσπούσε.

Κρατώντας ο Καρατζάς στο ‘να χέρι το καριοφίλι και στ’ άλλο το κόκκινο φλάμπουρο της λευτεριάς με τον μπλε σταυρό στη μέση, βροντοφωνούσε: «Λευτεριά ή θάνατος» και ξεσήκωνε τους Πατρινούς. «Και στο άκουσμα της φωνής του, με μια ψυχή, με μια καρδιά, με έναν υπέρκοσμο ενθουσιασμό και με μια πίστη, ξεσηκώνονται οι δουλευτές της Πάτρας, άνδρες και γυναίκες, στο ποδάρι. Άλλοι με καριοφίλια και κουμπούρες, που από χρόνια φκιάναν και κρύβαν στα κατάβαθα της γης, όπως τους δασκάλευε ο Καρατζάς και άλλοι με τσεκούρια, τσαπιά και δρεπάνια, όλοι με ένα σύνεργο ειρηνικό, μα θανατερό σε άξια χέρια, τρέχουν εκεί στην πλατεία τ’ Άι-Γιώργη που ήταν το στέκι του Καρατζά να πάρουν διαταγές».

Και έβρισκε ευκαιρία ο Καρατζάς και χτυπούσε αλύπητα τους Τούρκους, σαν έπεφτε το σκοτάδι της νύχτας. Ο Γιουσούφ πασάς τού είχε επικηρύξει το κεφάλι του με μεγάλα ποσά. Μα ο Καρατζάς ήταν άπιαστο πουλί και τον φύλαγε καλά η αγάπη του λαού της Πάτρας. Ο Φιλήμονας θα γράψει γι’ αυτόν: «βλαστάρι της μεγάλης οικογένειας του λαού ο Καρατζάς, αφανής πριν τσαγκάρης στην αγορά της Πάτρας, αναδείχτηκε φόβητρο για την ανδρεία του…»

Κι αυτός ο Π. Πατρών Γερμανός δεν τον αγνοεί στα «Απομνημονεύματα του». «Ο Καρατζάς προξενούσε φρίκη, έδειχνε στο πεδίο του πολέμου την ανδρεία του… τη νύχτα έμπαινε συνέχεια στην πόλη με λίγους στρατιώτες, άρπαζε αιχμαλώτους, σκότωνε μερικούς, χάλαγε τους μύλους…»

Στις 4 Σεπτέμβρη 1821 ο ήρωας σκοτώνεται. Το βόλι ήταν εχθρικό ή από κάποιο όργανο των Κοτσαμπάσηδων που ζήλευαν τη δόξα του. Μάλλον το δεύτερο.

Ο Σπύρος Μελάς στο «Γέρο του Μωριά» θα γράψει: «Η πολιορκία της Πάτρας είχε και τις φαγωμάρες… όταν οι Κουμανιωταίοι, που τους είχαν καλλιεργήσει επιτήδεια το φθόνο για τον Καπετάν Καρατζά, παλικάρι ατρόμητο της Πάτρας, τον δολοφόνησαν στον Ομπλό. Ήταν βλαστός της μεγάλης οικογένειας του λαού, παπουτσής στο παζάρι της Πάτρας, απ’ τους ανθρώπους που ζουν για την πατρίδα».

Και ο Κόκκινος στην «Ιστορία…» του θα προσθέσει: «Ο φόνος του Καρατζά επροκάλεσε πραγματικό πένθος στο στρατόπεδο. Είχε χαθεί ο αρχηγός που ενέπνεε εμπιστοσύνη στις επιθέσεις…»

Στο μεταξύ η είδηση της Επανάστασης του Μοριά φτάνει στα αυτιά του βερασκέρη του τούρκικου στρατού, του Χουρσίτ, που πολιορκούσε τον Αλη-πασά στα Γιάννενα. Συγκλονίστηκε, όταν τόμαθε. Ο Μοριάς ήταν το πασαλίκι του. Στην Τριπολιτσά είχε αφήσει το χαρέμι του και τους θησαυρούς του. Κοντά ήταν η Πάτρα. Και η φωτιά τρέχει γρήγορα απ’ τόνα μέρος στ’ άλλο. Αγαναχτησμένος προστάζει τον κεχαγιάμπεη του, Μουσταφάμπεη να ξεκινήσει με τρεις χιλιάδες εμπειροπόλεμους Αρβανίτες να περάσει όσο πιο γρήγορα μπορούσε το Αντίρριο και, αφού καταπνίξει την Επανάσταση της Πάτρας, να φτάσει στην Τριπολιτσά και να ενισχύσει τη φρουρά της. Τον πρόλαβε όμως ο Γιουσούφ πασάς της Εύβοιας που έφτασε με δικό του στρατό έξω από την Πάτρα.

