Πώς πρέπει να ψάλλουν οι κελλιώτες μοναχοί την ακολουθία τους, όταν βρίσκονται χωρίς ιερέα;

Ο όσιος Ιωάννης ο Ευκρατάς, ο συγγραφέας του Λειμωναρίου, και ο σοφιστής Σωφρόνιος, συνασκητής του, διηγήθηκαν ότι πήγαν κάποτε στον αββά Νείλο που ησύχαζε στην αγία κορυφή του όρους Σινά και ο οποίος είχε δύο μαθητές. Όταν έφτασε η αγία Κυριακή και ήλθε η ώρα του εσπερινού, άρχισε ο όσιος Νείλος έτσι: Τρισάγιο, Δόξα Πατρί… και τα υπόλοιπα, διάβασε την μία στάση από το Ψαλτήρι, πενήντα ψαλμούς, από του Μακάριος ανήρ… μέχρι το ελέησόν με ο Θεός…., το Κύριε εκέκραξα…., χωρίς να πει τροπάρια παρά μόνο τα Φως Ιλαρόν…, Καταξίωσον…., Νυν απολύεις… και τα υπόλοιπα και τέλειωσε τον εσπερινό. Έπειτα παράθεσε τράπεζα και έφαγαν. Μετά άρχισε την αγρυπνία έτσι: Τρισάγιον, Πάτερ ημών…, Εξάψαλμο, έπειτα πενήντα ψαλμούς, στάση δεύτερη, Πάτερ ημών…, και πενήντα Κύριε ελέησον. Αφού κάθισαν, διάβασε στους μαθητές την καθολική επιστολή του Ιακώβου και αφού σηκώθηκαν, είπαν πάλι πενήντα ψαλμούς, την τρίτη στάση. Έπειτα έδωσε να διαβάσει ένας μαθητής την καθολική επιστολή του Πέτρου, σηκώθηκαν, ξαναείπαν πενήντα ψαλμούς και έτσι τελειώσαμε όλο το Ψαλτήρι. Έπειτα το Πάτερ ημών…, Κύριε ελέησον πενήντα φορές και αφού καθίσαμε, μας έδωσε να διαβάσουμε την καθολική επιστολή του Ιωάννη. Αφού σηκωθήκαμε, είπαμε τις εννέα ωδές του Ψαλτηρίου χωρίς τους κανόνες, το Πάτερ ημών…, πενήντα Κύριε ελέησον, τους ψαλμούς των αίνων, χωρίς τα τροπάρια και την Δοξολογία, το σύμβολο της πίστης, δηλαδή το Πιστεύω…, έπειτα το Πάτερ ημών…, τριάντα Κύριε ελέησον και την απόλυση με αυτά: «Υιέ και Λόγε του Θεού του ζώντος, Ιησού Χριστέ, ο Θεός ημών, ελέησον ημάς και βοήθησον και σώσον τας ψυχάς ημών». Και έτσι τελειώσαμε την αγρυπνία. Τότε ο Ευκρατάς λέει στον όσιο Νείλο: «Γιατί, αββά, δεν φυλάς την τάξη της Εκκλησίας και ούτε στον εσπερινό, ούτε στον όρθρο είπες αναστάσιμα τροπάρια, ούτε το Ο Κύριος εβασίλευσε… ούτε το Θεός Κύριος… ούτε κανόνες, ούτε στους αίνους, ούτε στην Δοξολογία την Ανάσταση του Κυρίου δοξολόγησες, όπως δοξολογούμε κάθε Κυριακή;». Και ο γέροντας αποκρίθηκε: «Θα σου πω, τέκνο, για ποιον λόγο εμείς οι μοναχοί ησυχαστές δεν λέμε αυτά για να μην αρπάζουμε και σφετεριζόμαστε το αξίωμα της ιερωσύνης και για να μην χαλάσουμε τους όρους των Πατέρων και κληρονομήσουμε το ουαί: διότι, όποιος παραβαίνει τους όρους των Πατέρων και παραχαράζει τους θείους κανόνες, κληρονομεί το ουαί. Επειδή αυτά που είπες είναι χαρακτηριστικά των ιερέων, διακόνων, αναγνωστών και ψαλτών που έχουν χειροτονηθεί, σε όσους δεν έχουν χειροτονία, δεν επιτρέπεται να αποτολμούν αυτά. Εξαιτίας αυτού, λοιπόν, η εκκλησιαστική τάξη χειροτονεί ψάλτες, αναγνώστες, υποδιακόνους και ιερείς άλτες, για να ψάλλουν με μελωδία και ήχο, καθοδηγώντας τον λαό, αναγνώστες, για τα προοιμιακά, τις προφητείες και τους αποστόλους, υποδιακόνους και διακόνους, για να ιερουργούν, να τελειοποιούν και να βαπτίζουν. Σας ρωτώ, λοιπόν, κάτι κεφαλαιώδες για την Εκκλησία και πείτε μου την αλήθεια. Ποιοί κάνουν έναρξη στις ιερές λειτουργίες, τους εσπερινούς, ύμνους, προψάλματα, αντίφωνα, προκείμενα και στα υπόλοιπα;» Αυτοί απάντησαν οι ψάλτες, οι αναγνώστες και οι διάκονοι. Και ο γέροντας ξαναείπε: «Σωστά αποκριθήκατε, αλλά στις επίσημες εορτές και τις Κυριακές ποιοι στο Θεό Κύριος…, στους κανόνες Πάσα πνοή… στην Δοξολογία και στην Ανάσταση του Χριστού στο τέλος;». Αυτοί απάντησαν ότι αυτά είναι των ιερέων. Λέει τότε ο γέροντας: «Γιατί, λοιπόν, κατηγορείτε τους μοναχούς που γνωρίζουν τα όριά τους, αφού δεν παραβιάζουν τους επικυρωμένους νόμους και τους διαφυλάττουν με ακρίβεια;». Κι εκείνοι ρώτησαν: «Επομένως, αμαρτάνουν όσοι ψάλλουν και διαβάζουν αυτά;» Ο γέροντας αποκρίθηκε: «Όσοι δεν έχουν χειροτονηθεί ή δεν έχουν διοριστεί από τους ιερείς, αλλά θέλουν να ψάλλουν κανόνες και τροπάρια στην εκκλησία ή στο κελλί, γνωστό είναι στους ορθά σκεπτόμενους, ότι χειροτονούν τους εαυτούς τους. Και μάλιστα από κενοδοξία και έπαρση τυφλωμένοι δεν βλέπουν όσα τους αρμόζουν και τους συμφέρουν, όμως τολμούν όσα δεν ωφελούν και όσα βλάπτουν. Διότι ποιο στολίδι σταλμένο από τον ουρανό παρά η εκκλησιαστική τάξη; Παρόμοια και στα επουράνια η τάξη στην χοροστασία των αγγέλων. Όταν κυριαρχεί η τάξη σε όλα, τότε ο κόσμος είναι ωραίος και το κάλλος της Εκκλησίας ανίκητο. Η αταξία και η αγένεια στον ουρανό προκαλεί κεραυνούς, στην θάλασσα πολέμους, στις ψυχές αμαρτίες και στις εκκλησίες καινοτομίες. Γιατί όσοι χωρίς χειροτονία τολμούν να αρπάζουν τις εκφωνήσεις και τις τάξεις των ιερέων, αυτοί όχι μόνο δεν προξενούν ειρήνη αλλά ταραχή. Αυτά τα λέω όχι γιατί απορρίπτω τα άσματα και τα ποιήματα της καθολικής Εκκλησίας, αλλά λέω ότι τα άσματα και τα τροπάρια δεν είναι χαρακτηριστικά των ησυχαστών ούτε σε εκείνους που πενθούν για τις αμαρτίες τους αρμόζουν». «Επομένως, είπαν εκείνοι, χωρίς παρουσία ιερέα δεν πρέπει να ψάλλει κάποιος ή να διαβάζει ή να εύχεται;». Και ο γέροντας απάντησε: «Όχι, βέβαια δεν λέω να μην προσεύχεται κάποιος, αλλά να μην σφετερίζεται το αξίωμα των ιερέων. Το να προσεύχονται εγώ πρώτος μακαρίζω και επαινώ και το να διαβάζουν τα ιερά βιβλία συμφωνώ και λέω ότι χρέος έχουν οι μοναχοί να εύχονται αδιάλειπτα, νηφάλια και προσεκτικά πάντοτε και να λένε τους λόγους του Αγίου Πνεύματος, αν είναι δυνατόν να μην μελετάνε παρά μόνο αυτά. «Μελετώντας γαρ, όπως γράφει ο απόστολος Παύλος, τας θείας Γραφάς, βούλομαι προσεύχεσθαι εν παντί τόπω επαίροντες οσίας χείρας άνευ οργής και διαλογισμού, αποδίδοντες τας ευχάς ημών τω Κυρίω». Τους ιερείς ο Κύριος τους διόρισε σπουδαιότερους με το αξίωμα και τους περιέβαλε με δύναμη ακαταμάχητη, ενώ για μας τους μοναχούς αυτά είναι πρόξενοι κενοδοξίας και αιτίες ασθένειας. Στην παλιά εποχή έχριζαν τους ιερείς και τους προφήτες ως χριστούς Κυρίου˙ εμείς οι κοσμικοί Χριστιανοί ας προσευχόμαστε πάντοτε σε κάθε περίσταση και τόπο και ώρα με την ευχή του Ιησού Χριστού, με ψαλμούς και ευχές, έπειτα ας διαβάζουμε κάθε ένα βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, τα