Όλες τούτες τις κινήσεις των Τούρκων τις μάθαιναν οι Πατρινοί και οι μεγαλωμένες διαδόσεις τους σπάραζαν τα σωθικά. Μέριασαν η χαρά κι ο ενθουσιασμός και τη θέση τους πήρε η αγωνία. Και το κακό μεγαλώνει, γιατί παραμερίζεται απ’ την αρχηγία ο έμπειρος Καρατζάς και παίρνει στα χέρια του την εξουσία ο δεσπότης Γερμανός με τους άλλους προύχοντες που μπήκαν στην Πάτρα με κάμποσους συντρόφους τους.

Εκεί στην πλατεία του ‘Αι-Γιώργη ο δεσπότης Γερμανός ευλογεί όλων τα άρματα και κηρύσσει επίσημα την Επανάσταση. Στις 25 του Μάρτη γράφουν την παρακάτω προκήρυξη που τη δίνουν στους ξένους πρεσβευτές:

«Ημείς, το Ελληνικό έθνος των Χριστιανών, βλέποντας πως μας καταφρονεί το Οθωμανικό γένος και σκοπεύει όλεθρο εναντίον μας πότε με ένα και πότε με άλλο τρόπο, αποφασίσαμε σταθερώς ή να αποθάνουμε όλοι ή να ελευθερωθούμε και γι’ αυτό βαστούμε στα χέρια τα όπλα μας και ζητούμε τα δικαιώματα μας. Είμαστε βέβαιοι πως όλα τα χριστιανικά βασίλεια γνωρίζουν τα δίκαια μας και όχι μόνο δε θέλουν μας εναντιωθεί, αλλά και θέλουν μας συνδράμει και ότι έχουν στη μνήμη τους ότι οι ένδοξοι προγονοί μας εφάνηκαν ποτέ ωφέλιμοι στην ανθρωπότητα. Γι’ αυτό ειδοποιούμε την εκλαμπρότητά σας και σας παρακαλούμε να προσπαθήσετε να είμαστε κάτω από την εύνοια και την προστασία του μεγάλου κράτους σας».

Η μεγάλη συμφορά

Φτάνει η Κυριακή των Βαΐων, 3 του Απρίλη. Μέρα σημαδιακή. Στις τέσσερις το πρωί ξύπνησαν ξαφνιασμένοι Έλληνες και Τούρκοι. Ακούστηκαν καράβια στη θάλασσα. Ρωμιοί και Τούρκοι περίμεναν με αγωνία βοήθεια. Και οι δυο παρακαλούσαν το Θεό τους νάναι τα καράβια δικά τους. Δεν αργεί να φτάσει η είδηση: Τα καράβια είναι του Γιουσούφ πασά.

— Δόξα στον Αλλάχ! φωνάζουν οι Τούρκοι. Τρεμουλιάζουν οι καρδιές των Ελλήνων.

Οι Τούρκοι – τρακόσιοι πάνω κάτω – κατεβαίνουν στη στεριά και προχωράνε για την πόλη. Ξέρουν πως οι δικοί τους είναι κλεισμένοι στο Κάστρο και από στιγμή είναι έτοιμοι να παραδοθούν, γιατί τους θερίζουν η πείνα και οι αρρώστιες. Προχωρούν προσεκτικά και ανιχνεύοντας το μέρος. Στα πάνω Συχαινά τούς καρτεράει ο Ζαΐμης και στα κάτω ο Λόντος. Στο Βλατερό είναι ο Ροδόπουλος με τους δικούς του. Όλοι μαζί ήταν πιο πολλοί απ’ τ’ ασκέρι του Γιουσούφ. Στην πιο κρίσιμη όμως στιγμή κυκλοφορεί σαν αστραπή η καταραμένη είδηση: Είναι χιλιάδες οι εχθροί! Πλάκωσαν απ’ όλες τις μεριές οι Τούρκοι! Φευγάτε να γλιτώσουμε!

Πρώτοι πανικοβάλονται οι αρχηγοί. Καβαλικεύουν τ’ άλογα τους και τρέχουν κατά την πόλη. Το ποδοβολητό, οι φωνές και η σκόνη μεγαλώνουν τη σύγχυση. Όλος ο στρατός τούς ακολουθεί. Και ο Γιουσούφ τούς ακολουθεί. Σαν μια πελώρια αυλή τρελάδικου μοιάζει ξαφνικά όλη η πολιτεία που πριν από λίγο μεθούσε από ενθουσιασμό. Ο τρόμος τούς ζαλίζει τα μυαλά. Φεύγουν μπουλούκια-μπουλούκια οι κάτοικοι. Οι περισσότεροι τραβούν κατά τον Άγιο Ανδρέα. Εκεί είναι αραγμένα μερικά μικροκάικα και όλοι προσπαθούν να στοιβαχτούν πάνω τους. Γυναίκες τραβούν τα μαλλιά τους, σκούζοντας, άνδρες κλαίνε σαν μικρά παιδιά και παιδιά στριγγλίζουν.

Οι κλεισμένοι στο κάστρο Τούρκοι τα βλέπουν όλα. Ανοίγουν σε κάποια στιγμή την καστρόπορτα και ξεχύνονται στην πόλη σαν άγρια τσακάλια, ενώ πριν λίγες ώρες έτρεμαν σαν λαγοί.

Το μαχαίρι και η φωτιά μπαίνουν μπροστά. Σε σφαγείο μεταβάλλεται η πόλη. Σε λίγο φτάνει και το λεφούσι του Γιουσούφ με τα στρατεύματα του Χουρσίτ. Το Βλατερό παίρνει φωτιά. Σμίγουν όλοι οι Τούρκοι. Με δαυλιά στο χέρι, όμοιοι με βρυκόλακες που βγήκαν από κάποια κόλαση, καίνε, αρπάζουν, σπέρνουν την καταστροφή. Τα σπίτια λαμπαδιάζουν σαν δαδιά και οι πύρινες γλώσσες της φωτιάς διασταυρώνονται και κλείνουν μέσα τους ξύλινες παράγκες, σαράβαλα, αρχοντικά. Η πόλη μοιάζει με καμίνι.

Τρομαγμένοι όσοι κάτοικοι έχουν απομείνει, τρέχουν σαν τρελοί για να σωθούν, ενώ οι δαίμονες τούς κυνηγούν και τους στέλνουν κοπαδιαστά στον άλλο κόσμο. Κεφάλια, χέρια, ποδάρια, χωρίζονται απ’ τα κορμιά τους, τους ποδοπατούν τα άλογα. Στα ψηλά Αλώνια τρέχει το αίμα σαν αυλάκι, ανακατώνεται με τα χυμένα λάδια και κρασιά και κάνουν σωστά ρυάκια. Οι Αρβανιτάδες μπαίνουν για πλιάτσικο στα σπίτια. Αρπάζουν ό,τι πολύτιμο βρίσκουν, ξετρυπώνουν όσους μπόρεσαν να κρυφτούν και τους βγάζουν στις αυλές, για να τους θανατώσουν ομαδικά. Έτσι θα είναι πιο απολαυστικό το θέαμα. Παντού φωνές, θρήνοι, βόγγοι και γέλια τρέλας.

Να ποια φριχτή εικόνα της συμφοράς μάς δίνει ο Γάλλος ιστορικός Πουκεβίλ, πρόξενος τότε της Πάτρας, που έκρυψε στο προξενείο του πολλούς Έλληνες και τους γλίτωσε απ’ το χάρο:

«Η συνοικία του Βλατερού είχε την εικόνα καμινιού, του οποίου ο υπόκωφος κρότος, ανακατεμένος με το θόρυβο των σπιτιών που έπεφταν μπορεί να συγκριθεί με έκρηξη ηφαιστείου. Ρυάκια από λάδια που καίγονταν, θερμότερα και απ’ αυτή τη λάβα του Βεζούβιου έφταναν μέχρι την παραλία, όπου φαίνονταν σωροί από κεφάλια και πάσσαλοι που πάνω τους κρέμασαν πολλούς χριστιανούς. Ουδέποτε παρατηρήθηκε τόσο φριχτό θέαμα! Πτώματα χωρίς κεφάλια, μέλη σπαρμένα, κομμάτια από σάρκες έδειχναν τα ίχνη του δρόμου, που οδηγούσε στο άνδρο των ανθρωποφάγων. Εκεί γλιστρούσε ο διαβάτης, πατώντας πάνω σε έλος από πηγμένο αίμα. Στρατιώτες μαυρισμένοι γεμάτοι λάφυρα ή σέρνοντας γυναίκες ή παιδιά απ’ τα μαλλιά γέμιζαν την ατμόσφαιρα με τους αλαλαγμούς τους… Α, όχι! Ποτέ τέτοιες εικόνες δεν έθλιψαν την όραση των ανθρώπων».

Μέρα ατέλειωτη, σκοτεινή, τυλιγμένη σε μαύρους καπνούς. Σαν νύχτωσε, καταλάγιασαν οι φωνές και τα σκουξίματα. Ένας αργόσυρτος θρήνος πλανιέται πάνω στη δυστυχισμένη πολιτεία. Η φρίκη προξενεί ανατριχίλα. Μόνο μερικά σκυλιά και γάτες τριγυρνούν κι αυτά προφυλαχτικά στους δρόμους και ροκανίζουν σάρκες και ροφούν λαίμαργα αίμα.

Και σαν έπεσε η νύχτα για καλά, παντού απλώθηκε ερημιά. Η μεγάλη πολιτεία με τις χιλιάδες ψυχές βυθίστηκε στη συμφορά. Της έμειναν μόνο τρακόσιες πάνω κάτω ψυχές κρυμμένες στο Γαλλικό προξενείο. Οι άλλοι σφαγμένοι ή φευγάτοι. Η τουρκική κτηνωδία έκαμε κι αυτή τη μέρα το θαύμα της!

Από το βιβλίο: «Στα δοξασμένα χρόνια», των: Κώστα Δ. Παπαδημητρίου, Γιάννη Σμυρνιωτάκη. Αθήνα, Νοέμβριος 1985.

Κατηγορίες: Ιστορικά, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.