εικοσιεπτά βιβλία και το Ευαγγέλιο, τις πράξεις και τις επιστολές των ιερών Αποστόλων. Όταν γίνεται αγρυπνία ή λειτουργία στην εκκλησία να προσερχόμαστε, αλλιώς ας διαβάζουμε ψαλμούς και Ευαγγέλια, που και οι κοσμικοί και οι γυναίκες τυχαίνει να διαβάζουν, χωρίς να εμποδίζονται από κανέναν, όμως την ώρα της εκκλησιαστικής ακολουθίας πρέπει να αφήνουμε τους ιερείς. Αλλά, αν ενοχλείται κάποτε κάποιος από κενοδοξία ή ραθυμία, του αρκούν λίγα τροπάρια από κάθε ήχο, διότι τα άσματα δεν ωφελούν τόσο τους μοναχούς παρά περισσότερο τους βλάπτουν, επειδή αυτά δημιουργήθηκαν, για να συγκεντρώνεται ο λαός στους ιερούς ναούς. Εμείς όμως οι μοναχοί πρέπει να επιθυμούμε την υψηλότερη οδό και όχι την ευτελέστερη, δηλαδή να ευχόμαστε νοερά, να κάνουμε γονυκλισίες, να χύνουμε πηγές δακρύων, να πραγματοποιούμε νηστείες και αγρυπνίες, να κοιμίζουμε το σώμα κάτω και να το πιέζουμε ελαφρά, να ταπεινωνόμαστε και να γνωρίζουμε την ασθένειά μας. Μαζί με αυτά αναφέρεται το «Σύνες της κραυγής μου, πρόσχες τη φωνή της δεήσεώς μου», του οποίου την δύναμη, επειδή δεν την καταλαβαίνουν μερικοί, υψώνουν την φωνή τους την ώρα της προσευχής, όπως τα βόδια, ψέλνοντας μεγαλόφωνα και διαβάζοντας. Αλλά ο προφήτης Δαβίδ κραυγή και φωνή εννοεί τον στεναγμό της καρδιάς, με τον οποίο προσεύχεται στον Θεό, για να τον ακούσει, και όχι τον ήχο της φωνής. Η φωνή των προσευχομένων είναι η κατάνυξη. Ο μοναχός που μπερδεύεται στα άσματα, δίνει αφορμές στον δαίμονα της κενοδοξίας και της υπερηφανείας και κυριεύεται από λογισμούς πορνείας, φιλαυτίας, φιλαργυρίας, πρωτοκαθεδρίας και ακηδίας, περιφερόμενος από τόπο σε τόπο, όπως το φρύγανο που παρασύρεται από τον άνεμο, και η καρδιά του γεμίζει από λογισμούς, πονηρές και φαύλες σκέψεις. Όποιος όμως διαβάζει ψαλμούς και ευχές, βίους αγίων, λόγους και αποφθέγματα των οσίων πατέρων με ευλάβεια, νηστεία, προσευχή και κατάνυξη και διαβάζει τα βιβλία των θεσπέσιων προφητών, αποστόλων και ευαγγελιστών, για να γνωρίσει το θέλημα του Θεού, αυτός ελκύει την χάρη του Θεού προς τον εαυτό του, η οποία τον ενδυναμώνει να πραγματοποιεί τους λόγους που έμαθε από την ανάγνωση».
Αυτές τις διδασκαλίες άκουσαν ο όσιος Ιωάννης Ευκρατάς και ο Σωφρόνιος ο σοφιστής από τον αββά Νείλο και θαύμασαν την ακριβή λεπτότητα που είχε, για την διαφύλαξη των θείων κανόνων και των θεσμών της αγίας Εκκλησίας. Έτσι, τα κατέγραψαν αυτά με επιμέλεια για την ωφέλεια και την διόρθωση των ευλαβών αναγνωστών.

Από το βιβλίο: Λειμωνάριον το παλαιόν – ιωάννου Μόσχου. Ητοι, Τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου. Διηγήματα των Οσίων πατέρων. βιβλίον ψυχωφελέστατον Ιωάννου Ευκρατά και Σωφρονίου του σοφιστού.
Εκδότης, Η Αγία Αννα, Φεβρουάριος 2005

Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.

Κατηγορίες: Αγιολογικά - Πατερικά, Θαυμαστά γεγονότα, Ιστορικά, Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια, Λογοτεχνικά. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.